«Συνειδητοποίησα ότι θα έχουμε εκατόμβη νεκρών, όταν μας είπαν ότι δεν περιμένουμε άλλο διασωστικό πλοίο»
- 17 ΙΟΥΝ 2023
Σε μία διάσωση σαν όλες τις άλλες, νόμιζε ότι θα γινόταν μάρτυρας το πρωινό της 14ης Ιουνίου πηγαίνοντας στο λιμάνι της Καλαμάτας. Η αποκάλυψη των αληθινών διαστάσεων του δυστυχήματος ήταν ένα τεράστιο σοκ, που δε χώρα λόγια. Μία ασύλληπτη τραγωδία, που ο ίδιος την αποκάλεσε κάποια στιγμή στην ολιγόλεπτη κουβέντα μας τον «Τιτανικό της Μεσογείου».
Ο Θανάση Πουλόπουλος αφηγείται στο OneMan πώς βίωσε τις τραγικές ώρες στο λιμάνι της Καλαμάτας, μετά το πολύνεκρο ναυάγιο στα ανοιχτά της Πύλου.
«Η ενημέρωση ήρθε από τον Δήμο Καλαμάτας γύρω στα μεσάνυχτα της Τετάρτης (14/06). Εκείνη την ώρα ήμουν έξω με τη γυναίκα και την κόρη μου. Το email έκανε λόγο για διάσωση μεταναστών στον Μεσσηνιακό κόλπο τα ξημερώματα της Τετάρτης και για μεγάλη κινητοποίηση των δύο αντιδημάρχων, της Πυροσβεστικής, των ομάδων διάσωσης και του λιμενικού για να δημιουργηθεί δομή φιλοξενίας για τους διασωθέντες».
«Μιλάμε για διάσωση σαν αυτές που συνήθως καλύπτουμε δημοσιογραφικά; Των 60-80 ανθρώπων;», ρώτησα. «Όχι, λένε ότι είναι πάρα πολλοί», ήταν η απάντηση που πήρα.
«Το ότι η συγκεκριμένη διάσωση δε θα ήταν σαν τις άλλες που είχα ζήσει, το αντιλήφθηκα από τη στιγμή που πάτησα το πόδι μου στο λιμάνι της Καλαμάτας τις πρώτες πρωινές ώρες της Τετάρτης. Αντίκρισα μία τεράστια κινητοποίηση, μεγαλύτερο εξοπλισμό, περισσότερες δυνάμεις. “Πόσους περιμένουμε;”, ρώτησα. “Εκατοντάδες”, απάντησαν. “Τι εννοείτε;”, ξαναρώτησα, ζητώντας διευκρινίσεις. “Έρχεται λέει ακυβέρνητο καράβι με πάνω από 500 άτομα”. Σοκαρίστηκα. Ούτε λόγος για το αν ήταν νεκροί, ζωντανοί ή ναυαγοί.
Λίγα λεπτά αργότερα, ανακοίνωσε κάποιος από το λιμεναρχείο ότι οσονούπω θα καταφτάσουν 100 με 120 διασωθέντες. Τελικά, κατά τις 11.30-12.00 έπιασε λιμάνι ένα μέγκα γιοτ ενός Μεξικανού μεγιστάνα που έτυχε να περνάει από το σημείο και το επέταξε το λιμενικό και από το οποίο άρχισαν να κατεβαίνουν μόνο άντρες. Δεν είδα καμία γυναίκα. Κανένα παιδί.
Ήταν όλοι ξυπόλυτοι, ντυμένοι ή μισοντυμένοι και οι περισσότεροι δεν μπορούσαν ούτε να σταθούν, ούτε να κατέβουν τις σκάλες. Σωριάζονταν. Είχαν αυτή τη σωματική εξάντληση της αφυδάτωσης και τον τρόμο στο βλέμμα τους. Παρατήρησα ότι πάρα πολλοί είχαν πληγές, μεγάλα γδαρσίματα στους αστραγάλους, στα πέλματα και χαμηλά στις κνήμες να μετακινηθούν δεξιά και αριστερά, μπρος και πίσω, χωρίς να χτυπήσουν πάνω σε αντικείμενα.
Τους παρέλαβε κατευθείαν το ΕΚΑΒ και ο Ερυθρός Σταυρός για καταγραφή και υγειονομική περίθαλψη και όσοι ήταν βαριά τραυματισμένοι μεταφέρθηκαν κατευθείαν στο νοσοκομείο. Ανάμεσά τους, όπως προέκυψε αργότερα, ήταν και ο ένας από τους εννέα συνολικά φερόμενους ως διακινητές που συνελήφθησαν και ο οποίος παραμένει ακόμα σε νοσηλεία.
Το μεσημέρι πλέον και ενώ η κινητοποίηση είχε γιγαντωθεί σε βαθμό που δεν είχαμε ξαναδεί ποτέ στην Καλαμάτα, με 20-25 ασθενοφόρα, 10 πυροσβεστικά και 45 ράμπο του λιμενικού από την Πάτρα και την Κυλλήνη, και οι αρμόδιοι ακόμα μιλούσαν με μισόλογα κατάλαβα ότι μάλλον έχουμε να κάνουμε με τραγωδία. Οι φόβοι επιβεβαιώθηκαν όταν μας ενημέρωσαν ότι δεν αναμένεται να πιάσει λιμάνι άλλο διασωστικό πλοίο. Αυτούς που είδαμε, αυτούς βρήκαν. Τότε, συνειδητοποίησα ότι θα έχουμε εκατόμβη νεκρών.
Έμεινα εκεί όλη την ημέρα και το βράδυ, πληροφορήθηκα ότι μία φρεγάτα του λιμενικού είχε φτάσει -δεν ήταν σε κοινή θέα, αλλά στην αντίθετη πλευρά του λιμανιού- αποβιβάζοντας 25-30 σακούλες με νεκρούς μέσα, τους οποίους θα μετέφερε ένα φορτηγό-ψυγείο ενός φρουτέμπορα που επέταξαν με κατεύθυνση τον ειδικό χώρο που είχε διαμορφωθεί στο Σχιστό Κορυδαλλού, προκειμένου να αρχίσουν οι νεκροτομές για να διευκρινιστούν τα αίτια θανάτου.
Κι επειδή τέτοιες τραγωδίες ανασύρουν στην επιφάνεια διάφορες παθογένειες, να διευκρινίσουμε κάπου εδώ ότι στην Καλαμάτα δεν έχουμε ιατροδικαστή, δεν έχουμε νεκροτομείο. Ο νεκροθάλαμος έχει 6 ψυγεία, από τα οποία λειτουργούν τα 4. Λόγω δηλαδή της μη ύπαρξης ιατροδικαστικής δομής, που θα μπορούσε να πάει και να βεβαιώσει επί τόπου τους θανάτους, έγινε όλη αυτή η διαδικασία.
Από την άλλη, αξίζουν πολλά συγχαρητήρια στην Ομάδα Αναγνώρισης Θυμάτων Καταστροφών, μία νεοσύστατη ειδική ομάδα, που εργάστηκε επαγγελματικά, αθόρυβα, αποτελεσματικά.
Δεν κατάφερα να μιλήσω με κάποιον τους διασωθέντες. Ήταν άλλωστε αδύνατον, μιας και τα μέτρα ασφαλείας ήταν δρακόντεια. Μόνο την Πέμπτη (15/06) με συγγενείς, που μας πλησίαζαν μπας και βγάλουν άκρη. Δύο από αυτούς ήρθαν από τη Γερμανία και αναζητούσαν τον ξάδερφό τους, που τους είχε στείλει μήνυμα ότι πλήρωσε 4.000 δολάρια για να ταξιδέψει από τη Λιβύη στην Ιταλία.
Είδα και ανθρώπους να επανενώνονται και λύγισα.
Σήμερα (σ.σ. Παρασκευή), δεν υπάρχει πλέον κανείς στο λιμάνι. Οι διασωθέντες έχουν μεταφερθεί στη Μαλακάσα και έχουν μείνει στην Καλαμάτα μόνο οι νοσηλευόμενοι.
Είναι ασύλληπτο αυτό που συνέβη. Λυγίζω μπροστά στην ακραία απόγνωση στην οποία βρέθηκαν αυτοί οι άνθρωποι. Σκεφτόμουν ότι μιλάμε για ανθρώπους που μένουν στην Αίγυπτο και γνωρίζουν στον χάρτη που είναι η Ιταλία. Γνωρίζουν ότι θα κάνουν 300-350 μίλια και όμως, μπαίνουν σε ένα πλεούμενο φέρετρο. Είναι τόσο μεγάλη η επιθυμία τους να φύγουν, να σωθούν, να γλιτώσουν. Κανένας δεν μπαίνει σε ένα καράβι να διασωθεί από εκεί που είναι για να πάει να πνιγεί. Βλέπουν την αρχή και το τέλος. Το ενδιάμεσο που είναι και η παγίδα δεν το βλέπουν. Μόνο το να ζήσουν μία καλύτερη ζωή. Είναι τόσο ανατριχιαστικό αυτό, που πώς να το διαχειριστείς ακόμα και ως σκέψη. Ως συναίσθημα, άσ’ το σε διαλύει.
Σύμφωνα με όσα ακούγονται και διαβάζω, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το ναυάγιο δεν είναι καθαρές. Δεν είναι ένα δυστύχημα. Απ’ ό,τι φαίνεται και απ’ ό,τι έχω πληροφορηθεί από σχετικό ρεπορτάζ που έκανα, μιλώντας με τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Καλαμάτας, Κωνσταντίνο Μαργέλη, υπάρχουν σοβαρότατες ποινικές ευθύνες που πρέπει να διερευνηθούν. Μιλάμε για έγκλημα που δεν πρέπει να μείνει ατιμώρητο».