Ποια ήταν η πραγματική ζωή του Αγίου Παΐσιου
- 17 ΦΕΒ 2022
Ποια είναι, όμως, η ιστορία του μοναχού που μνημονεύεται μέχρι σήμερα και τι ήταν αυτό που οδήγησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως να ανακηρύξει τον Άγιο Παΐσιο, ύστερα από απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, προστάτη άγιο του στρατιωτικού όπλου των Διαβιβάσεων;
Τα παιδικά χρόνια στα Φάρασα, ο διωγμός και η εγκατάσταση στην Κόνιτσα
Ο Άγιος Παΐσιος γεννήθηκε στις 25 Ιουλίου 1924 στα Φάρασα της Καπαδοκίας, ένα αμιγώς ελληνόφωνο χωριό, καθώς σύμφωνα με την τελευταία απογραφή που πραγματοποιήθηκε, σε αυτό έμεναν 583 Έλληνες και μόλις 15 Τούρκοι. Ο ίδιος είχε άλλα οχτώ αδέρφια ενώ ο πατέρας του, Πρόδρομος, ήταν για μια περίοδο πρόεδρος της κοινότητας. Ο ίδιος, όμως, δεν πρόλαβε να ζήσει πολύ στο χωριό καθώς πέντε μήνες μετά τη γέννησή του, ο τόπος ερημώθηκε στα πλαίσια της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας.
Μπήκε μαζί με την πολυμελή οικογένειά του στα καράβια και έφτασαν με πολλές δυσκολίες στο μικρό λιμάνι του Αγίου Γεωργίου Κερατσινίου στον Πειραιά. Λίγο πριν φύγει, όμως, ο παπάς στα Φάρασα πρόλαβε να τον βαφτίσει χριστιανό, δίνοντάς του το όνομα Αρσένιος. Η οικογένεια του Αγίου Παΐσιου, όμως, δεν έμεινε εκεί αλλά μετέβη στο νησί της Κέρκυρας όπου έζησε τον επόμενο ενάμιση χρόνο. Στη συνέχεια ακολούθησε η Ηγουμενίτσα και τελικά κατέληξε στην Κόνιτσα, όπου ο μικρός Αρσένιος πήγε δημοτικό σχολείο και το τελείωσε με βαθμό 8.
Μετά το τέλος του σχολείου δούλεψε ως ξυλουργός και σε ηλικία 18 ετών κατετάγη στον στρατό όπου υπηρέτησε από το πόστο του ασυρματιστή. Αυτός ήταν αργότερα και ο λόγος που η Εκκλησία της Ελλάδος αποφάσισε να τον ανακηρύξει προστάτη του τμήματος των Διαβιβάσεων. Όλο αυτό το διάστημα, ο Αρσένιος άρχισε να δείχνει μία κλίση στα θρησκευτικά κείμενα και δεν σταματούσε να διαβάζει για την ιστορία και τα λόγια του αγίου από τον οποίο πήρε το όνομά του.
Ο Άγιος Παΐσιος ως μοναχός στο Άγιο Όρος και στο Όρος Σινά
Ένα χρόνο μετά την απόλυσή του από τον στρατό, αποφάσισε να μεταβεί και να ζήσει στο Άγιο Όρος. Μετά από μια σύντομη επιστροφή στην κοσμική ζωή για να αποκαταστήσει τις αδερφές του, ένα έθιμο που ήταν κάτι σαν κανόνας στην Ελλάδα του 1950, επέστρεψε και κατέλυσε στη σκήτη του Αγίου Παντελεήμονος, που αποτελούνταν από 23 διασκορπισμένες καλύβες μέσα στο βουνό με την κάθε μία από αυτές να απέχει από την άλλη περίπου μισή ώρα.
Μέσα στα επόμενα χρόνια, πέρασε από διάφορες μονές του Αγίου Όρους, μεταξύ των οποίων και τη Μονή Φιλοθέου, όπου πήρε και το όνομα Παΐσιος, μέχρι το 1958 όταν και επέστρεψε στην Κόνιτσα και συγκεκριμένα στο Στόμιο. Εκεί παρέμεινε για τέσσερα χρόνια και το 1962 μετέβη στο Όρος Σινά, όπου έμεινε για δύο χρόνια και εργάστηκε ως ξυλουργός, ενώ όλα τα έσοδα από τις εργασίες του τα έδινε για φιλανθρωπικές δράσεις στην περιοχή.
Η ζωή του εκεί ήταν πολύ φτωχική καθώς ζούσε τρώγοντας μόνο παξιμάδια και ρύζι και πίνοντας τσάι. Σύμφωνα με τις διηγήσεις των ανθρώπων που ήταν κοντά, ο ίδιος φύτεψε και μια ντοματιά αλλά, βλέποντας τους Βεδουίνους να πεινάνε, αποφάσισε να την ξεριζώσει για να μην προκαλεί.
Το 1964 επέστρεψε στο Άγιο Όρος και από τότε δεν ξαναέφυγε ποτέ. Μέσα στα χρόνια η φήμη του άρχισε να εξαπλώνεται σε όλη τη χώρα, με αποτέλεσμα αρκετοί πιστοί να φτάνουν ως εκεί για να τον συναντήσουν και να ακούσουν τη συμβουλή του σε διάφορα θέματα που τους απασχολούσαν. Ο ίδιος, μάλιστα, είχε φτιάξει με τον ομόλογό του μια δικιά τους καλύβα και εκεί δέχονταν εκατοντάδες γράμματα.
Μέσα σ’ όλα αυτά τα χρόνια της ζωής του κυκλοφόρησαν αρκετά αποφθέγματα που αποδίδονται σε εκείνον, όπως το ότι «το ξανθό γένος (Ρώσοι) θα κατέβει και θα εκπληρωθούν οι προφητείες», ωστόσο, δεν έχει αποδειχτεί εάν πράγματι τα λόγια αυτά έχουν ειπωθεί από τον ίδιο ή αν είναι αστικός μύθος.
Τα προβλήματα υγείας και ο θάνατος σε ηλικία 69 ετών
Ήδη από τα 40 χρόνια της ζωής του ο Άγιος Παΐσιος άρχισε να εμφανίζει τα πρώτα σοβαρά προβλήματα υγείας. Συγκεκριμένα, το 1966 νόσησε βαριά λόγω βρογχεκτασιών και διακομίστηκε στο νοσοκομείο Παπανικολάου στη Θεσσαλονίκη. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του εγχειρίστηκε και του αφαιρέθηκε ένα μικρό μέρος των πνευμόνων του. Η κατάστασή του χειροτέρεψε 1993 όταν ύστερα από μερικές εξετάσεις αποδείχθηκε πως είχε όγκο στο παχύ έντερο. Ο ίδιος, όμως, έμεινε ατάραχος επισημαίνοντας πως «το χώμα θα κάνει τη δουλειά του».
Υποβλήθηκε σε εγχείρηση για την αφαίρεση του όγκου, ωστόσο παρουσιάστηκε μετάσταση στους πνεύμονες και το ήπαρ. Παρά την επιθυμία του να επιστρέψει στο Άγιο Όρος, ο υψηλός πυρετός και η δύσπνοια δεν του το επέτρεψαν. Οι επισημάνσεις, άλλωστε, των γιατρών ήταν σαφείς: δεν του έμεναν περισσότερες από δύο με τρεις βδομάδες ζωής.
Τις τελευταίες μέρες της ζωής του σταμάτησε να παίρνει τη φαρμακευτική αγωγή που του χορηγούταν. Ο θάνατός του επήλθε στις 11 το πρωί της Τρίτης 12 Ιουλίου 1994, ενώ η σορός του ενταφιάστηκε στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στη Σουρωτή – Βασιλικά Θεσσαλονίκης.