ΚΟΣΜΟΣ

Στη Βενεζουέλα, οι συντάξεις δεν αρκούν για τα βασικά αγαθά

Ηλικιωμένοι πιάνουν σειρά στα συσσίτια, κοιμούνται σε υπνωτήρια και ζητιανεύουν στον δρόμο, ελπίζοντας ότι σύντομα θα τελειώσει η κατηφόρα.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: AP PHOTO/ARIANA CUBILLOS

Η ιδιαίτερη κατάσταση της Βενεζουέλας, που μέσα σε λίγες δεκαετίες βρέθηκε απ’ τη θέση της πλουσιότερης χώρας της Νότιας Αμερικής στον ακραίο πληθωρισμό και την ανέχεια, δεν έχει σταματήσει να χειροτερεύει: ο κόσμος μεταναστεύει, η παγκόσμια ενεργειακή κρίση πιέζει για ιδιωτικοποιήσεις στα καύσιμα, τα τρόφιμα και τα χρήματα στερεύουν, με τους τελευταίους τροχούς της κοινωνικής αλυσίδας να πασχίζουν για την επιβίωσή τους.

Σε αυτή την κατηγορία περιλαμβάνονται οι συνταξιούχοι. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε πρόσφατα μια θεωρητικά γενναία αύξηση στην εθνική σύνταξης, από τα 4 στα 60 δολάρια, αλλά και πάλι, με τον πληθωρισμό να υπολογίζεται στο 686,4% (σύμφωνα με τα δεδομένα της περσινής χρονιά), «το ποσό των 130 μπολιβάρ που φτάνει στα χέρια μας επίσης δεν είναι αρκετό», όπως δήλωσε στο Associated Press η 72χρονη Maybel Sequera.

Η σκληρή απόδειξη αυτής της πραγματικότητας είναι οι ουρές που σχηματίζονται καθημερινά στις επισιτιστικές δομές της χώρας: πολίτες με δεκαετίες εργασίας να πιάνουν θέση για ένα πιάτο φαγητό.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε το Παρατηρητήριο Οικονομίας στη Βενεζουέλα, το κόστος για την κάλυψη των βασικών αναγκών υπολογίζεται σήμερα στα 365 δολάρια, γεγονός που σημαίνει ότι για να επαρκεί η εθνική σύνταξη πρέπει να εξαπλασιαστεί.

Οι μη κυβερνητικές οργανώσεις και η εκκλησία συνδράμουν με συσσίτια και είδη πρώτης ανάγκης, αλλά το κενό είναι τόσο μεγάλο που δε γεφυρώνεται. Διόλου σπάνια δεν είναι η εικόνα ηλικιωμένων να ζητιανεύουν στο δρόμο ή να περιφέρονται εξαθλιωμένοι στο Καράκας.

Τα στιγμιότυπα από τις δομές στέγασης, τα συσσίτια και τους δρόμους της παραπαίουσας πρωτεύουσας είναι αποκαρδιωτικά – είναι πρόδηλο ότι οι ηλικιωμένοι είναι πλήρως αφημένοι στη μοίρα τους. Η οργή τούς οδήγησε σε μεγάλες διαδηλώσεις τις τελευταίες εβδομάδες.

H Maybel Sequera και ο σύζυγός της Juan Gonzalez τρώνε το γεύμα που πήραν από το συσσίτιο σε μια φτωχή γειτονιά στο Καράκας.
Η Maybel Sequera έχει διαγνωστεί με δύο μορφές καρκίνου, συμπεριλαμβανομένου και έναν του δέρματος που απαιτεί ειδική θεραπεία στο πρόσωπό της. Για να καλύψει τα έξοδα των φαρμάκων πούλησε δύο από τις τρεις ραπτικές της μηχανές.
Ο Carlos Blanco συμμετείχε στις διαδηλώσεις για την αύξηση της εθνικής σύνταξης. Το αίτημά τους δικαιώθηκε, αλλά παραμένουν στην ανέχεια.
Στα 88 της η Zenobia Ansualve βρέθηκε στις κρατικές δομές, νοικιάζοντας ένα δωμάτιο.
Ο 89χρονος Manuel Dommar ζει σε έναν κοιτώνα που άνοιξε για τους ηλικιωμένους κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Ο 76χρονος αρχιτέκτονας Rudiar Almeida μένει μόνος του. Ο μοναχογιός του μετανάστευσε στην Κολομβία πριν από δύο χρόνια αλλά δεν έχει ακούσει νέα του.
Μέσα στο σπίτι του Almeida, μπροστά σε έναν τοίχο γεμάτο μούχλα στέκεται μια βιβλιοθήκη. Ο 76χρονος αδυνατεί να καλύψει τα έξοδα της κατοικίας του.
Με προσοχή διαχειρίζεται τα τρόφιμα η 78χρονη Castro. Ευτυχώς, της στέλνει χρήματα η κόρη της που μετανάστευσε στη Χιλή.