Οι Γερμανοί serial killers που ήρθαν στην Αθήνα για να σκοτώσουν και εκτελέστηκαν
Αυτή είναι η ιστορία των δύο δολοφόνων που έφτασαν στη χώρα για να ληστέψουν και να σκοτώσουν οποίον προσπαθήσει να τους αντισταθεί. Ήταν οι τελευταίοι αλλοδαποί που τους επιβλήθηκε θανατική ποινή στην Ελλάδα.
- 9 ΜΑΡ 2024
Το ημερολόγιο γράφει 17 Φεβρουαρίου 1969. Δύο Γερμανοί πολίτες, ο Herman Duft και ο Hans Wilhelm Bassenauer φτάνουν στην Ελλάδα για διακοπές. Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ένας Έλληνας ο οποίος γνωρίζει προσωπικά τον Bassenauer, τον είχε προσκαλέσει να έρθει μαζί με τον φίλο του στη χώρα προκειμένου να του κάνει προξενιό με μια Ελληνίδα. Μόνο που ο επίδοξος γαμπρός του έχει αποκρύψει μια πολύ σημαντική πληροφορία: ότι είναι παντρεμένος στη Γερμανία και μάλιστα γονιός τριών παιδιών.
Οι δυο επίδοξοι serial killers φτάνουν στην Αθήνα, συναντούν την κοπέλα, το προξενιό, όμως, χαλάει και οι δυο τους νοικιάζουν ένα υπερπολυτελές δωμάτιο σε ξενοδοχείο στο κέντρο της Αθήνας. Εννιά μέρες αργότερα αποχωρούν από τη χώρα που βρίσκεται υπό δικτατορικό καθεστώς, ωστόσο, επιστρέφουν και πάλι τη 1η Μαρτίου του 1969, με σκοπό αυτή τη φορά να μείνουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Στην Ελλάδα εισέρχονται με μια μαύρη Mercedes την οποία έχουν γεμίσει με καραμπίνες, μαχαίρια και πολλά ακόμη όπλα. Ο στόχος τους κάθε άλλο παρά αθώος δεν είναι: θέλουν να ληστέψουν και να σκοτώσουν όσους προσπαθήσουν να τους αντισταθούν. Οι τελωνειακοί έλεγχοι, εκείνη την εποχή, δεν είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί και το αυτοκίνητο μπαίνει στη χώρα ανενόχλητο.
Τα εγκλήματα των δύο Γερμανών serial killers
Ο Herman Duft και ο Hans Wilhelm Bassenauer νοικιάζουν ένα ημιυπόγειο στο Κολωνάκι και εκεί σχεδιάζουν τα επόμενά τους εγκληματικά βήματα. Τα σχέδιά τους τίθενται σε εφαρμογή πέντε μέρες αργότερα. Το βράδυ της 5ης Μαρτίου κλέβουν ένα αυτοκίνητο από το πάρκινγκ του αεροδρομίου και μπαίνουν στην εθνική οδό Αθηνών – Λαμίας. Σταματούν στο πρώτο βενζινάδικο και ζητούν από τον 35χρονο υπάλληλο να γεμίσουν το ρεζερβουάρ του αυτοκινήτου.
Ενώ ο υπάλληλος έχει τοποθετήσει τη μάνικα της βενζίνης στο ντεπόζιτο, ο Duft ακουμπάει στον σβέρκο του την καραμπίνα και του ζητάει να μπουν στο εσωτερικό του πρατηρίου. Μαζί τους παίρνουν και έναν άτυχο φαντάρο που κάνει οτοστόπ για να πάει στη στρατιωτική μονάδα του. Τους ζητούν να κάτσουν στα γόνατα και πριν προλάβουν να πουν οτιδήποτε τους πυροβολούν στο κεφάλι. Και οι δύο πέφτουν νεκροί αμέσως.
Οι δύο Γερμανοί δολοφόνοι ανοίγουν το ταμείο και παίρνουν από αυτό ένα ποσό της τάξης των 12 χιλιάδων δραχμών. Στο πίσω μέρος του βενζινάδικου, όμως, κοιμάται ένας ακόμη υπάλληλος ο οποίος ξυπνά ταραγμένος από τους πυροβολισμούς και βγαίνει έξω για να δει τι έχει συμβεί. Όταν αντιλαμβάνονται την παρουσία του αρχίζουν να τον πυροβολούν και να τον μαχαιρώνουν. Ο υπάλληλος πέφτει κάτω αναίσθητος και οι δυο εγκληματίες φεύγουν νομίζοντας πως είναι νεκρός.
Εκείνος, όμως, δεν πεθαίνει και καταφέρνει με τις λιγοστές του δυνάμεις να βγει στον δρόμο για να ζητήσει βοήθεια. Ένας έκπληκτος φορτηγατζής σταματά και τον μεταφέρει στο νοσοκομείο. Οι γιατροί τελικά καταφέρουν να τον κρατήσουν στη ζωή και ο υπάλληλος του πρατηρίου αποκαλύπτει στις αρχές το φονικό που συνέβη πριν από μερικές ώρες στον χώρο εργασίας του.
Οι δυο Γερμανοί serial killers, όμως, δεν πτοούνται από τις έρευνες της ασφάλειας και συνεχίζουν να εγκληματούν στην Αθήνα. Στις 13 Μαρτίου σκοτώνουν έναν χρηματιστή στη Βούλα, στις 7 Απριλίου έναν οδηγό ταξί στο Καβούρι, στις 9 Απριλίου ένα νυχτοφύλακα σε πρατήριο υγρών καυσίμων στη Μαλακάσα και στις 12 Απριλίου έναν υφαντουργό στην Κινέτα.
Οι δυο τους δείχνουν αδίσταχτοι, ενώ, ο τύπος της εποχής προσπαθεί να αποσιωπήσει τα εγκλήματα προκειμένου να μη φανεί η ανικανότητα των αρχών να συλλάβουν τους αδίστακτους ληστές και δολοφόνους που έχουν σκορπίσει τον τρόμο στην Αττική.
Η γειτόνισσα που τους κατέδωσε και η θανατική ποινή
Η παρατηρητικότητα, όμως, μιας γειτόνισσας τους βάζει τέλος στην ανεξέλεγκτη δράση τους. Κατά την τελευταία δολοφονία, ο Herman Duft και ο Hans Wilhelm Bassenauer κλέβουν μια μαύρη BMW και στην προσπάθειά τους να απομακρυνθούν από την περιοχή, σπάνε ένα από τα μπροστινά της φανάρια.
Το περίεργο αυτό όχημα με τις γερμανικές πινακίδες πέφτει στην αντίληψη της γειτόνισσάς του η οποία καλεί αμέσως τις αρχές. Οι αστυνομικοί, που γνωρίζουν για την ύπαρξη του κλεμμένου αυτοκίνητου, φτάνουν αμέσως στο σημείο και κάνουν μπλόκο γύρω από το σημείο για να τους συλλάβουν. Ξέρουν πως ίσως βρίσκονται κοντά στη σύλληψη μερικών από τους πιο στυγερούς εγκληματίες που έχουν περάσει ποτέ από τη χώρα.
Όταν οι δυο τους επιχειρούν να μπουν στο αυτοκίνητο, εκείνοι πέφτουν πάνω τους, τους συλλαμβάνουν και τους οδηγούν στο τμήμα. Στην αρχή αρνούνται τα πάντα, αλλά ύστερα από εξαντλητική ανάκριση, ομολογούν όλα τα εγκλήματά τους. Η δίκη πραγματοποιείται στις 21 Ιουλίου του ίδιου έτους. Εκεί αποδεικνύεται πως οι δύο Γερμανοί serial killers ήταν σεσημασμένοι εγκληματίες, ενώ είχαν πραγματοποιήσει δολοφονίες τόσο στη Μασσαλία όσο και στη Νάπολη. Παρά τη δήθεν μεταμέλειά τους, και στους δύο επιβάλλεται θανατική ποινή. Στο εκτελεστικό απόσπασμα οδηγούνται μερικούς μήνες αργότερα, στις 15 Δεκεμβρίου 1969. O Herman Duft πεθαίνει στο πεδίο βολής του Αγίου Ιωάννη στην Κέρκυρα υπό καταρρακτώδη βροχή και ο Hans Wilhelm Bassenauer στην Αίγινα.
Η γυναίκα του πρώτου, η οποία είχε πλήρη άγνοια για την εγκληματική του δράση, μόλις μαθαίνει για τον θάνατο του συζύγου της επιχειρεί να αυτοκτονήσει ανεπιτυχώς. Το μόνο θύμα που σώθηκε από τα χέρια των δύο Γερμανών δολοφόνων, ο 35χρονος υπάλληλος του πρατηρίου, πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του με μια σφαίρα στο σώμα του.
Το κείμενο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στις 12 Μαρτίου 2022 από τον Άκη Κατσούδα.