Τι συνέβη στα Τέμπη και φτάσαμε στο πολύνεκρο δυστύχημα
Η τραγωδία που ζει η χώρα από τα ξημερώματα είναι ανείπωτη. Πώς φτάσαμε όμως να θρηνούμε 40 νεκρούς;
- 1 ΜΑΡ 2023
Από τα ξημερώματα παρακολουθούμε με το στόμα ανοιχτό την πολύνεκρη τραγωδία μετά τη σύγκρουση δύο τρένων στα Τέμπη. Μέχρι στιγμής μετράμε 40 νεκρούς, ενώ ακόμα 50 άνθρωποι αγνοούνται. Οι τραυματίες έχουν ξεπεράσει τους 150 κι εμείς αναζητούμε απαντήσεις σε ερωτήματα που δε θα έπρεπε να θέσουμε.
Πώς φτάσαμε στην πολύνεκρη τραγωδία στα Τέμπη; Θα μπορούσε να έχει αποτραπεί;
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Τι ώρα συγκρούστηκαν τα τρένα και πού
Μισή ώρα πριν τα μεσάνυχτα της Τρίτης 28/02/2023 μια εμπορική και μια επιβατική συγκρούστηκαν στα Τέμπη με αποτέλεσμα να προκληθεί πυρκαγιά.
Το συμβάν έλαβε χώρα στο ύψος του Ευαγγελισμού. Η επιβατική αμαξοστοιχία φέρεται ότι εκτελούσε το δρομολόγιο Αθήνα-Θεσσαλονίκη, όταν λίγο πριν τα μεσάνυχτα συγκρούστηκε μετωπικά με εμπορική. Από τη σύγκρουση ξέσπασε φωτιά και τα δύο πρώτα βαγόνια της αμαξοστοιχίας καταστράφηκαν ολοσχερώς.
Πόσοι είναι οι νεκροί, οι τραυματίες και οι αγνοούμενοι;
Μέχρι στιγμής οι νεκροί έχουν φτάσει τους 40 και οι τραυματίες ξεπερνούν τους 150. Όσο για τους αγνοούμενους οι τελευταίες πληροφορίες κάνουν λόγο για 50.
Σε δηλώσεις του στο News247 ο εθελοντής διασώστης Βασίλης Ηλιόπουλος, ανέφερε πως, «Εγώ πιστεύω ότι θα έχουμε ακόμη 15 (νεκρά) άτομα. Θα δείξει. Ήδη στο διπλανό που είναι πεσμένο έχουμε εντοπίσει 3 νεκρούς, αλλά επειδή ήταν δύσκολη η πρόσβαση, θα τους βγάλουμε όταν φύγουν τα παλιοσίδερα… Η πρώτη μας επαφή ήταν με τη μετακίνηση για τα άτομα που ήταν καλά στην υγεία τους, κυρίως στα τελευταία 4 βαγόνια. Από εκεί και πέρα ξεκίνησε ο αγώνας για τα άτομα στα 3 πρώτα βαγόνια. Είχαν γίνει άμορφη μάζα. Ό, τι βγήκε από εκεί μέσα, ήταν όλοι καμένοι. Τα περισσότερα θύματα ήταν διαμελισμένα… Ακόμα και κομμάτια από ανθρώπους βρήκαμε. Και πολύ δύσκολο να ξέρεις ότι πρόκειται για νέα παιδιά».
Πώς βρέθηκαν τα δύο τρένα στην ίδια γραμμή;
Στα Τέμπη λοιπόν, έγινε μετωπική σύγκρουση δυο τρένων, με υψηλές ταχύτητες, τα οποία κινούνταν στην ίδια -διπλή σε όλο το μήκος της- γραμμή, με αντίθετη κατεύθυνση. Το Intercity πήγαινε από την Αθήνα προς τη Θεσσαλονίκη και ένα εμπορικό τρένο, που είχε ξεκινήσει νωρίτερα, ακολουθούσε την αντίθετη διαδρομή. Και τα δυο ήταν στην ίδια γραμμή. Όπως εξήγησε στο The Magazine, ο Κώστας Γενιδούνιας, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Προσωπικού Έλξης ΟΣΕ, στην Ελλάδα οι σταθμάρχες κάνουν τη δουλειά ηλεκτρονικών συστημάτων -που ‘χουμε πληρώσει αλλά δε λειτουργούν.
Τα τρένα μπαίνουν στη γραμμή, με εντολή που δίνει ο διαχειριστής. «Δε λειτουργεί όμως, κανένα ηλεκτρονικό σύστημα. Όλα γίνονται χειροκίνητα στο μεγαλύτερο τμήμα της γραμμής. Η υποδομή ανήκει στον ΟΣΕ. Είναι αυτός που δίνει τις εντολές, οι οποίες μεταφέρονται από σταθμαρχείο σε σταθμαρχείο. Ο ΟΣΕ δίνει τις εντολές και εμείς πάμε όπου μας λένε».
Ο σταθμάρχης υπηρεσίας κάθε σταθμού δίνει εντολή μέσω ασυρμάτου, για να φύγει ένα τρένο από τον σταθμό Α και να πάει στον Β. Όταν ο σταθμάρχης υπηρεσίας του σταθμού Β βλέπει το τρένο ενημερώνει τον Α ότι έφτασε. Αυτό επαναλαμβάνεται έως τον τελικό προορισμό. Από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη, γίνεται 15 φορές.
«Η επικοινωνία γίνεται μέσω ασυρμάτων που δε “πιάνουν” παντού. Είναι ΟΚ κοντά στους σταθμούς, αλλά υπάρχουν και ‘τυφλά’ σημεία», εξήγησε ο κύριος Γενιδούνιας. «Η συνεννόηση γίνεται με τις εντολές που παίρνουμε από τους σταθμάρχες. Σε αυτές στεκόμαστε». Αυτό λοιπόν, που συνέβη είναι ανθρώπινο λάθος, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι δε λειτουργούν τα συστήματα ασφαλείας. «Αν λειτουργούσαν, θα είχε αποφευχθεί αυτό το αδιανόητο που έγινε».
Για τι ελλείψεις κατηγορείται ο κρατικός μηχανισμός;
Στη χώρα μας δε λειτουργούν τα φωτοσήματα, το σύστημα τηλεδιοίκησης και ελέγχου κυκλοφορίας που προστατεύει από το ανθρώπινο λάθος (ECTS) και το σύστημα επικοινωνίας (GSMR). Επίσης, το σιδηροδρομικό δίκτυο στην Ελλάδα, αν και εκτενές, είναι αρκετά γερασμένο με αποτέλεσμα πολλά τρένα να ταξιδεύουν σε μονή γραμμή.
Από το 2015, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Σιδηροδρόμων σημειώνει, μεταξύ άλλων, «πως είναι απαραίτητο να προχωρήσει ο εκσυγχρονισμός του δικτύου με ένα πλέγμα ενεργειών, το οποίο θα περιλαμβάνει την ολοκλήρωση των έργων υποδομής, τη σταδιακή έστω επαναλειτουργία των κατηργημένων γραμμών και την επέκταση γραμμών, που είναι απαραίτητες για να καταστήσουν τον σιδηρόδρομο πυλώνα ανάπτυξης».
Τι έχει δηλώσει μέχρι στιγμής ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Μεταφορών
«Ένα πράγμα μπορώ να εγγυηθώ: θα μάθουμε τα αίτια της τραγωδίας και θα κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας για να μην ξανασυμβεί ποτέ κάτι τέτοιο» ανέφερε ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, σε σύντομες δηλώσεις του από το σημείο του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη. «Είναι πάρα πολύ δύσκολο αυτό που βιώνουμε σήμερα ως χώρα. Μιλάμε για μία ανείπωτη τραγωδία» δήλωσε προσθέτοντας πως «η σκέψη μας σήμερα είναι πρώτα και πάνω απ’ όλα με τους συγγενείς των θυμάτων». Όπως είπε, υποχρέωση της Πολιτείας «είναι να περιθάλψουμε τους τραυματίες και από εκεί και πέρα να ταυτοποιήσουμε τις σορούς».
Ο Πρωθυπουργός συνοδευόταν από τον υπουργό Υποδομών και Μεταφορών Κώστα Αχ. Καραμανλή, ο οποίος λίγο πριν υποβάλει την παραίτησή του, δήλωσε πως, «Είναι αυτό που νιώθω καθήκον μου να πράξω ως ελάχιστη ένδειξη σεβασμού στη μνήμη των ανθρώπων που έφυγαν τόσο άδικα και αναλαμβάνοντας την ευθύνη για τα διαχρονικά λάθη του ελληνικού κράτους και του πολιτικού συστήματος» ανέφερε κι έκανε λόγο για ανείπωτο πόνο. Όπως σημείωσε, «είναι γεγονός ότι παραλάβαμε τον ελληνικό σιδηρόδρομο σε κατάσταση που δεν ταιριάζει στον 21ο αιώνα.
Σε αυτά τα 3,5 χρόνια, κάναμε κάθε προσπάθεια για να βελτιώσουμε αυτή την πραγματικότητα. Δυστυχώς, οι προσπάθειες αυτές δεν ήταν αρκετές για να αποτρέψουν ένα τέτοιο δυστύχημα. Κι αυτό είναι πολύ βαρύ για όλους μας και για εμένα προσωπικά. Όταν συμβαίνει κάτι τόσο τραγικό, δεν είναι δυνατόν να συνεχίζουμε σαν να μη συνέβη. Είμαι λίγα χρόνια στην πολιτική, αλλά θεωρώ απαραίτητο στοιχείο της Δημοκρατίας μας οι πολίτες της χώρας μας να εμπιστεύονται το πολιτικό σύστημα. Αυτό λέγεται πολιτική ευθύνη» εξήγησε. «Μέσα από την καρδιά μου, εκφράζω για άλλη μια φορά την οδύνη μου και τη συμπαράστασή μου στις οικογένειες των θυμάτων».