Δούναι και λαβείν: Ο Γιανούλης Χαλεπάς πέρα από τον μύθο και την «αρρώστια»
Πήγαμε στη Θεσσαλονίκη στα εγκαίνια της έκθεσης που άνοιξε μόλις -σε συμπαραγωγή του Onassis Culture-, στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών ΑΠΘ και ρίχνει φως πίσω απ’ την ομίχλη του κορυφαίου γλύπτη, εστιάζοντας στον άγνωστο νεωτεριστή Χαλεπά.
- 25 ΦΕΒ 2022
Ο Γιαννούλης Χαλεπάς πέρασε στην ιστορία με το μύθο της «διεστραμμένης ιδιοφυίας». Ήταν ο καλλιτέχνης που σε ηλικία 26 ετών έβγαλε απ’ τα χέρια του τη μαρμάρινη κόρη που είναι ξαπλωμένη στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών, το διασημότερο δηλαδή έργο της νεοελληνικής γλυπτικής.
Ήταν επίσης ο άνθρωπος, ο οποίος έχοντας εκδηλώσει επανειλημμένα κρίσεις και απόπειρες αυτοκτονίας, οδηγήθηκε και παρέμεινε για δεκατρία ολόκληρα χρόνια στο ψυχιατρικό κατάστημα Κέρκυρας. Η ρετσινιά του τρελού δεν έφυγε ποτέ, ακριβώς, από πάνω του.
Τουλάχιστον αυτά είναι όσα γνωρίζουν οι περισσότεροι των καιρών μας για τον Χαλεπά. Την Κοιμωμένη και την περιπέτεια της ψυχικής του υγείας. Αλλά, στην πραγματικότητα, ήταν πολλά παραπάνω: αυτός ο αυτοδίδακτος Τήνιος καλλιτέχνης ήταν φαινόμενο για την εποχή του, ένας επίμονος δημιουργός που ανακάλυψε την ελευθερία του μοντερνισμού, μόνος του, σε ένα υπόγειο εργαστήριο με τοίχους μουτζουρωμένους από επάλληλα σχέδια.
Σε αυτό το χαμένο κομμάτι της ιστορίας εστιάζει η καινούργια έκθεση που εγκαινιάστηκε στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών ΑΠΘ, με τη συμπαραγωγή του Onassis Culture, περιλαμβάνοντας πάνω από 150 έργα (γλυπτά, σχέδια και κατάστιχα), τα περισσότερα από τα οποία είναι πρόσφατα αποκτηθέντα στη Συλλογή του Ιδρύματος Ωνάση, ενώ τα υπόλοιπα προέρχονται από άλλους οργανισμούς, μουσεία και συλλέκτες, κατά κύριο λόγο Τήνιους.
Δούναι και λαβείν είναι ο τίτλος του αφιερώματος, του οποίου την επιμέλεια (και την τεκμηρίωση, ουσιαστικά) υπογράφει η Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά, μία ιστορικός τέχνης που έχει ταυτιστεί διαχρονικά με τη μελέτη του Χαλεπά. Η ίδια βρισκόταν πίσω από τη μεγάλη αναδρομική έκθεση που είχε γίνει το 2007 στην Εθνική Γλυπτοθήκη.
«Το δούναι και λαβείν είναι μια φράση που βρέθηκε αυτούσια στα κατάστιχα λογαριασμών της επιχείρησης του πατέρα του, αλλά εκφράζει γενικότερα το αίσθημα αμοιβαιότητας στην τέχνη, που είναι πολύ χαρακτηριστικό στο έργο του Χαλεπά», σημειώνει η ίδια.
Είναι το πάρε-δώσε ανάμεσα στην αρχαία τέχνη, τις αναλογίες και το ακαδημαϊκό «μέτρημα» που διδάχτηκε στην Καλών Τεχνών της Αθήνας και του Μονάχου, στην παράδοση της πατρίδας του στη μαρμαρογλυφία με τους ξακουστούς τεχνίτες, όπως και στην προσωπική του, ασίγαστη εμμονή να φτάσει το τέλειο, η οποία ήταν που τον οδήγησε τελικά σε νέα, συγκλονιστικά μονοπάτια.
Μια αγορά που «έσωσε» τη δεύτερη ακμή του Χαλεπά
Όλα τα έργα με υπογραφή Χαλεπά που έχει σήμερα στην κατοχή της η Εθνική Πινακοθήκη, όσο κι οι μεγάλοι συλλέκτες, προέρχονται από την Τήνια οικογένεια. Τα εγγόνια των Ειρήνη και Βασίλη Χαλεπά, των ανιψιών δηλαδή του σπουδαίου γλύπτη, που κατά την εποχή μετά τον εγκλεισμό και το θάνατο της μητέρα του, τον είχαν υποδεχθεί στην Αθήνα, στο σπίτι τους στην οδό Δαφνομήλη, συμβάλλοντας καθοριστικά στη δημιουργική του αναγέννηση και στη δεύτερη περίοδο ακμής, παρέμεναν να κρατούν στα χέρια τους πολλά γλυπτά και σχέδια από εκείνα τα χρόνια.
Ήταν η περίοδος που ο Χαλεπάς έχει απελευθερωθεί από τους εσωτερικού του δαίμονες και τις απαγορεύσεις της μητέρας του, έχει κερδίσει εκ νέου το θαυμασμό μεταξύ καλλιτεχνών και λοιπών επιφανών της εποχής (ονόματα όπως ο Τόμπρος, ο Πικιώνης κ.ά. μιλάνε για τον Ροντέν της Ελλάδας), λαμβάνει ξανά αναθέσεις και εισέρχεται με όλο του το είναι σε μία νέα οργιώδη δημιουργική περίοδο: μέσα σε οκτώ χρόνια κατασκεύαζει πάνω από πενήντα έργα.
Τα περισσότερα από αυτά τα έργα, μαζί με όσα σχέδια και γλυπτά διασώθηκαν απ’ την παραμονή του στην Τήνο (πολλά ήταν που έσπασε ή έκρυβε η μητέρα του, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να κρατήσει το γιό της μακριά απ ’ τον πηλό, θεωρώντας ότι αυτός «τον τρέλαινε»), παρέμεναν στα χέρια των εγγονών, όμως θα ήταν άδοξο εάν τελικά χωρίζονταν σε διαφορετικά «σαλόνια» ιδιωτικών συλλογών.
Τα μουσεία, ως γνωστόν, έχουν σταματήσει να αγοράζουν έργα. Απομένουν λοιπόν ελάχιστα ονόματα με τέτοιο κασέ και τελικά η λύση βρέθηκε στο όνομα του Αντώνη Παπαδημητρίου και στη Συλλογή του Ιδρύματος Ωνάση, ύστερα από παραίνεση των Αρσέν & Ρουπέν Καλφαγιάν.
Έτσι, κατά κάποιον λυτρωτικό τρόπο, η περσινή επέτειος των 170 χρόνων από τη γέννησή του γλύπτη βρήκε τον Χαλεπά σε νέες περιπέτειες, με το Ίδρυμα Ωνάση να επαναφέρει δυναμικά το όνομά του στο εδώ και τώρα (βλ. την παράσταση της Αργυρώς Χιώτη στη Στέγη, η οποία ζωντανεύει ευρηματικά το τρικυμιώδες μυαλό του -πιθανότατα διπολικού- Χαλεπά, την ταινία μικρού μήκους που κυκλοφόρησε διαδικτυακά, όπως και την παρούσα έκθεση στη Θεσσαλονίκη).
Μάλιστα, τα πλάνα του ιδρύματος φτάνουν έως την Τήνο και το θρυλικό σπίτι του καλλιτέχνη, όπου ετοιμάζεται παρέμβαση το καλοκαίρι, ώστε να αποκαλυφθούν τα σχέδια που κρύβονται κάτω απ’ τους σοβάδες.
Τα κατάστιχα και η χαλκέντερη επιμονή του Χαλεπά
Με την έκθεση στο Τελλόγλειο είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζονται μαζί και τα δέκα σωζόμενα κατάστιχα, σημειωμένα απ’ το χέρι του Χαλεπά. Πρακτικά, είναι τα λογιστικά βιβλία της εταιρείας μαρμαρογλυφίας του πατέρα του, Ιωάννη, η οποία άκμασε κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, έχοντας επεκταθεί πέρα απ’ τον Πειραιά σε Σμύρνη και Βουκουρέστι. Εικάζεται ότι ήταν η μεγαλύτερη του είδους σε όλα τα Βαλκάνια.
Όταν το 1902 ο Χαλεπάς βγαίνει απ’ το ψυχιατρείο της Κέρκυρας, μεταφέρεται μαζί με τη μητέρα του Ειρήνη στην Τήνο. Ο πατέρας του έχει μόλις πεθάνει, η επιχείρηση έχει βάλει λουκέτο, η οικογένεια έχει εκπέσει κι ο ίδιος βρίσκεται κλεισμένος στο υπόγειο του σπιτιού του, μακριά απ΄τα κακεντρεχή βλέμματα της κοινωνίας, άπορος και ενδεής, να επιβιώνει όπως μπορεί. Οι συγχωριανοί του τον έχουν για τα θελήματα κι η μητέρα του τον βάζει να βόσκει πρόβατα.
Τα μόνα που έχει στα χέρια του είναι χώμα, αυτά τα οικογενειακά κατάστιχα και ξυλοκάρβουνο, ούτε καν μολύβι. Αλλά δεν παραιτείται, επιμένει. Σχεδιάζει στους τοίχους, σε τσιγαρόχαρτα, σε διαφημίσεις, σε όποια σελίδα χαρτιού πέσει στα χέρια του. Στα ίδια φύλλα ξανά και ξανά, το ένα σχέδιο πάνω στ’ άλλο, αριστερά, δεξιά, διαγώνια, πάνω, κάτω, απ’ όποια πλευρά τύχει.
Εξάλλου δεν τον ενδιαφέρει το σχέδιο καθαυτό: «είναι ξεκάθαρα σχέδια γλυπτικής», εξηγεί η κυρία Βουτυρά, «απευθύνονται στον όγκο, στο χώρο κι όχι στις δύο διαστάσεις». Πηγμένα στις γραμμές και δυσανάγνωστα, τούτα τα σχέδια είναι σαν σημειώσεις φυλακισμένου, που ζητά να αποδράσει.
Ένα βίντεο στο Δούναι και λαβείν δείχνει δυο χέρια αρχειοθέτη να τα φυλλομετρούν με χειρουργική ακρίβεια.
«Είναι ό,τι πιο συγκλονιστικό άφησε αυτός ο άνθρωπος στο κομμάτι του σχεδιασμού», επισημαίνει η επιμελήτρια, αλλά το σημαντικότερο δίδαγμα που έχουμε να λάβουμε είναι ότι «αν μέσα σε τέτοιες δυσκολίες, με τόσο πενιχρά μέσα, εκείνος τα κατάφερε, τότε μπορούμε όλοι μας – είναι ένα παράδειγμα που μας κάνει πιο αισιόδοξους». Δεν ήταν λίγες οι φορές που μετέτρεψε τα προβλήματα σε εργαλεία κατά τη διάρκεια της ζωής του ο Χαλεπάς.
Ας μην ξεχνάμε ότι εκείνο το διάστημα που ήταν φτωχός στην Τήνο, φτιάχνει γλυπτά από πηλό (δηλαδή χώμα) και επειδή δεν χρησιμοποιεί εσωτερικά αρματούρα (σκελετός, συνήθως σιδερένιος), γεμίζει τα κενά μεταξύ των όγκων και αναγκαστικά ξεμακραίνει από τον ακαδημαϊσμό της πρώτης περιόδου -βλ. την Κοιμωμένη, είτε τον συγκλονιστικό Σάτυρο του 1878 που εκτίθεται στο Τελλόγλειο-, αρχίζοντας το φλερτ με τον μοντερνισμό. Τρομερό παράδειγμα η Μοντέρνα Κυρία του 1923.
Από ένα μεγάλο τραύμα θα γεννηθεί επίσης ένα απ’ τα πιο ψυχεδελικά γλυπτά του. Όταν μαθαίνει ότι η ανιψιά του Ευτυχία, στην οποία έτρεφε τεράστια αδυναμία, επρόκειτο να παντρευτεί και ουσιαστικά να την αποχωριστεί για πάντα, φτιάχνει την αιθέρια προτομή της, με βλέμμα ευθύβολο και καθαρό, ενώ μόλις κάνεις δύο βήματα και δεις το γλυπτό απ’ την πίσω πλευρά, αντικρίζεις το πρόσωπο του Χαλεπά να ξεπροβάλλει συνοφρυωμένο και ειλικρινά θλιμμένο απ’ την πλάτη της. Πώς να μην ανατριχιάσεις;
Τα δυνατά και τα αδύναμα χαρτιά του Δούναι και λαβείν
«Το ζήτημα είναι να καταλάβουμε το έργο του και να μην επιμένουμε συνεχώς στα δράματα της ζωής του, τα οποία ναι μεν υπάρχουν και σαφέστατα δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι και αυτά οδήγησαν στην εξέλιξή του, αλλά να μην είναι αυτός ο στόχος μας», υπογραμμίζει η Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά. Πόσο έωλο είναι όμως την ίδια στιγμή να παρουσιάζεται μία έκθεση αποπλαισιωμένη, όπου η ψυχική του διαταραχή αναφέρεται μονάχα ως «αρρώστια»;
Το Δούναι και λαβείν έχει συγκεντρώσει πραγματικά εξαιρετικά έργα.
Μέσα σε λίγα βήματα αντιλαμβάνεσαι τις φυγόκεντρες δυνάμεις που αντιμάχονταν στο μυαλό του Χαλεπά, τις διπολικές σχέσεις που εκφράζουν τα «αμφιπρόσωπα» (μια διακριτή σειρά γλυπτών από την παρακαταθήκη του Χαλεπά, όπου τα αντιθετικά ζεύγη συναντιούνται και ο ζωντανός Μέγας Αλέξανδρος ενώνεται με το νεκρό alter ego του), τις φωνές που άκουγε στο νου του, όπως πολύ χαρακτηριστικά δείχνει το Μυστικό, τα μυθολογικά και άλλα θέματα που ανέπτυσσε σταθερά μέσα στα χρόνια, επιστρέφοντας με νέο τρόπο.
Κυνηγούσε πάντα το καλύτερο κι αυτό είναι επίσης εμφανές στην επιμονή του να διορθώνει τους πάντες: τους δασκάλους του, τους συνσπουδαστές του, τον ίδιο του τον εαυτό. Από εκεί προέκυψε το στοιχείο που διακρίνει συνολικά το έργο του: το περίοπτο.
Στα γλυπτά του Χαλεπά δυσκολεύεσαι να βρεις κύρια όψη, διότι όλες τις έχει μελετήσει και δουλέψει τόσο ισόποσα, που η κόμμωση αποκαλύπτεται πολλές φορές εντυπωσιακότερη του προσώπου. Την παράσταση κλέβει το Παραμύθι της Πεντάμορφης ΙΙ, ένα σύμπλεγμα μορφών σια διαφορετικές κλίμακες που καλείσαι να αποκωδικοποιήσεις.
Αλλά επιμελητικά η έκθεση παραμένει άτονη, έως και συντηρητική. Έχει ειρμό, μια ιστορία να αφηγηθεί στον επισκέπτη, οδηγώντας τον στις τρεις περιόδους του έργου του Χαλεπά, από τον ακαδημαϊσμό στο στάδιο της Τήνου και από εκεί στον μοντερνισμό – είναι χαρακτηριστικό το ότι παρότι κατείχε άψογα τους κανόνες της αναλογίας και της λεπτομέρειας, στην τρίτη περίοδο δεν ενδιαφέρεται για το τέλειο της αναπαράστασης, ενώ νιώθεις ξεκάθαρα το τέλειο της σύλληψης. Αλλά διστάζει να παραστρατήσει απ’ το «πρωτόκολλο», λες και είναι σύγκραμα ιστορίας της τέχνης.
Πέραν του Ιδρύματος Ωνάση, οι υπόλοιποι δανειστές δεν δέχτηκαν να δειχθούν τα έργα τους εκτός προθήκης. Και άψογος να ήταν ο φωτισμός, ένα γλυπτό πίσω από γυαλί χάνει. Εκτός από το Σάτυρο της Εθνικής Πινακοθήκης, βέβαια, που όταν στέκεσαι απέναντί του, εισπνέοντας την αύρα μεταξύ πονηριάς και χαιρεκακίας που εκπέμπουν οι μύες του προσώπου του, δεν σου ακούγεται πια παράλογο το ότι ο Χαλεπάς νόμιζε ότι είχε φωνή και τον περιγελούσε.