Δυστυχώς, η Ευρωπαϊκή Ένωση χάνει τη μάχη του εμβολιασμού
Οι καθυστερήσεις φέρνουν μεγάλη ανησυχία. Τι κάνουν τόσο λάθος οι Βρυξέλλες τελικά;
- 1 ΦΕΒ 2021
«Γιατί αργεί τόσο πολύ η διαδικασία εμβολιασμού στην Ευρωπαϊκή Ένωση;» αναρωτιέται σε πρόσφατο άρθρο του το BBC. O τίτλος είναι χαρακτηριστικός και η απορία εύλογη. Όσο και αν προσπαθήσει κάποιος να εξετάσει από διαφορετική οπτική γωνία το θέμα του εμβολίου, η ΕΕ μοιάζει με ουραγός σε έναν άτυπο αγώνα πρωταθλητισμού ανάμεσα στις χώρες του Δυτικού Κόσμου. Αν εξαιρέσει κανείς τον Καναδά, καμιά άλλη ανεπτυγμένη χώρα δε φαίνεται να κινείται σε τόσο αργούς ρυθμούς.
Εξαρχής, και παρ’ όλες τις διαβεβαιώσεις από τα επίσημα χείλη των αρχών, ήταν δεδομένο ότι ο εμβολιασμός μπορεί να μετατραπεί σε αγώνα. Όση διάθεση συνεργασίας και αν υπάρχει από τα κράτη, στο τέλος το καθένα θα κοιτάξει να κάνει τη δουλειά του – αυτός είναι ένας άγραφος κανόνας των διεθνών σχέσεων. Μάλιστα, σε αυτόν τον αγώνα τα φτωχότερα κράτη ήταν από την πρώτη στιγμή φαβορί για να λάβουν τις πολύτιμες δόσεις τελευταία.
Κανείς όμως δεν περίμενε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έδειχνε τόσο αργά ανακλαστικά. Άλλωστε δεν είναι μία περιοχή του πλανήτη που δε δεινοπάθησε από την πανδημία της Covid-19. Τόσο οι δραματικές εικόνες από φορτηγά με τους νεκρούς, όσο και τα στατιστικά μιλούν από μόνα τους.
Όσον αφορά τους θανάτους, η ΕΕ με πληθυσμό 448 εκ. έχει ξεπεράσει τόσο τις ΗΠΑ (329 εκ) όσο και τη Ρωσία (144 εκ.) με σχεδόν 460 χιλιάδες κατοίκους της να έχουν χάσει τη ζωή τους από τον κορονοϊό. Όσο για τα στατιστικά που αφορούν την Κίνα; Αυτά αμφισβητούνται σχεδόν από όλο τον πλανήτη εκτός από το Πεκίνο.
Την ίδια στιγμή που το Ισραήλ έχει εμβολιάσει περίπου το 50% του πληθυσμού του (ξεχνώντας, βέβαια, τους Παλαιστίνιους), πλούσια κράτη της Μέσης Ανατολής όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα πλησιάζουν το 30% και οι ΗΠΑ με τον Joe Biden στο τιμόνι έχουν φτάσει περίπου στο 8%, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται κοντά στο 2,6%.
Αν αναλογιστεί κανείς πως σύμφωνα με όσα υποστηρίζουν κορυφαίοι επιδημιολόγοι θα πρέπει να πλησιάσουμε στο 70% για να θεωρήσουμε ότι έχουμε αποκτήσει «ανοσία αγέλης», καταλαβαίνει πόσα μακριά βρισκόμαστε ακόμη.
Τι ακριβώς συνέβη και έμεινε τόσο πίσω στην κούρσα η ΕΕ; Οι λόγοι φαίνεται ότι είναι πολλοί και κανείς ακόμα δεν έχει εντοπίσει τον κύριο ένοχο. Η γνωστή γραφειοκρατία από την οποία πάσχει, η φοβία που επέδειξε στις συνεννοήσεις της με την βρετανοσουηδικών συμφερόντων AstraZeneca και, γενικά, μία δυστοκία και δυσκολία στη λήψη αποφάσεων φαίνεται να μας έχουν φέρει μέχρι εδώ.
Μάλιστα τα νέα έγιναν ακόμα χειρότερα, όταν η προαναφερθείσα εταιρεία δήλωσε ότι δε θα μπορέσει να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της προς την ΕΕ, λέγοντας ότι είναι ικανή να παραδώσει μόλις του 25% των εκατομμυρίων εμβολίων που είχε υποσχεθεί.
Οι Βρυξέλλες και οι κυβερνήσεις των κρατών έγιναν έξαλλες. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι κανείς δεν τους είχε εγγυηθεί εξαρχής ότι το παιχνίδι του εμβολιασμού θα παιχτεί με ανοιχτά χαρτιά και χωρίς χτυπήματα κάτω από το τραπέζι.
Χαρακτηριστική είναι η δήλωση μέσω Twitter της Στέλλας Κυριακίδου, Επιτρόπου Υγείας και Ασφάλειας Τροφίμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που έκανε λόγο για «ασάφειες» από πλευράς AstraZeneca. Μέχρι, φυσικά, να αποδειχθεί το ποιος έχει δίκιο σε αυτή τη διαμάχη, ο Boris Johnson και η Μεγάλη Βρετανία μπορούν να τρίβουν τα χέρια τους.
Γιατί ποια θα μπορούσε να ήταν μεγαλύτερη νίκη του Brexit από το να βρεθεί χιλιόμετρα μπροστά στην κούρσα του εμβολιασμού σε σχέση με την ΕΕ; Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ήδη εμβολιάσει το 13,9% του πληθυσμού του. Ένα εξαιρετικό επιχείρημα, με άλλα λόγια, για τους υπερσυντηρητικούς πολιτικούς που συντάσσονται δίπλα με τον Johnson.
Αντίστοιχα, ο ακροδεξιός Πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Viktor Orban (ο οποίος δε φημίζεται για τις ιδιαίτερα ενωτικές ευρωπαϊκές ιδέες του) κλείνει το μάτι προς το ρωσικό εμβόλιο, ενώ ούτε η κραταιά Γερμανία φαίνεται να μη λέει ένα «αυστηρό όχι» στο Sputnik V – μάλλον το αντίθετο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνει, λοιπόν, να χάνει τη μάχη του πρώτου κύματος εμβολιασμού. Μία πραγματικότητα που την πληγώνει σε πολλά επίπεδα: καθυστερεί την επανεκκίνηση του οικονομικού της τομέα, πληγώνει το γόητρό της βαθιά και -κυρίως- αυξάνει τον δραματικό απολογισμό από χαμένες ζωές επί ευρωπαϊκού εδάφους.
Υπάρχουν πολλοί μήνες ακόμη για να κερδηθεί ο πόλεμος ενάντια στον κορονοϊό. Για όποιον όμως τερματίσει χαμηλά στην άτυπη αυτή κούρσα, οι συνέπειες θα είναι ανυπολόγιστες και ελπίζουμε όχι μακροχρόνιες.