Όσες φορές και να επισκεφτείς το Βατικανό, τελικά δεν θα δεις τίποτα
- 10 ΟΚΤ 2019
Στην εποχή που ζούμε, την εποχή της απομάγευσης και της πραγματικής κυριαρχίας του ορθολογισμού πάνω στα πάντα, ο άνθρωπος έρχεται πολύ σπάνια αντιμέτωπος με το συναίσθημα του δέους. Το συναίσθημα εκείνο που συνδέει τον σεβασμό με τον φόβο μπροστά στην όψη ενός ερεθίσματος που από τη στιγμή που το βλέπουμε αναγκαζόμαστε να αναγνωρίσουμε ότι μπροστά του είμαστε ένα τίποτα. Μια από τις φορές που το έζησα αυτό στη ζωή μου ήταν, όταν πήγα στο Βατικανό.
Πρέπει να ήταν η τρίτη μέρα του ταξιδιού μας στη Ρώμη που αποφασίσαμε να πάμε στο Βατικανό. Περπατώντας από το σταθμό του μετρό προς τον Άγιο Πέτρο στην αρχή συναντήσαμε γειτονιές που θα μπορούσαν να είναι οπουδήποτε, ως τα μέρη εκείνα των μεγάλων πόλεων που ξεχνάς στην επόμενη στροφή. Σίγα-σιγά άρχισαν τα πρώτα τουριστικά μαγαζιά. Στην άκρη μιας γωνίας εμφανίστηκαν τεράστια τείχη το τέλος των οποίων χανόταν σχεδόν από τα μάτια σου. Ήταν το κρατίδιο του Βατικανού.
Μπαίνοντας μέσα στα Μουσεία του Βατικανού αναμφισβήτητα νιώθεις πιο πολύ τουρίστας από οπουδήποτε αλλού βρεθείς στον πλανήτη αυτό. Η αλήθεια είναι ότι ο τουρισμός είναι state of mind, ένας τρόπος να διαχειριστείς τον όγκο ερεθισμάτων που έχεις, ένας όγκος παντελώς άγνωστος για ανθρώπους προηγούμενων γενιών. Ένας τουρίστας έχει περιορισμένο χρόνο, συνήθως λιγότερο και από μια βδομάδα, προκειμένου να βάλει τα τικάρει όλα τα βασικά. Να έχει να λέει ότι πήγε στο τάδε μέρος, να θρηνεί που δεν πήγε στο άλλο. Ο τουρισμός αποκτάει κατά κάποιον τρόπο και μια λογική συλλέκτη. Στο ενδιάμεσο των βασικών πραγμάτων που πρέπει να δει τεράστιες διαδρομές που απλά λειτουργούν ως μετάβαση, κτίρια και τοπία που απλά θα ξεχάσεις.
Αυτόν τον περιορισμό που έχει ο τουρισμός από την ίδια τη φύση του γίνεται εμφανής με κρότο, όταν πηγαίνεις στο Βατικανό, μια εκδρομή που στις συμβατικές σου διακοπές στη Ρώμη, πιάνει μια μέρα. Μπαίνοντας μέσα στα Μουσεία δεν εντυπωσιάζεσαι τόσο με το μέγεθος τους, όσο με τη αδιανόητη επιμονή να είναι όλα προσεγμένα. Σε γιγανταίους χώρους βλέπεις να υπάρχει σε οποιοδήποτε σημείο τους και αν κοιτάξεις μια καλλιτεχνική επιμέλεια. Τα πάντα σε μια αίθουσα του Βατικανού αξίζουν να τα κοιτάξεις. Αξίζουν να τα θυμηθείς. Αλλά το μυαλό σου δεν έχει αυτή την ικανότητα. Ευτυχώς. Όταν περπατάς στους χώρους του Βατικανού νιώθεις σαν να ζαλίζεσαι από το πλήθος των ερεθισμάτων. Έχεις μόνο λίγες ώρες -νομίζω περάσαμε γύρω στις 5- μέσα στα μουσεία.
Μέσα σε αυτές τις ώρες βλέπεις στην Πινακοθήκη του Βατικανού έργα του Ραφαήλ, του Τζιότο, του Ντα Βίντσι, του Καραβάτζιο. Στο κομμάτι της Μοντέρνας Θρησκευτικής Τέχνης Ροντέν, Βαν Γκονγκ, Γκογκέν, Νταλί, Πικάσο. Στο Μουσείο Πίου και Κλήμη μερικά από τα πιο εμβληματικά αγάλματα της ελληνικής και ρωμαϊκής αρχαιότητας. Στο Αιγυπτιακό Μουσείο συλλογή από μούμιες, παπύρους και άλλα αιγυπτιακά εκθέματα. Ένα από τα πιο εντυπωσιακά κομμάτια είναι η Αίθουσα των Χαρτών, μια πανύψηλη αίθουσα μέσα στην οποία περιστοιχίζεσαι από αμέτρητους πραγματικά χάρτες. Ξεχνάω πολλά. Δεν φαντάζεστε πόσο πολλά.
Εξάλλου, σχεδόν αναγκαστικά, αρχίζεις να προσπερνάς και να ξαναπροσπερνάς πράγματα που ενδεχομένως σε κάποια άλλη πόλη θα ήταν το πρώτο πράγμα που θα σου έλεγαν να επισκεφτείς. Και αυτό, σε συνδυασμό με τεράστιες ουρές ανθρώπων που σε ξεπερνάνε και τους ξεπερνάς με σχεδόν χορευτικές κινήσεις. Τα πάντα κινούνται πραγματικά πολύ γρήγορα. Μιλάμε για συνολικά 70.000 εκθέματα. Αυτό αναγκαστικά σου δημιουργεί ένα μείγμα άγχους να μη χάσεις τίποτα και ενθουσιασμού για όσα ζεις. Στο τέλος ίσως και μια ανάγκη να ξεκουραστείς, να κοιτάς τον τοίχο του σπιτιού σου πίσω στην Αθήνα, να περάσεις ένα αντίστοιχο χρονικό διάστημα χωρίς κανένα απολύτως πραγματικό ερέθισμα. Μετά ήρθε η Καπέλα Σιξτίνα και η Βασιλική του Αγίου Πέτρου.
Αυτό που σου αφήνει όμως τελικά όλα αυτό το μείγμα συναισθημάτων, όταν πια απομακρυνθείς από αυτό, είναι το δέος που λέγαμε παραπάνω. Ένα δέος για ένα μέρος όπου καθετί, κάθε μικρό σημείο, είναι μελετημένο, φτιαγμένο για να είναι όμορφο. Και στο τέλος από την εμμονή στη λεπτομέρεια, ο όγκος της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου. Εκεί που ένιωθες ότι το μυαλό σου είναι πολύ μικρό, για να χωρέσει τον τεράστιο όγκο των ερεθισμάτων, νιώθεις πια και το σώμα σου πολύ μικρό μέσα σε έναν χώρο αφιερωμένο σε κάτι που σε υπερβαίνει. Άλλωστε ο καθολικισμός πάντα στηριζόταν σε αυτό το δέος. Το Βατικανό είναι η καλύτερη εκδοχή του.
Όταν πια η επίσκεψή μας στο Βατικανό τελείωσε, μάς είχε μείνει μια τεράστια σωματική κούραση που προέκυπτε περισσότερο από όσα ζήσαμε και πολύ λιγότερο από την πολύωρη ορθοστασία. Βγαίνοντας από τα τείχη και πάλι και καταταλαιπωρημένοι, επιλέξαμε να κάτσουμε στο πιο μίζερο και το πιο τουριστικό όλων των τουριστικών εστιατόριο της περιοχής. Δεν υπήρχε χώρος για άλλον εντυπωσιασμό. Ήταν σαν να θέλαμε συνειδητά να βεβαιωθούμε ότι θα γεμίσουμε το στομάχι μας και θα φύγουμε. Το παράξενο; Εκεί, σε εκείνο το μίζερο τουριστικό εστιατόριο, έκανα ένα από τα καλύτερά μου γεύματα στη Ρώμη. Καμιά φορά μπορείς να βρεις την ομορφιά εκεί που πραγματικά δεν το περίμενες.
(Φωτογραφίες: AP Photos)