Τελικά, πώς είναι η ζωή μακριά από τα social media;
- 12 ΟΚΤ 2021
Η πρόσφατη κατάρρευση των πιο δημοφιλών social media (Facebook, Instagram, WhatsApp) με έβαλε σε σκέψεις. Στην αρχή ένιωσα ένα μικρό πανικό – σαν κάποιος να μου έκλεψε το πορτοφόλι. Στη συνέχεια χαλάρωσα και μετά από πολύ καιρό ήπια σαν άνθρωπος τον καφέ μου.
Πώς όμως είναι να ζεις το 2021 χωρίς κοινωνικά δίκτυα; Είναι μια δύσκολη απόφαση που λίγοι την τολμούν. Τελικά, πόσο εθισμένοι είμαστε άραγε στο σκρολάρισμα ως κοινωνία και τι μπορούμε να κάνουμε ως αυτό;
Αντίο social media
«Ήταν Φεβρουάριος του 2020 όταν αποφάσισα να κλείσω τον λογαριασμό μου στο Twitter» θυμάται ο Γιάννης Μαυρογιώργος, 40 ετών, strategic planner στο επάγγελμα. Μέχρι τότε ήταν ένας δεινός χρήστης με πολύ συχνή παρουσία στο δημοφιλές κοινωνικό δίκτυο. «Αφορμή ήταν η κατάσταση στα σύνορα του Έβρου, που είχε κάνει το timeline 200 φορές πιο τοξικό από ό,τι συνήθως. Θα ήθελα να κάνω τον έξυπνο εδώ και να πω ότι το έκλεισα εν αναμονή της πανδημίας, αλλά όχι. Σίγουρα όμως δε με χάλασε καθόλου που έζησα την πρώτη καραντίνα χωρίς Τwitter. Σε διαφορετική περίπτωση, θα είχα πάθει ζημιά».
Τι είναι όμως εκείνο που θα οδηγούσε τον Γιάννη Μαυρογιώργο σε προσωπικό Βατερλό εν καιρω πανδημίας; «Δεν έχω καθόλου αυτοσυγκράτηση. Δηλαδή, ναι, θα μπορούσα να σταματήσω να μπαίνω και να διαβάζω. Αλλά, επί της ουσίας, δεν μπορούσα. Οπότε από τη στιγμή που αποφάσισα να μειώσω την έκθεση μου σε όλο αυτό, ο μόνος τρόπος στο μυαλό μου ήταν το deactivate. Ενα χρόνο μετά, στο lockdown του χειμώνα του 2021 έκλεισα και Facebook και Instagram (στο οποίο, όμως, επέστρεψα πριν λίγο καιρό) και Messenger, γιατί συνειδητοποίησα ότι περνούσα υπερβολικά μεγάλο χρόνο της ημέρας μου να συζητώ και να σκέφτομαι τι είπε και τι σχολίασε και τι πόσταρε αυτός ο ενοχλητικός τύπος, εκείνος ο άσχετος, ο τάδε ή ο δείνα».
Ο ψηφιακός κόσμος αφήνει το δικό του αποτύπωμα στον κάθε ψυχισμό και στην κάθε ηλικία
Ναι, όλοι έχουμε ζήσει την υπερέκθεση και το γεγονός πώς χάνουμε πράγματα από τη ζωή μας λόγω του ίντερνετ. Πώς όμως το σκέφτηκε εκείνος; «Στο τέλος της ημέρας, έχω την εντύπωση ότι ο τρόπος να καταφέρουμε να συνεχίσουμε να αγαπάμε τους 5-10-20 ανθρώπους που μας τυχαίνει να αγαπήσουμε στη ζωή μας -είτε είναι φλερτ, είτε οικογένεια, φίλοι, συνάδελφοι, ή ό,τι άλλο- είναι να μην ξέρουμε τι κάνουν και τι σκέφτονται και τι λένε συνέχεια».
Και αν γράψουν κάτι που μας ενοχλεί; «Ε, δεν πειράζει, μπορούμε να τους το πούμε προφορικά. Η μονιμότητα του γραπτού comment κάνει πολύ πιο πιθανό μια απλή και αθώα διαφωνία να μετατραπεί σε κούνημα δαχτύλου».
Μια νέα, ψηφιακή πραγματικότητα
Κάθε σπίτι διαθέτει τουλάχιστον ένα αυτοκίνητο. Κάπως έτσι πέρασαν τα παχυλά 90s για τα ελληνικά νοικοκυριά ή τουλάχιστον αυτός ήταν ο σκοπός. Φυσικά, η Ελληνική Οικονομική Κρίση άλλαξε άρδην τα δεδομένα. Δεν ήταν όμως μόνο αυτό: στην κοινωνία της πληροφορίας το μεγαλύτερο αγαθό δεν είναι τα τροχοφόρα οχήματα αλλά οι συνδέσεις στο ίντερνετ.
Έτσι, σύμφωνα με έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ, από το 2010 μέχρι το 2020 στην Ελλάδα καταγράφηκε αύξηση 73,3% στην πρόσβαση στο διαδίκτυο. Οι πολίτες αυτής της χώρας μπαίνουν τουλάχιστον δύο φορές τη μέρα στο ίντερνετ σε ποσοστό 88,7% επί του γενικού πληθυσμού. Όλα αυτά πριν την καραντίνα – μετά τα lockdowns, το φαινόμενο διογκώθηκε σε τερατώδη βαθμό.
Το πρόβλημα, όμως, δεν βρίσκεται στη χρήση αλλά στην υπερβολή. «Η ιδιαιτερότητα των κοινωνικών δικτύων εντοπίζεται ουσιαστικά στην εικονική τους διάσταση» αναφέρει η ψυχοθεραπεύτρια Κορίνα Θωμαΐδου, σε μια προσπάθεια να βάλει το θέμα στη σωστή του βάση: «Λείπει η φυσική παρουσία, δηλαδή το σώμα από την εικονική πραγματικότητα και η σχέση, όποια και αν είναι αυτή, δεν είναι πια συνυφασμένη με τη φυσική επικοινωνία. Αυτή η ανέπαφη επαφή είναι πια μέρος της ζωής όλων μας και παίρνει συνεχώς διάφορες μορφές. Επιδρά στην ψυχική δοµή και στη διαμόρφωση της ταυτότητας».
Πώς ήταν άραγε η ζωή μας πριν τα social; Ειλικρινά, προσωπικά, σχεδόν δυσκολεύομαι πια να θυμηθώ. Σίγουρα, πάντως, για όσους είμαστε πάνω από 30 υπάρχει το «πριν» και το «μετά» – όπως, όμως, σωστά τονίζει η ψυχοθεραπεύτρια οι νέες γενιές γεννιούνται σε ένα ήδη διαμορφωμένο περιβάλλον, αυτό των κοινωνικών δικτύων.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, το βασικό ερώτημα είναι άλλο: πόσο κακό κάνει η υπερέκθεση στα social media; «Η λέξη υπερ-έκθεση ήδη βάζει τον υπερθετικό βαθμό ως κάτι που μας κάνει να σκεφτούμε την αρνητική πλευρά αυτών. Ίσως, ακόμα δεν έχουμε μία πλήρη εικόνα. Θα μπορούσαμε όμως να πούμε ότι κάνει κακό στο βαθμό που κανείς χάνει τα όρια του εαυτού του και του άλλου, τόσο ώστε να μην έχει καμία προστασία, τόσο ώστε να εκθέτει πλευρές του τις οποίες κάποιος “αόρατος” άγνωστος μπορεί να εκμεταλλευτεί, τόσο ώστε να μην μπορεί να ζήσει χωρίς και εκτός αυτών, τόσο ώστε κανείς αντίστοιχα ως “αόρατο” μέλος αυτών να τα χρησιμοποιεί για να ικανοποιήσει τη δική του επιθετική και καταστροφική ορμή βιώνοντας μια ψευδαίσθηση παντοδυναμίας».
Δεν υπάρχει ο κακός έμπορος ή το κακό κομπιούτερ που έρχεται να μας πάρει το μικρό και αθώο παιδί
Πραγματικά, τα όρια ανάμεσα στην πραγματική και την ψηφιακή ζωή είναι πολύ συχνά δυσδιάκριτα. «Αυτή η εναλλαγή θέσεων μπορεί να αφορά και το ίδιο το άτομο. Κάνει λοιπόν κακό η υπερέκθεση στον βαθμό που κανείς ξεχνάει τη φύση των κοινωνικών δικτύων» αναφέρει η Κορίνα Θωμαΐδου, πριν ολοκληρώσει τη σκέψη της: «Έτσι, “περιπλανάται”, “παραπλανάται” και υπερ-εκτίθεται νομίζοντας ότι η “αποσωματοποιημένη” εμπειρία είναι άνευ ορίων, σκέψεων και επιπτώσεων».
Τι τίμημα έχει όλο αυτό; «Ο ψηφιακός κόσμος αναδιατάσσει και τροποποιεί ό,τι κάναμε, προσδίδοντας μία εικονική-βιρτουαλική υπόσταση στα μέλη του. Διαμορφώνει συνεχώς τους δικούς του όρους και κανόνες, τις δικές του σχέσεις αφήνοντας το δικό του αποτύπωμα στον κάθε ψυχισμό και στην κάθε ηλικία».
Από μικροί στα δύσκολα
Για πολλούς από εμάς, το να κάτσουμε πάνω από δύο ώρες χωρίς κινητό αποτελεί πρόκληση και προσωπικό στοίχημα. Είμαστε όμως μια γενιά ανθρώπων που ακόμα θυμάται πώς ήταν η ζωή χωρίς τα social media. Τι συμβαίνει στις μικρές ηλικίες; Εκεί, με άλλα λόγια, όπου οι νέοι άνθρωποι ζουν κολλημένοι 24 ώρες το 24ωρο μπροστά σε μια οθόνη.
«Όλα ξεκινούν ως μια διευκόλυνση για την οικογένεια με αποτέλεσμα τα πιτσιρίκια να αποκτούν όλο και στενότερη σχέση με το ίντερνετ» τονίζει ο Αχιλλέας Ρούσος, Υπεύθυνος του Δικτύου Πρόληψης και Έγκαιρης Παρέμβασης του ΚΕΘΕΑ, πριν συνεχίσει: «Έτσι, άθελά τους μαθαίνουν πως η λύση στη μοναξιά και τη βαρεμάρα είναι το διαδίκτυο». Μια λύση, βέβαια, η οποία μοιραία καλλιεργεί τη μη επικοινωνία.
«Δημιουργούνται με άλλα λόγια -και μάλιστα το φαινόμενο εντάθηκε πολύ περισσότερο με τις αναγκαστικές για υγειονομικούς λόγους καραντίνες- συνθήκες θερμοκηπίου για να “κολλήσουν” τα νεαρά άτομα με το διαδίκτυο. Τα πάντα γίνονται μέσα από μια οθόνη, αφού έχουμε αναγάγει το ίντερνετ σε μοναδικό εργαλείο εκπαίδευσης, πληροφόρησης και διασκέδασης».
Όπως τα αυτοκινητάκια αποτελούν λύση για τα βαριεστημένα πιτσιρίκια που περιμένουν στωικά τους γονείς τους να τελειώσουν το φαγητό στην ταβέρνα, έτσι και τα social media είναι μια πολύ εύκολη λύση για τους εφήβους. «Συνήθως το πρόβλημα, λοιπόν, εμφανίζεται όταν φτάσουμε στο λύκειο: τότε τα παιδιά έχουν ήδη διαμορφώσει ένα προφίλ πλήρως εστιασμένο στο ίντερνετ και όχι στη δια ζώσης επικοινωνία. Για τους έφηβους τώρα αυτό δεν φαίνεται δυσλειτουργικό, είναι απόλυτα τακτοποιημένοι και βολεμένοι μέσα σε αυτό το πλαίσιο, αφού κάνουν τα πάντα -ακόμα και το ψηφιακό σεξ- μέσα από το ίντερνετ ενώ παράλληλα συνεχίζουν να είναι δημοφιλείς (cool) στους συνομήλικούς του» τονίζει ο Αχιλλέας Ρούσος. «Κάπου εκεί, συνήθως, οι πιο υποψιασμένοι γονείς αντιλαμβάνονται ότι τα πράγματα έχουν πάρει μια λάθος τροπή».
Το Instagram έχει πολύ μεγάλο potential να καταστρέψει πολλά πράγματα μέσα σου
Για τον Υπεύθυνο του Δικτύου Πρόληψης και Έγκαιρης Παρέμβασης, η νέα γενιά είναι απόλυτα «διασωληνωμένη» στο διαδίκτυο. Τα παιδιά μπαίνουν με βαριά και ενίοτε ασήκωτη ιντερνετική προίκα στην εφηβεία. Τι μπορεί όμως να κάνει ένας γονιός για αυτό; «Ο δικός μας ρόλος ως ΚΕΘΕΑ είναι να βρούμε τον τρόπο για να διαμορφωθούν οι κατάλληλες συνθήκες που θα ενισχύσουν το παιδί προς την κατεύθυνση της εξωτερίκευσης και των ζωντανών σχέσεων. Δεν είναι κάτι εύκολο ενώ η “συνεργασία” με τους γονείς αποτελεί το άλφα και το ωμέγα».
Κλείνοντας τη συζήτησή μας, ρωτάω τον Αχιλλέα Ρούσο για το ποια είναι, εν τέλει, η αλήθεια που ισχύει γύρω από την υπερέκθεση στο ίντερνετ από τις νεαρές ηλικίες: «Κοίτα, θα στο πω ανοιχτά: Δεν υπάρχει ο κακός έμπορος ή το κακό κομπιούτερ που έρχεται να μας πάρει το μικρό και αθώο παιδί. Υπάρχει κάποια οικογενειακή δυσλειτουργία, μια κατάσταση που ζητά να καλυφτεί από κάποιον εξωτερικό παράγοντα – εκεί είναι που εμφανίζονται και οι σοβαροί εθισμοί».
Κίνδυνοι και λύσεις
«Νομίζω η πιο σωστή αναλογία, τουλάχιστον στη δική μου περίπτωση, είναι το κάπνισμα» αναφέρει ο Γιάννης Μαυρογιώργος για το δικό του διαζύγιο με τα social media. «Ας πούμε, για παράδειγμα, είσαι συστηματικός καπνιστής, έχεις περάσει πολλά χρόνια της ενήλικης ζωής σου καπνίζοντας αλλά τελικά, κάποια στιγμή, το κόβεις. Ακόμα κι αν ξέρεις ότι αυτό που έκανες είναι το σωστό για τη ζωή και την υγεία σου, υπάρχουν σίγουρα στιγμές που σου λείπει, έτσι δεν είναι;»
Τα κοινωνικά δίκτυα μοιάζουν πολύ μεταξύ τους αλλά δεν είναι το ίδιο. Λίγο έως πολύ, έχουν τους δικούς του κανόνες, τους δικούς τους ήρωες, τους δικούς τους villains. Πώς όμως κρίνει την τοξικότητα αυτών των μέσων, από μακριά πια, ο 40χρονος strategic planner; «Tην τοξικότητα του Twitter θα ήθελε πολύ να την έχει κατοχυρώσει ο Marc Zuckerberg, αλλά δεν γίνεται, αφού η μαζικότητα του Facebook κατεβάζει τον μέσο όρο, μιας και ο μέσος άνθρωπος δεν είναι τοξικός. Εχω όμως την εντύπωση ότι αν είσαι στην εφηβεία σήμερα, το Instagram έχει πολύ μεγάλο potential να καταστρέψει πολλά πράγματα μέσα σου, γιατί δημιουργεί αυτό το πλαίσιο συνεχούς σύγκρισης -τι κάνουν οι όμοιοι σου, πώς μοιάζουν, τι φοράνε, πόσα likes μάζεψαν- που είναι δύσκολο να το χειριστείς».
Μήπως υπάρχει κίνδυνος τα παιδιά να σκοτώσουν κάτι μέσα τους χρησιμοποιώντας τα social media; «Με τη σύντροφο μου, έχουμε μια κόρη πέντε χρονών, και με τρομάζει η συζήτηση που νομοτελειακά θα κάνουμε με την μικρή σε 5-6 χρόνια για τα κοινωνικά δίκτυα, και τι σημαίνουν, και πώς δουλεύουν και πώς ζεις μέσα τους» αναφέρει, φανερά προβληματισμένος, ο Γιάννης Μαυρογιώρος.
Χωρίς social media, η ζωή είναι σε μεγάλο βαθμό απαλλαγμένη από την κατασκευασμένη οργή
«Η υπερέκθεση δεν αφορά μόνο τη διάρκεια, τον χρόνο δηλαδή χρήσης των social media, αλλά κυρίως τη σημασία και το νόημα που παίρνει για τη ζωή του ατόμο: αν ζει για αυτά, αν ζει σε αυτά, ή αν τα χρησιμοποιεί δημιουργικά» σημειώνει η ψυχοθεραπεύτρια Κορίνα Θωμαΐδου. Πιο πριν μου έχει τονίσει τους κινδύνους: από τη σταδιακή απόσυρση του ενδιαφέροντος από την πραγματική ζωή (εργασία, ερωτικές οικογενειακές σχέσεις, χόμπι) μέχρι και την ακραία σε κάποιες περιπτώσεις ολική απο-επένδυση της αυτό-φροντίδας (να μη θες να σηκωθείς από το κρεβάτι, να μη θες να πλυθείς).
Υπάρχει άραγε κάποιος φως στο τούνελ; «Η υπερέκθεση στα κοινωνικά μέσα δικτύωσης μπορεί να είναι για κάποιον (είτε παιδί, είτε έφηβο, είτε ενήλικα) εθισμός και εξάρτηση, για κάποιον άλλον ένας τρόπος να αντιμετωπίσει μια απώλεια ή να λειτουργήσουν ως χώρος διαφυγής μακριά από μια δύσκολη πραγματικότητα ή να καλύπτουν κάποιες σημαντικές ανάγκες για τον ίδιο και η λίστα μπορεί να συνεχίζεται σε συνάφεια με βάση την υποκειμενικότητα του καθενός». Πώς μπορεί να βοηθήσει η ψυχοθεραπεία σε αυτόν τον τομέα; «Τα εργαλεία της ψυχοθεραπείας με ψυχαναλυτικό πρίσμα είναι ο λόγος και το σώμα που φέρει ο καθένας σε αυτά. Θα βοηθήσουν, λοιπόν, αυτόν που τους απευθύνεται να αρθρώσει το αίτημά του, να μπορέσει να βρει τη θέση του σε σχέση με την ιστορία του για να καταφέρει, εν τέλει, μέσω αυτής της διαδρομής να δοθεί ένα νόημα και να γίνει δημιουργικός στη ζωή του».
Πώς είναι να ζεις χωρίς socia media;
Πέντε ώρες χωρίς Facebook και Instagram, πέντε ώρες πιο κοντά στην ελευθερία; Αν θέλουμε να πιστέψουμε στις εύκολος λύσεις τότε, ναι, το πρόσφατο blackout μας έδειξε τον δρόμο. Μήπως όμως δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα;
«Χωρίς social media λοιπόν, η ζωή σου είναι σε πολύ μεγάλο βαθμό απαλλαγμένη από την κατασκευασμένη οργή (αν ο Noam Chomsky έγραφε ποτέ βιβλίο για τα social θα το έλεγε Manufacturing Outrage, είμαι σχεδόν σίγουρος) των timelines, μια οργή τελετουργική και επιτελεστική, μια οργή όσο ψεύτικη είναι τα “κλαίω” και τα “lol”, γιατί αδυνατώ να φανταστώ ότι οι πραγματικοί άνθρωποι είναι τόσο έξαλλοι με τα πάντα και συνέχεια όσο οι περσόνες τους» λέει, χαρακτηριστικά, ο Γιάννης Μαυρογιώργος, όταν τον ρωτώ πώς είναι να ζεις στον 21ο αιώνα χωρίς να διατηρείς μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Πιο πρακτικά, λοιπόν, τι κάνει πια σε καθημερινή βάση ένας άνθρωπος χωρίς social media; «Αναγκάζεσαι να ξαναδιαβάσεις ειδήσεις, γιατί χωρίς timeline, κάποιος πρέπει να κάνει το curation της επικαιρότητας κι αυτό σημαίνει ότι μπορείς να κάνεις ξανά εσύ ο ίδιος μια στάθμιση στο τι είναι σημαντικό, τι εφήμερο και τι πραγματικά ασήμαντο».
Όλα καλά μέχρι εδώ. Ή μήπως όχι; «Υπάρχει όμως και μια πολύ σημαντική απώλεια, κι αυτή έχει να κάνει με το ότι δεν έχεις πια πρόσβαση στη χαρά των ανθρώπων γύρω σου. Ναι, δεν μαθαίνεις τις “κακές” τους απόψεις (δεν είναι κακές, απλά είναι διαφορετικές από τις δικές σου) αλλά με τον ίδιο τρόπο δε μαθαίνεις ότι πήραν σκυλί, πήγαν διακοπές, πήραν προαγωγή, παραιτήθηκαν από τη φρικτή τους δουλειά, γνώρισαν μια πολύ όμορφη κοπέλα, άκουσαν έναν φανταστικό δίσκο, είδαν μια απύθμενη βλακεία στο Netflix».
Δημιουργείται, λοιπόν, κάποιο κενό στη ζωή σου; «Μερικές φορές, όταν έχεις αυπνία, σου λείπει όλο αυτό» λέει κλείνοντας ο Γιάννης Μαυρογιώργος.
Γιατί, όντως, τι κάνουμε όταν δεν μπορούμε να κοιμηθούμε τα βράδια; Σκρολάρουμε τα timelines ασταμάτητα στο κινητό. Όπως, δηλαδή, προσωπικά κάνω κάθε περίπου δύο λεπτά – σε τέτοιο βαθμό ώστε πολύ δύσκολα να μπορώ να φανταστώ πια τον εαυτό μου χωρίς social media.