ΚΑΡΙΕΡΑ

Εξομολογήσεις μιας περιπτερούς

Ρωτήσαμε και μάθαμε πώς περνάνε οι ατελείωτες ώρες ανάμεσα σε μπισκότα, αναψυκτικά και τσίχλες.

“Ένα λεπτό, περιπτερά, βουλιάζει στα βαθιά νερά το τελευταίο μου το πλοίο”, έλεγε κάποτε ο αείμνηστος Στράτος Διονυσίου. “Είχα ένα περιπτεράκι, Ανδρομάχης και Δαβάκη”, τραγουδάει ο Φοίβος Δεληβοριάς, ενώ για την “κόρη του περιπτερά” έγραφε στίχους ο Κώστας Μπίγαλης. Όπως και να το κάνουμε, το περίπτερο καταλαμβάνει μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά του Έλληνα εδώ και αρκετές δεκαετίες. Αποτελεί την πρώτη λύση, όταν θέλουμε να αγοράσουμε μικροπράγματα, από τσίχλες μέχρι αναψυκτικά και ήταν ανέκαθεν το αγαπημένο μέρος για ανάγνωση των πρωτοσέλιδων των εφημερίδων, που σχεδόν πάντα συνοδευόταν απόί την απαραίτητη κουβέντα. Πολύ πριν ανακαλυφθεί το διαδίκτυο και οι ιστοσελίδες.

Σχεδόν όλοι γνωρίζουμε τον περιπτερά της γειτονιάς μας, με το μικρό του όνομα, όπως κι εκείνος ξέρει πολύ καλά πλέον τον λόγο που θα τον επισκεφτούμε, φροντίζοντας να μας εξυπηρετήσει αμέσως. Έχεις σκεφτεί, όμως, τι κάνει όλες τις υπόλοιπες ώρες που εσύ δεν βρίσκεσαι απέναντί του; Πότε και κυρίως πώς πηγαίνει τουαλέτα, πώς αντέχει με τόση ζέστη στην πόλη, ποια είναι τα καθημερινά προβλήματα που αντιμετωπίζει, αλλά και τι σχόλια κάνει ο κόσμος που περνάει;

Για να βρούμε τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, αποφασίσαμε να επισκεφτούμε το περίπτερο της Αλεξάνδρας στον Κολωνό και να περάσουμε λίγες ώρες μαζί της, σε μια απλή συνηθισμένη ημέρα στη δουλειά της. Παράλληλα, εκείνη ανέλαβε το δύσκολο ρόλο να μας εξηγήσει τα βασικά του επαγγέλματος.

(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου- Watkinson)

Δουλεύω τέσσερα χρόνια σε αυτό το περίπτερο, το οποίο ανήκει στην οικογένεια περίπου από τα τέλη της δεκαετίας του ‘90. Δεν θα έλεγα ότι είναι και η πιο εύκολη δουλειά του κόσμου. Υπάρχουν μέρες με πολύ άγχος, στρες, αλλά και απρόοπτα”.

Οι περισσότεροι πελάτες που έρχονται αγοράζουν τσιγάρα, σνακ και αναψυκτικά. Εφημερίδες και περιοδικά φεύγουν πιο δύσκολα πλέον, σε σχέση με άλλα χρόνια. Έχουμε και τεφτέρι, που σημειώνουμε τι χρωστάει ο καθένας, φυσικά. Το μεγαλύτερο χρέος που έχει φτάσει κάποιος είναι κάπου στα 150-180 ευρώ. Ευτυχώς, τα έδωσε”.

Εγώ εργάζομαι κυρίως πρωί και μεσημέρι. Το βράδυ κλείνουμε περίπου στις 9μιση, γιατί είναι περίεργο το σημείο και η περιοχή. Είναι σίγουρα πιο επικίνδυνα εκείνες τις ώρες. Μας έχει τύχει να έρθουμε το πρωί και να βρούμε το περίπτερο βαμμένο με γκράφιτι. Το πιο περίεργο, όμως, ήταν όταν είχε πέσει ένα αυτοκίνητο πάνω και ερχόμενη το πρωί, είδα πως είχε στραβώσει όλη η μπροστινή βιτρίνα”.

Υπάρχουν κλασσικοί πελάτες, οι οποίοι θα έρθουν κάθε πρωί να πάρουν την εφημερίδα τους. Από ένα σημείο και μετά τους γνωρίζεις και τους δίνεις αυτό που θέλουν να αγοράσουν, χωρίς να το ζητήσουν καν. Υπάρχουν, βέβαια, κι εκείνοι που θα έρθουν μια φορά την εβδομάδα και θα αφήσουν 70-80 ευρώ αγοράζοντας παγωτά, σνακ, αναψυκτικά και τσιγάρα”.

Το πιο περίεργο πράγμα που μου έχουν ζητήσει είναι χτένα ή τσιμπιδάκια για τα μαλλιά, που προφανώς δεν έχουμε”.

Μικροκλοπές γίνονται συνεχώς. Μπορεί να γυρίσεις να χτυπήσεις μια απόδειξη κι εκείνη τη στιγμή ο πελάτης να αρπάξει ένα πακέτο τσίχλες. Αυτό για κάποιο περίεργο λόγο το κάνουν πολλοί. Και παιδιά ηλικίας 10-14 ετών έχει συμβεί να κλέψουν κάτι. Και το κάνουν με σχέδιο. Το ένα έρχεται μπροστά να σε απασχολήσει και το άλλο από πίσω παίρνει παγωτά ή αναψυκτικά και μετά τρέχουν. Εκεί δυστυχώς, δεν μπορείς να κάνεις κάτι”.

Παρακολουθούμε τα όσα γίνονται από τους καθρέπτες που υπάρχουν, αλλά και από τις κάμερες. Δεν μπορείς να είσαι χαλαρός κατά τη διάρκεια της βάρδιας, πρέπει να έχεις συνεχώς τα μάτια σου δεκατέσσερα, για να μην συμβεί κάτι. Παλαιότερα, έβαζαν στόχο τα δώρα από τις εφημερίδες και τα περιοδικά. Έσκιζαν το νάιλον και έπαιρναν το δώρο, γι’ αυτό και σταματήσαμε να τα αφήνουμε έξω, τα έχουμε μέσα. Μια κυρία είχε έρθει μια μέρα και έβαλε τέσσερα περιοδικά αξίας έξι ευρώ στην τσάντα της. Ευτυχώς την είδα, της φώναξα και από τότε δεν ξαναήρθε. Δύο φορές έχω φτάσει στο σημείο να χτυπήσω και το συναγερμό, προκειμένου να έρθει η αστυνομία”.

Η πρώτη μου μέρα σε αυτή τη δουλειά είχε πολύ άγχος. Δεν ήξερα που βρίσκονται τα προϊόντα, είχα φόβο μην κάνω λάθος με τα ρέστα, αλλά και με την επικοινωνία με τον κόσμο. Γενικότερα τον πρώτο χρόνο μου συνέβαιναν διάφορα, είτε με πλαστά χρήματα, είτε με μικροκλοπές”.

Η τουαλέτα είναι μια μεγάλη ιστορία όταν δουλεύεις σε περίπτερο. Ευτυχώς έχουμε δίπλα μας ένα μαγαζί με χαρτικά, που τους γνωρίζουμε και κάθε φορά που θέλουμε να πάμε τουαλέτα, τους ειδοποιούμε, έρχεται κάποιος και προσέχει το περίπτερο κι εμείς κάνουμε την ανάγκη μας και επιστρέφουμε. Όταν το μαγαζί αυτό είναι κλειστό, τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα”.

Το μεσημέρι η ζέστη είναι ανυπόφορη, αλλά μέσα έχουμε air-condition και είναι καλύτερα. Για να περάσει η ώρα, θα χαζέψω στο κινητό, γιατί έχουμε και wifi, θα δω βιντεάκια ή θα διαβάσω κάποιο βιβλίο. Πρέπει παράλληλα, όμως, να προσέχω και τι γίνεται έξω”.

Μέσα έχω μια μικρή τηλεόραση, ραδιοφωνάκι, τάμπλετ και το κινητό μου. Το πιο κουλό πράγμα που θα βρεις, όμως, είναι ένα σιδερένιο ρόπαλο του μπέιζμπολ, το οποίο το είχε φέρει ο θείος μου από ένα ταξίδι στην Αμερική. Πλέον εκτός από διακοσμητικό, χρησιμεύει και ως προφύλαξη. Μια μέρα ήμουν πολύ κοντά στο να το χρησιμοποιήσω, όταν ένας άστεγος είχε βάλει το χέρι του μέσα στο παράθυρο και μου ζητούσε να του δώσω δωρεάν τσιγάρα”.

Το φλερτ από πελάτες είναι το αγαπημένο μου, το διασκεδάζω. Πολλοί θα πουν μια ωραία ατάκα, έναν καλό λόγο, όμως, το χειρότερο που είχα ακούσει ήταν από έναν τύπο που μου είπε να βάλω μέσα στη σακούλα και τα μάτια μου. Παλαιότερα, άφηναν μαζί με τα χρήματα και ένα χαρτάκι με το τηλέφωνό τους”.

Όταν κάποιος θέλει να αγοράσει προφυλακτικά, τον καταλαβαίνεις αμέσως. Θα έρθει με ένοχο βλέμμα, κοιτώντας αριστερά και δεξιά. Λες και κάνει κάτι κακό. Θα μου ζητήσει χαμηλόφωνα τα προφυλακτικά και στη συνέχεια θα τα βάλει γρήγορα στην τσέπη του για να μην τον δουν”.

Συνεχώς με ρωτούν για δρόμους και μαγαζιά. Ο περιπτεράς θα πρέπει να είναι και ο χάρτης της περιοχής. Πρέπει εκτός από τα μέρη, να γνωρίζεις και πολλές γλώσσες για να συνεννοηθείς, συμπεριλαμβανομένης και της νοηματικής”.

Όταν θέλω να ξεπιαστώ, βγαίνω έξω, κλειδώνω την πόρτα του περιπτέρου και βγαίνω να τακτοποιήσω τα πράγματα ή να γεμίσω τα ψυγεία. Θα πιω σίγουρα νεράκια και χυμούς κατά τη διάρκεια της βάρδιας, αλλά φέρνω και ταπεράκι από το σπίτι με το μεσημεριανό μου. Από τις 2 μέχρι τις 5 δεν έχει σχεδόν καθόλου κόσμου και δεν περνάει εύκολα η ώρα”.

Δεν θα βγάλεις πολλά χρήματα από αυτή τη δουλειά. Είναι καλά όταν είσαι νέος, αλλά αν θέλεις να κάνεις οικογένεια, σίγουρα δεν αρκούν”.

Οι πιο όμορφες ημέρες στο περίπτερο είναι όταν έρχονται χαμογελαστοί και ευγενικοί πελάτες. Αυτό σε ικανοποιεί πάρα πολύ. Και φυσικά όταν έρχονται φίλοι και γνωστοί για να μου κάνουν έκπληξη. Δεν υπάρχει καλύτερο”.