Whataboutism: Η πιο συχνή τακτική στα σχόλια του Facebook
- 10 ΜΑΡ 2020
Δίνοντας τον ορισμό θα λέγαμε ότι πρόκειται για μια προσπάθεια να αντικρούσεις μια θέση ή ένα επιχείρημα με το να κατηγορείς τον αντίπαλό σου για υποκρισία. Χωρίς βέβαια να αναφέρεσαι άμεσα στο ίδιο το επιχείρημά του. Είναι η σχεδόν αντανακλαστική συμψηφιστική αντίδραση που παίρνει το βάρος από εκείνον που τη χρησιμοποιεί. Αν θέλετε να το κάνουμε και λίγο πιο σχηματικά.
1. To πρόσωπο Α κάνει τον ισχυρισμό Χ.
2. Το πρόσωπο Β τονίζει ότι οι πράξεις του προσώπου Α στο παρελθόν δεν ταιριάζουν με τη αλήθεια του ισχυρισμού Χ
3. Άρα, ο ισχυρισμός Χ δεν είναι αληθής.
Αυτή η κλασική ad hominem πρακτική είναι ένας από τους τρόπους που στήνει τη ρητορική της η alt-right και η ακροδεξιά στην Ευρώπη και την Αμερική. Είναι μάλιστα ένας από τους τρόπους να κατασκευάζει αυτή την ψευδαίσθηση κυριαρχικού λόγου στα internet harassment στο οποίο πολύ συχνά καταφεύγει. Ο ίδιος ο Donald Trump έχει στήσει πάνω της μέρος της πολιτικής του ρητορικής. Δεν είναι βέβαια κάτι καινούργιο.
Στη δίκη του ναζί εγκληματία πολέμου Klaus Barbie, ο δικηγόρος του προσπάθησε να στήσει όλη την υπερασπιστική γραμμή πάνω στη ‘Tu quoque’ λογική. Ξέρετε αυτή που προηγήθηκε του whataboutism. Το επιχείρημα εκεί ήταν ότι “ναι, μεν έκανε εγκλήματα αλλά εγκλήματα έκανε και το γαλλικό κράτος κατά τον πόλεμο της Αλγερίας”. Κατά τη λογική αυτή, δεν θα μπορούσε το γαλλικό κράτος να καταδικάσει τον Klaus Barbie. Δεν θα είχε το ηθικό δικαίωμα. Η γραμμή αυτή βέβαια απορρίφθηκε και ο Barbie καταδικάστηκε.
Ως ‘whataboutism’ ο όρος κατασκευάστηκε, προκειμένου να περιγράψει την τακτική της σοβιετικής προπαγάνδας που προέκυπτε στις κριτικές προς το καθεστώς που έρχονταν από τη Δύση. Κατά πάσα πιθανότητα ο ίδιος ο όρος κατασκευάστηκε το 1978 από τον δημοσιογράφο Michael Bernard. Στα ελληνικά ομολογώ ότι δεν έχω βρει μια μετάφραση ικανοποιητική.
Όταν ξεχνάμε το point
Πολύ συχνά, βέβαια, η συζήτηση για το ‘whataboutism γίνεται και αυτή κατά κάποιο τρόπος ζημιογόνος για τη συζήτηση. Όσο και αν ως καραμέλα δεν προσφέρει τίποτα απολύτως (ίσα-ίσα τραβάει το χέρι και του αντιπάλου προς τον πάτο) η κριτική στα double-standards είναι κάτι πραγματικά σημαντικό. Ιδίως αν δούμε τις πιο γνωσιακές αναλύσεις της ιδεολογίας ως εξατομικευμένης νοητικής αναπαράστασης. Όταν λειτουργεί δηλαδή η ιδεολογία ως έμφαση θετικών πληροφοριών για Εμάς και ως έμφαση αρνητικών πληροφοριών για τους απέναντι.
Σε κάθε περίπτωση όμως θα τη βρείτε ως μια όχι-και-τόσο-ευφυή πρακτική σε πάρα πολλές μορφές. Όταν κερδίζει πέναλτι η μια ομάδα, ως απάντηση της κυβέρνησης προς την αντιπολίτευση, ως μέρος του τσακωμού ενός ζευγαριού. Μπορεί πολύ εύκολα να λειτουργεί ως τακτική διαλόγο αλλά ενός διαλόγου που έχει προκαθορισμένα χάσει το ενδιαφέρον του να μιλήσει για το point. Και πολύ συχνά, όπως είπαμε, αποτελεί έναν πολύ όμορφο χορό ενός ολόκληρου πολιτικού διαλόγου. Λίγο πριν βυθιστεί στον πάτο του βαρελιού.