O θάνατος της Ruth Ginsburg φέρνει μια ακόμα κρίση στην Αμερικανική Δημοκρατία
- 21 ΣΕΠ 2020
To Supreme Court είναι το ανώτερο δικαστήριο στις ΗΠΑ, αποτελούμενο από ένα σώμα 9 δικαστών. Η Ginsburg έγινε μέλος του Supreme Court το 1993 από τον τότε Πρόεδρο Bill Clinton. H επιλογή της τότε θεωρούταν μια μετριοπαθής επιλογή που υπηρετούσε την προσπάθεια του Clinton να υπάρχει diversity στη σύνθεση του δικαστηρίου. Η ίδια εκτός από γυναίκα ήταν και Εβραία. Εντάχθηκε στο σώμα μετά από μια ψηφοφορία στη Γερουσία που κατέληξε συντριπτικά υπέρ της (96 υπέρ, 3 κατά).
Στην πορεία η Ginsburg έγινε γνωστή κυρίως για τον αγώνα της υπέρ της ισότητας των φύλων, των λόγων της υπέρ του σκοπού αυτού αλλά και του αγώνα της για την προάσπιση του δικαιώματος στην άμβλωση. “Το κράτος δεν έχει καμία απολύτως δικαιοδοσία να παίρνει την απόφαση για το τι θα κάνει μια γυναίκα για το σώμα της”, τόνιζε σε μια συνέντευξή της. Εκτός αυτών, βέβαια, έγινε η ηγέτης της “φιλελεύθερης” ομάδας του Supreme Court, πετυχαίνοντας συχνά να επηρεάζει το Σώμα προς πιο προοδευτικές αποφάσεις.
Τι αφήνει ο θάνατός της;
O ξαφνικός θάνατος της Ginsburg ανοίγει ξαφνικά ένα νέο μέτωπο. Έναν μόλις μήνα πριν τις Αμερικανικές Εκλογές. H Ginsburg ήταν ένα σύμβολο του φιλελευθερισμού εντός του Supreme Court το οποίο όμως είχε σε αυτή τη την τελευταία περίοδο της θητείας της μια συντηρητική πλειοψηφία (5-4). Η ισορροπία όμως διατηρούνταν με τον επικεφαλής του Σώματος John Roberts Jr. να παίρνει το μέρος της μειοψηφίας σε κάποια ζητήματα που αφορούν τη μετανάστευση, τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας αλλά και της πρόνοιας για την ιατροφαρμακευτική ασφάλιση. Αυτή η ισορροπία φαίνεται ότι θα αλλάξει με πιθανό αντικαταστάτη/-τρια, σε περίπτωση που αυτός/-ή αναλάβει υπό την προεδρία Trump.
Ο αγώνας, λοιπόν, θα γίνει μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων ως προς το πότε θα γεμίσει η κενή θέση που άφησε ο θάνατος της Ginsburg. O Donald Trump και το κόμμα του θα προσπαθήσουν να προχωρήσουν τις διαδικασίες πριν τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου. Οι εκλογές αυτές ούτως ή άλλως είναι εκλογές στις οποίες ο Joe Biden, ο υποψήφιος με το χρίσμα των Δημοκρατικών, συνεχίζει να φαντάζει το φαβορί σε σχέση με τον αντίπαλό του Donald Trump.
Σε περίπτωση που τα καταφέρουν και προλάβουν, οι Ρεπουμπλικάνοι θα κερδίσουν ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα. Πλεονέκτημα που θα προκύψει από μια πολύ σημαντική πλειοψηφία στο Σώμα. Οι ισορροπίες θα αλλάξουν σε 6-3, ώστε να είναι αδύνατη η swing vote του επικεφαλής του Δικαστηρίου.
O άνθρωπος-κλειδί
Ο Mitch McConnell είναι επικεφαλής της πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία και γνωστός υπερ-συντηρητικός πολιτικός. Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση του θανάτου της Ginsburg, ο McConnell τόνισε ότι η Γερουσία πρέπει να ψηφίσει για το νέο μέλος του Σώματος υπό την προεδρία του Donald Trump. Εννοώντας ουσιαστικά ότι αυτό πρέπει να γίνει πριν τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου που πιθανότερο -αλλά καθόλου βέβαιο σενάριο- είναι να χάσει ο Trump.
Το παράδοξο; Ο ίδιος ο McConnell ήταν ο άνθρωπος που το 2016 κατάφερε να μπλοκάρει το 2016 την υποψηφιότητα μιας επιλογής του Barack Obama για το Supreme Court, επειδή θα γινόταν κατά τη διάρκεια μιας εκλογικής χρονιάς. Το αντεπιχείρημά του προς όσους τον κατηγορούν είναι ότι τώρα οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν ταυτόχρονα και τη Προεδρία αλλά και την πλειοψηφία στη Γερουσία.
Σε κάθε περίπτωση όμως οι Δημοκρατικοί μη έχοντας την πλειοψηφία δεν μπορούν να κάνουν τίποτα. Το μόνο ζήτημα είναι αν τελικά ο McConnell, που ηγείται μια όχι τόσο ισχυρής πλειοψηφίας στη Γερουσίας (53-47), θα καταφέρει να πείσει όλους τους Γερουσιαστές του κόμματός του να ψηφίσουν υπέρ της επιλογής του Trump. Ούτως ή άλλως υπάρχουν κάποιοι Γερουσιαστές που μοιάζουν έτοιμοι να κόψουν οποιαδήποτε σχέση με τον Trump. Με πρώτον από όλους, τον Mitt Romney.
Τελικά
Σε κάθε περίπτωση, ο θάνατος της Ginsburg είναι ένα πλήγμα για την ίδια την Αμερικανική Δημοκρατία. Πρώτα από όλα, γιατί δεν είναι εύκολο να βρεις ανθρώπους με την πυγμή και τη ρητορική της σε τέτοιους θεσμούς. Δεύτερον, γιατί το κενό που αφήνει αφορά και μια πολύ σημαντική θέση. Σε μια πολύ κρίσιμη στιγμή. Τα δύο κόμματα είναι έτοιμα να ξεκινήσουν έναν αγώνα μέχρι τελικής πτώσεως για το ποιο από τα δύο θα είναι αυτό που θα επιλέξει τελικά τον/την αντικαταστάτη/-τριά της.