Δύο χρόνια μετά τη δολοφονία του Γιώργου Καραϊβάζ, τα ερωτήματα παραμένουν
- 9 ΑΠΡ 2023
Τα ξεκαθαρίσματα λογαριασμών στην αθηναϊκή νύχτα καλά κρατούν, αφού τα δημοσιεύματα για φονικά στα οποία εμπλέκονται άνθρωποι γνωστοί στις αστυνομικές αρχές είναι πλέον πολύ τακτικά.
Φυσικά, αυτό δεν ξεκίνησε πρόσφατα, αφού ήδη δύο χρόνια πριν, μέσα στην καραντίνα τότε, 5 φονικά σε διάστημα λίγων εβδομάδων είχαν αναστατώσει τη χώρα.
Η πρώτη δολοφονία, αυτή που μάλλον προμήνυε το μακελειό που θα ακολουθούσε, ήταν ίσως και η πιο σοκαριστική. Αυτή που έδειξε ότι πλέον οι άνθρωποι της νύχτας δε φοβούνται κανέναν. Ήταν ένα μήνυμα που ήθελαν να το περάσουν με τον πιο εμφατικό τρόπο: με την εκτέλεση ενός πολύ γνωστού -και αγαπητού- αστυνομικού συντάκτη, κάτι που σίγουρα θα έστρεφε τα φώτα της δημοσιότητας πάνω τους: Του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ.
Η λογική του «δε μας αγγίζει τίποτα, δε φοβόμαστε να χτυπήσουμε τον οποιονδήποτε», δυστυχώς θα ξεκινούσε με εκείνον.
Η εκτέλεση του Γιώργου Καραϊβάζ
Η ιατροδικαστική έκθεση ήταν ανατριχιαστική. Από τις 13 σφαίρες εναντίον του γνωστού δημοσιογράφου, μόλις τρεις δε βρήκαν τον στόχο τους και κατέληξαν πάνω στο αυτοκίνητό του. Από τις υπόλοιπες, η μία τον βρήκε στην αριστερή του παλάμη, άλλη μια στο λαιμό, έξι στο στήθος και δύο στο κεφάλι. Ήταν οι χαριστικές βολές. Ο θάνατος του ήταν ακαριαίος.
Η βαλλιστική έκθεση, έδειξε πως το 9αρι των δραστών ήταν «καθαρό», πως δεν είχε χρησιμοποιηθεί ξανά πριν από εκείνο το μεσημέρι της 9ης Απριλίου. Το μεσημέρι που ο γνωστός αστυνομικός συντάκτης επέστρεφε στο σπίτι του στον Άλιμο μετά τη συμμετοχή του στην εκπομπή της Ζήνας Κουτσελίνη στο Star.
«Ακούσαμε έναν ήχο σαν εξάτμιση, μετά ακούσαμε κι άλλους ήχους και γυρίσαμε κι είδαμε αυτόν να του ρίχνει από πάνω. Μέχρι να γυρίσουμε, είχαν φύγει», θα πει ένας από τους τρεις δημοτικούς υπαλλήλους που ήταν μπροστά στην εκτέλεση. «Ήταν τόσο γρήγορο. Όλα έγιναν μέσα σε 15-20 δευτερόλεπτα(…) Δεν πρόλαβε να βγάλει ανάσα. Δε μίλησαν, δεν άλλαξαν κουβέντα».
Πράγματι, οι δύο εκτελεστές που τον περίμεναν πάνω στο χαμηλό σκουτεράκι τους, κινήθηκαν πολύ γρήγορα. Ήξεραν τη διαδρομή του Γιώργου Καραϊβάζ, ήξεραν την ώρα που επέστρεφε καθημερινά στο σπίτι του, ενώ η αστυνομία εξετάζει σοβαρά το γεγονός να υπήρχαν και άλλοι εμπλεκόμενοι ως ομάδα υποστήριξης και παρακολούθησης.
Οι δράστες εξαφανίστηκαν πριν προλάβει κανένας απ’ τους αυτόπτες μάρτυρες να συγκρατήσει κάτι που να μπορούσε να βοηθήσει ουσιαστικά τις έρευνες. «Δεν φαινόταν κανένα χαρακτηριστικό τους. Η εικόνα που μου έχει μείνει είναι του ανθρώπου με το στρατιωτικό μπουφάν να εκτελεί». Και συνεχίζει ο δημοτικός υπάλληλος στον ΑΝΤ1:
«Tο όπλο σαν να είχε προέκταση σιγαστήρα, παρ’ όλα αυτά ακούστηκε κάτι», περιγράφοντας τον ήχο ως εξάτμιση και συμπληρώνοντας ότι δεν πρόλαβε να συγκρατήσει την πινακίδα του οχήματος.
Από εκείνη την ημέρα, το ερώτημα παραμένει χωρίς απάντηση: ποιος τον ήθελε νεκρό; Τα σενάρια που κυκλοφορούν ακόμη και εξετάζει η αστυνομία πολλά, όλα συγκλίνουν όμως ότι ο δημοσιογράφος μάλλον είχε ενοχλήσει την εγχώρια μαφία με τις κατά καιρούς αποκαλύψεις του. Οι πρώτες πληροφορίες έλεγαν ότι ο ίδιος δεν είχε εκμυστηρευτεί σε κανέναν δικό του άνθρωπο ότι δεχόταν απειλές, ούτε φέρεται να είχε ζητήσει αστυνομική φύλαξη.
Η στασιμότητα στην πορεία των ερευνών
Δύο χρόνια μετά τη δολοφονία του δημοσιογράφου, οι ελληνικές αρχές δεν έχουν προχωρήσει σε καμία σύλληψη. Μάλιστα, αυτό ανάγκασε τους Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα (RSF) να βγάλουν ανακοίνωση μέσα από την οποία προτρέπουν τις ελληνικές αρχές να κάνουν αίτημα προς την Europol να συνδράμει στις έρευνες, η οποία και έχει «παγώσει» εντελώς.
Όπως τονίζουν, 5 μήνες μετά τη δολοφονία, η ΕΛΑΣ είχε καταλόγους υπόπτων, καταθέσεις, πλάνα από κάμερες ασφαλείας και στοιχεία από τηλεφωνικές κλήσεις. Από τότε όμως, οι αρχές δεν έχουν παρουσιάσει πληροφορίες που να δείχνουν πως υπάρχει η παραμικρή πρόοδος στην έρευνα.
Οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα τονίζουν πως οι έρευνες καλύπτονται από πλήρη αδιαφάνεια και θυμίζουν πως τον Οκτώβριο του 2021, οι αστυνομικές αρχές δήλωναν πως «σύμφωνα με το ελληνικό σχετικό νομικό πλαίσιο η προανάκριση είναι εμπιστευτική». Όπως σημειώνεται όμως, η σύσταση για την ασφάλεια των δημοσιογράφων που ενέκρινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Σεπτέμβριο του 2021 απαιτεί την απόλυτη «διαφάνεια» των ερευνών και των εγκλημάτων που ερευνώνται και έχουν γίνει εναντίον δημοσιογράφων.
Σε κανένα σημείο δεν παρατηρείται κάποια αναφορά στη δολοφονία Καραϊβάζ στην έκθεση της ελληνικής κυβέρνησης για τη συμμόρφωσή της με την ευρωπαϊκή σύσταση, η οποία συντάχθηκε τον Μάρτιο και την οποία έχουν στην κατοχή τους οι RSF. Ο Επικεφαλής του γραφείου ΕΕ και Βαλκανίων των RSF, Pavol Szalai, διερωτήθηκε μάλιστα αν οι ελληνικές αρχές έχουν «να κρύψουν κάτι σχετικά με τη δολοφονία ενός δημοσιογράφου που ειδικευόταν στην αστυνομική διαφθορά».
«Είναι ασυνήθιστο στην Ευρώπη να βλέπουμε μια έρευνα αυτού του είδους να σημειώνει τόσο μικρή πρόοδο. Εάν η Ελλάδα θέλει πραγματικά να στηρίξει τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες για την υπεράσπιση της Ελευθερίας του Τύπου, θα πρέπει να καλέσει την Europol για να συνδράμει στις έρευνες άμεσα και πλήρως, ώστε να παρέχει την τεχνική της εμπειρογνωμοσύνη και να διασφαλίσει πως οι έρευνες γίνονται με ανεξάρτητο τρόπο», ανέφερε.
Μετά από έκκληση των RSF, μια αντιπροσωπεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επισκέφθηκε την Ελλάδα τον περασμένο μήνα και, καθώς δε διαπίστωσε «ορατή πρόοδο στην αστυνομική έρευνα» για τη δολοφονία του δημοσιογράφου, προτρέποντας τις ελληνικές αρχές να ζητήσουν βοήθεια από την Europol «χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση».
Για την ιστορία, η Europol, η οποία μπορεί να αναλάβει δράση μόνο με τη συμφωνία των αρχών ενός έθνους, προσκλήθηκε από τη Μάλτα και τη Σλοβακία να βοηθήσει τις έρευνες για τη δολοφονία της Μαλτέζας δημοσιογράφου Daphne Caruana Galizia το 2017 και τη δολοφονία του Σλοβάκου δημοσιογράφου Jan Kuciak το 2018. Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις υπήρξαν συλλήψεις και καταδίκες.
Στην αναφορά τους, οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα τονίζουν πως οι έρευνες του Καραϊβάζ για διαφθορά στα Σώματα Ασφαλείας, επιβεβαιώθηκαν εν πολλοίς από τις αποκαλύψεις που ήρθαν στο φως τον περασμένο Φεβρουάριο. Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στο όνομα του ταξίαρχου Δ. Δάβαλου, ο οποίος ήταν κατηγορούμενος στη δίκη της Greek Mafia, και αντί να τεθεί σε διαθεσιμότητα, «αναβαθμίστηκε». Μάλιστα, γίνεται αναφορά στην αντικατάσταση των επικεφαλής των Τμημάτων Ανθρωποκτονιών και Εκβιαστών της Ασφάλειας Αττικής, που έλαβε χώρα τον Μάιο του 2022.
Στο τέλος της ανακοίνωσής τους, οι RSF θυμίζουν πως η Ελλάδα κατατάσσεται στην 108η θέση από 180 χώρες, στον Παγκόσμιο Δείκτη Ελευθερίας του Τύπου του RSF, για το 2022. Κάτι που θα πρέπει να μας προβληματίσει όλους.
Το μόνο σίγουρο, είναι πως έχουν περάσει πια 2 χρόνια από την εκτέλεση του δημοσιογράφου και τα περισσότερα ερωτήματα, παραμένουν δυστυχώς αναπάντητα, με τους δράστες και τους ηθικούς αυτουργούς να βρίσκονται ακόμη έξω.