Η κλιματική αλλαγή αφανίζει τη ζωή μέσα στο νερό
Όσο το κλίμα γίνεται πιο απρόβλεπτο και οι περίοδοι ανομβρίας παρατείνονται, τόσο πιο μεγάλη είναι η πρόκληση για τις μικρές κοινότητες που εξαρτώνται για την επιβίωσή τους από το ψάρεμα. Ένα παράδειγμα, οι αυτόχθονες Οτζίμπουε στη λίμνη Τσιπέουα.
- 19 ΙΑΝ 2025
Περιγράφονται και ως «θανάσιμο τρίγωνο» οι τρεις βασικοί παράγοντες που ασκούν ταυτόχρονα πίεση στα θαλάσσια οικοσυστήματα όλου του πλανήτη, οδηγώντας σε λιγότερα αποθέματα ψαριών και νέες ισορροπίες που απλώνονται στην υπόλοιπη τροφική αλυσίδα: είναι η αυξανόμενη θερμοκρασία των υδάτων, η αποξυγόνωση αλλά και η οξίνιση των ωκεανών, δηλαδή η μείωση του PH.
Να τα πάρουμε με τη σειρά, εξετάζοντας τα πιο πρόσφατα δεδομένα τα οποία έχουμε στη διάθεσή μας.
Για το έτος 2024, εκτός από το τρομακτικό ρεκόρ του +1,6°C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα (με 41 επιπλέον από τον μέσο όρο ημέρες επικίνδυνης ζέστης για τον ανθρώπινο οργανισμό), επιβεβαιώθηκε και ρεκόρ θερμοκρασίας υδάτων (στους 21,07 °C), όταν μάλιστα είχε προηγηθεί η δεκαετία 2011-2020 με κατά μέσο όρο +0.88°C σε σχέση με την περίοδο 1850-1900.
Ακολούθως, αναφέρεται ότι ο ωκεανός σε παγκόσμιο επίπεδο έχει χάσει περίπου 2% του διαλυμένου οξυγόνου από τη δεκαετία του 1950 (και ότι αναμένεται να χάσει επιπλέον 1-7% μέχρι το 2100), οδηγώντας σε κλιμάκωση του φαινομένου της «ασφυξίας» κάτω από το νερό, ενώ όσον αφορά τις τιμές οξύτητας των νερών, παράγοντας άμεσα συνδεδεμένος με τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, το 2023 είχε καταγραφεί συσσωρευτική μείωση 30% σε σχέση με τον 18ο αιώνα.
Όλα τα παραπάνω δεν είναι απλώς αριθμοί, αλλά η απόδειξη του αποτυπώματος στην κυριότερη και πιο σημαντική ζωογόνο δύναμη του πλανήτη, δεδομένου ότι οι ωκεανοί καλύπτουν τα 3/4 όλης της Γης, ενώ παράγουν το 80% του διαθέσιμου οξυγόνου στην ατμόσφαιρα και παράλληλα απορροφούν το μεγαλύτερο ποσοστό διοξειδίου του άνθρακα.
Εκτός αυτών, τα παραπάνω είναι η απόδειξη για το άγχος της επιβίωσης από τη φτωχοποίηση και τον εκτοπισμό που σήμερα αντιμετωπίζουν λαοί άρρηκτα συνδεμένοι με τα θαλάσσια οικοσυστήματα και την αλιεία, όταν οι ψαριές τους βγαίνουν άδειες όσο τα αποθέματα στερεύουν.
Στην προκειμένη περίπτωση, ο φακός του πρακτορείου Associated Press καταγράφει τους ντόπιους στη λίμνη Τσιπέουα του Ουισκόνσιν των ΗΠΑ, βόρεια του Καναδά, όπου αυτόχθονες Οτζίμπουε διατηρούν ζωντανή την κληρονομιά της φυλής τους, ψαρεύοντας με παραδοσιακές μεθόδους, όπως ακριβώς διδάχθηκαν από τις προηγούμενες γενιές, και εκείνες από τις ακόμη προηγούμενες.
Λόγω του μεγάλου αριθμού σε ρυάκια και λίμνες που διαθέτει η ευρύτερη περιοχή, οι Οτζίμπουε φημίζονταν ανέκαθεν για τις ικανότητες τους στο ψάρεμα, με τα ψάρια να έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στις διατροφικές τους συνήθειες. Το πιο συνηθισμένο είδος που αλιεύουν είναι τα λαβράκια γλυκού νερού. Ωστόσο, στην εποχή της κλιματικής αλλαγής που διανύουμε, δεν αναμετριούνται με την ευστοχία ή την ταχύτητά τους, αλλά με συνθήκες πρωτόγνωρες που αλλάζουν τα δεδομένα μέσα στο νερό.
Για παράδειγμα, όπως μεταφέρει η Kelly Martin στο πρακτορείο, τον τελευταίο χειμώνα η λίμνη δεν πάγωσε ποτέ, πράγμα πρωτοφανές. Από την εμπειρία της επιβεβαιώνει ότι οι εποχές έχουν γίνει απρόβλεπτες, ενώ με την αυξανόμενη ξηρασία μειώνεται σταθερά η απόθεση νερών από τα ποτάμια στη λίμνη και έτσι τα ύδατα είναι πιο διαυγή, δυσχεραίνοντας την επιβίωση για τα λαβράκια προς όφελος των ιπτάμενων θηρευτών τους.
Στη λίστα όσων επηρεάζουν άμεσα το οικοσύστημα λιμνών όπως της Τσιπέουα πρέπει επίσης να προσθέσουμε τον κατασκευαστικό κλάδο, που βιώνει νέα περίοδο ανάπτυξης μετά την πανδημία.
Το αποτέλεσμα είναι πως οι παραδοσιακές τεχνικές ψαρέματος που χρησιμοποιούσαν αιώνες τώρα στην περιοχή, καθίστανται ανεπαρκείς – πλήγμα το οποίο αφορά τόσο την επιβίωσή τους όσο και τη διατήρηση της πολιτιστικής τους ταυτότητας. Ανάμεσα στις τεχνικές αυτές περιλαμβάνεται το ψάρεμα με δίκτυα (τα οποία φτιάχνουν παραδοσιακά με σπάγκους από μίσχους και κορδόνια από ίνες φλοιού δέντρων), το αγκίστρι και πετονιά, αλλά ακόμη παραπάνω το ψάρεμα με καμάκι, όπως βλέπουμε στο φωτογραφικό αφιέρωμα.
«Δεν είναι μόνο ότι τα ενήλικα λαβράκια πεθαίνουν, αλλά και το ότι τα επίπεδα αναπαραγωγής έχουν μειωθεί σημαντικά σε σχέση με παλιότερα, ειδικότερα σε κάποιες συγκεκριμένες περιοχές», δηλώνει από επιστημονικής πλευράς ο βιολόγος αλιείας του Τμήματος Φυσικών Πόρων Max Wolter, ο οποίος ασχολείται με την καταγραφή των πληθυσμών στην ευρύτερη περιοχή.