Τι συμβαίνει με τους λύκους στην Πάρνηθα
Τα τελευταία χρόνια οι εμφανίσεις των μεγάλων σαρκοφάγων είναι όλο πιο συχνές στο βουνό της Αττικής. Το συμβάν με την επίθεση σε κουτάβι οικογένειας στο καταφύγιο Μπάφι σήμανε συναγερμό. Ζητήσαμε από τις αρμόδιες οργανώσεις να ρίξουν φως σε ένα θέμα που κινδυνεύει να βουλιάξει στην ομίχλη των fake news και των υπερβολών.
- 13 ΙΑΝ 2022
«Τρέξτε συγχωριανοί! Ένας λύκος τρώει τα πρόβατά μου. Βοήθεια! Λύκος!”. Αλλά αυτή τη φορά αν και οι χωρικοί άκουγαν τις φωνές του, δεν έτρεξαν για να τον βοηθήσουν όπως πριν. “Δεν μπορεί να μας ξεγελάσει πάλι” είπαν. Ο λύκος σκότωσε πολλά από τα πρόβατα του ψεύτη βοσκού και στη συνέχεια χάθηκε στο δάσος» διαβάζουμε στον διάσημο μύθο του Αισώπου. Το σαρκοφάγο θηλαστικό πάντα γοήτευε τη φαντασία των ανθρώπων – άλλοτε ως σύμβολο δύναμης και άλλοτε ως μία απειλητική παρουσία.
Ο λύκος υμνήθηκε, έγινε μύθος, παραμύθι και τραγούδι πριν κυνηγηθεί φανατικά και στα όρια της εξαφάνισης σε πολλές περιοχές της Ευρώπης. Τώρα, μετά από χρόνια, κάνει ξανά αισθητή την παρουσία του σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας – ακόμα και στην Πάρνηθα, μία ανάσα από την Αθήνα. Το πρόσφατο συμβάν με την επίθεση λύκου σε κουτάβι οικογένειας κοντά στο καταφύγιο Μπάφι σήμανε συναγερμό. Τι συμβαίνει και ποιος ευθύνεται για το τραγικό συμβάν;
Το ζήτημα δεν είναι ούτε απλό, ούτε μονόπλευρο. Αν κάτι μας μαθαίνει ο μύθος του Αισώπου είναι ότι η εγκληματική αμέλεια οδηγεί σε εκρηκτικές καταστάσεις. Για αυτό ζητήσαμε από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις που ερευνούν τους λύκους να ρίξουν φως στο ζήτημα με σκοπό να ξεδιαλύνουν την ομίχλη από fake news που έχει δημιουργηθεί.
Άλλωστε πόσοι από εμάς γνωρίζαμε ότι υπήρχε σημαντικός αριθμός μεγάλων σαρκοφάγων στην Πάρνηθα πριν από την πρόσφατη επίθεση;
Η μεγάλη επιστροφή των λύκων στην Αττική
«Μιλώντας με ηλικιωμένους κατοίκους των γύρω από την Πάρνηθα χωριών καταλάβαμε ότι ο λύκος δεν υπήρχε ούτε σαν ανάμνηση» αναφέρει ο Γιώργος Γιαννάτος, επιστημονικός υπεύθυνος της ΜΚΟ Βιόσφαιρας, που έχει ασχοληθεί εκτενώς με την επανεμφάνιση του ζώου στο βουνό της Αττικής. Μάλιστα, μας τόνισε ότι μπορούμε να πούμε με σιγουριά πως οι λύκοι απουσίαζαν από την περιοχή για τουλάχιστον 60 χρόνια τώρα. Πώς όμως επανήλθαν;
«Η επανάκαμψη του λύκου στην περιοχή της Πάρνηθας και την ευρύτερη περιοχή ερμηνεύεται αποκλειστικά και μόνο με τη διαδικασία της φυσικής επαναποίκισης από άτομα του είδους σε διασπορά, η οποία έχει ξεκινήσει εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες, με τη σταδιακή επανεμφάνιση λύκων σε περιοχές της πρότερης κατανομής του είδους στη Στερεά Ελλάδα» έρχεται να εξηγήσει σε επιστημονικό τόνο η ΜΚΟ ΚΑΛΛΙΣΤΩ, μέσω του υπεύθυνου επικοινωνίας Γιώργου Θεοδωρίδη.
Στη συνέχεια γίνεται πιο συγκεκριμένος: «Η φυσική δάσωση σε μεγάλες εκτάσεις της ημιορεινής και ορεινής ζώνης, που ακολούθησαν τη σταδιακή εγκατάλειψη της υπαίθρου και την ορθολογικότερη διαχείριση των δασών, η βελτίωση του νομικού καθεστώτος προστασίας του λύκου και της αρκούδας, και η επανάκαμψη των οπληφόρων, όπως ο αγριόχοιρος και το ζαρκάδι στην Ηπειρωτική Ελλάδα και το ελάφι στον Εθνικό Δρυμό της Πάρνηθας, αποτέλεσαν τις βασικότερες αιτίες για τη σταδιακή επανάκαμψη του είδους σε περιοχές όπου είχε παλιότερα εξαφανισθεί».
Κάπως έτσι, τελείως ξαφνικά για εμάς του απλούς πολίτες που έχουμε ελάχιστη σχέση με τη φύση, η άγρια πανίδα εμφανίστηκε ξανά λίγα χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας. «Παρόμοια τάση επανάκαμψης των μεγάλων σαρκοφάγων θηλαστικών (αρκούδα, λύκος, λύγκας) καταγράφεται πλέον σε ολόκληρη την Ευρώπη, σύμφωνα με τα αποτελέσματα σχετικής έρευνας που δημοσιεύτηκε τον Δεκέμβριο του 2014 στο επιστημονικό περιοδικό Science και στην οποία συμμετείχε και η ΚΑΛΛΙΣΤΩ, παρέχοντας δεδομένα παρουσίας για τον λύκο και την αρκούδα στην Ελλάδα». Στα Αγγλικά υπάρχει ο σχετικός όρος rewilding – κάτι, δηλαδή, που οι Αθηναίοι βλέπουμε να πραγματοποιείται μπροστά στα μάτια μας τα τελευταία χρόνια.
«Παρατήρησα τέσσερα νεκρά ελάφια μεγάλου μεγέθους κοντά στον δρόμο» σημειώνει ο Γιώργος Γιαννάτος, αναφερόμενος στη στιγμή που συνειδητοποίησε ότι στην Πάρνηθα η αγέλη έχει μεγαλώσει πολύ. Έβλεπε υπολείμματα από ζώα που είχαν σκοτώσει οι λύκοι· μία οπλή, κόκαλα, κουφάρια. «Καθώς εξετάζαμε τη διατροφή τους παρατηρήσαμε ότι αυτή αποτελούταν κατά 70% από ελάφια, 20% από αγριόχοιρους, 8% από γίδες και λιγότερο από 1% από κατοικίδια – τα οποία δεν είναι απαραίτητο ότι τα σκότωσαν, αφού μπορεί να τα έβρισκαν πεθαμένα. Ο λύκος είναι οπορτουνιστής κυνηγός, τρώει ό,τι βρει εύκαιρο».
Πόσα μεγάλα σαρκοφάγα όμως υπάρχουν στην Πάρνηθα; «Τουλάχιστον 33 ζώα» ξεκαθαρίζει ο επιστημονικός υπεύθυνος της Βιόσφαιρας, τονίζοντας ότι πρόκειται για ένα πληθυσμό εξαπλάσιο ή και εφταπλάσιο ακόμα σε σχέση με άλλες ορεινές περιοχές της Ελλάδας που έχουν μελετηθεί εκτενώς. Καθώς όμως οι λύκοι αυξάνονταν και πληθύνονταν στην περιοχή, το ίδιο συνέβαινε και με τους επισκέπτες. Τα δύο χρόνια καραντίνας έστρεψαν τους Αθηναίους προς το βουνό και τα δάση. Η συνάντηση των ειδών ήταν αναπόφευκτη.
Τα τελευταία δύο χρόνια
«Χιλιάδες άνθρωποι και εκατοντάδες αυτοκίνητα έκαναν την εμφάνισή τους» συνεχίζει την αφήγησή του ο Γιώργος Γιαννάτος, πριν φωτίσει περισσότερο το ζήτημα: «Μιλάμε για ανθρώπους που έχουν πολύ μικρή εξοικείωση με τη φύση. Όλος αυτός ο κόσμος ήταν λογικό να δημιουργεί ακούσια τροφή για τους λύκους καθώς όλο και κάτι θα ρίξει κάτω. Έτσι, τα ζώα άρχισαν να συνηθίζουν τον θόρυβο και την ανθρώπινη παρουσία, ενώ αντιλήφθηκαν ότι όχι μόνο δεν κινδυνεύουν αλλά μπορούν και να επωφεληθούν βρίσκοντας εύκολα τροφή στα απορρίμματα που αφήνουν πίσω τους οι άνθρωποι».
Για τον επιστημονικό υπεύθυνο της Βιόσφαιρας, το κομβικό όμως σημείο ήταν άλλο: «Λίγο παλιότερα, οι περιοχές όπου παρατηρούσαμε αναπαραγωγική δραστηριότητα των ζώων ήταν σε απομακρυσμένα σημεία προς τα Δυτικά και τα Ανατολικά του βουνού. Λίγο καιρό όμως πριν είδαμε ότι αυτό συνέβαινε ακριβώς κάτω από το καταφύγιο στο Μπάφι». Δε χρειάζεται να έχει κανείς μεγάλη φαντασία για να καταλάβει ότι αργά ή γρήγορα θα είχαμε τις πρώτες πολύ στενές επαφές ανάμεσα στους επισκέπτες και τα ξαδέρφια των σκύλων.
Φυσικά, όσο αυτά συνέβαιναν, το ευρύ αθηναϊκό κοινό είχε απόλυτη άγνοια για τα τεκταινόμενα. Για τον Γιώργο Γιαννάτο οι φήμες που θέλουν φωτογράφους να προσελκύουν τους λύκους με τροφή για να τους φωτογραφίσουν είναι αβάσιμες. Σίγουρα, όμως, κανένας απλός επισκέπτης δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι απαγορεύεται να κάνεις βόλτα το σκυλί σου σε μία περιοχή που είναι χαρακτηρισμένη ως Εθνικό Πάρκο (σημαντική σημείωση: πολύ πρόσφατα, στις 23 Δεκεμβρίου, ο αντίστοιχος φορέας έπαψε να υπάρχει και συγχωνεύτηκε με τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής).
Οι επισκέπτες, βέβαια, έχουν ελάχιστες ευθύνες καθώς δεν υπάρχει σχεδόν καμία ενημέρωση. «Πρέπει να πω ότι όποτε φώναξα σε ανθρώπους με σκυλιά να προσέχουν γιατί υπάρχουν λύκοι, τότε εκείνοι αμέσως έβαζαν το λουρί στα κατοικίδιά τους» αναφέρει με νόημα ο επιστημονικός υπεύθυνος της Βιόσφαιρας. Αν λοιπόν υπήρχε η κατάλληλη ενημέρωση ίσως να μην είχε συμβεί ποτέ το τραγικό συμβάν με το κουτάβι.
Ελλείψεις, αστοχίες, κίνδυνοι
Το γεγονός ότι η Πάρνηθα φιλοξενεί πια πάνω από 30 λύκους, ελάφια και αγριόχοιρους είναι ένα πολύ αισιόδοξο σημάδι μέσα στο ζοφερό τοπίο της κλιματικής κρίσης. «Η επανεμφάνιση του λύκου στον Εθνικό Δρυμό Πάρνηθας με φυσικό τρόπο αποτελεί μία τεράστια ευκαιρία για την πολύπαθη Αττική και αποκαθιστά τη χαμένη για πολλές δεκαετίες περιβαλλοντική ισορροπία. Σε μία εποχή που οι απώλειες στη Φύση τείνουν να γίνουν συνήθεια, κατακτήσεις όπως αυτές θα πρέπει να διαφυλαχθούν και να ενδυναμωθούν με στόχο τη διατήρηση και την ενίσχυση της βιοποικιλότητας» αναφέρει χαρακτηριστικά ο Αρκτούρος, μέσω του υπεύθυνου επικοινωνίας Πάνου Στεφάνου.
Ποια όμως είναι η πραγματική σημασία των λύκων τόσο το περιβάλλον όσο και για εμάς; «Οι λύκοι είναι ένας πολύ σημαντικός κρίκος στην αλυσίδα της τροφικής πυραμίδας. Λόγω της θέσης τους στο μέσον αυτής αποτελούν τον συνδετικό κρίκο και εξασφαλίζουν την ισορροπία στο οικοσύστημα. Επιπλέον, συμβάλλουν στην προστασία και την υγεία των δασών. Χαρακτηρίζονται και όχι άδικα, ως εξυγιαντές και γιατροί των δασών γιατί τρέφονται με άρρωστα, αδύναμα ή νεκρά ζώα προστατεύοντάς τα από τη διασπορά ασθενειών. Υπήρξαν μέρος των δασών για αιώνες» αναφέρει η γνωστή περιβαλλοντική οργάνωση.
Μάλιστα, σύμφωνα με τα όσα μοιράστηκε μαζί μας ο Αρκτούρος: «σε όποια οικοσυστήματα επανεντάσσονται ή επανεμφανίζονται με φυσικό τρόπο, παρατηρούμε την ευεργετική συνεισφορά τους στην επανάκαμψη αυτών των οικοσυστημάτων και στην επαναφορά των δασών σε υγιή πρότυπα τόσο για την άγρια ζωή όσο και για τον ίδιο τον άνθρωπο. Είναι, παράλληλα, ζωτικό μέρος του πολιτισμού μας, της ιστορίας μας, των ηθών μας». Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η συμβίωσή μας με την άγρια πανίδα είναι μία εύκολη αποστολή. Χρειάζεται προσοχή και επιμέλεια.
Όταν απευθύναμε την ερώτηση για τις πιθανές αστοχίες και ελλείψεις στην πολιτική που έχει ακολουθεί για τους λύκους στην Πάρνηθα στη ΜΚΟ ΚΑΛΛΙΣΤΩ, οι προτάσεις και τα επιχειρήματα σχετικά με το τι θα έπρεπε ιδανικά να γίνει ήταν καταιγιστικά:
- Τοποθέτηση αυτόματων φωτογραφικών καταγραφικών διατάξεων στα σημεία εμφάνισης λύκων ώστε να εκτιμηθεί η συχνότητα εμφάνισής και προσέγγισης τους.
- Ενημέρωση των επισκεπτών που κατευθύνονται προς τον κεντρικό τομέα του Εθνικού δρυμού με χρήση εντύπου και σύντομου κειμένου που θα διανέμεται επιτόπου, για την αποφυγή εκούσιας ή ακούσιας παροχής τροφής προς την άγρια πανίδα, συμμόρφωση με τους κανονισμούς του Εθνικού Δρυμού που αφορούν την παρουσία σκύλων στις περιοχές εντός Ε.Δ, καθώς η παρουσία σκύλων κινητοποιεί έντονα εξοικειωμένους (και όχι μόνο) λύκους στο να προσεγγίσουν ανθρώπους και να επιτεθούν στα σκυλιά τους (συχνές περιπτώσεις). Επιπλέον, μικρής ηλικίας παιδιά δεν θα πρέπει να κινούνται ασυνόδευτα για προληπτικούς λόγους.
- Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να επιτρέπεται η χρήση τροφής για προσέλκυση των λύκων για φωτογράφηση τους και να γίνεται ανεκτή ως δραστηριότητα, καθώς αποτελεί μια ακόμα «επιβράβευση» της προσέγγισης των ζώων.
- Οι συστάσεις για περιορισμό των κατοικίδιων (κτηνοτροφικά ζώα και σκύλοι σε ασφαλείς χώρους -εντός αποτελεσματικής περίφραξης) κατά τη διάρκεια της νύχτας θα πρέπει να αφορούν και τους γειτονικούς οικισμούς περιμετρικά του δρυμού.
- Τοποθέτηση φωτιστικών συσκευών (π.χ. φανάρια οδοσήμανσης) στα σημεία προσέγγισης που θα πρέπει να μετακινούνται τακτικά. Οι λύκοι φοβούνται ή είναι επιφυλακτικοί σε οτιδήποτε νέο σε μια περιοχή (νεοφοβία) τουλάχιστον για ένα χρονικό διάστημα.
- Διερεύνηση στην ευρύτερη περιοχή (όχι μόνο στα σημεία των περιστατικών) προς εντοπισμό εστιών παροχής εν δυνάμει ανθρωπογενούς προσέλευσης τροφής όπως σημεία όπου πετιούνται πτώματα κτηνοτροφικών ζώων ή άλλα ζωικά υπολείμματα, αποφάγια, ανοικτοί κάδοι απορριμμάτων.
- Προσεκτική αποκομιδή αστικών απορριμμάτων στον τομέα προσέγγισης αλλά και στους οικισμούς περιμετρικά του Ε.Δ ώστε να μην υπάρχουν σκουπίδια εκτός κάδων ιδιαίτερα κατά της νυχτερινές ώρες.
- Προγραμματισμένες επισκέψεις και περιπολίες δασικών υπαλλήλων και προσωπικού του φορέα διαχείρισης, σε περιοχές προσέγγισης καθώς και απόκριση σε κλήσεις πολιτών σε περιπτώσεις προσεγγίσεων.
Όλα αυτά είναι πράγματα που δυστυχώς αυτή τη στιγμή δε συμβαίνουν – ή μάλλον συμβαίνουν ακριβώς τα αντίθετα. «Τα ζώα που έχουν εξοικειωθεί με τους ανθρώπους είναι κυρίως θηλυκά» αναφέρει ο Γιώργο Γιαννάτος της Βιόσφαιρας. «Έτσι, μπορεί σε λίγο καιρό να έχουμε ακόμα περισσότερους λύκους -λόγω της αναπαραγωγής- που θα είναι εξοικειωμένοι με τους ανθρώπους. Κάτι, δηλαδή, που μπορεί να δημιουργήσει ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα».
Τι πρέπει να γίνει με τους λύκους
Τελικά, το ζήτημα δεν είναι μόνο να φωνάζουμε ως Μέσα Ενημέρωσης για «λύκους, λύκους» όπως έκανε ο βοσκός στον μύθο του Αισώπου – στο τέλος κανείς δεν θα μας δίνει σημασία, αν ασχολούμαστε μόνο με τα «ατυχήματα». Καλό είναι να δούμε τι μπορεί να γίνει την επόμενη μέρα ώστε να μην επαναληφθούν τα ίδια ή και χειρότερα συμβάντα, όπως αυτό με το κουτάβι της οικογένειας.
Η ΜΚΟ ΚΑΛΛΙΣΤΩ πιστεύει ότι μπορούν να ληφθούν διάφορα μέτρα έτσι ώστε να αποφευχθεί η προσέγγιση των λύκων στους ανθρώπινους οικισμούς και καταφύγια (χρήση φωτοβολίδων ή πλαστικών σφαιριδίων ή ακόμα και paintballs, χρήση συσκευών δυνατού θορύβου πάντα από κατάλληλα εκπαιδευμένο προσωπικό στη χρήση του εξοπλισμού, για ικανό χρονικό διάστημα και επαναλαμβανόμενα). Όσο για εμάς τους απλούς επισκέπτες; Δεν θα πρέπει να κουβαλάμε τα κατοικίδιά μας στον Εθνικό Δρυμό, σεβόμενοι την άγρια πανίδα, να μην ταΐζουμε ποτέ και για κανένα λόγο τα άγρια ζώα, και να τηρούμε αποστάσεις από αυτά, δίνοντάς τους πάντα αρκετό χώρο ώστε να κινηθούν και να φύγουν. Άλλωστε, σχεδόν πάντα αυτό κάνουν όταν βλέπουν ανθρώπους.
Για τον Γιώργο Γιαννάτο της Βιόσφαιρας, βέβαια, τα πράγματα είναι μάλλον μονόδρομος. «Ο μοναδικός τρόπος για να μην έχουμε προσεγγίσεις των λύκων είναι να αντιληφθούν με κάποιον τρόπο ότι ο άνθρωπος δεν αποτελεί μία ευκαιρία εύκολης τροφής μέσα από τα απορρίμματα που αφήνει. Κάτι τρομερά δύσκολο βέβαια» λέει, πριν συνεχίσει: «Η μόνη ρεαλιστική λύση είναι τα “προβληματικά” ζώα να μαρκαριστούν με πομπούς ώστε να γνωρίζουμε ανά πάσα ώρα και στιγμή το πού βρίσκονται. Έτσι θα μπορούμε να αποφεύγουμε τις ατυχείς συναντήσεις επισκεπτών με εξοικειωμένους λύκους».
Τελικά, οι λύκοι φαίνεται ότι ήρθαν για να μείνουν στην Αττική. Το ίδιο φαίνεται να συμβαίνει όμως και με τους Αθηναίους που γνώρισαν ξανά την Πάρνηθα λόγω καραντίνας. Το ζητούμενο, λοιπόν, είναι να βρούμε έναν τρόπο να συμβιώνουμε. Μία ευθύνη που πέφτει στους δικούς μας ώμους και όχι σε αυτές των άγριων ζώων. Η λύση θα πρέπει να είναι άμεση διότι αν οι επιθέσεις των λύκων συνεχιστούν, τότε δεν είναι καθόλου απίθανο να βρεθούν θερμοκέφαλοι ανάμεσά μας που θα ζητήσουν οφθλαμόν αντί οφθλαμού και οδόντα αντί οδόντος.