Made in Taiwan: Ταξίδι στην άλλη άκρη του κόσμου
Ένας δημοσιογράφος του Oneman ταξίδεψε στην καρδιά της Ασίας και μεταφέρει τις διαφορετικές εμπειρίες του.
- 10 ΑΥΓ 2016
Διαβάζοντας το κείμενο για την εμπειρία της πτήσης στην business class της Turkish Airlines, φαντάζομαι ότι θα περίμενες πως αυτό ήταν το ταξίδι.
Μας έβαλαν στο αεροπλάνο, μας περιποιήθηκαν, φάγαμε, είδαμε ταινίες, κοιμηθήκαμε και μας γύρισαν πίσω. Ναι, δεν έχεις κι άδικο. Θα μπορούσε όντως αυτός να ήταν ο σκοπός του ταξιδιού και να γυρνούσαμε πίσω ευχαριστημένοι.
Εκτός απ’ την διασκεδαστική πτήση με την ενδιάμεση στάση στο υπερπολυτελές CIP Lounge της Turkish Airlines στο αεροδρόμιο Ατατούρκ όμως, στο πρόγραμμα υπήρχε κι η εξαήμερη περιπλάνηση στην Ταϊβάν, τη χώρα που κάποτε ονομαζόταν Φορμόζα, δηλαδή “όμορφο νησί”.
Μια ονομασία που με βοήθησε να καταλάβω δύο πράγματα: Πρώτον ότι η Ταϊβάν είναι νησί και δεύτερον ότι είναι όμορφη. Γατόνι είμαι.
Δυο λόγια για την Ταϊβάν
Μετά από 11,5 περίπου ώρες στο αεροπλάνο απ’ την Κωνσταντινούπολη, προσγειωθήκαμε στο διεθνές αεροδρόμιο της Ταϊπέι, εκεί όπου μας περίμενε ο αδιαμφισβήτητος MVP του ταξιδιού μας, ο ντόπιος ξεναγός μας, Philip Lee.
Στο λεωφορείο προς την πόλη, μας είπε μερικά βασικά πράγματα για την Ταϊβάν, όπως ότι γειτνιάζει με την Κίνα, την Ιαπωνία και τις Φιλιππίνες, έχει πληθυσμό πέρι τα 25 εκατομμύρια, το νόμισμά της είναι το ταϊβανέζικο δολάριο κι η οικονομία της, η οποία βασίζεται στη βιομηχανία και την τεχνολογία, είναι μια εκ των ταχύτερα αναπτυσσόμενων στον κόσμο.
(Ανάπτυξη)
Οι γείτονες Κινέζοι κι Ιάπωνες, δεν άφησαν φυσικά σε ησυχία το νησί, πολεμώντας για την κυριαρχία του, όμως πλέον η χώρα είναι ανεξάρτητη και σε αντίθεση με την Κίνα, διαθέτει προεδρευόμενη δημοκρατία. Δεν υπάρχει κομμουνισμός δηλαδή, υπάρχουν McDonalds, Starbucks και Seven Eleven κάθε δύο στενά.
Πάμε όμως σε αυτά που ρώτησα πριν πάω: Οι κάτοικοι μιλάνε κινέζικα, είναι πέντε ώρες μπροστά απ’ την Ελλάδα (η ώρα, όχι οι κάτοικοι), οι πρίζες τους είναι αμερικάνικες, οπότε θες αντάπτορα κι ενώ τους καλοκαιρινούς μήνες βρέχει συνέχεια, έχει ζέστη και υγρασία.
(Ο Νεπαρτάκ εν δράσει, γιατί εδώ κάνουμε ατρόμητο ρεπορτάζ κύριοι).
Μόλις φτάσαμε μάλιστα, μάθαμε ότι στο νησί περιμένουν τον τυφώνα Νεπαρτάκ (γουρλήδες ήμασταν οι άτιμοι), κάτι που για εμάς ήταν λόγος αναστάτωσης, για τους ντόπιους όμως ήταν απλά μια ακόμη καλοκαιρινή ημέρα. Μερικά σακιά μπροστά στις τζαμαρίες, κλειστά μαγαζιά την ώρα που αναμενόταν να χτυπήσει ο τυφώνας κι η ζωή συνεχίστηκε, με αρκετό κόσμο να κυκλοφορεί στους δρόμους, ακόμα και πάνω σε μηχανάκια με τα απαραίτητα αδιάβροχα.
Η Ταϊπέι
Τις πρώτες μας δύο ημέρες στο νησί, τις περάσαμε στην πρωτεύουσα, Ταϊπέι, η οποία βρίσκεται στο βορειοδυτικό κομμάτι της Ταϊβάν και φιλοξενεί κοντά στα 3 εκατομμύρια κατοίκους. Ανυπομονούσα να δω όλη την πόλη, δεν λέω, όμως την ερώτηση “και με τον τυφώνα τι θα γίνει ρε παιδιά;” πρέπει να την έκανα γύρω στις 100 φορές.
Ο τυφώνας τελικά δεν ήταν παρά μια δυνατή βροχή (ούτε καν συνεχόμενη) και λίγο αεράκι, αφού η οροσειρά που χωρίζει την ανατολική με τη δυτική Ταϊβάν είχε κάνει τη δουλειά της, κόβοντας την ορμή του Νεπαρτάκ. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι όλες οι πόλεις είναι κτισμένες στις δυτικές ακτές του νησιού.
Αφού απομυθοποιήσαμε και τον τυφώνα, μπορούσαμε να γυρίσουμε την πρωτεύουσα άφοβα. Ουρανοξύστες, πάρα πολλές γέφυρες, εμπορικά κέντρα, αυτοκινητόδρομοι, έδιναν την εικόνα μιας μεγαλούπολης. Μέχρι και ποτάμι που διασχίζει την πόλη διαθέτει η Ταϊπέι, τον Keelung, αμέ. Γιατί να έχουν το Λονδίνο και το Παρίσι δηλαδή και να μην έχει η Ταϊπέι ποτάμι;
Σημαντική σημείωση: Στα μεγάλα εμπορικά κέντρα, οι ηλεκτρονικές συσκευές κοστίζουν το ίδιο με εδώ. Για να βρεις φτηνές ηλεκτρονικές συσκευές πρέπει να πας σε συγκεκριμένα μαγαζιά κι εκεί το πιθανότερο είναι πως αν βρεις κάτι φθηνότερο, δεν θα είναι μάρκα.
Για να μην ξεχνάμε όμως ότι βρισκόμαστε στην Ασία, οι παραδοσιακοί ναοί, η πλατεία της Ελευθερίας με το μαυσωλείο του Τσιαγκ Καϊ Σεκ και τα κτίρια της Εθνικής Όπερας και του Θεάτρου, το National Palace Museum κι αρκετά ακόμη ιστορικά κτίρια έδιναν στην πόλη το απαραίτητο ασιατικό χρώμα και μας έκαναν να καταλάβουμε ότι πρόκειται για μια χώρα με βαθιά παράδοση.
(Ένας απ’ τους πολλούς ναούς που συναντήσαμε)
(Η Πλατεία Ελευθερίας)
(Το National Palace Museum)
Μια παράδοση που προσπάθησαν να μεταδώσουν και σε μένα, επιχειρώντας να μου μάθουν καλλιγραφία. Ακόμα γελάνε οι ντόπιοι, ενώ οι φήμες ότι η δασκάλα παραιτήθηκε και πλέον γράφει ιατρικές συνταγές για φαρμακεία δεν επιβεβαιώνονται.
Λίγο καλύτερα τα πήγα στο καραόκε, το οποίο είναι πολύ διαδεδομένο στην διασκέδαση των ντόπιων, όπως μας απέδειξε κι ο τρισμέγιστος Philip Lee, ο οποίος τραγούδησε δυο φορές σερί το “Yesterday” των Beatles, με εντυπωσιακά αποτελέσματα.
(Ο φανταστικός ξεναγός μας επί τω έργω)
Η θέα απ’ το Taipei 101, το οποίο κάποτε ήταν το υψηλότερο κτίριο στον κόσμο, είναι άχαστη, αφού απ’ την κορυφή του μπορείς να δεις όλη την πόλη και να καταλάβεις πόσο πυκνοχτισμένη είναι.
(Όχι κι άσχημα ε;)
Εκτός απ’ το καραόκε πάντως, οι ντόπιοι διασκεδάζουν και στα τρομερά δημοφιλή night markets. Καντίνες με street food, κατά βάση κινέζικο και μαγαζιά με τουριστικά, ηλεκτρονικά (κυρίως καλώδια και φορτιστές) και είδη ρουχισμού μένουν ανοιχτά μέχρι αργά το βράδυ και προσελκύουν τουρίστες και φυσικά τους ντόπιους.
Επειδή πολλοί με ρώτησαν μόλις επέστρεψα: Έφαγα πολύ -και νόστιμο- κινέζικο, αλλά ΟΧΙ, δεν έφαγα ούτε κατσαρίδες, ούτε κανένα άλλο έντομο. Οι επιλογές πάντως για φαγητό στην Ταϊπέι είναι αρκετές και δεν περιορίζονται μόνο στην εγχώρια κουζίνα.
(Σε μία απ’ τις μεγαλύτερες φυτείες τσαγιού της Ταϊπέι. Γενικά, ήπιαμε πολύ τσάι)
Το δεύτερο βράδυ στην πόλη παρακολουθήσαμε και όπερα, η οποία συνδύαζε μουσική, χορό και κόλπα με μπάλες που θα ζήλευε κι ο Χατζηπαναγής ενώ κι η βόλτα μας στο ξενοδοχείο Grand Hotel, το οποίο δεν θυμίζει απλά, αλλά είναι παλάτι, ήταν σίγουρα μία απ’ τις κορυφαίες στιγμές του ταξιδιού.
(Αυτοί φωτογραφήθηκαν μαζί μου, εγώ δεν ξέρω τίποτα)
(Ο ταπεινός κήπος του Grand Hotel)
(Η λιτή σκάλα του Grand Hotel)
Κέντρο Παραδοσιακών Τεχνών και Γεωλογικό Πάρκο
Μετά από δύο διανυκτερεύσεις στην Ταϊπέι, με έναν αποτυχημένο τυφώνα, ένα ακόμα πιο αποτυχημένο μάθημα καλλιγραφίας, μια νύχτα στην όπερα, πολλές βόλτες και πολύ κινέζικο φαγητό, ξεκινήσαμε για το Κέντρο Παραδοσιακών Τεχνών, το οποίο βρίσκεται μια ώρα έξω απ’ την πρωτεύουσα.
Σε αυτό, εκτός από βουδιστικούς ναούς, μικρά παραδοσιακά μαγαζάκια με ντόπια προϊόντα, εστιατόρια, ποταμάκια, λίμνες και φυσικά Starbucks και Seven Eleven, μπορείς να παρακολουθήσεις και μαθήματα από τους ειδικούς στην κατασκευή χειροτεχνιών, στην καλλιγραφία (όχι δεν το τόλμησα δεύτερη φορά), στην παρασκευή τσαγιού και σε πολλές ακόμη παραδοσιακές τέχνες.
(Προφανώς και δεν το δοκίμασα αυτό, κρίμα να βάλω φωτιά στο κέντρο)
Όλο το κέντρο ήταν χτισμένο με την ασιατική τεχνοτροπία και σου έδινε μια έξοχη εικόνα για το πως ήταν τα παραδοσιακά χωριά της Ταϊβάν, ενώ στο κέντρο λειτουργούσαν και ξενοδοχεία-resorts, σε ένα εκ των οποίων περάσαμε το βράδυ μας.
Φεύγοντας το επόμενο πρωί με προορισμό τη λίμνη Sun Moon (ναι, ήλιος-φεγγάρι), επισκεφτήκαμε και το γεωλογικό πάρκο Yehliu, στο οποίο μπορείς να δεις από κοντά εντυπωσιακά πετρώματα με ιστορία χιλιάδων ετών.
Για μένα πάντως, η πιο εντυπωσιακή ήταν η κόκκινη γραμμή που ήταν ζωγραφισμένη πάνω στα βράχια, η οποία μας χώριζε με τον Ειρηνικό Ωκεανό και έκανε τους ντόπιους φύλακες να σφυρίζουν όποτε κάποιος την παραβίαζε.
(Πέτυχα άνθρωπο στην Ταϊβάν που φορούσε την ίδια μπλούζα, η αποθέωση των διαφορετικών πολιτισμών)
Τα λόγια του Philip Lee, πως μερικοί άνθρωποι που βούτηξαν χάθηκαν για πάντα, ήταν πιο τρομακτικά κι απ’ τον τυφώνα και με έπεισαν να μην τολμήσω να προσπεράσω τη γραμμή. Γενικά, παρά το γεγονός ότι η Ταϊβάν είναι νησί, δεν είδα άνθρωπο να κολυμπάει στις ακτές της. Κι η Αγγλία νησί είναι άλλωστε, αλλά δεν πας εκεί για τα μπάνια σου. Ελπίζω.
Sun Moon Lake
Το highlight όμως του ταξιδιού, ήταν η βόλτα μας στην Sun Moon Lake, μια απ’ τις μεγαλύτερες τουριστικές ατραξιόν του νησιού, τρεις ώρες με πούλμαν μακριά απ’ την Ταϊπέι (στη διαδρομή μας τραγουδούσε ο κύριος Lee, οπότε πέρασε γρήγορα).
Πρόκειται για μια πανέμορφη λίμνη, στην περιφέρεια Nantou, μέσα στα δέντρα και το πράσινο. Με υπέροχα μονοπάτια γύρω απ’ τη λίμνη για βόλτες με τα πόδια και το ποδήλατο, ένα πανέμορφο νησάκι στη μέση της λίμνης (το Lalu), το οποίο μπορείς να δεις από κοντά αν επιλέξεις τη βαρκάδα στη λίμνη (να την επιλέξεις) και εντελώς διαφορετικό κλίμα απ’ την Ταϊπέι, αφού η ζέστη κι η υγρασία απουσιάζουν.
(Κανένας Φρουμ)
(Lalu-να)
Ούτε εδώ είδαμε κάποιον να κάνει μπάνιο πάντως, αφού κι οι ντόπιοι προτίμησαν να την θαυμάζουν απ’ έξω κάνοντας ποδήλατο. Κάτι παραπάνω θα ήξεραν.
Στο βουνό που απλώνεται πάνω απ’ την Sun Moon Lake, βρίσκεται ένα πρότυπο χωριό των Αβοριγίνων Thao, το οποίο κι επισκεφτήκαμε με τελεφερίκ. Σε αυτό, πήραμε μια γεύση απ’ τη ζωή των ιθαγενών, οι οποίοι ήταν κι οι πρώτοι κάτοικοι του νησιού.
(Εξώφυλλο δίσκου)
Η συνολική εικόνα
(Μοντέρνα τέχνη)
Όπως θα κατάλαβες απ’ τις φωτογραφίες, η ομορφιά δεν λείπει απ’ την Ταϊβάν, η οποία συνδυάζει δυτικό τρόπο ζωής (οι ντόπιοι άλλωστε έχουν υιοθετήσει ένα ντύσιμο που συναντάς και στην Ευρώπη ή τις Η.Π.Α., μην περιμένεις δηλαδή κάποια παραδοσιακή φορεσιά) με την ασιατική κουλτούρα.
Με μια φράση, θα την χαρακτήριζα σαν “Κίνα με καπιταλισμό”, με πλούσια ιστορία και πολλές ομορφιές, εντός κι εκτός πρωτεύουσας. Τώρα που έφυγα κι εγώ, που δεν είμαι κι ο πιο γουρλής άνθρωπος του κόσμου, θεωρώ πως είναι μια απόλυτα ασφαλής χώρα, την οποία αξίζει να επισκεφτείς.
Αν τύχει να έχεις και για ξεναγό τον Philip Lee για μουσικά διαλείμματα, ακόμα καλύτερα.
Το ταξίδι διοργανώθηκε απ’ την Turkish Airlines σε συνεργασία με τον οργανισμό τουρισμού της Ταϊβάν. Ο σταθμός της Turkish Airlines στην Ταϊπέι άνοιξε στις 31 Μαρτίου 2015. Οι πτήσεις είναι καθημερινές την καλοκαιρινή σεζόν (από τέλη Μαρτίου μέχρι τέλη Οκτωβρίου) ενώ τη χειμερινή σεζόν (από αρχές Νοεμβρίου μέχρι τέλη Μαρτίου), οι πτήσεις την εβδομάδα είναι πέντε.