Η άγνωστη επιδημία της Θεσσαλονίκης που σκότωσε χιλιάδες
- 24 ΜΑΡ 2020
Στις 30 Αυγούστου του 1783 ο Βρετανός πρόξενος έστειλε μία επιστολή στην πρεσβεία του στην Κωνσταντινούπολη, τους ενημέρωνε για κάτι παράξενο που συνέβαινε τον τελευταίο καιρό σε μια πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. “Στη Θεσσαλονίκη, τους έλεγε, έχουμε 60 νεκρούς κάθε μέρα”. Όλοι οι γιατροί της πόλης είτε είχαν πεθάνει είτε ήταν και οι ίδιοι άρρωστοι. Πολλοί από αυτούς είχαν αφήσει την πόλη και είχαν φύγει μαζί με τις οικογένειές τους. Ο μόνος γιατρός που δεν είχε ασθενήσει σύμφωνα με τον Βρετανό ήταν ο υποπρόξενος της Δανίας. Εκτός των γιατρών, άφηναν και κάτοικοι κατά δεκάδες την πόλη όπως ήταν φυσικό, βρίσκοντας καταφύγιο στα νησιά των Βόρειων Σποράδων και στη Βέροια. Ανάμεσά τους και ο Βρετανός πρόξενος.
Ο άνθρωπος που έλαβε το γράμμα του στην Κωνσταντινούπολη, ο πρέσβης Sir Robert Ainslie, θα γράψει με τη σειρά του ότι ολόκληρη η αυτοκρατορία εκείνα τα χρόνια μαστιζόταν από ιλαρά, ευλογιά και ελώδεις πυρετούς, σκοτώνοντας πολλούς που είχαν καταφέρει να επιβιώσουν από την πανούκλα του 1781.
Η επιδημία συνεχίστηκε μέχρι και τον Ιανουάριο του 1784 και σύμφωνα με βενετικές πηγές, είχε προκαλέσει περισσότερα θύματα από την πανούκλα που αναφέραμε, η οποία τότε, σύμφωνα με τον Γάλλο πρόξενο, είχε αφαιρέσει τη ζωή 25 έως 30 χιλιάδων κατοίκων της Θεσσαλονίκης. Αυτός ο αριθμός κρίνεται κάπως υπερβολικός καθώς αντιστοιχούσε στον μισό πληθυσμό της πόλης -η Θεσσαλονίκη αριθμούσε τότε περίπου 60 χιλιάδες μόνιμους κατοίκους. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του δηλαδή από τους κατοίκους που είχαν απομείνει, θα πρέπει να πέθαναν περισσότεροι από δέκα χιλιάδες άνθρωποι λόγω της νέας επιδημίας. Μία τέτοια ανθρώπινη τραγωδία όμως δεν αναφέρεται σε καμιά άλλη πηγή, δεν επιβεβαιώνεται.
Το αναμφισβήτητο όμως είναι ότι πέθαναν χιλιάδες άνθρωποι, οπότε αξίζει να αναρωτηθούμε τι ήταν αυτό που τους σκότωσε. Την ασθένεια οι Θεσσαλονικείς την αντιλαμβάνονταν απ’ τον υψηλό πυρετό, ο οποίος έκανε κύκλους μέχρι να αποτελειώσει το θύμα του -έτσι πίστευαν τότε, ότι ο πυρετός ήταν αυτός που τους σκότωνε. Ο Βενετός πρόξενος ανέφερε ότι σε κάθε “φράγκικο σπίτι”, υπήρξαν τουλάχιστον δύο με τρεις αρρώστους. Αξίζει να σημειώσουμε ότι και ο ίδιος έπεσε θύμα της αρρώστιας, χωρίς να πεθάνει όμως, τον ταλαιπώρησε για 16 ημέρες και στη συνέχεια του πέρασε. Δεν είχε όμως την ίδια τύχη και ο μεταφραστής του γαλλικού προξενείου, ο οποίος πέθανε όπως μαθαίνουμε από τις τότε επιστολές. Ήταν ελάχιστοι οι άνθρωποι που δεν προσβλήθηκαν, ακόμη και αυτοί που απομονώνονταν, αυτοί που κλείνονταν στα σπίτια τους. Γιατί συνέβαινε αυτό;
Γιατί μάλλον μιλάμε για τύφο, ο οποίος μεταφέρεται στο άνθρωπο από τις ψείρες, αλλά και τους ψύλλους που βρίσκονται πάνω στο τρίχωμα των ποντικών. Την υπόθεση αυτή ενισχύει το γεγονός της μεγάλης θνησιμότητας των ασθενών -πάνω από το 50% πέθανε-, καθώς χωρίς αντιβίωση, ειδικά οι γηραιότεροι δεν γλιτώνουν τον θάνατο ούτε και σήμερα. Και η απομόνωση βοηθάει ελάχιστα όταν έχουμε να κάνουμε με ψείρες και ψύλλους.
Ο τυφοειδής πυρετός ήταν γνωστός στην πόλη από πολλά χρόνια πριν, και δεν τον ταύτιζαν με την πανούκλα, είχαν καταλάβει ότι είναι κάτι διακριτό, ότι έχει άλλα συμπτώματα και ας μην του έχουν αποδώσει κάποια ονομασία. Το ίδιο και για τον πυρετό απ’ την ελονοσία, τον “τριταίο”, όπως τον έλεγαν τότε. Ασθένεια απ’ την οποία επίσης δεν γλίτωνες αν απλά κλειδωνόσουν στο σπίτι σου, αφού προκαλούταν -και προκαλείται- απ’ τα κουνούπια.
Ο λόγος που δεν έχουμε περισσότερες πληροφορίες ή λεπτομέρειες έχει να κάνει με την εξοικείωση των ανθρώπων εκείνης της εποχής με τον θάνατο. Ακόμη και αν ανέφεραν σε γράμματά τους ότι κάποιος δικός τους πέθανε από πυρετό, δεν αναλώνονταν σε λεπτομέρειες, απέφευγαν τις περιγραφές που σήμερα θα μας φαίνονταν χρήσιμες. Πίστευαν ότι θα κούραζαν τον αποδέκτη της επιστολής. Τότε ο θάνατος ήταν παντού και δεν προκαλούσε ιδιαίτερη έκπληξη.