Θα καταφέρουμε να ταξιδέψουμε ξανά όπως πριν;
Τέσσερις άνθρωποι που έχουν συνδέσει τη ζωή τους με το ταξίδι μάς μιλούν για το παρόν και το μέλλον του αλλά και τις προσωπικές τους εμπειρίες.
- 18 ΑΠΡ 2021
Όταν τα νοσοκομεία γεμίζουν και τα αεροδρόμια αδειάζουν, ξέρεις ότι τίποτα δεν είναι κανονικό. Αυτή είναι δυστυχώς η συνθήκη που βιώνουμε μέσα σε αυτή τη χρονιά της πανδημίας. Το ερώτημα που προκύπτει σχεδόν επιτακτικά και δεν ξέρω πια αν ψάχνει απάντηση ή αν είναι ακόμα μία έκφραση απόγνωσης ή έστω ελπίδας είναι «πότε θα γίνουν πάλι όλα κανονικά;». Όσα υπονοούνται σε αυτό είναι πάρα πολλά. Πότε θα μπορέσουμε να δούμε την παρέα μας χωρίς φόβο ότι κολλήσαμε; Πότε θα μπούμε σε ένα κλειστό μαγαζί γεμάτο κόσμο; Πότε θα πάμε σε live να δούμε παρέα με πολύ κόσμο την αγαπημένη μας μπάντα; Τελικά, πότε θα ξεκινήσουμε να ταξιδεύουμε ως άνθρωποι;
Πλέον όμως τα πράγματα αλλάζουν. Η ελπίδα του εμβολίου είναι μπροστά μας και η προοπτική των ελεύθερων ταξιδιών δεν είναι τόσο μακρινή όσο ήταν πριν από έναν χρόνο. Ούτως ή άλλως αυτή η έκτακτη συνθήκη θα τελειώσει. Εκτός από το πότε, λοιπόν, το θέμα περιστρέφεται πια και γύρω από το πώς.
Προσπαθώντας να σκιαγραφήσουμε λίγο αυτό το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του ταξιδιού μιλήσαμε με ανθρώπους που το έχουν συνδέσει με την ίδια τους τη ζωή. Το προσωπικό τους βίωμα από όλη αυτή τη συνθήκη αλλά και το πώς βλέπουν τον εαυτό τους και το μέλλον μας την επόμενη φορά που θα ταξιδέψουμε κανονικά.
«Μου έλειψαν οι μεγάλες πόλεις με τους κανονικούς τους ρυθμούς»
Ο Φώτης Βαλλάτος είναι μεταξύ άλλων δημοσιογράφος, travel editor του περιοδικού Blue της Aegean Airlines και ένας από τους ανθρώπους εκείνους που έχουν συνδέσει τη ζωή τους με το ταξίδι και όχι μόνο για λόγους επαγγελματικούς. Με expertise στον χώρο της εστίασης και βαθιά γνώση του πώς ταξιδεύει ο άνθρωπος της εποχής μας. Ήταν ο πρώτος με τον οποίο μίλησα για αυτό το θέμα. Τον ρώτησα πρώτα από όλα πότε ήταν η τελευταία φορά που ταξίδεψε και ήταν όλα κανονικά. «To τελευταίο ταξίδι στο εξωτερικό που έκανα πριν το πρώτο lockdown ήταν στη Χώρα των Βάσκων απ’ όπου και γύρισα στις 5 Μαρτίου. Μετά, επίσης για λόγους επαγγελματικούς, έκανα ένα ταξίδι στην Καβάλα όπου εκεί με βρήκε το πρώτο, πιο χαλαρό lockdown που ξεκίνησε στις 14 Μαρτίου, πριν κλείσουν όλα στις 22 του ίδιου μήνα».
Καθ όλη τη διάρκεια του οδοιπορικού του στη Χώρα των Βάσκων δεν περίμενε σε καμία περίπτωση ότι τα πράγματα θα έπαιρναν την τροπή που τελικά πήραν. «Στο ταξίδι στο Μπιλμπάο δεν είχα νιώσει σε καμία περίπτωση ότι ερχόταν κάτι τόσο σαρωτικό. Έβλεπα κάποιες σκόρπιες μάσκες μεν, αλλά είχαμε ήδη μία εμπειρία με τον H1N1, SARS, οπότε κόσμος -ιδίως από την Ασία- με μάσκες στο αεροπλάνο και στο αεροδρόμιο ήταν μία σχετικά οικεία εικόνα για όποιον ταξίδευε συχνά τα τελευταία 10-15 χρόνια. Το τρομερό είναι ότι λίγο μετά, αφού γυρίσαμε, οι περιοχές ακριβώς που είχαμε επισκεφτεί ήταν από τα μέρη που αποτέλεσαν επίκεντρο της διασποράς του ιού στην Ισπανία».
Έχει κάνει αρκετά ταξίδια -κυρίως για επαγγελματικούς λόγους- με αεροπλάνο στην περίοδο της πανδημίας και η εικόνα που τον στιγματίζει κάθε φορά είναι τα άδεια αεροδρόμια. «Στους άδειους χώρους των αεροδρομίων, αποτυπώνεται εμφατικά το γεγονός ότι τα ταξίδια βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα της πανδημίας. Οι μάσκες, οι αποστάσεις, οι περιορισμοί της κυκλοφορίας είναι μέτρα που έχουν μπει πια στην καθημερινότητά μας και τα έχουμε συνηθίσει σε ένα βαθμό, αλλά κάθε φορά που φτάνω σε ένα άδειο αεροδρόμιο το σοκ είναι μεγάλο».
Σε ποια χώρα επέλεξε να πάει για πρώτη φορά μετά την έναρξη της πανδημίας;. «Το πρώτο ταξίδι που έκανα στο εξωτερικό μετά την έναρξη της πανδημίας ήταν ένα οδοιπορικό στην Αλβανία, τον Οκτώβριο, το οποίο ήταν μάλιστα για αναψυχή και όχι για δουλειά. Εκεί τότε δεν υπήρχε lockdown και έζησα για μερικές ημέρες ένα παράθυρο ταξιδιωτικής κανονικότητας».
Η τελευταία ερώτηση που του κάνω βγάζει από το παιχνίδι τον κορονοϊό. Αν με ένα μαγικό τρόπο η πανδημία τελείωνε αύριο το μεσημέρι, πού θα τον έβγαζε ο δρόμος του; Θα προτιμούσε μία μητρόπολη ή ένα χωριό στη μέση του πουθενά; «Η επαφή με τη φύση δε μου έχει λείψει τόσο πολύ. Όχι επειδή δεν μου αρέσει αλλά επειδή όλοι λίγο ή πολύ τη διατηρήσαμε (βλέπε ελληνικό καλοκαίρι) τουλάχιστον πριν το δεύτερο lockdown. Αυτές που πραγματικά μου λείπουν – παρόλο που τις έχω επισκεφθεί πολλές φορές για επαγγελματικούς λόγους – είναι οι μεγάλες πόλεις, όπως το Παρίσι ή το Λονδίνο. Η πολιτιστική και γαστρονομική τους κουλτούρα, η βουή των δρόμων, τα εστιατόρια, τα μπαρ, οι συναυλίες. Θα ήθελα να διακτινιστώ σε ένα Παρίσι χωρίς lockdown και να πηγαίνω όλη ημέρα από bistro σε bistro και από μουσείο σε μουσείο».
«Με έχει πληγώσει αυτό που ζούμε»
Η Άννα Παπαθανασίου μεταξύ άλλων είναι μουσικός (μέλος της heavy rock μπάντας Puta Volcano) και εικαστικός. Το να ταξιδεύει τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό είναι κάτι που συνδέεται άμεσα με τη δουλειά της. Όχι απαραίτητα ως αυτοσκοπός αλλά ως μέσο προώθησης της δουλειάς της και επαφής με πολλούς από εκείνους στους οποίους αυτή απευθύνεται.
Είναι λογικό ότι όλα αυτά τα εμπόδια στο ταξίδι τής έχουν στοιχίσει σε πολλά διαφορετικά επίπεδα. «Έχουν ακυρωθεί πάνω από 30 ταξίδια μου μέσα στη χρονιά της πανδημίας. Με έχει πλήξει και στο μουσικό αλλά και στο εικαστικό κομμάτι. Όσον αφορά τους Puta Volcano, ακυρώθηκε η ευρωπαϊκή μας περιοδεία τον Απρίλιο και αρκετά dates το καλοκαίρι του ’20, αμέσως μετά την κυκλοφορία του ΑΜΜΑ. Στο εικαστικό κομμάτι, εκθέσεις μεταφέρονται από τρίμηνο σε τρίμηνο με αλλαγές εισιτηρίων, ακυρώσεις και καθυστερήσεις. Η δια ζώσης επαφή είναι αδύνατη κάτι που με κουράζει αφάνταστα στο πρακτικό, δημιουργικό κομμάτι».
Τη ρωτάω για τα τελευταία ταξίδια της, πριν έρθουν οι σαρωτικές αλλαγές της COVID-19. «Στη Νέα Υόρκη, μετά από πρόσκληση του Bob Wilson, στο Watermill Center, και λίγο αργότερα στη Λιθουανία, για τη συμμετοχή μου στην Μπιενάλε του Κάουνας. Προσπαθώ να θυμηθώ τι μου έχει μείνει ως επίγευση και η αλήθεια είναι πως η πρώτη εικόνα που βιώνω είναι η επαφή με πολύ κόσμο και η άγνοια του τι επρόκειτο να έρθει».
Η ίδια, σε αντίθεση με τον τρόπο που είχε δομήσει τη ζωή της μέχρι το 2020, δεν έχει καταφέρει να ταξιδέψει στο εξωτερικό. Τι είναι αυτό που της έχει λείψει περισσότερο; «Ναι μεν δεν είμαι σε διαρκή μετακίνηση αλλά από την άλλη νιώθω εγκλωβισμένη, μακριά από φίλους και συνεργάτες. Αυτό που μου λείπει όμως περισσότερο, το πιο χορταστικό πράγμα σε οποιοδήποτε ταξίδι, είναι η στιγμή που βρίσκομαι στο δρόμο παρατηρώντας την εικόνα που τρέχει στο παράθυρο του αυτοκινήτου. Ο χρόνος που βιώνεις τον εαυτό σε διαφορετικό τόπο».
Στο τέλος βάζω στην κουβέντα αυτό το πολυπόθητο «όταν». Τι πιστεύει ότι θα της αφήσει όλο αυτό που ζούμε γενικά αλλά και πιο συγκεκριμένα στον τρόπο που ταξιδεύουμε; «Πιστεύω πως ήδη δουλεύει μέσα μας το μετατραυματικό στρες. Με έχει πληγώσει αυτό που ζούμε. Γενικά δεν αγαπάω την απόσταση. Η σωματική απόσταση και η απότομη αλλαγή από το έξω στο μέσα, από τη βαβούρα στη σιωπή προέκυψαν κάθετα. Θεωρώ πως είμαστε προικισμένοι με βραχεία μνήμη βέβαια και ότι, όταν επέλθει η ασφάλεια, θα επιστρέψουμε σε μια νέα κανονικότητα. Ελπίζω και κοινωνικά υγιέστερη».
«Όταν απαλλαγούμε από το άγχος της μόλυνσης, το ταξίδι θα αποκτήσει πάλι την ουσία του»
Ο Αλέξανδρος Τσούτης είναι από τους ανθρώπους που έχουν ταξιδέψει κυριολεκτικά σε όλον τον κόσμο. Από τους πιο τουριστικούς προορισμούς στους πιο εναλλακτικούς αλλά και σε άλλους που σπάνια πατάει πόδι Δυτικού. Στο site του αλλά και στην προσωπική του σελίδα στο Instagram μπορείτε να παρακολουθήσετε ένα κομμάτι των ταξιδιών αυτών. Τα τελευταία ταξίδια που έκανε υπό κανονικές συνθήκες ήταν τα Χριστούγεννα του 2019 στη Μοζαμβίκη και στο Μαλάουι, όταν ακόμα όλα ήταν κανονικά.
Ήταν όμως από τους τυχερούς που κατάφεραν να συνεχίζουν να ταξιδεύουν και κατά τη χρονιά της πανδημίας. «Ταξιδεύω στην περίοδο της άδειάς μου και ευτυχώς κατάφερα να πραγματοποιήσω ταξίδια ακόμα και μέσα στη COVID εποχή. Το καλοκαίρι του 2020 ταξίδεψα στην Ισλανδία που ήταν υγειονομικά ιδανικός προορισμός λόγω πληθυσμιακών δεδομένων και υποχρεωτικού COVID test κατά την είσοδο, κάτι που στην Ελλάδα δεν εφαρμοζόταν ακόμα. Τα μέτρα δεν ήταν το ίδιο επαρκή σε κάποιες χώρες της κεντρικής Ευρώπης που επισκέφτηκα στη συνέχεια».
Υπήρχαν όμως και φορές που ο ίδιος δεν ένιωσε ασφαλής στα ταξίδια του: «Τα περασμένα Χριστούγεννα ταξίδεψα στο πολύπαθο Αφγανιστάν, όπου η πλήρης αγνόηση του ιού και των μέτρων προστασίας πρόσθεσαν ένα επιπλέον άγχος στον εμπόλεμο και επικίνδυνο αυτόν προορισμό. Τη μέρα της επιστροφής από την Καμπούλ, το αρνητικό αποτέλεσμα του τεστ με γέμισε ανακούφιση. Μιας και ταξιδεύω ανεξάρτητα σε τόπους δύσκολους πιστεύω ότι, όταν θα απαλλαγούμε από το άγχος της μόλυνσης, τα κλειστά σύνορα και τους τόσους περιορισμούς, το ταξίδι θα αποκτήσει και πάλι την ουσία του και θα προσφέρει τα μέγιστα στον ψυχικό μας πλούτο».
Δεν μπορούσα να μη ρωτήσω και για το μέλλον των δικών του ταξιδιών. Ο ίδιος μου λέει ότι θέλει πολύ να επισκεφτεί κάποιες απομονωμένες φυλές στον Αμαζόνιο, όταν φυσικά θα είναι σίγουρος ότι δε θα μεταφέρει τον ιό εκεί. «Έχω την αίσθηση πως οι τηρούμενες αποστάσεις θα μας γίνουν συνήθεια, όμως θα περάσει καιρός μέχρι να αγκαλιάσουμε πάλι τα παιδιά της Αφρικής, να σφίγγουμε χωρίς δεύτερη σκέψη το ροζιασμένο χέρι των πρεσβυτέρων, να πίνουμε από την ίδια βρόμικη κολοκύθα με τα μέλη μιας φυλής».
«Μάλλον δεν θα επιστρέψουμε ποτέ στο 2019 και αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό»
Η Μαρία Κόφου είναι full time traveller και travel blogger με μεγάλη εμπειρία και γνώσεις στον χώρο του τουρισμού. Στη σελίδα της στο Instagram θα βρείτε πολλές από τις ιστορίες των ταξιδιών της. Έκανα και σε εκείνη το ερώτημα για το τελευταίο ταξίδι που έκανε χωρίς μάσκες και άγχος. «Στα τέλη Φεβρουαρίου όπου είχα πάει και λόγω μίας EXPO τουρισμού στο Tel-Aviv. Δε θα ξεχάσω ότι σκεφτόμουνα, επειδή έπρεπε να χαιρετήσω κόσμο μέσα στο συνέδριο, πώς θα το κάνω. Δίνω χέρι ή δε δίνω; Φοράω μάσκα; Ποιες είναι οι αποστάσεις που πρέπει να κρατήσω; Άκουγες έναν βήχα, το σκεφτόσουν αλλά μετά έλεγες δεν μπορεί, είναι μακριά».
Μιλήσαμε λίγο αφότου είχε γυρίσει στην Ελλάδα από τη Ρώμη όπου είχε ταξιδέψει για επαγγελματικούς λόγους. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ταξίδευε με αεροπλάνο μέσα στην πανδημία. «Ήμουν στην πρώτη πτήση που είχε γίνει από Αθήνα σε Θεσσαλονίκη με το που ήρθε η άρση του lockdown τον Μάιο. Θυμάμαι ειδικά την πρώτη εκείνη πτήση. Ήμασταν όλοι με μάσκες, με κενές θέσεις και αποστάσεις. Στο αεροδρόμιο ήταν όλα κλειστά. Είχα σοκαριστεί. Βίωνα μία κατάσταση αποδόμησης».
Τα πράγματα από ένα σημείο και μετά πήραν τον δρόμο τους. «Αργότερα και λόγω δουλειάς έκανα διάφορα ταξίδια στην Ιταλία, την Κύπρο και το Παρίσι. Από ένα σημείο και μετά ένιωθες ότι όλα είχαν μπει σε μία τροχιά, ξέραμε τι πρέπει να κάνουμε. Το πρωτόκολλο ήταν πια γνωστό σε όλους. Γενικά, πάντως, οι διαδικασίες συνεχίζουν να είναι πολύ περίπλοκες. Νιώθεις μεν, πολύ ασφαλής αλλά είναι πάρα πολύ δύσκολο να κανονίσεις ένα ταξίδι: Η χαρτούρα, τα τεστ, οι καραντίνες».
Δε στερήθηκε, όπως μου τονίζει, την ίδια τη διαδικασία του ταξιδιού παρόλο που υπάρχουν πράγματα που της λείπουν. «Μάλλον μου έχει λείψει πολύ αυτός ο αυθορμητισμός του ταξιδιού. Τα φτηνά αεροπορικά και το εύκολο κανόνισμα. Έμπαινες, έκλεινες χωρίς δεύτερη σκέψη σε έναν προορισμό. Χωρίς πολλά-πολλά. Η χαλαρότητα που είχαμε πριν στο πώς ταξιδεύαμε δεν υπάρχει πλέον».
Η Μαρία είναι άνθρωπος που παρακολουθεί και ξέρει πολύ καλά τις τάσεις του τουρισμού. Τη ρωτάω αν πιστεύει ότι θα γυρίσουμε ποτέ σε αυτό που ξέραμε πριν. «Στη συνθήκη που ήμασταν το 2019, όπως ακριβώς ήταν, δε νομίζω ότι θα φτάσουμε. Μπορεί να συνεχίσουμε να ταξιδεύουμε όσο πριν αλλά περνάμε σε άλλη φάση πια. Ως ταξιδιώτες θα ζητάμε πιο συγκεκριμένα πράγματα στο κομμάτι της ασφάλειας και της καθαριότητας. Δεν μπορώ επίσης να διανοηθώ ότι δεν θα χρησιμοποιούμε μάσκες στα μεταφορικά μέσα. Και μόνο που το συζητάμε τώρα, με αγχώνει ως ιδέα».
Μπορεί να μοιάζει εξαρχής μία απαισιόδοξη πρόβλεψη αλλά δεν είναι απαραίτητα. «Δεν είναι απαραίτητα κακό. Μπορεί να υπάρξει όμως μία άλλη νέα κατάσταση που να είναι εξελιγμένη. Είτε αφορά το κομμάτι της εστίασης είτε εκείνο των ξενοδοχείων είτε ακόμα και των αεροπορικών. Το πιθανότερο πάντως είναι να υπάρξει μία μεγαλύτερη στροφή προς ό,τι έχει να κάνει με τη φύση και τον οικοτουρισμό. Δηλαδή λίγο λιγότερος τουρισμός σε πόλεις και πυκνοκατοικημένες περιοχές και λίγο περισσότερος κοντά στη φύση. Θα αυξηθεί επίσης και το ταξίδι με τρένο, που και εγώ προσωπικά τα λατρεύω».