«Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν παρά τον τρόμο γεμάτη αλληλεγγύη, ελπίδα και χαρά»
- 17 ΝΟΕ 2022
Ο Ολύμπιος Δαφέρμος εξέδωσε το 1992 ένα βιβλίο που θεωρείται τομή στον τρόπο με τον οποίο εξετάζουμε το Πολυτεχνείο και το κίνημα που προηγήθηκε αυτού. Το Φοιτητές και Δικτατορία βρίσκεται στην πέμπτη του έκδοση. Είναι γραμμένο από έναν άνθρωπο που σε όλη του τη ζωή αφιερώθηκε με πάθος σε αυτήν την περίοδο. Το πιο σημαντικό όμως είναι άλλο: έζησε τα κομβικά αυτά γεγονότα από πρώτο χέρι.
«Ήμουν 26 στα 27. Είχα λίγο πολύ παρατήσει τις σπουδές μου, ασχολούμουν μόνο με το φοιτητικό αντιδιδακτορικό κίνημα – για αυτό και πρόλαβα το Πολυτεχνείο» ξεκαθαρίζει το μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής της Εξέγερσης. Το 1965 μετακόμισε οικογενειακώς στην Αθήνα από την Κρήτη. Ήταν μαθητής Γυμνασίου. Και ένα παιδί που δεν μπορούσε ούτε ήθελε να υπακούσει πειθήνια στο γενικευμένο κλίμα ανελευθερίας της εποχής.
Λίγες ώρες πριν την εξέγερση
«Είμαι φαντάρος, στρατευμένος από τη Χούντα εκείνη την περίοδο. Μας απέλυσαν τη Δευτέρα το βράδυ με την “φιλελευθεροποίηση του Μαρκεζίνη”, την Τρίτη επέστρεψα στην Αθήνα, και την Τετάρτη έγινε η κατάληψη του Πολυτεχνείου» λέει, καθώς βάζει το ρολόι του να γυρίσει πίσω πολλές δεκαετίες, σε εκείνες τις μέρες που σημάδεψαν μια ολόκληρη γενιά, ένα ολόκληρο κράτος, αλλά και τον ίδιο προσωπικά.
«Είχα περίπου 48 ώρες ως πολίτης. Ήμουν τελείως εκτός κλίματος, αφού έλειπα λόγω στράτευσης εννιά μήνες από το Φοιτητικό Αντιδικτατορικό Κίνημα. Όταν ήρθα βρήκα μία κατάσταση έκρυθμη, εξεγερτική, σχεδόν επαναστατική» αναφέρει χαρακτηριστικά, όταν των ρωτώ για το τι ακριβώς συνάντησε με την επιστροφή του.
«Δεν είχα ζήσει από κοντά τα γεγονότα μέχρι εκείνο το σημείο, αφού επί της ουσίας η Κατάληψη της Νομικής (Φεβρουάριος 1973) έγινε για να διαμαρτυρηθούν οι φοιτητές για τη δική μας στράτευση. Το χουντικό καθεστώς είχε ανακαλέσει τις αναβολές μας λόγω σπουδών».
Το κίνημα που προηγήθηκε
Η βασική μου απορία μου πριν την τηλεφωνική μας συζήτηση είναι αν οι άνθρωποι που συμμετείχαν στο Φοιτητικό Αντιδιδακτορικό Κίνημα ήλπιζαν, περίμεναν ή έστω είχαν φανταστεί τα γεγονότα που ακολούθησαν. «Ναι, το είχα φανταστεί διότι προϋπήρξε η κατάληψη της Νομικής».
Τι όμως έκανε εκείνος τους μήνες που ήταν μακριά από την Αθήνα; «Μας έδιναν άδεια από τον στρατό για να δίνουμε μαθήματα, κι εγώ φρόντιζα να πηγαίνω στους παράνομους πυρήνες του κινήματος. Πήγαινα σε κάθε σχόλη, και τους έλεγα ότι αν τυχόν ποτέ καταληφθεί το Πολυτεχνείο πρέπει να βάλετε σκοπιές». Κάνει μια παύση και γελά αυθόρμητα. «Ήμουν φανερά επηρεασμένος από τη στρατιωτική μου θητεία».
Σου έλεγαν να μην πας κάπου γιατί «θα σου κόψουμε τα πόδια» κι εσύ πήγαινες
Πόσο πολύ το πίστευαν όμως; «Ήμασταν βέβαιοι όλοι όσοι συμμετείχαμε στο κίνημα ότι κάτι θα γίνει. Ήταν πολύ ζωντανές οι ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον τότε. Δεν ήταν όπως είναι σήμερα, όπου οι ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο είναι νεκρές, όπως δηλαδή και οι ιδεολογίες» αναφέρει, παραμένοντας απόλυτα σίγουρος, τόσα χρόνια μετά.
«Ετοιμαζόμασταν για μία νέα κοινωνία ισότητας και ελευθερίας. Ίσως, ακούγεται ουτοπικό. Εμείς, όμως, το πιστεύαμε απόλυτα – η ιδεολογία μας μάς ατσάλωνε. Άλλωστε, η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που συμμετείχαν στην πρωτοπορία εκείνη την εποχή ανήκαν στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς. Ακόμα και αν ήταν ανένταχτοι όπως ήμουν και εγώ».
Ελλάς, Ελλήνων, Φυλακισμένων
Καθώς ο Ολύμπιος Δαφέρμος μού αφηγείται βήμα-βήμα την πορεία προς την Εξέγερση, μοιραία αναρωτιέμαι για το αίσθημα κινδύνου και φόβου που πρέπει να βίωναν αυτοί οι άνθρωποι. Τουλάχιστον, αυτό φανταζόμαστε εμείς σήμερα. «Κοίτα, ο νέος βράζει – και πολύ περισσότερο βράζει όταν ελπίζει. Όταν οι ιδεολογίες είναι ζωντανές μπαίνει στη φωτιά. Πρόσφατα, ένας φίλος που ήμασταν μαζί στο Πολυτεχνείο (και ενδεχομένως είχε μπει στη φωτιά περισσότερο από μένα) με είχε ρωτήσει: “δεν φοβόσουν;”».
Σταματά λίγο τη ροή της αφήγησης και δείχνει να το σκέφτεται. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα, συνεχίζει: «Ναι, βεβαίως και φοβόμουν». Μου αναφέρει χαρακτηριστικά πως όταν κάποτε τον συνέλαβαν, καθώς εκείνος έβγαινε από το Πολυτεχνείο, προφανώς και φοβήθηκε, και πάρα πολύ μάλιστα. «Αλλά το περίμενες. Όλοι το περιμέναμε. Κάτι τέτοιο δεν ήταν έξω από τη λογική των πραγμάτων»
Η κουβέντα πηγαίνει στις εμπειρίες του με την Ασφάλεια κατά την περίοδο της Χούντας. «Θυμάμαι όταν με κάλεσαν για πρώτη φορά στην Ασφάλεια, μου έκαναν διάφορες ερωτήσεις στον πληθυντικό. “Κύριε Δαφέρμε, έχετε προβλήματα;”. “Ναι” είχα απαντήσει, “πάρα πολλά”. “Δεν ενδιαφέρονται τα διοικητικά συμβούλια για εσάς;” (σ.σ: ήταν διορισμένα από τη Χούντα). Είχα πει σε παρόμοιο τόνο “Δεν το νομίζω”».
Το Αντιδικτατορικό Φοιτητικό Κίνημα ήταν τελείως, απόλυτα ειρηνικό. Ο χαρακτήρας αυτός προέκυψε από μόνος του
Ο απλός λαός θα πει ότι πήγαινε γυρεύοντας, αλλά εκείνου δεν ίδρωνε το αυτί του. Μάλιστα, μου εκμυστηρεύεται ότι από όλα όσα πέρασε (συλλήψεις, απειλές, χυδαίο βρίσιμο, ξύλο) τίποτα δεν τον τρόμαξε όσο η πρώτη του φορά στην Ασφάλεια. Ήταν μάλλον ο φόβος του αγνώστου. Στη συνέχεια, το συνήθισε. «Σου έλεγαν να μην πας κάπου γιατί “θα σου κόψουμε τα πόδια”, κι εσύ πήγαινες».
Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου δεν ήταν μια αυτανάφλεξη. Δεν έγινε τελείως ξαφνικά. Προετοιμαζόταν χωρίς να το καταλαβαίνει κανείς από τα κάτω για πολύ καιρό. «Στον στρατό, μας έλεγαν να φωνάξουμε συνθήματα και δεν φώναζα. Μόνο μια φορά φώναξα, όταν μας είπαν να φωνάξουμε “Ελλάς, Ελλήνων, Χριστιανών” και εγώ έβγαλα μια κραυγή λέγοντας “Ελλάς, Ελλήνων, Φυλακισμένων”.
Ειλικρινά, πού έβρισκαν το κουράγιο σε εποχές όπου ένα τόσο δα σύνθημα αρκούσε για να περάσεις φριχτά βασανιστήρια; «Αντλούσες δύναμη από το μέλλον, από την ελπίδα, από την ιδεολογία σου. Πίστευα ότι θα ρίξουμε αυτό το άδικο σύστημα και θα πάμε σε ένα νεό· ένα σύστημα ελευθερίας, αξιοπρέπειας, ένα σύστημα πιο ανθρώπινο».
Τελικά, ήταν μια έκρηξη όλο αυτό; «Το Αντιδικτατορικό Φοιτητικό Κίνημα ήταν τελείως ειρηνικό. Δεν αποφάσισε κανείς τον χαρακτήρα του, αυτός προέκυψε από μόνος του. Ήταν ένας είδος συλλογικής ευφυίας που οδήγησε προς αυτήν την κατεύθυνση».
Υπάρχει μια στιγμή στην αφήγησή του για το κίνημα πριν το Πολυτεχνείο, η οποία μου έκανε τη μεγαλύτερη εντύπωση «Θυμάμαι χαρακτηριστικά έναν φοιτητή που απηύδησε κάποια στιγμή και είπε: “Ρε παιδιά μέχρι πότε θα τρώμε ξύλο; “Να κάνουμε και εμείς ομάδες κρούσης να δέρνουμε τους χουντικούς”». Η απάντηση ήρθε με ένα στόμα από όλους: “Μόνο αν βρεις ποιητές, γιατί μονάχα αυτοί μπορούν να αντισταθούν στη φθορά του έργου τους και να μη γίνουν βασανιστές”».
Μέσα στο Πολυτεχνείο
«Μία εξεγερτική ατμόσφαιρα γεμάτη αλληλεγγύη και ελπίδα, γεμάτη χαρά – αυτό μου έχει μείνει» μού λέει ο Ολύμπιος Δαφέρμος, καθώς ξεκινά την αφήγησή του για το τι έγινε εκείνες τις ημέρες της Εξέγερσης. «Μάλιστα, θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι αν τύχαινε να έχεις μια μικρή αμυχή στο πρόσωπό σου ήταν αδύνατο να περπατήσεις στους χώρους του Πολυτεχνείου, αφού κάθε στιγμή σε σταματούσε κάποιος φοιτητής και σου έλεγε: “συνάδελφε, υπάρχει ιατρείο και πρέπει να πας”».
Εκείνος είχε υπ’ ευθύνη του ένα αμφιθέατρο γεμάτο από 150 έως 200 παιδιά. Προσπαθούσε να κρατήσει μακριά τους μεγαλύτερους και οργανωμένους φοιτητές οι οποίοι δοκίμαζαν να περάσουν κομματικές γραμμές. «Οι μαθητές έπρεπε να αποφασίσουν μόνοι τους» μου λέει. «Πάντα ήμουν ενάντια στην καθοδήγηση».
Τι συναισθήματα όμως βίωναν αυτοί οι νέοι άνθρωποι που ύστερα από έξι χρόνια στρατιωτικής δικτατορίας είχαν καταλάβει μια σχολή και ζητούσαν «ψωμί-παιδεία-ελευθερία»; Τι σκέφτονταν; «Τα πρόσωπα ήταν χαρούμενα. Ήταν και λίγο πανηγύρι, με την έννοια ότι εδώ γίνεται κάτι πραγματικά μεγάλο, ότι εγκυμονείται κάτι πολύ δυνατό ενάντια στη Χούντα. Έτσι, η χαρά συνέπαιρνε τους πάντες – παρά τον τρόμο».
Όσοι ζήσαμε την Εξέγερση του Πολυτεχνείου από μέσα, βίωσαμε το όνειρο
Πώς όμως έγινε η εξέγερση; «Το Πολυτεχνείο ήταν μια εντελώς αυθόρμητη κίνηση που ξάφνιασε τους πάντες. Τα πράγματα έγιναν τόσο γρήγορα και τόσο αυθόρμητα που κατέρρευσαν κάθε είδους “γραμμές” μέσα στην κατάληξη του Πολυτεχνείου. Η στεγνή καθοδήγηση δεν περνούσε».
Όσο για τη συντονιστική επιτροπή, της οποίας ήταν μέλος; Κατά τον ίδιο τον Ολύμπιο Δαφέρμο δεν άσκησε κανενός είδους εξουσίας αφού το μοναδικό πράγμα που έκανε ήταν να «μαζέψει» κάποια συνθήματα -όπως «Κάτω το κράτος, «Κάτω η εξουσία»- που ακούστηκαν από μεγάφωνα και τον σταθμό. Ο ίδιος δεν είναι αντίθετος, αλλά θεωρεί ότι δεν ήταν της ώρας. Στη συνέχεια, κάποια στιγμή, και μετά από πολλές διαφωνίες, βγήκε και μια κοινή ανακοίνωση που καλούσε σε γενική απεργία και αντίσταση ενάντια στη Χούντα. Αλλά μέχρι εκεί.
Τελικά, τι ήταν όλο αυτό; «Η εξέγερση του Πολυτεχνείου ήταν αυθόρμητη και αυθύπαρκτη, δεν είχε ηγεσία. Ένα αυτόνομο και αυτοπροσδιοριζόμενο Αντιδικτατορικό Φοιτητικό Κίνημα που κορυφώθηκε εκεί ακριβώς».
Επιμύθιο για το Πολυτεχνείο
Καθώς οδεύουμε προς το κλείσιμο της κουβέντας τον ρωτώ πώς νιώθει όταν ακούει διάφορες αμφιλεγόμενες φωνές να λένες πως δεν υπήρχαν νεκροί στο Πολυτεχνείο. «Η ίδια η Χούντα παραδέχθηκε ότι υπήρχαν νεκροί. Το όλο αφήγημα ότι τάχα μου δε χάθηκαν ζωές εκείνο το βράδυ είναι κάτι που ξεκίνησε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια· όταν ανέβηκαν στην επιφάνεια η Χρυσή Αυγή και όλα αυτά τα “σκατά”» μου απαντά απερίφραστα.
Μάλιστα, φροντίζει να πάει ένα βήμα παραπέρα, έτσι ώστε να εξηγήσει και κάποια πράγματα: «Όταν ήρθαν τα μνημόνια, άρχισαν να τα βάζουν με τη Γενιά του Πολυτεχνείου. Δεν τόλμησαν να τα βάλουν με την ίδια την Εξέγερση. Υπήρχε ένας φόβος ότι το αντιστασιακό πνεύμα του Πολυτεχνείου και ό,τι αυτό κουβαλούσε (αυτοοργάνωση, αυτονομία, συντονιστικές επιτροπές, καταλήψεις) θα μπορούσε να επηρεάσει την τότε πραγματικότητα των εξοντωτικών για τη χώρα και τους ανθρώπους Μνημονίων που επιβληθήκαν».
Το τι σημαίνει το Πολυτεχνείο για τη μεταπολιτευτική Ελλάδα είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση που ακόμα δεν έχει τελειώσει. Τι ήταν όμως για τον Ολύμπιο Δαφέρμο, έναν άνθρωπο που το έζησε από πρώτο χέρι; «Η φύση αυτού του κινήματος μου πήγαινε, ταίριαζε στα εσώψυχά μου. Έτσι, με καθόρισε απόλυτα. Για μένα ήταν μια ποίηση. Λέγαμε για ελευθερία και μιλάγαμε ελεύθερα, αναφερόμασταν στην αλληλεγγύη και ήμασταν αλληλέγγυοι ο ένας με τον άλλον, μιλούσαμε για αυτονομία και ήμασταν αυτόνομοι».
Προσωπικά, θα μπορούσα να ακούω αυτές τις αφηγήσεις για ώρες ολόκληρες, αλλά κάπου πρέπει να βάλω τελεία. Κρατώ, όμως, κάτι που μου είπε ο 74χρονος σήμερα αγωνιστής του Πολυτεχνείου. Κάτι που ένιωσα να λέει με έναν μικρό αναστεναγμό. «Πέρα από πολύ λίγους που βρέθηκαν αργότερα σε υψηλές θέσεις, η πλειονότητα των ανθρώπων που έζησε την Εξέγερση του Πολυτεχνείου από μέσα, βίωσε το όνειρο, με συνεπές αποτέλεσμα να μην μπορεί αργότερα να ενσωματωθεί στις πολιτικές εξελίξεις. Οι περισσότεροι γυρίσαμε στα σπίτια μας, μέσα στη μελαγχολία μας».