Ο Βασίλης Ραφαηλίδης διέλυε τον φασισμό με αβάσταχτη ευγένεια
- 8 ΣΕΠ 2020
Ο Βασίλης Ραφαηλίδης ήταν ένας από τους τελευταίους διανοητές της σύγχρονης ελληνικής γραμματείας. Συγκεκριμένα, ο Βασίλης Ραφαηλίδης ήταν ο τελευταίος που μπορούσε να συγκρουστεί με εκπροσώπους διαφορετικών πολιτικών, κοινωνικών, φυλετικών, σεξουαλικών ιδεολογιών και απόψεων, εφαρμόζοντας μια αποδόμηση μέσω επιχειρημάτων και σωστής χρήσης της ελληνικής δημοτικής γλώσσας. Ας θυμηθούμε τα greatest hits του.
Πουριτανισμός και δημόσια διαπόμπευση
Το πρώτο του χτύπημα μπροστά από τηλεοπτικές κάμερες, έγινε το 1992, κόντρα στον – τότε σύμβουλο κινηματογράφου του Υπουργείου Πολιτισμού- Απόστολο Δοξιάδη και τον Διονύση Σαββόπουλο με αφορμή την υπόθεση περί βιασμού ανηλίκου για τα γυρίσματα της ταινίας ‘Τα Χρόνια της Μεγάλης Ζέστης’, της Φρίντα Λιάππα. Η συγκεκριμένη κατηγορία, προερχόμενη από τον Δοξιάδη, είχε δημιουργήσει συνθήκες δημόσιας διαπόμπευσης προς τη Λιάππα, η οποία απεβίωσε δυο χρόνια αργότερα. Σε εκπομπή της κρατικής τηλεόρασης, ο Ραφαηλίδης επιτέθηκε στους Σαββόπουλο – Δοξιάδη, αποδομώντας πλήρως τα επιχειρήματα τους, μέσα από μια πολιτισμένη “ποδοσφαιροποιημένη συζήτηση με μπάλα ένα παιδάκι” όπως την περιέγραψε ο ίδιος, με μπόλικα ψήγματα κυνισμού.
Ραφαηλίδης Vs Φασισμός
Εδώ ο Βασίλης Ραφαηλίδης πέτυχε το πιο ηχηρό νοκ άουτ των δημόσιων τοποθετήσεων του. Με εντυπωσιακή οξυδέρκεια, συνέλαβε το προσωπείο του φασισμού όχι σε παρακμιακά στοιχεία και ύποπτες φάτσες, αλλά σε μικρομεσαίους ‘νοικοκυραίους’, στον ταπεινό ιδιοκτήτη μίνι μάρκετ (π.χ.) που θέλει να ανοίξει σούπερ μάρκετ και θα το κάνει πάση θυσία, πατώντας ακόμα και επί πτωμάτων. Ο λαϊκισμός στις τάξεις κάθε κόμματος, από τη Νέα Δημοκρατία ως το ΚΚΕ, περιγράφηκε από τον Ραφαηλίδη ως ο δούρειος ίππος του φασισμού, ο ‘διπλός πέλεκυς’ που από την μια πλευρά τρέμει και νιώθει απειλή από το φάσμα του προλεταριάτου και από την άλλη, φθονεί τους αστούς και ροκανίζει τις καρέκλες τους. Ο Κωνσταντίνος Πλεύρης έγινε ο μεγάλος του αντίπαλος, η ακροδεξιά (με φιλοναζιστικά στοιχεία) αντιπαράθεση μέσω μιας ρητορείας που χρησιμοποίησε επανειλημμένα τις λέξεις ‘πατρίδα’ και ‘έθνος’ για να απενοχοποιήσει τον εθνικισμό, μάταια.
Βασίλη Λείπεις
Στο παραπάνω απόσπασμα, ο δημοσιογράφος Νάσος Αθανασίου ρωτάει τον Βασίλη Ραφαηλίδη αν νιώθει περήφανος για την βράβευση του Θεόδωρου Αγγελόπουλου στο Φεστιβάλ Καννών (Μάιος 1998). Ο Ραφαηλίδης απαντά “περηφάνια νιώθει ο Μιλτιάδης Έβερτ (τότε ηγέτης της Νέας Δημοκρατίας) που έχει χαρακτηρίσει στο παρελθόν ‘αντεθνική’ την ταινία του ‘Οι Κυνηγοί’, περηφάνια νιώθει ο Πρόεδρος Της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος που είναι ανίδεος από Αγγελόπουλο, εικάζω πως δεν έχει δει ποτέ σινεμά, περηφάνια νιώθουν για τον Αγγελόπουλο και εκείνοι που έχουν δει τον Πύρρο Δήμα. Ο Αγγελοπουλος και ο Πύρρος Δήμας δεν είναι το ίδιο πράγμα όμως”.
Στη συνέχεια η Μαλβίνα Κάραλη εκθέτει τον αντίλογο, πως μπορείς να νιώθεις χαρά και για τους δυο, χωρίς αυτό να αναιρεί κάτι από την αξία του καθενός, πυροδοτώντας μια κουβέντα μεταξύ δυο uber-σπινθηροβόλων πνευμάτων της εποχής. Στην εποχή της κυριαρχίας του Big Brother και της trash tv, στην εποχή που το φάντασμα του φασισμού φοράει κουστούμια και μεταναστεύει από κόμμα σε κόμμα, άνθρωποι σαν τον Ραφαηλίδη έχουν εκλείψει επικίνδυνα.