Άκης Κατσούδας
ΚΟΡΟΝΟΪΟΣ

Το ημερολόγιο μιας καραντίνας που κανείς δεν ήξερε πώς μοιάζει

Τέτοιο καιρό πριν από δύο χρόνια, όλος ο πλανήτης μπήκε σε lockdown. Τότε αποφάσισα να αφήσω την Αθήνα και να πάρω τα βουνά. Και δεν το μετάνιωσα ούτε μία στιγμή.
14 Μαρτίου 2020. 8 η ώρα το πρωί και στα ΚΤΕΛ Κηφισού όλα είναι έρημα. Τα μαγαζιά είναι κλειστά, εκτός από ένα μικρό αναψυκτήριο το οποίο έχει ανεβάσει τα ρολά για να εξυπηρετήσει τους λιγοστούς κατοίκους Αθηνών που είναι έτοιμοι να αφήσουν την πρωτεύουσα για να πάρουν τα βουνά. Ο κόσμος γύρω μου είναι σιωπηλός και δείχνει ανήσυχος. Υπάρχουν και μερικοί που φορούν μάσκες και κρατούν στα χέρια τους μπουκάλια με αντισηπτικά. «Τι υπερβολή» μονολογώ από μέσα μου. Που να ‘ξερα, άραγε, πως δύο χρόνια αργότερα όλα αυτά θα γίνουν προέκταση του εαυτού μας.   

Όλοι καταλαβαίνουμε πως κάτι δεν πάει καλά. Τα αστειάκια είχαν τελειώσει ήδη από την 12η Μαρτίου, όταν πέθανε ο πρώτος άνθρωπος από κορονοϊό στην Ελλάδα. Όλοι μας έχουμε να αντιμετωπίσουμε έναν εχθρό που δε βλέπαμε. Η λύση, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι μία: καραντίνα. Με λίγα λόγια: να κλειστούμε για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία του κόσμου στα σπίτια μας και να κόψουμε τις κοινωνικές μας επαφές για να μην κολλήσουμε κορονοϊό.

Εγώ παίρνω την απόφαση άμεσα να αφήσω την Αθήνα πίσω μου και να πάω να ζήσω στο χωριό μου μέχρι να τελειώσει όλο αυτό. Ήταν η μόνη διέξοδος που είχα για να ξεφύγω από τη σκληρή ζωή σε τέσσερις τοίχους. Και όσο κρατήσει. Μερικές μέρες, μερικές εβδομάδες, άντε κανένα μήνα.

Μια καραντίνα μέσα στα βουνά και τα ποτάμια


Στο δρόμο για να βγούμε στις όχθες του ποταμιού και να ξεκινήσουμε το ψάρεμα.

Η εικόνα με το που φτάνω στο χωριό μου, στη Μαλεσιάδα Αιτωλοακαρνανίας, είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη της Αθήνας. Η ησυχία είναι ίδια και απαράλλαχτη ενώ οι ντόπιοι συνεχίζουν να κάνουν τις δουλειές τους λες και δε συμβαίνει τίποτα. Το ίδιο συμβαίνει και με τη φύση γύρω μου. Έχει αρχίσει να μπαίνει η άνοιξη, άλλωστε, και τα βουνά έχουν ανθίσει.

Η τηλεόραση παίζει συνεχώς τα νέα για την εξέλιξης της πανδημίας. Α, να μια λέξη που κανείς από μας δεν περίμενε πως θα τη συναντούσε έξω από τις κινηματογραφικές αίθουσες. Τα νέα δυστυχώς από την Ιταλία δεν είναι καθόλου καλά. Τα πλάνα από τις πομπές των στρατιωτικών φορτηγών που μεταφέρουν τους νεκρούς από κορονοϊό στη γείτονα χώρα μάς σοκάρουν. Η ενημέρωση από τον Σωτήρη Τσιόδρα στις 6 το απόγευμα για την πορεία της πανδημίας στη χώρα γίνεται καθημερινό ραντεβού.


Οι ανθισμένες αμυγδαλιές στο βουνό, μερικές μέρες μετά το ξέσπασμα της πανδημίας.

Ο μόνος τρόπος για να ξεχάσω για λίγο όλα αυτά τα πρωτόγνωρα που συμβαίνουν γύρω μου είναι να ανεβώ στο βουνό με τους φίλους και την οικογένειά μου. Εκεί όπου τα δάση δεν ξέρουν από ιούς και πανδημίες.

Μέσα σε αυτό το δύσκολο διάστημα περπατάμε κάθε σπιθαμή του βουνού. Σημεία που ακόμη και όταν ήμουν παιδί και τριγυρνούσα εκεί, δεν ήξερα πως υπάρχουν. Πηγαίνουμε για πεζοπορία και ψάρεμα στο ποτάμι που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στο χωρίο, με μόνο κολατσιό τα τυροπιτάκια που μας έχει φτιάξει η μαμά από το σπίτι. Αυτή είναι η μόνη διασκέδαση που επιτρέπεται. Τέλος, οι συγκεντρώσεις στα σπίτια, τέλος τα ματς στο γήπεδο. Μετακίνηση 6 και ξερό ψωμί.

Το πιο περίεργο Πάσχα της ζωής μου


Στο μπαλκόνι, κρατώντας τις λαμπάδες του Πάσχα στο χέρι.

Όσο περνούν οι βδομάδες και τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλύτερα αλλά χειρότερα, προσαρμόζομαι πως αυτή είναι η νέα κατάσταση που κανείς δεν ξέρει πότε θα τελειώσει. Περνάει η 25η Μαρτίου, περνάει η σαρακοστή και έρχεται το Πάσχα.

Το Πάσχα πάντα ήταν μια εποχή που ήθελα να είμαι στο χωριό μου. Ο καιρός είναι πάντα καλός και όλα τα σπίτια ανοίγουν και γεμίζουν από τα τραγούδια και τις φωνές των εκδρομέων που φτάνουν μέχρι εδώ για να πάρουν ένα διάλειμμα από την τρέλα της πόλης. Το Πάσχα του 2020, όμως, όλα είναι τόσο διαφορετικά.

Όλοι οι χωριανοί είναι κλεισμένοι μέσα στα σπίτια τους και οι δρόμοι είναι άδειοι, μιας και κανείς δεν επιτρέπεται να μετακινηθεί από νομό σε νομό. Οι εκκλησίες καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας είναι κλειστές και το μόνο που ακούς είναι οι πένθιμες καμπάνες του θείου δράματος.

Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, που κανονικά όλος ο χώρος γύρω από την εκκλησία είναι γεμάτος κόσμο που κρατά στα χέρια του λαμπάδες, επικρατεί ησυχία. Εγώ μαζί με τον αδερφό μου παίρνουμε τη μεγάλη απόφαση να φτάσουμε μια ανάσα από τον χώρο μόνο και μόνο για να ακούσουμε τι συμβαίνει μέσα στον ναό. Όσο περπατάμε μέσα στα σκοτάδια, όμως, είμαστε πολύ προσεχτικοί γιατί το περιπολικό κάνει συνέχεια βόλτες στο χωριό για να πιάσει τους «παραβάτες».


Η έλευση του Αγίου Φωτός στην Ελλάδα σπάει για λίγο την μονοτονία των ειδήσεων για την εξέλιξη της πανδημίας στη χώρα.

Οι καμπάνες της ανάστασης μάς βρίσκουν στο μπαλκόνι. Τα πυροτεχνήματα δίνουν φως και κρότο στα ήσυχα βουνά. Όλοι μας ανταλλάσουμε ευχές με τους γείτονες με αναφωνητά. Πόθος όλων μας είναι αυτό να είναι το τελευταίο Πάσχα που το ζούμε έτσι.

Η πρώτη και πιο περίεργη καραντίνα στην Ελλάδα τελειώνει μερικές εβδομάδες αργότερα, περί τα τέλη Μαΐου. Ετοιμάζω τις βαλίτσες, βάζω τη μάσκα που πια έχει γίνει υποχρεωτική και γυρνάω πίσω στην Αθήνα. Οι περισσότεροι είμαστε σίγουροι πως όλα έχουν τελειώσει. Ο κόσμος, άλλωστε, «δε θα άντεχε κάτι τέτοιο για δεύτερη φορά».

Σήμερα δύο χρόνια μετά, καραντίνα μπορεί να μην υπάρχει, αλλά η πανδημία είναι ακόμη εδώ. Έχουμε μάθει να ζούμε με τα κρούσματα, με τις μάσκες, με τα αντισηπτικά, με όλα. Κανείς δε γνωρίζει πότε θα τελειώσει όλο αυτό. Όλοι ξέρουμε, όμως, πως αυτό που συνέβη εκείνο τον Μάρτιο του 2020 θα μείνει χαραγμένο στις μνήμες μας για πάντα.

Φωτογραφίες από τη ζωή στο χωριό


Για να πάει κανείς για ψάρεμα στο ποτάμι, πρέπει πρώτα να ετοιμάσει το καλάμι, να δέσει την πετονιά, να βάλει το αγκίστρι. Αλλιώς ψάρι δεν πιάνεται.

Το Lada Niva του πατέρα μου που δεν καταλαβαίνει από ποτάμια και νερά.

Το πρώτο ψάρι που πιάσαμε.

 


Η θέα από το δάσος φτάνει μέχρι την Καλάνα, ένα από τα ψηλότερα βραχώδη βουνά της Ελλάδας.

Κοντά στο χωριό υπάρχει μια τεράστια έκταση με καλάμια. Κάποτε εδώ όπως λένε υπάρχει υπήρχε ένας τεράστιος βάλτος.

Στο δρόμο την περίοδο της καραντίνας κυκλοφορούσαν ελάχιστα αυτοκίνητα. Όταν συναντούσες ένα από αυτά, ήταν κάτι σαν αξιοθέατο.

Το αδεσποτάκι του χωριού τρέχει ανέμελο μέσα στα χορτάρια. Δεν έχει ιδέα τι συμβαίνει γύρω της.

Τα τυροπιτάκια της μαμάς ήταν ότι πρέπει για κολατσιό στο βουνό.

Η θέα από ένα ανθισμένο χωράφι λίγο πριν τη δύση του ηλίου. Όλα μοιάζουν τόσο φυσιολογικά γύρω.
Exit mobile version