Πώς έβριζαν οι Αρχαίοι Έλληνες
- 29 ΝΟΕ 2023
Ωστόσο, σε ένα από τα πιο πιπεράτα αποφθέγματα που άφησε ο φιλόσοφος στην ιστορία προτρέπει τους ποιητές να μη λοιδορούνται «ώσπερ αρτοπώλιδας», δηλαδή σαν φουρνάρισσσες: από τότε, οι βρισιές θεωρούνταν ατιμωτικές για όποιον τις εξέφραζε, ακόμη κι αν όπως φαίνεται ήταν ακραία διαδεδομένες. Σε κάθε περίπτωση ένα είναι δεδομένο: οι Αρχαίοι Έλληνες έβριζαν. Πολύ.
Ακολουθούν μερικές από τις αρχαίες βρισιές που έχουν αποτυπωθεί στο βιβλίο του Μ. Βερέττα, όπως και σε άλλες καταγραφές που είναι διαθέσιμες στο διαδίκτυο:
ΑΒΡΟΒΑΤΗΣ: Το πρώτο συνθετικό είναι το επίθετο αβρός (τρυφερός) και η λέξη υποδηλώνει τον θηλυπρεπή άνδρα, εκείνον που βαδίζει με γυναικείο τρόπο
ΑΝΑΣΕΙΣΙΦΑΛΛΟΣ: Το πρώτο συνθετικό είναι το ρήμα ανασείω (κουνάω) και η λέξη υποδηλώνει τη φιλήδονη γυναίκα που πιάνει και κουνάει τον φαλλό.
ΒΔΕΩ: βρωμάω, πέρδομαι
ΓΛΩΤΤΟΔΕΨΕΩ: κάνω μαλάξεις με τη γλώσσα
ΓΟΓΓΥΛΗ: Μεταφράζεται ως ολοστρόγγυλη και παραπέμπει στο στήθος
ΓΥΝΑΙΚΟΠΙΠΗΣ: Το δεύτερο συνθετικό είναι το ρήμα οπιπτεύω (παρακολουθώ) και η λέξη υποδηλώνει τον μπανιστιρτζή
ΔΡΟΜΑΣ: Εκείνη του δρόμου, η πόρνη
ΕΚΦΑΥΛΟΣ: Ατιμασμένος
ΕΣΧΑΡΑ: Προέρχεται από το ρήμα ίσχω (εμποδίζω) και η λέξη υποδηλώνει το αιδοίο
ΕΥΠΥΓΟΣ: Γυναίκα με καλοσχηματισμένα οπίσθια
ΚΑΣΣΩΡΙΣ: Προέρχεται από το κάσις (αδελφός, εταίρος) και η λέξη υποδηλώνει την πόρνη
ΚΟΠΡΙΟΣ: Τιποτένιος
ΜΥΖΟΥΡΙΣ: Προέρχεται από το ρήμα μυζάω (ρουφάω) και το ουσιαστικό ουρά (πέος), υποδηλώνοντας τη γυναίκα που κάνει την αντίστοιχη πράξη
ΠΗΘΙΚΑΛΩΠΗΞ: Άνθρωπος πανούργος
ΠΟΣΘΗ: Το δέρμα που περιβάλλει το πέος
ΠΟΣΘΩΝ: Ο άνδρας που έχει μεγάλη πόσθη, άρα μεγάλο πέος
ΗΔΟΝΟΘΗΚΗ: Το αιδοίο
ΚΙΝΟΥΡΗΣ: Το άτομο που κινείται επιδεικνύοντας την ουρά του (δηλ. το πέος του)
ΛΕΧΡΙΟΣ: Ο λεχρίτης
ΛΥΔΙΑ: Η πόρνη πολυτελείας.
ΛΟΧΜΗ: Μεταφράζεται ως θάμνος και υποδηλώνει το τριχωτό αιδοίο
ΡΩΠΟΠΕΡΠΕΡΗΘΡΑΣ: Προέρχεται από το ρώπος (φτηνόπραγμα) και το πέρπερος (φλυαρία), υποδηλώνοντας το άτομο που λέει όλο χαζομάρες
ΣΚΩΡΑΜΙΣ: Απατεώνας
ΣΠΟΔΗΡΙΛΑΥΡΑ: Προέρχεται από το σπουδή (βιαστικά) και το λαύρα (απόπατος), υποδηλώνοντας το άτομο που τρώει κόπρανα
ΧΑΛΚΙΔΙΤΙΣ: Το άτομο που εκδίδεται για ένα χάλκινο νόμισμα, η φθηνή πόρνη