© Konstantinos Tsakalidis / SOOC
ΜΑΡΤΥΡΙΑ

«Είδα να βρέχει στάχτη στο κέντρο της Αλεξανδρούπολης»

Η πρωτεύουσα του νομού Έβρου καίγεται εδώ και πολλά 24ωρα. Αυτά είναι όσα είδε ο 37χρονος σκηνοθέτης Θανάσης Αγγελόπουλος που βρέθηκε, όπως κάθε χρόνο, στην πόλη.

«Οι οικισμοί Νέα Χιλή και Μάκρη είναι προάστια της Αλεξανδρούπολης, βρίσκονται λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο. Έρχομαι πολλά χρόνια τώρα στην πόλη τον Αύγουστο και συνήθως εκεί πηγαίνω να δω τα προκριματικά του Champions League» λέει στο τηλέφωνο ο Θανάσης Αγγελόπουλος, σκηνοθέτης, 37 ετών, ο οποίος βρέθηκε λίγα μέτρα μακριά από τις φωτιές. Φράσεις που μιλούν για μία καλοκαιρινή κανονικότητα η οποία δεν υπάρχει πια· έγινε στάχτη.

Η Αλεξανδρούπολη καίγεται εδώ και μέρες. Όχι κάποιο μικρό, ξεχασμένο χωριό στις εσχατιές της ελληνικής επικράτειας αλλά μία πρωτεύουσα νομού. (Όχι, φυσικά, ότι θα ήταν εντάξει να καίγονται χωριά, όπως και δηλαδή συμβαίνει). Η λέξη δυστοπία ταιριάζει γάντι στην κατάσταση αλλά, δυστυχώς, πια έχει γίνει καραμέλα στα χείλια των ελληνικών Media, χάνοντας σε μεγάλο βαθμό την αξία της. Το ίδιο και η άλλη φράση που ακούμε συνεχώς: κλιματική κρίση.

Οι εικόνες με τα σύννεφα από τα αποκαΐδια να καλύπτουν την πρωτεύουσα του Έβρου έχουν, όχι άδικα, κατακλύσει τα ελληνικά social media. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν αναφορές ότι ο καπνός είναι πια ορατός και στη Δυτική Ιταλία. Μέσα σε όλη αυτή τη βιβλική καταστροφή περισσότεροι από 18 άνθρωποι, μέχρι στιγμής, έχουν βρει φριχτό θάνατο.

«Γυρνούσαμε από μία εκδρομή στην Τουρκία με πούλμαν, όταν κάναμε αναγκαστική στάση για περίπου μία ώρα στον οικισμό Μοναστηράκι» αναφέρει ο 37χρονος σκηνοθέτης, πριν συνεχίσει: «Μαζεύτηκε μία πολύ μεγάλη ουρά με αυτοκίνητα, όσο περιμέναμε την αστυνομία και την πυροσβεστική να δώσει κάποιον δρόμο για να φτάσουμε στα σπίτι μας. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος, η Εγνατία οδός ήταν κλειστή».

Τι έγινε τελικά; «Όταν πήραμε το ΟΚ ζήσαμε μεγάλη αγωνία. Τα επόμενα 20λεπτά ήταν εφιαλτικά, καθώς περνούσαμε δίπλα από φωτιές. Κλείσαμε τον κλιματισμό για να μην εισπνεύσουμε τον καπνό, καθώς καίγονταν χωράφια και από τις δύο πλευρές του δρόμου. Μία συνεπιβάτης πάγωσε όταν είδε εργοστάσιο να έχει πάρει φωτιά. Αργότερα, όταν ξεπεράστηκε το σοκ, μάθαμε ότι γνωρίζει προσωπικά την ιδιοκτήτρια».

Ο Θανάσης Αγγελόπουλος μένει αυτές τις μέρες στο κέντρο της Αλεξανδρούπολης. Θεωρητικά, όταν κατάφερε να φτάσει σπίτι του μετά την τεράστια περιπέτεια θα έπρεπε να νιώθει ασφαλής. «Η κατάσταση όμως έγινε πιο τρομακτική το βράδυ της Δευτέρας, όταν μας ήρθε το μήνυμα 112: Οι οικισμοί Μάκρη και Νέα Χιλή είχαν αρχίσει να εκκενώνονται. Στις 3 η ώρα το πρωί, βλέπαμε από το μπαλκόνι τα αυτοκίνητα να συσσωρεύονται καθώς οι κάτοικοί τους κατευθύνονταν προς το κέντρο της πόλης»

Την ίδια ώρα που η Αλεξανδρούπολη ζούσε δραματικές στιγμές, ο 37χρονος σκηνοθέτης μάς αναφέρει ότι η ενημέρωση από τα ελληνικά Media και ιδιαίτερα τα τηλεοπτικά κανάλια ήταν ελλιπής. «Μπαίναμε συνεχώς σε τοπικά sites και πατούσαμε το refresh για να μάθουμε τι συμβαίνει. Να ξέρει ο κόσμος που δεν είναι από εδώ, ότι η φωτιά ήταν πολύ-πολύ κοντά στην πόλη. Κάηκε το δάσος της Δαδιάς και κάποια χωριά λίγο πιο έξω, αλλά σε αυτούς τους οικισμούς πας για ποτό, για φαγητό, για να δεις μπάλα, για να συναντήσεις ντόπιους φίλους που μένουν εκεί. Είναι κομμάτι της πόλης».

Τι συναισθήματα βίωναν όλες εκείνες τις ώρες; «Θορυβηθήκαμε. Σκεφτήκαμε ότι αν καίγεται η Νέα Χιλή και η Μάκρη και οι κάτοικοι κατακλύζουν το κέντρο της Αλεξανδρούπολης, κυριολεκτικά το επόμενο που θα μπορούσαν να μας πουν ότι καίγεται όλη η Αλεξανδρούπολη πως πρέπει να εκκενώσουμε τα σπίτια μας και να πάμε προς τη θάλασσα. Ναι, η πόλη είναι παραθαλάσσια αλλά χωράνε άραγε 60 χιλιάδες άνθρωποι στο λιμάνι;» αναρωτιέται, στα πλαίσια μαύρου χιούμορ, ο Αγγελόπουλος. «Αν καεί πρωτεύουσα νομού, δε δηλώνεις απλά παραίτηση, χαρακίρι κάνεις – αν, βέβαια, σου έχει μείνει καθόλου τσίπα πάνω σου».

Την Τρίτη, όλοι ακούσαμε στις ειδήσεις για την εκκένωση του υπερσύγχρονου νοσοκομείο της Αλεξανδρούπολης. Τι ακριβώς είχε συμβεί; «Δίνονταν εξιτήρια την τελευταία στιγμή σε όσους ασθενείς κρινόταν ότι είναι εντάξει, νεογνά φυγαδεύονταν προς άλλα νοσοκομεία, καρκινοπαθείς έχαναν τις θεραπείες τους και βαφτίστηκε ως πλωτή κλινική ένα φέριμ μποτ, το οποίο δεν τηρούσε καμία προδιαγραφή αλλά απλά είχε χώρο. Έκανε μία βόλτα από εκεί και τα είδα από πρώτο χέρι. Η κατάσταση ήταν δραματική».

Για τον Θανάση Αγγελόπουλο, η τακτική κάποιων τηλεοπτικών καναλιών να παρουσιάσουν την εκκένωση του νοσοκομείου ως κυβερνητική επιτυχία είναι απαράδεκτη. «Δε θα πούμε μπράβο όταν εκκενώνεται ένα τεράστιο νοσοκομείο, το μπράβο θα το πούμε όταν θα το σώσεις, και όταν θα υπάρχει ένας μηχανισμός για να αποτρέψει τις φωτιές από το να φτάσουν στα περίχωρα της πόλης».

Δυστυχώς, και καθώς γινόμαστε σιγά-σιγά στο ίδιο έργο θεατές κάθε χρόνο με τις φωτιές, έχουμε αναπτύξει μία περίεργη στάση: κάπου ανάμεσα στην ανοχή και την αδιαφορία. Επί της ουσίας, μπαίνουμε στα παπούτσια των άλλως μόνο όταν η καταστροφή μας χτυπήσει την πόρτα. Όταν ζήσουμε εικόνες όπως αυτές που μάς περιγράφει στο τηλέφωνο ο 37χρονος σκηνοθέτης: «Πάρα πολλά ασθενοφόρα, αστυνομία παντού, σειρήνες και άπειρος καπνός σε τέτοιον βαθμό ώστε να ο ουρανός να μην είναι γαλάζιος. Έβρεχε στάχτη – ποτέ δεν έχω ζήσει ξανά στη ζωή μου κάτι τέτοιο».

Σε όλη τη διάρκεια της συζήτησής μας ο Θανάσης Αγγελόπουλος είναι ψύχραιμος. Απλά νιώθεις ότι βιώνει μία βαθιά απογοήτευση. «Δεν υπάρχει κανένα πλάνο. Με ξεπερνά το γεγονός ότι οι φωτιές φτάνουν στις παρυφές στις πόλεις. Σαν να περιμένουμε να φτάσουν στη θάλασσα για να σβήσουν».

Καθώς κλείνουμε το τηλέφωνο, από την άλλη γραμμή ακούμε ότι μία πόλη που το καλοκαίρι σφύζει από ζωή τελεί υπό συλλογική κατάθλιψη. Είναι λογικό αλλά και τρομακτικό ταυτόχρονα. «Επικρατεί μία εικόνα δυστοπίας: τα μαγαζιά είναι κλειστά, ο κόσμος κλειδωμένος στα σπίτια, η πόλη άδεια, επικρατεί μία ατμόσφαιρα λοκντάουν. Δεν υπάρχει η γνωστή περατζάδα, ούτε η γνωστή ενέργεια. Αν βγεις έξω, στάχτη πέφτει στο κεφάλι σου»