Vadim Ghirda / AP
ΟΥΚΡΑΝΙΑ

Πώς ορίζεται ένα έγκλημα πολέμου με βάση τις διεθνείς συνθήκες

Θανάτωση αμάχων, βιασμοί, λεηλατήσεις, βασανιστήρια και εκτελέσεις χωρίς να έχει προηγηθεί δίκη, είναι μερικά από τα εγκλήματα πολέμου που έχουν θεσπιστεί μέσω της Συνθήκης της Γενεύης που υπογράφηκε το 1949.

Τα καμένα τανκς, τα βομβαρδισμένα σπίτια και τα δεκάδες πτώματα που κείτονται στους δρόμους ήταν η εικόνα την οποία αντίκρισε ο ουκρανικός στρατός όταν ανακατάλαβε την Μπούσα. Οι εικόνες των νεκρών αμάχων στην κατεστραμμένη ουκρανική πόλη, 50 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Κιέβου, αναζωπύρωσαν ξανά τη συζήτηση γύρω από τα εγκλήματα πολέμου.

Ένας από τους ανθρώπους που βρέθηκαν άμεσα στο σημείο ήταν ο πρόεδρος της χώρας, Volodymyr Zelensky, ο οποίος σημείωσε πως η σφαγή των κατοίκων της Μπούσα συνιστούν «έγκλημα πολέμου».

Την άποψή του συμμερίστηκαν και αρκετοί Ευρωπαίοι πρόεδροι που ζήτησαν να κληθεί έκτακτη σύνοδος του ΟΗΕ, προκειμένου να επιβληθούν ποινές στη Ρωσία.

Πώς ορίζονται, όμως, σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις και δίκαιο, τα εγκλήματα πολέμου και ποιες ποινές μπορούν να επιβληθούν στη Ρωσία σε περίπτωση που αποδειχτεί ότι έχουν διαπραχθεί;

Πώς ορίζονται τα εγκλήματα πολέμου

Το έγκλημα πολέμου είναι μία φράση που άρχισε να χρησιμοποιείται έντονα μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου. Συγκεκριμένα, ύστερα από τη λήξη του πολέμου που κόστισε τη ζωή σε 80 εκατομμύρια ανθρώπους, στήθηκαν δίκες σε εθνικά και διεθνή δικαστήρια κατά των Ναζί κατηγορουμένων. Η πιο γνωστή από αυτές είναι η Δίκη της Νυρεμβέργης. Η διαδικασία διήρκεσε ένα χρόνο (από τις 18 Οκτωβρίου 1945 ως την 1η Οκτωβρίου 1946) με δικαστές από όλες της συμμαχικές δυνάμεις (ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία και Σοβιετική Ένωση).

Στο εδώλιο του κατηγορουμένου έκατσαν 22 άτομα κατά των οποίων απαγγέλθηκαν οι κατηγορίες εγκλημάτων κατά της ειρήνης, εγκλημάτων πολέμου, εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας και συνωμοσίας για την τέλεση τέτοιων εγκλημάτων. 12 εξ αυτών καταδικάστηκαν σε θάνατο, τρεις σε ισόβια κάθειρξη, ενώ τέσσερις τιμωρήθηκαν με ποινές φυλάκισης από δέκα ως είκοσι χρόνια.

Αυτοί, όμως, δεν ήταν οι μοναδικοί Ναζί που δικάστηκαν, καθώς σε όλες τις χώρες της δύσης επί σειρά ετών μετά τη λήξη του πολέμου συνεχίστηκε η δίωξη εγκληματιών πολέμου για τα πεπραγμένα τους στον Β’ Παγκόσμιο.

Τρία χρόνια μετά το τέλος της Δίκης της Νυρεμβέργης, υπογράφηκε η τέταρτη Συνθήκη της Γενεύης σχετικά με την προστασία των πολιτών σε καιρό πολέμου. Η συνθήκη αυτή ήρθε να αναθεωρήσει όλες εκείνες που είχαν υπογραφεί το 1864, το 1906 και το 1929 και αφορούσαν τη μεταχείριση των αιχμαλώτων πολέμου και την τύχη των τραυματιών.

Σύμφωνα με την αναθεώρησή της, κατά τη διάρκεια ένοπλων συγκρούσεων, απαγορεύεται να παίρνουν μέρος στις εχθροπραξίες: τραυματίες ή άρρωστοι πολεμιστές, αιχμάλωτοι πολέμου, άμαχοι και ιατρικό – θρησκευτικό προσωπικό.

Σε περίπτωση που κάποια ένοπλη δύναμη παραβεί τους όρους της συνθήκης και επιτεθεί εναντίον των παραπάνω κατηγοριών πολιτών, κατηγορείται για εγκλήματα πολέμου και δικάζειτα για αυτά.

Τι έχει αλλάξει από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι σήμερα

Παρά την υπογραφή της Συνθήκης της Γενεύης και τους αυστηρούς όρους που έθετε αυτοί, από τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι σήμερα έχουν συμβεί εκατοντάδες εγκλήματα πολέμου σε όλο τον πλανήτη.

Στον Πόλεμο του Βιετνάμ, στην Πόλεμο της Κορέα, στον Εμφύλιο της Γιουγκοσλαβίας, στο Αφγανιστάν, τη Συρία, το Ιράκ και τη Ρουάντα παρατηρήθηκαν τέτοια φαινόμενα.

Συγκεκριμένα, στον εμφύλιο πόλεμο που εκτυλίχθηκε στην αφρικανική χώρα, υπολογίζεται πως από τον Απρίλιο έως τον Ιούλιο του 1994 περισσότεροι από 500 χιλιάδες άνθρωποι της φυλής Τούτσι σφαγιάστηκαν, βιάστηκαν και σκοτώθηκαν από ομοεθνείς της φυλής Χούτου.

Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ δεν απέτρεψε το μακελειό. Αργότερα, το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο ανέλαβε την υπόθεση, η οποία έκλεισε τελικά στις 31 Δεκεμβρίου του 2016, με τη καταδίκη 29 από τους κατηγορουμένους.

Η ίδρυση του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου, το οποίο αποτελεί πια το μόνιμο δικαστικό όργανο αρμόδιο για την ποινική δίωξη προσώπων για τα εγκλήματα πολέμου, συγκεκριμενοποίησε το ποια είναι τελικά αυτά.

Η λίστα περιέχει τις εξής παραβιάσεις:

  1. Ηθελημένος φόνος ή πρόκληση εσκεμμένου σοβαρού τραυματισμού στο σώμα ενός στρατιώτη
  2. Βασανιστήρια ή απάνθρωπη μεταχείριση
  3. Αυθαίρετη καταστροφή ή ιδιοποίηση περιουσίας
  4. Εξαναγκασμός αιχμαλώτου στρατιώτη να υπηρετήσει εναντίον του στρατού του
  5. Στέρηση του δικαιώματος της δίκαιας δίκης για έναν αιχμάλωτο
  6. Λήψη ομήρων
  7. Επιθέσεις κατά αμάχους
  8. Επιθέσεις κατά εργαζομένων σε ανθρωπιστικές οργανώσεις ή ειρηνευτικών δυνάμεων του ΟΗΕ
  9. Θάνατος στρατιώτη που έχει παραδοθεί
  10. Κατάχρηση σημαίας εκεχειρίας
  11. Εποικισμός κατεχόμενου εδάφους
  12. Χρήση δηλητηριωδών όπλων
  13. Χρήση αμάχων ως ασπίδες
  14. Χρήση παιδιών για στρατιώτες
  15. Πυροβολισμός γιατρού μάχης με σαφή διακριτικά
  16. Βιασμοί, σεξουαλική σκλαβιά, καταναγκαστική πορνεία
  17. Λεηλασία
  18. Εκτέλεση χωρίς να έχει προηγηθεί δίκη

Στην περίπτωση της Μπούσα, οι Ουκρανοί καταγγέλλουν πως ο ρωσικός στρατός σκότωσε αμάχους, ενώ χρησιμοποίησε πολλούς από αυτούς ως ασπίδα. Οι καταγγελίες έχουν φτάσει μέχρι τον ΟΗΕ, με αρκετές χώρες της δύσης να σκέφτονται σοβαρά την αποχώρηση της Ρωσίας από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, εξαιτίας των εγκλημάτων πολέμου που υποστηρίζουν πως έχει διαπράξει κατά την εισβολή στην Ουκρανία. Ανάμεσα στις χώρες που ενστερνίζονται αυτή τη στάση είναι και οι ΗΠΑ.

«Η Ρωσία χρησιμοποιεί τη συμμετοχή της στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ως πλατφόρμα προπαγάνδας προκειμένου να υποδείξει ότι ενδιαφέρεται πραγματικά για τα ανθρώπινα δικαιώματα» δήλωσε η πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ, Linda Thomas-Greenfield, συμπληρώνοντας: «Πράγματι, και σήμερα θα ακούσουμε λίγη από αυτή την προπαγάνδα αλλά δεν θα τιμήσω αυτά τα ψέματα με μια δική μου απάντηση. Θα πω μόνο ότι κάθε ψέμα που ακούμε από τον Ρώσο εκπρόσωπο είναι ακόμα μία απόδειξη ότι δεν έχουν θέση στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».

Η αποχώρηση, όμως, και η καταδίκη της Ρωσίας για εγκλήματα πολέμου είναι μια απόφαση που δεν μπορεί να ληφθεί μέσα σε μία μέρα, καθώς, όπως επισημαίνουν ειδικοί, πρόκειται για μια χρονοβόρα διαδικασία που μπορεί να κρατήσει ακόμη και χρόνια. Χαρακτηριστικό είναι πως στην περίπτωση της γενοκτονίας στη Ρουάντα, οι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν 22 χρόνια μετά τη διάπραξή τους.