ΛΕΩΝΙΔΑΣ ΤΖΕΚΑΣ/EUROKINISSI
ΤΕΜΠΗ

Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων για τα Τέμπη μία μέρα μετά το δυστύχημα

Το τελευταίο βράδυ του Φεβρουαρίου του 2023, χωρίς κανείς να το γνωρίζει τότε, θα άφηνε για πάντα μια ανοιχτή πληγή.

Στις 23:21, λίγα λεπτά πριν ο Φεβρουάριος δώσει και επίσημα τη θέση του στον Μάρτιο, ο επιβατικός συρμός Intercity 62 (IC62), που μετέφερε περισσότερους από 350 επιβάτες και εκτελούσε τη διαδρομή Αθήνα – Θεσσαλονίκη, συγκρούστηκε μετωπικά με την εμπορική αμαξοστοιχία 63503 πολύ κοντά στον Ευαγγελισμό Τεμπών Λάρισας.

Η πυρόσφαιρα που προκλήθηκε από τη σφοδρή σύγκρουση σε συνδυασμό με την πυρκαγιά και τον εκτροχιασμό που ακολούθησε, προκάλεσαν τον θάνατο 57 ανθρώπων. Οι πρώτες ώρες, ωστόσο, ανήκαν στην αβεβαιότητα και τις πληροφορίες που έφταναν από άκρη σε άκρη με τη χρήση του χαλασμένου τηλεφώνου.

Πανικός, φωτογραφίες, πρώτες εκτιμήσεις και το αίσθημα της φρίκης που μεγάλωνε μαζί με τη συνειδητοποίηση του πόσο σοβαρή ήταν τελικά η κατάσταση. Το τελευταίο βράδυ του Φεβρουαρίου 2023, χωρίς κανείς να το γνωρίζει τότε, θα περνούσε την αμέσως επόμενη μέρα στη συλλογική μνήμη ως το πιο θανατηφόρο σιδηροδρομικό δυστύχημα της μεταπολιτευτικής Ελλάδας.

Τα κείμενα, οι αντιδράσεις στα social media και οι γνωστές «πρώτες πληροφορίες» χάνονται πολύ εύκολα στη μαύρη τρύπα του διαδικτύου, με τις εφημερίδες, ακόμα και στις μέρες μας, που έχουν χάσει πια τη δυναμική τους, να παραμένουν o συνδετικός κρίκος με το παρελθόν, δίνοντάς μας μια ιδέα για το πώς αποτυπώθηκε μια είδηση.

Μόνο που, στις 28 Φεβρουαρίου, οι περισσότερες εφημερίδες είχαν ήδη «κλείσει φύλλο» όπως συνηθίζεται να λέγεται στα δημοσιογραφικά γραφεία, τα ρεπορτάζ είχαν περάσει πια στους διορθωτές και από εκεί στα τυπογραφεία.


Με το πρώτο φως του Μαρτίου, ελάχιστες εφημερίδες (τρεις συγκεκριμένα) είχαν στα πρωτοσέλιδά τους την είδηση, με το διαδίκτυο και εφόσον ο καπνός της καταστροφής άρχισε να διαλύεται, να αναλαμβάνει έναν ενημερωτικό ρόλο.


Η Καθημερινή έκανε λόγο για «πληροφορίες για νεκρούς και τραυματίες» ενώ το ίδιο γράφουν και ΤΑ ΝΕΑ τα οποία γράφουν ότι το δυστύχημα οφείλεται σε κακή συνεννόηση. Η Εφημερίδα των Συντακτών (κάτω δεξιά), χωρίς να γνωρίζει φυσικά για τους νεκρούς, έγραψε για «ατύχημα».

Οι λίγες ανεπιβεβαίωτες και σε καμία περίπτωση (απόλυτα λογικό) σωστές πληροφορίες, αντικαταστάθηκαν από πιο ολοκληρωμένα ρεπορτάζ (οι νεκροί δεν είχαν φτάσει επίσημα τους 57) και κάποιες εκτιμήσεις στην κυκλοφορία της Πέμπτης (2/3/2023), όταν πια όλοι μας είχαμε πιο ξεκάθαρη εικόνα για το τι συνέβη στα Τέμπη.



Σήμερα, βέβαια, 28 Φεβρουαρίου του 2025 και την ημέρα της επετείου από τα δύο χρόνια του δυστυχήματος, τα πάντα είναι διαφορετικά. Ο κόσμος είναι για ακόμη μια φορά στους δρόμους, στηρίζοντας την πρωτοβουλία των ανθρώπων που έχασαν τα παιδιά τους καθώς οι ευθύνες βρίσκονται ακόμα στον «αέρα», έχει προηγηθεί ένα μπάζωμα και η λέξη «συγκάλυψη» πλανάται πάνω από τη χώρα.

Στο πρωτοσέλιδο του Ελεύθερου Τύπου, στις 2 Μαρτίου του 2023 (το τονίζουμε) διαβάζουμε τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη: «οφείλουμε μια ειλικρινή απάντηση στους συγγενείς των θυμάτων».


Από το πόρισμα του ΕΟΔΑΣΑΑΜ μαθαίνουμε ότι όλα έγιναν λάθος το βράδυ του δυστυχήματος ενώ σύμφωνα με τους ερευνητές «δεν υπάρχει ένδειξη ότι ο τεχνικός εξοπλισμός του εμπλεκόμενου τροχαίου υλικού προκάλεσε τον σχηματισμό και την επέκταση της πυρόσφαιρας.

Προσομοιώσεις και εκθέσεις υποδεικνύουν ύπαρξη άγνωστου καυσίμου στο δυστύχημα». Λίγες ώρες μετά τη σύγκρουση, όπως μπορούμε να δούμε και στα πρωτοσέλιδα, δεν γνωρίζαμε το παραμικρό για το «άγνωστο καύσιμο».


Μαθαίνουμε επίσης (μάλλον μας έγινε μία ακόμη υπενθύμιση) ότι υπήρξαν ελλείψεις στον σιδηρόδρομο με ευθύνη των κυβερνήσεων, του υπουργείου Μεταφορών, του ΟΣΕ, της Hellenic Train, της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων και του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Σιδηροδρόμων.

Η σύμβαση 717 θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί το 2016 διότι αν τα συστήματα ασφαλείας λειτουργούσαν, πιθανότατα θα απέτρεπαν το δυστύχημα. Από εκεί και πέρα, ο ΕΟΔΑΣΑΑΜ επιμένει στην εγκατάλειψη του σιδηροδρόμου και την έλλειψη προσωπικού.

Σε αντίθεση με τις πρώτες μέρες της τραγωδίας, έγινε και επίσημα πια γνωστό ότι έπαιξαν ρόλο δύο καθοριστικοί παράγοντες: Η διαχρονική απόφαση του ελληνικού κράτους να εγκαταλείψει τον σιδηρόδρομο μην επενδύοντας για την ασφάλεια και τα μνημόνια που οδήγησαν στην αποψίλωση του προσωπικού του ΟΣΕ.


Κάτι που δεν μπορούσαν να γνωρίζουν οι εφημερίδες από τη στιγμή που δεν είχαν στα χέρια τους κάποια μηχανή του χρόνου, είναι η απώλεια πληροφοριών απαραίτητων για την κατανόηση των αιτιών και των παραγόντων του ατυχήματος που θα ακολουθούσε, κάνοντας εκατομμύρια Έλληνες να βγουν στους δρόμους και ζητήσουν απόδοση ευθυνών και δικαιοσύνης.

Exit mobile version