PETROS GIANNAKOURIS/AP PHOTO
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο ακούραστος μοναχός της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας

Έχοντας περάσει πάνω από μισό αιώνα στο εμβληματικό μοναστήρι επάνω στα απόκρημνα βράχια της Αμοργού, ο πατήρ Σπυρίδων Δεναξάς αποτελεί ένα ξεχωριστό παράδειγμα πνευματικής αφοσίωσης στον χώρο των μοναχών.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: PETROS GIANNAKOURIS/AP PHOTO

«Το μοναστήρι αυτό, αγαπητέ, έχει μια λαμπρότητα, μια ακτινοβολία, αλλά είναι δύσκολο λόγω του ύψους – αν δεν το κάνεις σπίτι σου, φεύγεις», είχε απαντήσει στο πλαίσιο φιλικής κουβέντας με τον δημοσιογράφο Ιωσήφ Παπαδόπουλο πριν μερικά χρόνια ο πατήρ Σπυρίδων Δεναξάς, η «ψυχή» της μονής Χοζοβιώτισσας που είναι κτισμένη σε έναν απόκρημνο βράχο στα νοτιανατολικά της Αμοργού.

Περισσότερα από πενήντα χρόνια, σχεδόν όλη του τη ζωή, έχει περάσει σε αυτόν το βυζαντινό μοναστήρι, από την εποχή που δεν υπήρχε τουρισμός στο νησί και τα πέτρινα σκαλιά του ανέβαιναν μονάχα οι ντόπιοι για να προσκυνήσουν.

Σήμερα, το κατάλευκο μοναστήρι μπροστά στη θάλασσα του Αιγαίου αποτελεί το σημαντικότερο τοπόσημο του νησιού. Λόγω της ιδιαίτερης μορφής του αποκαλείται και «μοναστήρι του ενός τοίχου»: το κτίσμα έχει μήκος 40 μέτρων και πλάτος 5 μέτρων, ορθώνοντας το κατακόρυφο ανάστημά του περίπου 300 μέτρα πάνω από το πέλαγος. Τόσα είναι και τα σκαλοπάτια τα οποία πρέπει να ανέβεις για να απολαύσεις τη γαλήνη του. Αναπτύσσεται ουσιαστικά σε οκτώ ορόφους.

Την ίδια κοπιαστική διαδρομή ακολουθά με καρτερικότητα και ο ηλικιωμένος σήμερα μοναχός, για να εφοδιαστεί με τις απαραίτητες προμήθειες. Όπως ο ίδιος επισημαίνει, παρότι έχει πρόβλημα στα γόνατα, δεν θα χρησιμοποιήσει παρά μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις το γαϊδουράκι, και ποτέ για τη δική του μεταφορά, αλλά για πράγματα που αδυνατεί να σηκώσει.

Εδώ και δεκαετίες, ακολουθά έναν συγκεκριμένο (αλλά όχι απομονωμένο) βίο, ξυπνώντας από τις τρεις το πρωί για τις πρώτες προσευχές και πέφτοντας για ύπνο στις εννιά. Σε αυτή τη μονή, μαζί με τον κυκλαδίτικο αέρα και το μπλε της θάλασσας, έκανε πρώτα δόκιμος, μετά δέκα χρόνια μοναχός και έπειτα παπάς, ηγούμενος της μονής από το 2003.


«Δεντρί που φυτεύεται και ξαναφυτεύεται δεν ριζοβολεί», λέει ο ίδιος με αυτή τη σπάνια σοφία που σε προικίζει η πνευματική αφοσίωση, «ενώ αν κάπου φυτευτείς και ριζοβολήσεις, θα αυξηθείς και θα καρποφορήσεις».

Στον ιδιαίτερο τόπο του, μια περίοδο εκτός τουριστικής σεζόν που μόνη συντροφιά στους μοναχούς κάνουν οι γλάροι και τα σύννεφα, τον επισκέφθηκε ο Πάνος Γιαννακούρης, βραβευμένος φωτορεπόρτερ και συνεργάτης του πρακτορείου Associated Press. Παρέμεινε εκεί περίπου για μία εβδομάδα, μερικές μέρες μετά το μπαράζ σεισμικών δονήσεων που είχε σημάνει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στο νησί.

Λόγω ενός επείγοντος περιστατικού υγείας εκείνο το διάστημα, ο παπα-Σπύρος, όπως τον αποκαλούν στο νησί, είχε χρειαστεί να αποχωριστεί το «σπίτι» του, αλλά το μυαλό του παρέμενε εκεί.

«Ήθελα να είμαι εδώ με την κοινότητά μου, να νιώσω τα συναισθήματά τους, νιώθω ότι φέρω την ευθύνη για εκείνους – ο Θεός με έβαλε εδώ για να τους προσέχω». Έπειτα από τόσα χρόνια, οι δεσμοί που έχει αναπτύξει με τους συντοπίτες του είναι αδιάρρηκτοι. «Είναι μέρος του χωριού», δήλωσε κάτοικος στον φωτορεπόρτερ, λίγο πριν αναχωρήσει για την επιστροφή.


Το διάστημα που παρέμεινε εκεί κατέγραψε τη ζωή του μοναχού με απόλυτο σεβασμό και διακριτικότητα.

Από την παραμονή του προέκυψαν και μερικές εντυπωσιακές λήψεις, σε διάλογο με το μπλε του Αιγαίου και το εκτυφλωτικό φως του ήλιου – «μια μεγάλη πρόκληση», όπως παραδέχεται ο φωτορεπόρτερ. Για τα καλύτερα καρέ από τις εξωτερικές λήψεις, χρειάστηκε να περιμένει την ώρα που τα σύννεφα θα έκρυβαν τον ήλιο, ισορροπώντας την ένταση της εικόνας και δίνοντας βάθος και διαύγεια στο τελικό αποτέλεσμα.

Τα απόκρημνα βράχια που βγάζουν την ένταση της φύσης στα καρέ του φωτορεπόρτερ, ήταν και ο λόγος θεμελίωσης του μοναστηριού σε αυτή τη θέση.

Το νήμα της ιστορίας ξεκινάει την περίοδο της Εικονομαχίας, μέσα προς τέλη του 8ου αι. μ.Χ., όταν ο μεγαλοπρεπής ναός στο Χόζοβα της Παλαιστίνης λεηλατείται από τους Άραβες και οι μοναχοί σκορπίζονται ένθεν κακείθεν, παίρνοντας μαζί τους όσα μπορούσαν να περισώσουν.


Ορισμένοι απ’ αυτούς έπλευσαν προς το άγνωστο και όταν τα κύματα τους οδήγησαν στις ακτές της Αγίας Άννας, μόλις αντίκρισαν τον επιβλητικό απόκρημνο βράχο, διαπίστωσαν την απίστευτη ομοιότητα που είχε με τα βράχια του ναού της Παλαιστίνης – μόνη διαφορά ότι εκεί τα πλαισίωνε η έρημος, εδώ η θάλασσα.

Έτσι, αποφάσισαν να αποβιβαστούν. Αρχικά, εναπόθεσαν το «ιερό και άγιον κειμήλιο» που είχαν διαφυλάξει από τον αρχικό ναό (την εικόνα της Παναγιάς Χοζοβιώτισσας) σε ένα γραφικό εκκλησάκι κάτω από το κάστρο του νησιού και μερικά χρόνια αργότερα, θεμελίωσαν ετούτο το μοναστήρι.

Θεωρείται ότι κατασκευάστηκε στις αρχές του 9ου αι., ενώ πήρε τη σημερινή μορφή το1088 μ.Χ.