1965 Eddie Adams/Associated Press
ΕΓΚΛΗΜΑ

Η πρώτη γυναίκα που εκτελέστηκε στην Ελλάδα

Ζήτησε χάρη αλλά ήταν τόσο βαρύ το έγκλημά της που απορρίφθηκε παμψηφεί.
Στην Κατοχή και στον Εμφύλιο, πολλές γυναίκες βρέθηκαν απέναντι απ’ το εκτελεστικό απόσπασμα. Σε όλη όμως την υπόλοιπη ιστορία του σύγχρονου ελληνικού κράτους, γυναίκες καταδικασμένες για ποινικά αδικήματα ουδέποτε εκτελέστηκαν. Η καταδίκη τους σε θανατική ποινή πάντα μετατρεπόταν σε ισόβια κάθειρξη.

Η εκτέλεση της Σταυρούλας Γκουβούση στις 26 Αυγούστου του 1960 θα άλλαζε αυτήν την «παράδοση» της δικαιοσύνης. Η 63χρονη θα γινόταν η πρώτη γυναίκα που έπεφτε νεκρή απ’ τις σφαίρες εκτελεστικού αποσπάσματος, ούσα καταδικασμένη για ποινικό αδίκημα. Και πιο συγκεκριμένα, για τον πνιγμό της νύφης της σε πηγάδι.

Η Σταυρούλα Γκουβούση ζούσε στο Λεωνίδιο, το χωριό της Αρκαδίας, μαζί με τον έναν απ’ τους δύο γιους της, τον Δημήτρη ή καλύτερα, τον «Μήτρο». Εκείνος ήταν παντρεμένος με την 22χρονη Μεταξία, είχαν μαζί ένα παιδάκι και περίμεναν ακόμη ένα. Η 22χρονη ήταν πέντε μηνών έγκυος.

Η πεθερά της όμως, δεν την είδε ποτέ με καλό μάτι. Θεωρούσε ότι απατούσε τον γιο της και ότι μάλιστα το πρώτο τους παιδί ήταν από άλλον άντρα, μια κατηγορία εντελώς αστήρικτη. Και το ίδιο πίστευε και για το παιδί που κυοφορούσε, ότι κι αυτό με τη σειρά του αποτελούσε τον καρπό ενός παράνομου δεσμού.


Την ίδια στιγμή, η Μεταξία ήταν εκείνη που συντηρούσε οικονομικά την οικογένειά της, και με τη μικρή προίκα που είχε, αλλά και με τα λεφτά που μάζευε δουλεύοντας σε ένα τοπικό ζαχαροπλαστείο. Ο Μήτρος ήταν συχνά άνεργος, δεν είχε σταθερή δουλειά και η συνεισφορά του ήταν πολύ μικρή. Ταυτόχρονα, φαίνεται ότι ήταν και πολύ μαλθακός ως χαρακτήρας, εύκολα χειραγωγήσιμος, ειδικά από τη μητέρα του. Και για τον λόγο αυτό, πείστηκε από εκείνη ότι η γυναίκα του τον απατούσε, με αποτέλεσμα να δεχτεί να γίνει συνεργός στη δολοφονία της συζύγου του αλλά και του αγέννητου παιδιού του.

Πριν από αυτό όμως, η μητέρα του θα τον πείσει να ρίξει το παιδί της γυναίκας του, να τη μεταφέρει σε έναν γιατρό στο Άργος να της κάνει έκτρωση καθώς όπως είπαμε, πίστευε ότι δεν ήταν δικό του. Κανένας γιατρός όμως δεν δέχτηκε, καθώς η εγκυμοσύνη ήταν προχωρημένη και μια τέτοια κίνηση θα έβαζε σε κίνδυνο την υγεία της κοπέλας.

Το ζευγάρι, επιστρέφοντας από το Άργος, σταμάτησε στο σπίτι της γιαγιάς Σταυρούλας, για να πάρουν το παιδί τους που της το είχαν αφήσει για να το προσέχει. Το βράδυ της 5ης Ιανουαρίου 1959, μετά το φαγητό, η Μεταξία, θα ξαπλώσει να ξεκουραστεί στο σπίτι της πεθεράς της. Η Γκουβούση δεν θα χάσει καθόλου χρόνο, θα δει μπροστά της την τέλεια ευκαιρία. Με ένα χοντρό σκοινί, θα δέσει τα χέρια και τα πόδια της άτυχης κοπέλας, και θα την χτυπήσει ανελέητα στο κεφάλι και την κοιλιά μέχρι να χάσει τις αισθήσεις της. Στη συνέχεια, μαζί με τον γιο της, θα τη μεταφέρουν μέχρι την αυλή του σπιτιού της και θα την πετάξουν μέσα στην στέρνα. Λιπόθυμη η άτυχη Μεταξία, θα πνιγεί.

Το επόμενο πρωί, ημέρα των Φώτων, η Γκουβούση θα πάει κανονικά στην εκκλησία, αφήνοντας τη νεκρή νύφη της να επιπλέει πάνω στο νερό. Μόλις επιστρέψει από τη λειτουργία, θα ξεκινήσει να παίζει το προμελετημένο θέατρο της. Θα αρχίσει να φωνάζει βοήθεια, οι γείτονες θα την ακούσουν και θα τρέξουν έντρομοι κοντά της. Θα τους πει πως βρήκε ανοιχτή τη στέρνα και δίπλα τα ρούχα της νύφης της μαζί με ένα ζευγάρι παπούτσια, ένα κουτί χάπια και ένα σημείωμα που έγραφε επί λέξη:

«Φτωχτόνησε η Μεταξία Γεωργίου Αδρία, γιατί δεν της έδινε τα λεφτά που της χρωστούσε η Θάλεια, η κυρά της. Τον Μήτρο, τον άνδρα της, να μην τον πειράξετε, γιατί δεν έχει κάνει τίποτα».

Οι αρχές θα φτάσουν στο σημείο και θα δουν τη σορό της κοπέλας να επιπλέει στο νερό. Θα την ανασύρουν και οι πρώτες υποψίες για το τι πραγματικά είχε συμβεί δεν θα αργήσουν να πέσουν πάνω στην πεθερά.


Eurokinissi

Τόσο το σκοινί που είχε παραμείνει δεμένο γύρω από το πτώμα της Μεταξίας, όσο και οι  μελανιές που εμφάνιζε στο σώμα της, πρόδιδαν ότι εδώ δεν είχαμε να κάνουμε με αυτοκτονία. Η νεκροψία πέρα απ’ το ότι έδειξε ότι η αιτία του θανάτου ήταν ο πνιγμός, διελεύκανε και την ώρα που συνέβη το μοιραίο. Η «αυτοκτονία» δεν έγινε εκείνο το πρωινό, όσο η Γκουβούση ήταν στην εκκλησία, αλλά το προηγούμενο βράδυ, γύρω στις 19.30. Και μέσα σε όλα αυτά, είχαμε και το χειρόγραφο σημείωμα που ήταν εμφανές ότι είχε γραφτεί από κάποιον τρίτο, ο οποίος προσπάθησε να μιμηθεί τον γραφικό χαρακτήρα του θύματος -ανεπιτυχώς.

Η Σταυρούλα Γκουβούση και ο γιος της θα συλληφθούν και θα οδηγηθούν στο τμήμα του Λεωνιδίου για ανάκριση. Στις 8 Ιανουαρίου του 1959, ο Μήτρος Γκουβούσης θα σπάσει και θα ομολογήσει τη συμμετοχή του στη δολοφονία της γυναίκας του. Κατά την ομολογία του, θα πει:

«Η γυναίκα μου μετά το φαγητό, ξάπλωσε βγάζοντας τη ρόμπα της και μια ζακέτα που φορούσε. Η μάνα μου άρπαξε ένα σχοινί 5 μέτρων που ήταν εκεί και της το πέρασε αιφνιδιαστικά γύρω από τους ώμους, δένοντάς την καλά, μαζί και τα χέρια της. Συγχρόνως, μάλωνε μαζί της και την έβριζε για την άσχημη ζωή που έκανε. Η γυναίκα μου νόμιζε ότι αστειευόταν και ότι η μητέρα μου ήθελε απλώς να την φοβίσει. Όμως εκείνη την τράβηξε έξω στην αυλή και την έριξε στην στέρνα.(…)Έγραψα ένα σημείωμα που έλεγε ότι η Μεταξία αυτοκτόνησε γιατί της χρωστούσαν τα αφεντικά της λεφτά που δεν της τα έδιναν. Αυτό το σημείωμα το έβαλα στο σκέπασμα της στέρνας μαζί με κάτι χάπια που είχε στην τσέπη της η γυναίκα μου».

Η μητέρα του θα αντιδράσει. «Κοίταξε τι φίδι μεγάλωνα!», θα πει. «Έτσι μωρέ πληρώνεις όλες τις θυσίες που έκανα για σένα;».

Και σε έναν αστυνομικό συντάκτη της εποχής θα συμπληρώσει:

«Αυτός ο αχαΐρευτος ο γιος μου πάει να με μπλέξει. Λέει ότι εγώ την έριξα στο πηγάδι, αφού της τύλιξα πρώτα το σκοινί στο σώμα. Πάει να με κλείσει στη φυλακή (…) Αν ο γιος μου πάει στο εκτελεστικό απόσπασμα, του αξίζει».

Το Κακουργιοδικείο της Κυπαρισσίας θα καταδικάσει μητέρα και γιο σε θάνατο. Η Σταυρούλα Γκουβούση θα μεταφερθεί στις γυναικείες φυλακές Αβέρωφ στην Αθήνα και ο Μήτρος Γκουβούσης στις φυλακές της Κέρκυρας.

Αν και υπέβαλλε αίτηση χάριτος με σκοπό τη μετατροπή της ποινής της σε ισόβια κάθειρξη, η αίτηση απορρίφθηκε παμψηφεί από το Συμβούλιο Χαρίτων. Έτσι, στις 26 Αυγούστου του 1960, τα ξημερώματα, η Σταυρούλα Γκουβούση θα οδηγηθεί σε ένα μικρό ύψωμα στον Υμηττό, όπου και θα εκτελεστεί από ένα απόσπασμα δώδεκα στρατιωτών.


Eurokinissi

Λίγες ημέρες αργότερα, στις 2 Σεπτεμβρίου σε πεδίο βολής της περιοχής Αλυκές της Κέρκυρας, θα εκτελεστεί και ο γιος της.

Η πρώτη εκτέλεση γυναίκας για ποινικό αδίκημα προκάλεσε μεγάλη εντύπωση εκείνη την εποχή, με την εφημερίδα Ελευθερία να γράφει στις 28 Αυγούστου 1960, ότι «η αναγγελία της εκτελέσεως της Γκουβούση επροκάλεσε πανικόν μεταξύ των κρατουμένων εις τας γυναικείας φυλακάς, τινές δε υπέστησαν νευρικόν κλονισμόν».

Μέχρι την οριστική κατάργηση της θανατικής ποινής, θα εκτελούνταν άλλες τρεις γυναίκες: το 1962 η Αλεξάνδρα Μέρδη, η οποία δηλητηρίασε τον γαμπρό της, η Αθανασία Αγγελινού, την ίδια πάλι χρονιά, η οποία σκότωσε τον σύζυγό της και τον ξάδελφό της, και το 1965 η Αικατερίνη Δημητρέα, η οποία δηλητηρίασε συνολικά τέσσερα άτομα με παραθείο και αποπειράθηκε να δηλητηριάσει άλλα δύο.

*Η φωτογραφία εξωφύλλου είναι αρχείου

Exit mobile version