Την απιστία τη συγχωρεί μόνο ο Θεός (και αν)
- 29 ΜΑΙ 2016
Σε έναν ιδανικό κόσμο, το κέρατο θα μπορούσε να παρομοιαστεί με τη σκηνή από το Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι που όλοι αλληλοκαληνυχτίζονται επί περίπου ένα τέταρτο, τρισευτυχισμένοι. ‘Καληνύχτα Λώρα‘, ‘καληνύχτα πατέρα‘, ‘καληνύχτα Μαίρη‘, ‘καληνύχτα πατέρα‘ και ούτω καθεξής. Το κέρατο στα χρόνια της χολέρας ωστόσο, ευτυχώς, για να λέμε και του στραβού το δίκιο, παρομοιάζεται κατά βάση με πιο σκληρές εικόνες. Από τη Διάσωση του Στρατιώτη Ράιν, από το Oldboy, από το Saw το σκέτο γιατί τα υπόλοιπα δεν παλεύονταν.
Τέλος πάντων, αφήνω τον κινηματογράφο στο Δημητρόπουλο και επιστρέφω στο θέμα που με βασανίζει, εδώ και πολλά χρόνια. Προσοχή στο ρήμα, παρακαλώ. Είναι βασανίζει, ταλανίζει αν θέλεις και όχι εκνευρίζει. Γιατί η αλήθεια είναι πως παρά το γεγονός ότι συμφωνώ μέχρι τελευταίας τελείας με τον Γιώργο Φράγκου για την απιστία που δεν μαγκιά, αλλά αυτοταπείνωση, δεν μπορώ να μην δώσω το ελαφρυντικό του ‘αυτά συμβαίνουν και στις καλύτερες οικογένειες’ και να διστάζω να κράξω – κριτικάρω με βαθμό Ιάσονα Τριανταφυλλίδη κάποιον που θα την κάνει την κουτσουκέλα του.
Δεν θα πω το κλισέ ότι ‘η ζωή είναι μικρή και οι πειρασμοί πολλοί’. Όχι ότι είναι πέρα για πέρα λάθος, αλλά αρκετά κλισέ μαζέψαμε σε μία εβδομάδα. Η απιστία, είτε το θέλουμε είτε όχι όμως είναι μία κατάσταση η οποία μπορεί να συμβεί. Για τους όποιους λόγους. Η δική μου βασική απορία δεν είναι οι λόγοι αυτοί καθεαυτοί. Ο δικός μου προβληματισμός, είναι τι γίνεται άπαξ και συμβεί.
Τι κάνεις.
Στην αρχή, ναι, τα σπας, την βρίζεις ή σε βρίζει, αντίστοιχα και αναλόγως την παιδεία αλλά και την αυτοεκτίμηση του καθενός το πράγμα μπορεί να παρεκτραπεί πανεύκολα και από κομεντί να μετατραπεί σε ριάλιτι σόου του Αντρέα Μικρούτσικου (fyi: Αντρέα, σ αγαπάμε και μας λείπεις). Σε αυτό το σημείο, θέλω να βάλω μία άνω τελεία και να πω ότι με τα χρόνια, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι τελικά, αυτό το ξεκατίνιασμα σε τέτοιες περιπτώσεις είναι ίσως ένας από τους καλύτερους χειρότερους τρόπους για να λήξει μία σχέση στην οποία πλέον δεν είναι δύο αλλά τρεις. Ή παραπάνω.
Επιστρέφω όμως στο πρώτο κομμάτι για να συνεχίσω την ιστορία η οποία πάνω κάτω έχει την ίδια κατάληξη στο 90% των περιπτώσεων. Ο απατημένος, επιστρέφει. Σε μία μέρα, σε ένα μήνα, σε ένα χρόνο. Επιστρέφει. Γιατί δεν μπορεί να το ξεπεράσει. Όχι τόσο το γεγονός ότι έχασε τον άνθρωπό του, κακά τα ψέμματα αν ήταν όντως άνθρωπός του, δεν θα είχε φτάσει στο σημείο να κάνει αυτό που έκανε. Ο λόγος που το κάνει είναι κυρίως εγωιστικός. Και όχι, δεν τον κατηγορώ. Γιατί είναι φυσιολογικό, κατά μία έννοια. Όταν είσαι ένα με κάποιον, δύσκολα μπορείς να πιστέψεις ότι αυτός ο κάποιος έγινε ένα και με κάποιον άλλο.
Πολύ δύσκολα.
Θα μου πεις και με το δίκιο σου, άλλο το να κάνεις μία φορά σαν ένα ας το πούμε στιγμιαίο λάθος και να το μετανιώσεις και άλλο να το κάνεις 101 σαν τα σκυλιά της Δαλματίας.
Θα διαφωνήσω, όμως. Αρχικά, να επισημάνω ότι στιγμιαίο είναι μόνο το λάθος του Πασχάλη. Κατά τα άλλα, όσο και αν θέλω να μην είμαι αυστηρή, δεν μπορώ να παραβλέψω το γεγονός ότι κάτι πρέπει να συνέβη για να υπάρξει έστω και αυτό το ένα συμβάν. Οι τρίτοι άνθρωποι εμφανίζονται όταν βρουν χώρο και αυτό το κλισέ, με συγχωρείς αλλά δεν μπορώ να το φάω. Κινούμενη σε αυτό το πλαίσιο σκέψης λοιπόν, αδυνατώ να διαχωρίσω τις απιστίες σε αριθμούς. Γιατί άπαξ και έγινε έστω και μία φορά, θεωρώ ότι κάτι δεν πάει καλά. Στη σχέση, προφανώς. Άσε που, δεν είμαι και καθόλου σίγουρη αν αυτός (ή αυτή) που έφτασε στο σημείο να το κάνει μία φορά και λάβει το συγχωροχάρτι από το έτερον ήμισυ, την επόμενη φορά που θα του δοθεί η ευκαιρία να ξανακάνει το ‘λάθος’, θα πει ‘όχι, ευχαριστώ’. Μπορεί και να το πει. Μπορεί όμως και όχι.
Αυτό ακριβώς το μπορεί είναι που με βασανίζει στο θέμα της απιστίας και δεν μπορώ να αποφανθώ αν τελικά, υπάρχει λόγος να δώσεις την άφεση αμαρτιών που σίγουρα, σίγουρα μέσα σου θα είναι το πρώτο πράγμα που θα σκεφτείς να κάνεις. Γιατί τη* θέλεις, γιατί δεν το περίμενες και γιατί όπως έγραψα και παραπάνω, δεν μπορείς να πιστέψεις ότι αυτό το κορμάκι που ήταν δικό σου, το άγγιζε και άλλος.
*Βάζω γυναίκα στο ρόλο της άπιστης γιατί είμαστε στο Oneman και όχι γιατί πιστεύω ότι άλλο η γυναίκα άλλο ο άντρας. Εφόσον μιλάμε για απάτη, το ίδιο πράγμα είναι και στα δύο φύλα. Και άσε αυτά τα η ‘γυναίκα είναι εγκεφαλική’ και τις τρίχες τις κατσαρές.
Όμως, αλήθεια και με το χέρι στην καρδιά, έστω ότι εκείνη δεν το ξανακάνει και ότι πραγματικά, το έχει μετανιώσει. Εσύ με ποιον τρόπο θα καταφέρεις αφενός να ξεπεράσεις αυτό με το κορμάκι που λέγαμε παραπάνω και αφετέρου πώς θα την εμπιστευθείς ξανά; Από την άλλη, εκείνη πόσο δύσκολα θα πρέπει να περάσει για να κερδίσει την εμπιστοσύνη σου και τούμπαλιν, πώς θα πείσει τον εαυτό της ότι δεν θα κάνεις και εσύ κάτι αντίστοιχο για να είστε πάτσι ή τέλος πάντων για να νιώθεις καλύτερα με τον εαυτό σου.
Και το κυριότερο όλων, για ποιο λόγο να μπεις σε όλην αυτή τη διαδικασία; Και εσύ και αυτή.
Δεν θέλω να γίνομαι απαισιόδοξη, ειδικά με κάτι που σίγουρα όταν συμβαίνει τους πονάει και τους δύο. Ναι, καλά διάβασες και τους δύο. Αυτός που απατάει δεν είναι σε θέση ισχύος. Το αντίθετο θα έλεγα. Είναι τόσο ανασφαλής που δεν μπορεί να διαχειριστεί όλο αυτό που του συμβαίνει. Όμως θέλω να σε ρωτήσω κάτι και να μου απαντήσεις με το χέρι στην καρδιά: Πιστεύεις στα αλήθεια ότι όταν δύο άνθρωποι είναι καλά μαζί, μπορούν μεταξύ τους να χωρέσουν ανασφάλειες;
Αυτό ακριβώς σκέφτομαι και εγώ. Δεν μπορούν. Και ούτε πρέπει.
Το μόνο που πετυχαίνεις ουσιαστικά, με το να επιστρέφεις σε μία σχέση που έπαψε να υπάρχει το ‘οι δυο μας’ είναι να δώσεις μία παράταση στη μιζέρια που κάπως, κάπου, κάποτε, άρχισε να δημιουργείται και να κληθείς να την αντιμετωπίσεις όταν πια θα έχει φτάσει σε τρομακτικά μεγάλα επίπεδα. Γιατί θα χωρίσεις. Αργά ή γρήγορα. Καλά ή άσχημα.