Γιατί όλοι ποστάρουν στα social media μετά από έναν σεισμό
Σε παγκόσμια κλίμακα, τα κοινωνικά δίκτυα έχουν εξελιχθεί σε εργαλεία διαχείρισης κρίσεων και φυσικών καταστροφών. Αλλά τι σημαίνει όταν τα posts πέφτουν βροχή ακόμα και σε περιπτώσεις που δε συντρέχει λόγος ανησυχίας;
- 30 ΝΟΕ 2022
Ποια είναι η πρώτη κίνηση που κάνεις σε περίπτωση σεισμού; Μέσα σε όλα, ο παρατεταμένος «χορός των ρίχτερ» που βίωσε το Λεκανοπέδιο το τελευταίο εικοσιτετράωρο επιβεβαίωσε εκείνη την αντίδραση που έχει εξελιχθεί πλέον σε άγραφο κανόνα της ψηφιακής εποχής.
Tο feed στα social media πλημμύρισε πρώτα από τη λέξη «σεισμός», έπειτα ακολούθησε η αναδημοσίευση των ρίχτερ και τέλος η κλασική εικόνα με τον Κατακουζηνό να βαστάει το τρομπόνι του από το αντίστοιχο επεισόδιο της σειράς Κωνσταντίνου και Ελένης.
Ελληνική πρωτοτυπία; Κάθε άλλο. Δεκάδες έρευνες έχουν εκπονηθεί τα τελευταία χρόνια με επίκεντρο τη χρήση των social media σε περίπτωση σεισμού ή άλλης απρόσμενης μαζικής απειλής, καταδεικνύοντας πως η δημοσίευση του γεγονότος με το ανάλογο hashtag έχει εξελιχθεί σε πάγια πρακτική των καιρών μας σε παγκόσμια κλίμακα.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα; Ο σεισμός στο Νεπάλ το 2015, κατά τον οποίο καταμετρήθηκαν πάνω από 33.000 αναρτήσεις στο Twitter, με τον δείκτη του γραφήματος να εκτινάσσεται τα πρώτα λεπτά μετά το φονικό ταρακούνημα των 7,8 ρίχτερ.
Ένας βασικός λόγος τότε ήταν να επικοινωνήσεις ότι είσαι ζωντανός και ασφαλής.
Ωστόσο, το παράδειγμα αυτό απέχει παρασάγγας από τον χθεσινό σεισμό που σημειώθηκε στην Εύβοια, όπως και από κάθε σεισμική δόνηση που έχει ζήσει η χώρα στην εποχή της ψηφιακής κυριαρχίας: ο τραγικός απολογισμός εκείνης της καταστροφής ήταν 9.000 νεκροί και πάνω από 3,5 εκατομμύρια άστεγοι.
Επομένως, γιατί επιμένουμε να ποστάρουμε στα social media έπειτα από έναν σεισμό, τη στιγμή που δε συντρέχει λόγος ανησυχίας για θύματα και άτομα που παραμένουν εγκλωβισμένα κάτω από συντρίμμια;
Κι όμως, έχει ένα νόημα
Σε ένα συγκεντρωτικό ακαδημαϊκό paper που εκδόθηκε το 2021 για τον ρόλο των social media σε συνθήκες σεισμού, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι κατά τις πρώτες 24 ώρες μετά το συμβάν, οι περισσότερες αναρτήσεις περιέχουν «διάσπαρτες πληροφορίες για το είδος και το μέγεθος της καταστροφής».
Κατά την εξήγηση που παρέδωσε η ομάδα των ερευνητών με επικεφαλής τον Mohammadreza Amiresmaili, σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης «ο κόσμος χρησιμοποιεί τα social media ως πηγή πληροφόρησης για να μειώσει το άγχος του σχετικά με πληροφορίες που χάνονται κατά τη διάρκεια της καταστροφής».
Πέραν αυτού, το μαζικό ποστάρισμα εκπληρώνει ακόμη έναν στόχο: δύναται να ενεργοποιήσει το Safety Check του Facebook. Πρόκειται για μια λειτουργία που ενεργοποίησε η δημοφιλής πλατφόρμα μετά τον καταστροφικό σεισμό του Νεπάλ το 2015, ενώ ενεργοποιήθηκε επίσης μετά τις πολύνεκρες επιθέσεις τρομοκρατών στις Βρυξέλλες το 2016, όπως και τους μεγάλους σεισμούς της ίδιας χρονιάς σε Ιταλία και Νεπάλ, που έφτασαν τους 6 και 6.7 βαθμούς της κλίμακας ρίχτερ αντίστοιχα.
Τι κάνει πρακτικά αυτό το feature της δημοφιλούς πλατφόρμας;
Σε αντίθεση με τη λογική ενός κανονικού post, το Safety Check στέλνει αυτόματα μήνυμα σε όσες συσκευές εντοπίζονται γεωχωρικά εντός της ακτίνας επιρροής μιας καταστροφής ή ενός μαζικά απειλητικού συμβάντος, ζητώντας από τους χρήστες να επιβεβαιώσουν πως είναι ασφαλείς στον διαδικτυακό τους περίγυρο.
Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτή η λειτουργία ενεργοποιείται από τα κάτω: το Safety Check τίθεται σε εφαρμογή, όταν ο αλγόριθμος εντοπίσει αξιοσημείωτη αύξηση σε συγκεκριμένα hashtags, λ.χ. #σεισμός και #πυρκαγιά.
Επομένως, ανεβάζοντας στα social media αναφορές για τον σεισμό, γνωστοποιούμε στον αλγόριθμο την επικινδυνότητα της κατάστασης, με αποτέλεσμα να πυροδοτούμε και τη δική του συμβολή στο έργο της διάσωσης. Ωστόσο, το ερώτημα παραμένει για τον χθεσινό σεισμό και άλλους αντίστοιχους παλιότερων ετών, που πρακτικά δεν αποτέλεσαν κίνδυνο: γιατί τρεντάρει ενώ δεν υπάρχει λόγος;
Τι προδίδουν τα trends σε κάθε σεισμό
Όπως είχε εξηγήσει στο βιβλίο της το 2019 η Αμερικανίδα Rebecca Solnit, με τίτλο Ένας παράδεισος χτισμένος στην κόλαση, «η καταστροφή μας πετάει σε ένα είδος προσωρινής ουτοπίας, όπου η ανθρώπινη φύση και η κοινωνία μεταμορφώνονται σε πιο ισχυρές, πιο ελεύθερες και λιγότερο διχασμένες σε σχέση με τον υπόλοιπο χρόνο». Και πάλι, ο κινητήριος μοχλός για οραματιστεί η συγγραφέας τις προσωρινές ουτοπίες ήταν δύο σεισμοί – εκείνος του 1906 στο Σαν Φρανσίσκο και εκείνος του Μεξικό το 1885.
Κατ’ αναλογία, στη σημερινή εποχή που τα social media αποτελούν προέκταση τόσο των δακτύλων μας όσο και των συναισθηματικών μας κόσμων, το post μετά τον σεισμό εξηγεί την ανάγκη μας για αλληλεγγύη, επικοινωνία και στήριξη. Είναι μια αντίδραση που προδίδει ότι, ανεξάρτητα από τα ρίχτερ και το μέγεθος της καταστροφής, το φαινόμενο του σεισμού προκαλεί διάχυτο φόβο στην ελληνική κοινωνία.
Η Ελλάδα είναι μία σεισμογενής χώρα, η οποία όμως γνωρίζει και από κάθε άλλου είδους καταστροφές: πυρκαγιές και πλημμύρες δε μας είναι καθόλου άγνωστες. Παρ’ όλα αυτά, οι πολίτες θεωρούν νο1 κίνδυνο τους σεισμούς από το σύνολο των φυσικών καταστροφών.
Σε αυτή τη διαπίστωση είχε καταλήξει η έρευνα του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών το 2019: με πανελλαδικό δείγμα 2.300+ ατόμων, προέκυψε ότι οι σεισμοί είναι με διαφορά εκείνο που φοβούνται περισσότερο οι Έλληνες, ενώ ακολουθούσαν οι πυρκαγιές κι οι πλημμύρες. Και σε αντίθεση με τον διάχυτο φόβο, η προετοιμασία και η ενημέρωση παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα.