LONGREADS

10 χρόνια Onirama: Η επιτυχημένη παρέα που θα ήθελες να είναι δική σου

Μερικοί κάνουν φιλίες στο στρατό που κρατάνε μια ζωή. Κάποιοι άλλοι φτιάχνουν μπάντες που κρατάνε χιλιάδες Έλληνες. Όρθιους. Ο “χορός” για τους Onirama μετράει ήδη 10 χρόνια... υπηρεσίας. Τα μέτρησαν ένα-ένα στο ΟΝΕΜΑΝ.

Η βόρεια σκοπιά στο Κέντρο Διαβιβάσεων στην Καλαμάτα ήταν με διαφορά ο χειρότερος τρόπος να δεις τις κίτρινες λάμπες της πόλης να σβήνουν και τον κόσμο να ξεκινάει την καινούργια, παγωμένη του μέρα. Φεβρουάριος γαρ. Κάθε φορά που ο επιλοχίας της διμοιρίας με έστελνε βόρεια, αναλογιζόμουν την αδιάλλακτη ελαφρότητα της απόφασής του. Τι του κόστιζε να με στείλει για σκοπιά, τι για περιπολία, τι εξοδούχο; 7-8 δευτερόλεπτα από το χρόνο του; Κάτι τέτοιο. Κουβαλάω τον συγκεκριμένο ρητορικό προβληματισμό εδώ και 3 χρόνια και τον πιάνω να εγκαταλείπει το υποσυνείδητο κάθε φορά που έχω μπροστά μου έναν επιλοχία. Αυτό το βράδυ βρισκόμουν στο ίδιο καμαρίνι με έναν. Τον Θοδωρή Μαραντίνη. Οι άλλοι 4 των Onirama ήταν απλοί οπλίτες στο στρατό. “Ο Θοδωρής ήταν το βύσμα”, λέει με την κλασική αγανάκτηση -I ‘ve been there- του “χωμένου σκοπάνθρωπου” ο Διονύσης (Φραντζής, ο μπασίστας και co-founder της μπάντας).

Οι Onirama ξεκίνησαν ως “Mixin up the medicine” οι οποίοι, πάλι, ξεκίνησαν ως μια ιδέα του Θοδωρή και του Διονύση, φίλων από την ίδια σειρά που κρατούσε μακριά τον εχθρό στη μαγευτική Χελιδόνα, βόρεια, πολύ πιο βόρεια από τη δική μου σκοπιά-καθαρτήριο στην Καλαμάτα. “Προσπαθώντας να πάρουμε καμιά άδεια παραπάνω, χρησιμοποιήσαμε όλα τα μέσα.Σ’ αυτό το “πλαίσιο”, βρεθήκαμε να παίζουμε και σε κάτι βραδιές οπλίτη με τον Διονύση, με τον οποίο κάναμε έτσι κι αλλιώς παρέα στο στρατό”, θυμάται ο Θοδωρής.

Όταν, ως (καλοί;) πολίτες πλέον, ο frontman τους έψαχνε άτομα για μπάντα που θα έπαιζε κάθε Πέμπτη στη “Μεσόγειο” στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, πήρε τον Διονύση ο οποίος έφερε μαζί του και τους υπόλοιπους -πλην του Χρήστου (Τρεσίντση, πληκτρά της μπάντας) που ήρθε έναν χρόνο μετά. Ποιες ήταν οι κανονικές δουλειές των Onirama άμα τη (ουσιαστική) γνωριμία τους; Ο Θοδωρής δούλευε (“κανονικότατα, περισσότερο από το κανονικό”) στην οικογενειακή επιχείρηση, ήτοι επιχείρηση με φωτεινές επιγραφές, κάποιος ήταν υπάλληλος σε dvdάδικο και στο ταχυδρομείο, ένας σε κατάστημα με γυναικεία εσώρουχα, άλλος σε ανταλλακτικά αυτοκινήτων.

Ποιος ήταν ο στόχος τους όταν ανέβηκαν στο stage της Μεσογείου αρχικά κάθε Πέμπτη και σύντομα κάθε Παρασκευοσάββατο επειδή οι Πέμπτες πήγαιναν σφαίρα; Κανένας. Ή τουλάχιστον, κανένας άλλος εκτός του να κάνουν τον κόσμο να περάσει καλά. Καμία καριέρα, κανένας δίσκος, καμία καταξίωση. Κι ας έπαιζαν 6 ώρες κάθε βράδυ, κάνοντας το προσωπικό του stage να τους παρακαλάει να σταματήσουν για να πάνε σπίτι τους.

 

“Το ξέρω θα ‘ρθεις”. Μόνο που αυτοί δεν το ήξεραν

Πριν τη Μεσόγειο, ο Θοδωρής έπαιζε σε κάτι μπουάτ με την κιθάρα του. Αυτή ήταν η live προϋπηρεσία του. Στήνοντας το tracklist των εμφανίσεων τους που περιείχε “7 κομμάτια Beatles, 6 stones και 5 Σιδηρόπουλο”, πρότεινε στην μπάντα να παίξουν και μια διασκευή σε ένα κομμάτι του Μάικ Ροζάκη, το “Μια μέρα θα ΄ρθεις”, γιατί το είχε δοκιμάσει “και έκανε κατάσταση”. Το έπαιξαν ήδη από το πρώτο live που βρέθηκαν μαζί on stage. Χωρίς πρόβα. Όπως και τα περισσότερα κομμάτια. Αλλά, όπως φάνηκε, αυτό δεν είχε καμία σημασία.

“Αυτό είναι το τραγούδι που μας έφερε στην Αθήνα” για τον Δημήτρη ή Μήτσο (Κοκκονίδη, ντράμερ των Onirama). Δεν διαφωνεί κανείς. Όχι ότι δεν διαφωνούν ποτέ. Και οι πέντε που έχουν μαζευτεί γύρω απ’ το recorder μου έχουν τη δική τους γνώμη/ανάμνηση/εικόνα για αυτά που ρωτάω. Άλλοι τη λένε, άλλοι αφήνουν διακριτικά τον Θοδωρή στο ρόλο του spokesperson. Ο καθένας τη γνώμη του, αλλά όλοι τη συναίσθηση και την ευθύνη αυτού που έχουν καταφέρει, χωρίς καν να το σχεδιάσουν. Αυτό που είναι διακριτό ήδη από το πρώτο τέταρτο της επίσκεψης είναι αυτό που έχουν σκεφτεί/συζητήσει εκατοντάδες φορές και μεταξύ τους. Αυτό το ποπ της μουσικής τους και η ταμπέλα που τους “κρέμασε” (αναπόφευκτα στη χώρα που η ταμπελοποίηση είναι ένα βήμα πριν τα αμφιθέατρα των ΑΕΙ) λίγη σχέση έχει με το the real thing.

Απόδειξη πρώτη; Αυτό που γίνεται στο live τους. “Όλοι έρχονται λίγο μαγκωμένοι με μια μέτρια, αδιάφορη, άντε, στην καλύτερη, συμπαθητική προσέγγιση για τη μπάντα και στο peak του live,καταλήγουν να χτυπιούνται πάνω στα ηχεία”. Συχνά με κάποιο ρούχο να έχει μείνει πίσω. Ή κάτω. Δεν ξέρω αν το “κάφρικα” που διαλέγει ο Δημήτρης για να περιγράψει το παίξιμο της μπάντας on stage είναι politically correct, αλλά βάζει τα πράγματα σε πιο σωστή διάσταση.

Απόδειξη δεύτερη; Περίμενες ποτέ ότι ο κιθαρίστας τους (Γιώργος Κοκκονίδης, αδερφός Δημήτρη) πετυχαίνοντάς με να κάνω τον dj σε ιστορικό, underground bar του κέντρου, θα μου ζητούσε το “Raining Pleasure” από τους Triffids και το “For the roses” των Deus;

 

In Dora Rizou they trust

Σε κάθε success story υπάρχει ο άνθρωπος-κλειδί. Αυτός που μετέτρεψε το story σε επιτυχία. Αυτός που άλλαξε το momentum. Στην περίπτωση των Onirama, είναι αυτή, όχι αυτός. Η Ντόρα Ρίζου από τη LYRA. Λίγο πριν τη γνωρίσουν, οι Onirama είχαν καταφέρει με τη διασκευή στον Μάικ Ροζάκη, με τον “Χορό” -που εν τω μεταξύ είχαν γράψει- και με τα covers που συνέχιζαν να κάνουν στα απρόβλεπτα (είναι η λέξη) live τους να γίνουν γνωστοί, πολύ γνωστοί, σε όλη τη Θεσσαλονίκη. “Και στον Βόλο και στην Καβάλα” και αλλού. Στην Αθήνα, όχι ακόμα.

Ο Θοδωρής είχε κατέβει για να προσεγγίσει αρκετές εταιρίες με το demo της μπάντας, αλλά , όπως θυμάται τώρα, “σε μια εποχή που άνθιζαν τα μουσικά reality και εν μέσω κρίσης της δισκογραφίας, τα πράγματα ήταν λίγο ζόρικα”. Οι πρώτες αρνήσεις έφεραν και την πρώτη (ελεγχόμενη) κρίση μεταξύ των Onirama, εκεί στα μέσα των 00s, μέχρι που το demo έπεσε στα χέρια της Ντόρας Ρίζου. Δεν ήταν αρνητική, αλλά ήθελε να τους δει και live. Οι όροι ήταν πλέον υπέρ των Onirama. Έπαιζαν στη φυσική τους έδρα (εννοώντας και την Θεσσαλονίκη, εννοώντας και το stage).

 

H μυθική της ατάκα που ακούει ακόμη ο Δημήτρης ήταν η αρχή της καθόδου των Onirama. Στην Αθήνα. “Μας είπε το εξής φοβερό που δεν θα ξεχάσω ποτέ. ‘Είναι η πρώτη φορά που θέλουμε έναν καλλιτέχνη που έχει ήδη κοινό και δεν θα προσπαθήσουμε να του κάνουμε ένα single για να τον βάλουμε στην αγορά και να τον κάνουμε γνωστό. Είστε μια πολύ γνωστή μπάντα της Θεσσαλονίκης και εμείς απλά θα της κάνουμε έναν δίσκο. Για μας είναι πάρα πολύ εύκολο’”.

Οι Onirama στην “Χώρα των τρελών”. Στην Αθήνα.

 

“Είχαμε θράσος, δεν μπορείς να το εξηγήσεις αλλιώς”, καταλήγει ο Δημήτρης προσπαθώντας να θέσει με λογικούς όρους το live της μπάντας στο Θέατρο Δάσους, την πρώτη τους εμφάνιση ever στο κλεινόν άστυ. Αν ρωτήσεις τα παιδιά (ε, ναι, μετά από ένα μισάωρο χαλαρής παρέας μαζί τους, μπορείς να τους λες “τα παιδιά”) για ποια κίνηση/συνεργασία/τραγούδι έχουν μετανιώσει, δεν θα σου κρύψουν ότι σίγουρα υπάρχουν αρκετές τέτοιες, αλλά δεν θα σου πουν κάτι συγκεκριμένο.

Εκτός ίσως από κάτι. Αυτό που λέει, μάλλον εξ ονόματος όλων, ο Χρήστος. “Ίσως έπρεπε να έχουμε τολμήσει τη Μεγάλη Κάθοδο λίγο νωρίτερα από το 2006”. Με τον Θοδωρή να δίνει έναν καλό λόγο για αυτό (αν κρίνεις από τα γέλια που μάλλον ακούστηκαν και έξω από τακαμαρίνια). “Ναι, νωρίτερα, να είμαστε και λίγο πιο νέοι, μια πιο νεανική μπάντα”.

 

Ο μικρότερος των Onirama είναι στα 30 και ο μεγαλύτερος μια δεκαετία παραπάνω. Αυτό σημαίνει ότι τον Δεκέμβριο του 2007, όταν και κατέλαβαν το Cinema Live Stage Club παρέα με την επίσης σχετικά άσημη τότε Ελεονώρα Ζουγανέλη, εκεί στην Πειραιώς που τώρα υπάρχει το W, τα μέλη της μπάντας ήταν από 25 μέχρι 35. Αλλά αυτό είναι το τελευταίο που θα θυμάται κάποιος από την πραγματική ΈΚΡΗΞΗ που συστήθηκε αυτοπροσώπως στους Onirama τη συγκεκριμένη περίοδο. Για τον Θοδωρή, “η δεύτερη χρονιά στην Αθήνα (σ.σ. την πρώτη είχαν κάνει το αρχικό μπαμ με το Secret Concert τους δίπλα στον Αντώνη Ρέμο) ήταν μια πολύ μεγάλη έκρηξη που ήταν πραγματικά δύσκολο να διαχειριστούμε. Το Cinema ήταν το πιο hot μέρος της Αθήνας, ξαφνικά μας έμαθε όλη η Ελλάδα. Νομίζω ότι τώρα που έχουμε σταθεροποιηθεί σε ένα καλό επίπεδο καταλαβαίνουμε σιγά σιγά τι έγινε τότε. Το παράδοξο που συνέβαινε τότε είναι πως είχαμε τεράστια αναγνωρισιμότητα χωρίς μεγάλη καλλιτεχνική υπόσταση. Η εικόνα ήταν δυσανάλογη του έργου μας. Δεν σου κρύβω ότι κάποιοι από εμάς τον είδαν και ως κακό όλον αυτόν το χαμό στο Cinema”.

 

Να, πάρε για παράδειγμα τον Γιώργο. “Με το που τελείωνε το live πνιγόμουν, δεν μπορούσα να κάτσω στα καμαρίνια”. Η αλήθεια είναι ότι και στο Cinema, η μπάντα έπαιξε αυτό που ήθελε, όπως το ήθελε. “Εμείς παίζαμε Stones και ο κόσμος το αντιμετώπιζε όλο αυτό λες και παίζαμε Κιάμο”, προσθέτει ο Δημήτρης. “Μας έλεγαν ‘καλά ρε σεις, θα πάτε στην Πειραιώς και θα παίξετε Beatles;’. Το κάναμε, γιατί το πιστέψαμε. Κι απ’ ό,τι φάνηκε ο κόσμος ήθελε να δει αυτό. Ένα δυνατό, σφιχτό live, χωρίς πολλά φώτα, χωρίς ιδιαίτερο show”.

Όπως συμβαίνει συνήθως, τίποτα δεν είναι το ίδιο μετά από μια έκρηξη. Τα παιδιά μου μιλάνε για την πιο δύσκολη στιγμή της καριέρας τους. Της ίδιας καριέρας που δεν ήταν ποτέ ο στόχος, το αντικείμενο, το πλάνο. Μια καριέρα που ήρθε έτσι ακριβώς όπως το σκαθαρικό “Come Together” μπορεί να ακολουθήσει το “Orange Crush” των R.E.M. σε ένα live όταν τα αίματα αρχίζουν να ανάβουν.

Μετά από την τεράστια, κάτι παραπάνω από talk of the town επιτυχία στο Cinema, τα δεδομένα για τους Onirama ήταν τα εξής. Τις αποφάσεις έπρεπε να τις παίρνουν ΜΟΝΟΙ -αφού ποτέ μέχρι τότε δεν είχαν μάνατζερ-, το επόμενο βήμα μετά από μια huge επιτυχία “νομοτελειακά οδηγεί στον Καιάδα” που λέει και ο Γιώργος, και οι προτάσεις έπεφταν βροχή. Βασικά όχι βροχή. Καταιγίδα. Βασικά όχι καταιγίδα. Θεομηνία.

 

Κάθε απόφαση είναι σωστή, μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου

Αν έχεις παίξει ποτέ τουρνουά πόκερ (online ή σε πραγματικό τραπέζι), γνωρίζεις ότι όσο αυξάνονται οι μάρκες μπροστά από το στήθος σου -πάνω κάτω-, τόσο πιο δύσκολη γίνεται η επόμενη απόφασή σου. Περισσότερες μάρκες, ακόμα πιο δύσκολη απόφαση. Οι Onirama έπρεπε να πάρουν τη μεγάλη απόφαση. Αυτή που θα έστελνε το φάντασμα του one-hit wonder (όπου hit μην βάλεις κάποιο τραγούδι, βάλε την πρώτη τους, α(ξέ)χαστη επιτυχία στην Αθήνα) μακριά, έξω από δω. Απόφαση χωρίς μάνατζερ. Απόφαση με… μπάλες.

“Μετά το Cinema, είχαμε προτάσεις να παίξουμε με τους πάντες. Με τους ΠΑΝΤΕΣ. Από το πιο-μπουζούκι-δεν-γίνεται της Αθήνας και από τον Σταυρό του Νότου ταυτόχρονα. Κι οτιδήποτε χωρούσε μέσα σε αυτό το φάσμα. Κι εκεί επιλέξαμε να ρισκάρουμε. Πήγαμε μόνοι μας στο Άνοδος Stage”. Αυτή ήταν η απόφαση.

Ζητώντας μια αξιολόγηση, μια ματιά από μακριά για τα 10 χρόνια της πορείας τους και με τους ανοδικούς δείκτες να τρελαίνονται εκεί στο 2007, 2008, ο Θοδωρής ψύχραιμα και μεστά υπολογίζει ότι “η επόμενη κίνησή μας μετά τον πανικό ήταν η πιο σωστή που θα μπορούσαμε να έχουμε κάνει σε όλο αυτό το μπέρδεμα και το άγχος που είχε φέρει η (απρόσμενα) μεγάλη επιτυχία. Μπορεί να μην ήταν η καλύτερη δυνατή, αλλά ήταν κάτι ΟΚ. Είπαμε πάρα πολλά ‘όχι’ και κυρίως είπαμε ‘όχι’ σε πάρα πολλά λεφτά”.

 

Πριν ξεκινήσουν τις εμφανίσεις στο Άνοδος Stage τον Γενάρη του 2009, οι Onirama θα προλάβουν να αποδείξουν έμπρακτα ότι ένα από τα “θέλω” τους μιας και μπήκαν στον χορό ήταν για τον Δημήτρη να “είμαστε σε όλα μέσα”. Τον Ιούνιο του 2008, κυκλοφορεί η “Κλεψύδρα”, το δεύτερο άλμπουμ τους, με τις υπογραφές των Λάκη Παπαδόπουλου και Νίκου Ζιώγαλα σε δύο τραγούδια, λίγο μετά ανοίγουν τη συναυλία του Lenny Kravitz στη Μαλακάσα, συνεργάζονται με τους Grand Avenue, κερδίζουν το βραβείο του καλύτερου συγκροτήματος της χρονιάς τόσο στα Mad VMA όσο και στην ψηφοφορία του περιοδικού STATUS.

Μετά τις εμφανίσεις τους στο Άνοδος Stage και λίγο πριν φύγει το 2009, οι Onirama δείχνουν ότι δεν είναι αυτό που νομίζεις (εσύ που δεν τα πας και πολύ καλά με την ποπ) με το άλμπουμ “Χωρίς Αιτία”. “Αυτός ο δίσκος έδωσε άλλη υπόσταση στη δουλειά μας. Συνεργάστηκαν μαζί μας μουσικοί όπως ο Διονύσης Σαββόπουλος, η Αφροδίτη Μάνου, ο Μπάμπης Στόκας, ο Μύρωνας Στρατής, η Ανδριάνα Μπάμπαλη, ο Stereo Mike”. Ο τρόπος που χρωματίζουν τη λέξη υπόσταση σε κάνει να καταλάβεις ότι τους ένοιαζε, ότι ήθελαν να την τονώσουν. Βήμα-βήμα, δουλειά με τη δουλειά, εμφάνιση με την εμφάνιση. Καμία κίνησή τους δεν είναι ορφανή πολύωρης σκέψης και κουβέντας μεταξύ τους. Και τώρα τα πράγματα είναι σαφώς λιγότερο βαριά για αυτούς, εφόσον συνεργάζονται με μάνατζερ που έχουν αναλάβει μεγάλο κομμάτι της “βρώμικης” δουλειάς.

 

10 χρόνια είναι πολλά; Για τους Onirama είναι μόνο η αρχή

Σήμερα, στο καμαρίνι τους, λίγο πριν βγουν στο stage του Αθηνών Αρένα, στο ίδιο stage που θα βγει το ίδιο βράδυ ο Σάκης Ρουβάς και η Ελένη Φουρέιρα, με τον κόσμο να ανυπομονεί να ακούσει τον επίκαιρο “Φτωχό” από το τρίτο τους studio album, “Στη Χώρα των Τρελών” που κυκλοφόρησε εν τω μεταξύ, οι πέντε Onirama και η αύρα που έχει κλειστεί στο δωμάτιο 45 λεπτά μετά την “επίσκεψή” μου, είναι ομαλά ανακατεμένη. Αν μπορείς να πεις κάτι τέτοιο.

 

Είναι η αύρα των ίδιων ανθρώπων που μετά τα πρώτα τους live στη Μεσόγειο στη Θεσσαλονίκη έπαιρναν όλο το μαγαζί, αφού έκλειναν μισή ντουζίνα ώρες on stage, και πήγαν σε ένα συγκεκριμένο μπαράκι (μπάντα και πελάτες) για το after της κατάστασης και έπαιζαν μαζί παντομίμα (ναι, μπάντα και πελάτες) στις 7 το πρωί υπό τους ήχους των Ramones. Αυτών πουμερικά χρόνια αργότερα, χωρίς να το ονειρευτούν καν (κι ας τους λένε Onirama), έβλεπαν υπουργούς να μπαίνουν μες στο καμαρίνι τους για να τους συγχαρούν. Και γιατί έπαιζαν Stones στην Πειραιώς και γιατί έπαιζαν αυτό το καθαρό ποπ, “αυτό που μας εκφράζει όλους και απόλυτα” που λέει πρώτος και καλύτερος ο Γιώργος -αυτός που μου ζήτησε Triffids το άλλο βράδυ, θυμάσαι;

Είναι η ίδια παρέα που σε ένα κατάμεστο Καλλιμάρμαρο στην Τελετή Λήξης των Special Olympics Αθήνα 2011 έπαιξε για όλους τους ξεχωριστούς αυτούς αθλητές. Όπως και στο “Special Olympics Global Youth Rally”. Η παρέα που μια εβδομάδα πριν τα Χριστούγεννα τραγούδησε στο Μουσείο Νάσιουτζικ για παιδιά από 17 ιδρύματα της χώρας και μοίρασε λίγες μέρες μετά δώρα στο πλαίσιο πρωτοβουλίας των Atenistas. Χωρίς πολλά φώτα. Χωρίς καθόλου φώτα. Οι αληθινοί σταρ φαίνονται το ίδιο φωτεινοί και backstage.

Άλλωστε, τα φώτα κράτησαν αρκετά, νωρίτερα το 2011, κατά τη διάρκεια του μεγαλύτερου summer tour της μπάντας για το “Onirama 10 χρόνια live” tour. Έπαιξαν μόλις σε 35 πόλεις σε Ελλάδα και Κύπρο. Ναι, το ίδιο καλοκαίρι.

Μπορεί να ήξερες, μπορεί και όχι, ότι οι Onirama σε αυτά τα περίφημα “10 χρόνια live” που γράφω και ξαναγράφω έχουν κάνει περισσότερα από 1.500 live. Αυτό σημαίνει ότι τις 1.500 από τις 3.650 ημέρες που υπάρχουν, έχουν εμφανιστεί σε live. Να σε βοηθήσω. Αυτό σημαίνει πολύ παραπάνω από 1 live κάθε 3 ημέρες ή αλλιώς επί 4 χρόνια κάθε μέρα και live!!! Ξέρεις πολλές ελληνικές μπάντες να έχουν ζήσει 10 χρόνια; Έτσι, με αυτόν τον υπερηχητικό τρόπο; Δυσκολεύεσαι να θυμηθείς, έ;

Για κλείσιμο, προσπάθησα να δω τη διάσταση σε μερικές διαχρονικές προβληματικές όπως διαμορφώνονταν στο μυαλό τους 10 χρόνια πριν και όπως τις βλέπουν τώρα. Μάταια. Για τις γυναίκες για παράδειγμα, μου είπαν ότι και τότε και τώρα είναι ο λόγος για να παίζουν μουσική.Εντάξει κι εγώ αυτό θα σκεφτόμουν. Για τα όνειρα, βέβαια, υπήρξε μια μικρή (μεγάλη) απόκλιση. Στο ξεκίνημα, το όνειρό τους ήταν (δεν ήταν) άλλοι 10 μήνες. Σήμερα, με τα ημερολόγια να τελειώνουν σε 2012, το όνειρό τους είναι “άλλα 10 χρόνια”. Fair enough.