Είναι η Ταϊλάνδη η Ελλάδα της Ασίας;
Ο άνθρωπός μας και στη Νοτιανατολική Ασία, Κώστας Περρής, πέρασε αυτή τη φορά έναν ολόκληρο μήνα στην Ταϊλάνδη και μας έστειλε ένα ακόμα «γράμμα από τα ξένα».
- 5 ΦΕΒ 2022
Όχι, δεν είναι! Παρότι υπάρχουν ομοιότητες μεταξύ των δυο χωρών, η πολιτισμική απόσταση που χωρίζει τις ηπείρους που βρίσκονται είναι τεράστια. Η επιρροή του δυτικού πολιτισμού στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ασία ήταν μικρότερη σε σχέση με οπουδήποτε αλλού και κύρια πολιτισμικά χαρακτηριστικά των δύο περιοχών, όπως οι γλώσσες, η ιστορία και οι κυρίαρχες θρησκείες, είχαν ελάχιστη αλληλεπίδραση μεταξύ τους.
Ο Βουδισμός, που σε μεγάλο βαθμό έχει διαμορφώσει ήθη και έθιμα στην Ανατολή, έχει θεμελιώδεις διαφορές με τον Χριστιανισμό και τον αντίστοιχο ρόλο που έχει στη Δύση. Όποια σύγκριση λοιπόν είναι κάπως αφηρημένη, όπως και οι ομοιότητες μεταξύ των δυο χωρών.
Ποιες είναι όμως αυτές; Η πρόσφατη ιστορία της Ταϊλάνδης χαρακτηρίζεται από πολιτική αστάθεια και σειρά δικτατοριών από τη δεκαετία του ’30 έως αυτή του ’70. Η χώρα τάσσεται με το Δυτικό μπλοκ στον πόλεμο της Κορέας και κατά τη διάρκεια του Ψυχρού πολέμου γνωρίζει μεγάλη πολιτική και οικονομική επιρροή από τις ΗΠΑ λόγω της στρατηγικής της θέσης κοντά σε χώρες του Ανατολικού μπλοκ. Σήμερα, από πλευράς ανάπτυξης, η Ταϊλάνδη βρίσκεται κάπου στη μέση.
Δεν είναι η πιο ανεπτυγμένη χώρα της Ασίας αλλά ούτε η λιγότερο. Στερεοτυπικά, οι πλούσιοι γείτονες τη βλέπουν σαν καλοκαιρινό προορισμό που φημίζεται για την έλλειψη εργατικότητας και τήρησης των κανόνων. Για τους πιο φτωχούς αντίθετα, συχνά σημαίνει τόπο μετανάστευσης, συνδεδεμένο με σκληρές συνθήκες εργασίας και ξενοφοβικές τάσεις. Το βασικό πρόβλημα της Ταϊλάνδης είναι η υπογεννητικότητα και η αύξηση ηλικίας του πληθυσμού.
Η πρωτεύουσα της βρίσκεται κάπου στη μέση, στον Νότο υπάρχουν δεκάδες νησιά που προσελκύουν μεγάλο αριθμό τουριστών ενώ στον λιγότερο δημοφιλή Βορρά δεσπόζει το ψηλότερο βουνό της χώρας και πολλά (βουδιστικά) μοναστήρια. Μεγάλο μέρος της οικονομίας της Ταϊλάνδης βασίζεται στον τουρισμό και αυτός ήταν ο λόγος που άνοιξε νωρίς τα σύνορα της σε επισκέπτες χωρίς να τους υποχρεώνει σε καραντίνα.
Κάπου εκεί τελειώνουν οι ομοιότητες και ξεκινούν οι διαφορές. Νωρίς, για εμάς, ήταν το καλοκαίρι του 2020 χωρίς την ύπαρξη εμβολίου και χωρίς κάποιο τεστ για την είσοδο στη χώρα. Νωρίς για την Ταϊλάνδη ήταν ο Νοέμβριος του 2021. Η κυκλοφορία στη χώρα χωρίς πολυήμερη καραντίνα επιτρεπόταν μόνο στους εμβολιασμένους επισκέπτες μετά από δυο αρνητικά pcr τεστ (πριν και μετά την άφιξη τους).
Ύστερα από την εμφάνιση της μετάλλαξης Οmicron, ακόμα και οι εμβολιασμένοι τουρίστες ήταν υποχρεωμένοι να κάνουν καραντίνα επτά ημερών σε ειδικό ξενοδοχείο. Τα αυστηρά αυτά μέτρα είχαν μέχρι τώρα θετικά αποτελέσματα όσον αφορά τις απώλειες. Αν η Ταϊλάνδη ήταν στην Ευρώπη θα είχε μια από τις πιο χαμηλές θέσεις σε θανάτους ανά 100 κατοίκους, ανάμεσα στις σκανδιναβικές χώρες.
Μπανγκόκ
Η θετική αυτή επίδοση είναι ακόμα πιο σημαντική αν σκεφτεί κανείς τα χαρακτηριστικά των μεγάλων ασιατικών πόλεων όπως είναι η Μπανγκόκ. Με συνολικό πληθυσμό που ξεπερνά τα 15 εκατομμύρια (Bangkok Metropolitan Region), στην Μπανγκόκ είναι δύσκολο να κρατήσεις αποστάσεις. Ο χώρος που αναλογεί στον καθέναν είναι περιορισμένος και μεγάλο μέρος της ζωής των κατοίκων διαδραματίζεται σε πολυσύχναστες αγορές και μέσα μαζικής μεταφοράς.
Αυτή σε κανονικές συνθήκες είναι και η γοητεία της πόλης. Πολύχρωμες αγορές, ουρανοξύστες, παραδοσιακές γειτονιές, φουτουριστικά υπέργεια τρένα, πάρκα, βουδιστικοί ναοί και ξέφρενα πάρτι σε red light districts συνθέτουν ένα αστικό τοπίο που μπορεί να είναι εξαντλητικό αλλά σίγουρα δεν είναι βαρετό.
Η ποικιλία δεν περιορίζεται μόνο στις γειτονιές αλλά και στις κουλτούρες. Η Μπανγκόκ είναι μια από τις πιο πολυπολιτισμικές πρωτεύουσες της Ασίας. Φιλοξενεί τη μεγαλύτερη κοινότητα Ιαπώνων στην ήπειρο, πολυπληθείς China και Korea towns, οικονομικούς μετανάστες από τη Μιανμάρ, το Λαός, την Καμπότζη, την Ινδία, ακόμα και Ευρωπαίους σε αναζήτηση ενός καλύτερου κλίματος και μιας διαφορετικής φιλοσοφίας ζωής.
Ο πιο άμεσος τρόπος να έρθει κανείς σε επαφή με αυτές τις κουλτούρες αλλά και με τις αντιθέσεις της πόλης είναι το φαγητό. Σε μια γωνιά μπορείς να φας ταϊλανδέζικο κάρυ με ένα ευρώ και λίγο παρακάτω kaiseki (ιαπωνικό fine dining) με ψάρια από την Ιαπωνία στα 130 ευρώ. Στους δρόμους της China town σερβίρουν σούπα με πτερύγιο καρχαρία ενώ μερικά τετράγωνα μακριά η ακούραστη Jay Fai ετοιμάζει την περίφημη ομελέτα της με καβούρι.
Σίγουρα, η Μπανγκόκ δεν είναι μοναδική σε αυτό. Παρόμοιες γαστρονομικές εμπειρίες μπορούν να προσφέρουν και άλλες ασιατικές μεγαλουπόλεις, όπως το Τόκιο, το Χονγκ Κονγκ και η Σιγκαπούρη. Αυτό που κάνει την Μπανγκόκ να διαφέρει είναι η νύχτα. Η «Αμαρτωλή Πόλη» της Ασίας δεν ησυχάζει ποτέ. Street food σε νυχτερινές αγορές, cocktail bars, karaoke bars, γιαπωνέζικα bars, massage parlors και κλαμπ είναι έτοιμα να υποδεχτούν ντόπιους και τουρίστες οποιαδήποτε στιγμή το επιθυμήσουν (τουλάχιστον προ-COVID εποχές).
Βασικό κομμάτι της νύχτας στην Μπανγκόκ είναι και η πορνεία. Η ίδια ποικιλία που συναντά κανείς σε γεύσεις και κουλτούρες, μοιάζει να υπάρχει και στο πληρωμένο σεξ. Η εικόνα δυτικών άνω των 50 παρέα με Ασιάτισσες στα 20 (αν όχι παρακάτω) είναι συνηθισμένη και προκαλεί πάντα αηδία. Η παγκοσμιοποίηση δε σημαίνει μόνο πολυπολιτισμικές πρωτεύουσες και συνεργασία Κρατών.
Σημαίνει και συναπάντημα λαών με τεράστιες οικονομικές ανισότητες, που συνήθως ωθεί μια εικοσάχρονη να πλαγιάσει με έναν συνταξιούχο. Η ζήτηση δημιουργεί την προσφορά άλλωστε, και η συγκεκριμένη ζήτηση έχει συνήθως τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: λευκός, δυτικός, από χώρα του «ανεπτυγμένου» κόσμου.
Η διαχρονικά χαλαρή αντιμετώπιση της πορνείας από τις αρχές και την κοινωνία δεν έχει μόνο αρνητικά αποτελέσματα βέβαια. Σήμερα η Μπανγκόκ είναι ιδιαίτερα φιλόξενη σε τρανς άτομα που συχνά εργάζονται σε αυτόν τον χώρο. Η κοινωνική αποδοχή είναι γεγονός τόσο για τρανς όσο και για άλλα μέλη της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας. Την ίδια στιγμή που στις περισσότερες ασιατικές χώρες η σεξουαλική διαφορετικότητα και η έκφραση της είναι ακόμα ταμπού, στην Μπανγκόκ τα μέλη της κοινότητας μπορούν να είναι ο εαυτός τους χωρίς να προσποιούνται.
Έτσι, άτομα ΛΟΑΤΚΙ γεννημένα σε οικονομικά πιο ανεπτυγμένες χώρες, όπως η Ιαπωνία και η Κορέα, έχουν κάνει την Μπανγκόκ σπίτι τους γιατί σε αντίθεση με τις γενέτειρές τους εκεί νιώθουν πιο ελεύθερα. Συχνά πλέον συναντάς τρανς σε επαγγέλματα που ακόμα και εργοδότες σε προοδευτικές δυτικές πόλεις θα δίσταζαν να δώσουν (γυμναστές/ριες, μάγειρες/ισσες, σερβιτόρους/ες κλπ).
Ko Phangan
Το πιο κατάλληλο μέρος για να παρατηρήσει κανείς μαζεμένες τις ελευθερίες που χαρακτηρίζουν την Ταϊλάνδη είναι το Ko Phangan, ένα νησί στον Νότο. Το Ko Phangan είναι αρκετά τουριστικό αλλά προσελκύει πιο νέους και εναλλακτικούς επισκέπτες σε σχέση με άλλα νησιά της χώρας. Σε μια απ’ τις δεκάδες παραλίες του γίνεται το περίφημο full moon party που στις προ-COVID εποχές φιλοξενούσε μέχρι και 30.000 άτομα.
Το τοπίο είναι εντυπωσιακό. Η πυκνή τροπική βλάστηση φτάνει μέχρι τις παραλίες με τη λευκή άμμο και τα ζεστά γαλανά νερά. Γύρω τους βρίσκονται ξύλινα bungalows προς ενοικίαση. Τα περισσότερα είναι σύγχρονα και άνετα. Έχουν κλιματισμό, ζεστό νερό και ιντερνέτ με ταχύτητες που θα ονειρευόμασταν στην Ελλάδα. Λόγω της έλλειψης τουριστών, οι τιμές τους στις αρχές Δεκεμβρίου ήταν εξευτελιστικές.
Στο νησί μπορεί να μην υπήρχαν τουρίστες, αλλά συνάντησα δεκάδες expats που βρέθηκαν εκεί στο ξεκίνημα της πανδημίας και αποφάσισαν να μείνουν όταν τους το επέτρεπε η απασχόληση τους. Προγραμματιστές, influencers, content creators, καλλιτέχνες, μασέρ, δάσκαλοι γιόγκα και scuba diving απ’ όλο τον κόσμο συγκεντρωμένοι σε λίγα τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Από τις πρώτες στιγμές, κάτι έμοιαζε διαφορετικό. Μια διάχυτη αίσθηση ελευθερίας χαρακτήριζε το νησί σε θέματα που τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή θεωρούνται ταμπού. Αναφορικά με το σεξ, αυτή η ελευθερία δεν περιοριζόταν στις λιγοστές παραλίες γυμνιστών. Πολλά ζευγάρια, ετερόφυλα ή ομόφυλα, έμοιαζαν να μην πιστεύουν ιδιαίτερα στη μονογαμία και το δήλωναν ανοιχτά μπροστά στους συντρόφους τους.
Αντίστοιχα, η πρόσβαση σε ελαφρά ναρκωτικά έμοιαζε τόσο εύκολη που πίστευες πως είναι νόμιμα (η μαριχουάνα αποποινικοποιήθηκε στην Ταϊλάνδη μερικές εβδομάδες αργότερα αν και παραμένουν κάποιες γκρίζες ζώνες σχετικά με τη χρήση της). Ορισμένα μπαρ σέρβιραν στους πελάτες μαριχουάνα, με τον ίδιο τρόπο που έδιναν μπύρες και κάρι. Η εικόνα θύμιζε κοινότητες hippies της δεκαετίας του ’60 σαν κι αυτή που άνηκε ο Leonard Cohen στην Ύδρα, μόνο που τώρα τα μέλη της είχαν laptops και go pros.
Chiang Mai
Αν η Μπανγκόκ και ο Νότος της Ταϊλάνδης είναι το διονυσιακό, ο Βορράς είναι το απολλώνιο. Πριν την πανδημία, όταν η Μπανγκόκ ήταν σταθερά ανάμεσα στις 3 πόλεις με τις περισσότερες αφίξεις τουριστών στον κόσμο και τα νησιά του Νότου γέμιζαν στη συνέχεια από αυτούς, ο Βορράς ήταν προορισμός όσων έψαχναν λίγη ηρεμία.
Η πιο γνωστή πόλη αυτής της περιοχής είναι το Chiang Mai, η κάποτε πρωτεύουσα του Βασιλείου των Lanna. Μία πόλη γεμάτη αρχαίους βουδιστικούς ναούς και γραφικές γειτονιές. Το κλίμα είναι πιο φρέσκο σε σχέση με την Μπανγκόκ μιας και το Chiang Mai είναι περιτριγυρισμένο από βουνά.
Ένα από αυτά είναι το Doi Inthanon, το ψηλότερο βουνό της χώρας, που προσφέρεται για περιπάτους στη φύση και επισκέψεις σε παραδοσιακά χωριά. Βορειότερα του Chiang Mai, κοντά στα σύνορα με τη Μιανμάρ, βρίσκεται η ορεινή επαρχία Mae Hong Son. Οι πανέμορφες διαδρομές της είναι γνωστές για ταξίδια με μηχανή και τα βουνά της για τα βουδιστικά μοναστήρια και κέντρα διαλογισμού.
Το Chiang Mai και οι γύρω περιοχές είναι ιδανικά μέρη για να περάσει κανείς το hangover από τα πάρτι στην Μπανγκόκ και το Ko Phangan. Εκτός από τη δροσιά και την ηρεμία που προσφέρουν, η τοπική σπεσιαλιτέ είναι το χοιρινό λουκάνικο. Τι καλύτερο λοιπόν για hangover από βουνά, ησυχία και ανθυγιεινό φαγητό;