LONGREADS

15 χρονών νεκρός: Μιλήσαμε με τη γενιά του Γρηγορόπουλου

Τι σκέφτονται σήμερα οι μαθητές που πήραν μέρος στα γεγονότα του Δεκέμβρη.

Τα παιδιά της εξέγερσης του Δεκέμβρη μεγάλωσαν. Σπουδάζουν, δουλεύουν, φτιάχνουν τη ζωή τους εδώ ή στο εξωτερικό -κυρίως στο εξωτερικό-, συζούν, νοικιάζουν σπίτια που πρέπει να πληρώνουν μόνα τους, χωρίζουν, τα βράδια βλέπουν σειρές ή ταινίες, τα πρωινά πλένουν τα πρόσωπά τους χωρίς να τους κυνηγούν οι γονείς τους. Το σχολείο, τα φροντιστήρια, όσα τους απασχολούσαν στα 15 τους έχουν θαφτεί στο παρελθόν, μαζί με τις υπόλοιπες χρονιές που τα συνόδευσαν στο σήμερα, μαζί με κάποια απ’ τα πιο αφελή όνειρά τους.

Έχει μείνει τίποτα από εκείνον τον Δεκέμβρη, από εκείνον τον χειμώνα του ’08-’09, όταν η δολοφονία ενός συνομήλικού τους, τους έβγαλε μαζικά στο δρόμο; Πώς βλέπουν την 6η Δεκεμβρίου μέσα απ’ τη ματιά που έχουν σήμερα για τον κόσμο; Ήταν τελικά ένα γεγονός που τα καθόρισε, μπορούν να διακρίνουν την επιρροή του ή αναπαύεται κι αυτό μαζί με τις αφίσες τους και τα λιωμένα τους Vans στο πατάρι του πατρικού τους;

Μιλήσαμε με τρία παιδιά του τότε, τρεις σχεδόν συνομήλικους του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου και τους ζητήσαμε να θυμηθούν τη μέρα που ένας αστυνομικός δολοφόνησε έναν 15χρονο μαθητή στα Εξάρχεια, τις πορείες και όσα ακολούθησαν μετά.

Ο ένας απ’ τους τρεις ζήτησε να σεβαστούμε την ανωνυμία του, καθώς πήρε μέρος και στα επεισόδια που ακολούθησαν το περιστατικό, γι’ αυτό και αναφέρουμε μόνο τα αρχικά του ονόματός του.

6 Δεκεμβρίου, βράδυ

O 37χρονος ειδικός φρουρός, Επαμεινώνδας Κορκονέας, σκοτώνει στη συμβολή των οδών Τζαβέλα και Μεσολογγίου στα Εξάρχεια τον 15χρονο μαθητή Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο. Η είδηση κυκλοφορεί αστραπιαία.

Πόσο χρονών ήσουν το 2008 και σε ποια τάξη πήγαινες;

Α.Ν.: Ήμουν 16 ετών και πήγαινα στην Β’ Λυκείου.

Στέφανος Μπατσής: Ήμουν 16 χρονών και πήγαινα Β’ Λυκείου.

Μαρία Βασιλάκου: Ήμουν 13 και πήγαινα Β’ Γυμνασίου.

Πώς πληροφορήθηκες τι συνέβη το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου; Θυμάσαι πού ήσουν;

Α.Ν.: Ήμουν στο σινεμά, στα Οdeon στη Συγγρού συγκεκριμένα. Έλαβα ένα τηλεφώνημα από έναν συμμαθητή μου, ο οποίος ταραγμένος μου είπε ότι στα Εξάρχεια οι μπάτσοι σκότωσαν ένα παιδί.

Στέφανος Μπατσής: Θυμάμαι πολύ καλά. Ήταν Σάββατο βράδυ αλλά για κάποιο λόγο είχα μείνει μέσα, στο πατρικό μου στα Γιάννενα. Ο αδερφός μου με ειδοποίησε, μάλλον το είχε πληροφορηθεί μέσω κάποιου έκτακτου δελτίου στην τηλεόραση.

Μαρία Βασιλάκου: Νομίζω ότι έμαθα το γεγονός την επόμενη ημέρα, στο σχολείο. Το συζητούσαμε πολύ έντονα σε παρέες στο προαύλιο, αλλά και με τους καθηγητές μέσα στην τάξη.

 

Τι έκανες αμέσως μετά;

Α.Ν.: Δεν πήγα σπίτι, άφησα τους φίλους μου που θα γυρνούσαν Πειραιά και πήρα ταξί για Εξάρχεια.

Στέφανος Μπατσής: Αμέσως μετά καρφώθηκα μπροστά στον υπολογιστή κι έκανα συνεχώς refresh σε ενημερωτικές σελίδες, αλλά και στο Indymedia, για να μάθω όσο το δυνατόν περισσότερα αλλά και για να δω πώς εξελίσσονται τα γεγονότα στην Αθήνα.

Μαρία Βασιλάκου: Θυμάμαι ότι την επόμενη ημέρα δεν κάναμε σχεδόν καθόλου μάθημα. Καθόμασταν έξω συζητώντας τρόπους να οργανωθούμε, να αντιδράσουμε σε αυτό που συνέβη και να το καταδικάσουμε έμπρακτα.

Η αντίδραση, οι πορείες

Ένα πρωτόγνωρο κίνημα νεανικής διαμαρτυρίας ξεσπάει από το ίδιο κιόλας βράδυ. Θα κορυφωθεί τις επόμενες ημέρες με καταλήψεις, πορείες και επεισόδια.

Πήρες μέρος στις πορείες που ακολούθησαν; Τι θυμάσαι πιο έντονα;

Α.Ν.: Το ίδιο βράδυ πήγα Εξάρχεια και πήρα μέρος, ναι. Πόλεμος. Άπειρος κόσμος μαζεύτηκε αμέσως. Ψάχναμε μπάτσους και μετά επίθεση με πέτρες, μάρμαρα, πλακάκια, ό,τι άλλο έβρισκες και βόλευε για ρίψη. Μετά και μολότοφ. Δακρυγόνο πολύ και μπάτσοι φοβισμένοι. Διστακτικοί. Είχαν σκοτώσει ένα παιδί, και οι ίδιοι το ξέρανε ότι έπρεπε να πληρώσουν. Τρέξιμο από οδόφραγμα σε οδόφραγμα και όπου είχε στολές ντου.

Την επόμενη πάλι Αθήνα για μαθητική πορεία και μετά στις καταλήψεις, εδώ και εκεί. Νομική, Πολυτεχνείο και μπάχαλα παντού μέχρι το βράδυ. Εξέγερση. Αρνητική διαλεκτική με τα πάντα. Διάχυτη, αφορμαλιστική και αυθόρμητη δράση. Βία ενάντια στη βία κράτους και εξουσίας. Όλοι ανεξαρτήτων καταβολών κατέβαιναν στο δρόμο να αντιτεθούν στην κατά συρροή δολοφόνο ΕΛ.ΑΣ.

Στον Πειραιά, η πλατεία Κοραή ανάποδα όλη. Επίθεση στο Τμήμα και όλα τα citroen ανάποδα. Την μεθεπόμενη πάλι επίθεση στο τμήμα στην Κοραή, από μας τους μαθητές. Μπάτσοι ταμπουρωμένοι μέσα, και εμείς πέτρα φουλ. Μετά μας κάνουνε ντου και κυνηγητό στην Β. Γεωργίου. Συνέλαβαν και ένα φίλο μου τότε. Έφαγε ξύλο μέσα και μετά έγινε Δαπίτης (sic).

Χάνεται η σκέψη μου, δεν μπορώ να σου περιγράψω συγκροτημένα τα επεισόδια, γιατί δεν ήταν επεισόδια. Ήταν μια συλλογική άρνηση σε ό,τι μας είχε μπουχτίσει, είτε λέγεται ΜΑΤ, είτε ασφαλίτικο, είτε εμπόρευμα, είτε τζάμι.

Στέφανος Μπατσής: Πήρα μέρος σε πορείες στα Γιάννενα. Το ενδιαφέρον ήταν πως ενώ επρόκειτο για εκδηλώσεις με αφορμή ένα τραγικό και στενόχωρο γεγονός, τη δολοφονία ενός εφήβου, οι πορείες απέπνεαν μία χαρά και μία αίσθηση δημιουργίας μέσα σε ένα κλίμα πως εδώ και τώρα συμβαίνει κάτι σημαντικό κι εμείς δεν το παρατηρούμε απλώς, αλλά είμαστε φορείς του, συμμέτοχοι. Θυμάμαι, επίσης, πως δεν υπήρχε ο παραμικρός φόβος σε εκείνες τις πορείες. Ίσως να φταίει που στα Γιάννενα οι πορείες ήταν εν πολλοίς χωρίς μεγάλες συγκρούσεις, ίσως και να ήταν η γενικότερη ορμή των ημερών της εξέγερσης.

Μαρία Βασιλάκου: Πήρα μέρος στη μαθητική πορεία στα Προπύλαια, και μάλιστα αυτή ήταν η πρώτη μου πορεία. ‘Εφυγα απ’ το σχολείο εν ώρα μαθήματος, δεν είχα ξανακάνει κοπάνα πριν. Βέβαια, δεν ήμουν η μόνη, είχαμε μαζευτεί αρκετοί απ’ το γυμνάσιο και είχαμε οργανωθεί καλά και με παιδιά απ’ το διπλανό Λύκειο. Είχαμε φτιάξει πανό, είχαμε συναντηθεί στον σταθμό του ηλεκτρικού και με μαθητές άλλων σχολείων της περιοχής και είχαμε κατέβει μαζί με δικό μας μπλοκ.

Ήταν πολύ έντονα εκείνα τα συναισθήματα, ήταν όλα πρωτόγνωρα, ένιωθα θυμό, συγκίνηση, φόβο και ενθουσιασμό ταυτόχρονα. Ήμουν και αγχωμένη γιατί ήταν η πρώτη μου φορά και επαναλάμβανα συνεχώς μέσα μου τι έπρεπε να κάνω κατά τη διάρκεια της πορείας: να μην πανικοβληθώ αν πέσει δακρυγόνο, να αναπνεύσω μέσα απ’ το κασκόλ μου, να μην αποσπαστώ από την αλυσίδα ό,τι και αν γίνει, να μην πέσω, να προσέχω να μην ποδοπατηθεί κάποιος. Θυμάμαι καθαρά το συναίσθημα του να φωνάζουμε με μια φωνή “Εμείς θα πούμε την τελευταία λέξη, αυτές οι μέρες είναι του Αλέξη” και ύστερα να πέφτει το πρώτο δακρυγόνο, οι φωνές, ο πανικός, μια κοπέλα μπροστά μου που έπεσε κάτω ενώ τρέχαμε και δεν πρόλαβα να τη σηκώσω. Μας πήρε ώρα να ηρεμήσουμε και να συγκροτηθούμε, τα περισσότερα παιδιά δεν ξέραμε από πορείες. Αλλά αυτό που μου έχει μείνει πιο έντονα ήταν ότι μετά την πορεία πήγαμε στο σημείο που δολοφονήθηκε ο Αλέξης και αφήσαμε από ένα λουλούδι. Κάτσαμε εκεί για ώρα χωρίς να μιλάμε, ο καθένας με τις σκέψεις του, με τα συναισθήματά του, ήμασταν όλοι πολύ συγκινημένοι.

 

Με το μυαλό που έχεις σήμερα, γιατί πιστεύεις σε εξόργισε τόσο αυτό το γεγονός;

Α.Ν.: Κοίτα, η δολοφονία του Αλέξη τότε, ήταν ένα γεγονός που έδωσε σε μας τους νεότερους μια σφαλιάρα, δείχνοντας πως όλη αυτή η προγραμματισμένη δυστοπία που μας διδάσκουν ως πρότυπο ενήλικης ζωής είναι κενή νοήματος και μάταιη.

Με στενοχωρούσε που ένα παιδί στην ηλικία μου σκοτώθηκε από έναν μπάτσο, με εξόργιζε ότι εγώ δεν μπορώ να κάνω κάτι και πρέπει να ασχοληθώ με ζητήματα που μου φαίνονταν ανούσια και αναξιοπρεπή μπροστά στη σημασία ενός θανάτου (μαθήματα, φίλοι, γκόμενες).

Σε καμία περίπτωση δεν προσπαθούσα να δικαιολογήσω ούτε τη θλίψη, αλλά ούτε την οργή που ένιωθα. Περίπατο πήγε ο εξορθολογισμός τότε, εκείνες τις μέρες λειτουργούσα αυθόρμητα και ενστικτωδώς.

Στέφανος Μπατσής: Ήταν μαζί οργή και ένα αίσθημα παγωμάρας μπροστά στην ευκολία με την οποία συνέβη η δολοφονία του Γρηγορόπουλου. Όσο αποκαλυπτόταν η ροή των γεγονότων, μετά τις πρώτες προσπάθειες διαστρέβλωσης από συγκεκριμένα μέσα, τόσο πιο ωμή έμοιαζε η πραγματικότητα. Μάλλον κάθε γενιά διαθέτει το θλιβερό προνόμιο της ανακάλυψης της πιο σκληρής φύσης του κράτους. Ε, αυτή ήταν η στιγμή να το μάθουμε κι εμείς.

Μαρία Βασιλάκου: Αυτό που ένιωσα τότε ήταν κάτι παραπάνω από οργή. Ήταν η πρώτη φορά που συνειδητοποίησα την επικινδυνότητα της εξουσίας και τι μπορεί κανείς να διαπράξει λόγω της θέσης του. Ο Αλέξης ήταν ένα πρόσωπο που μπορούσα να ταυτιστώ, ήταν σχεδόν συνομήλικός μου, ένας επαναστατικός έφηβος που θα μπορούσα να ήμουν στη θέση του εγώ, κάποιος συμμαθητής μου, η κολλητή μου… Ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκα ότι δεν ήμουν ασφαλής. Ήταν η πρώτη φορά που κατάλαβα ότι “οι κακοί” δεν υπάρχουν μόνο στις ταινίες και στα παραμύθια, αλλά παραμονεύουν σε κάθε γωνία περιμένοντας την παραμικρή ευκαιρία να ασκήσουν την εξουσία τους με τη βία, με κόστος ακόμα και την ανθρώπινη ζωή και με τη δικαιολογία του καθήκοντος προστασίας του πολίτη.

 

Μετανιώνεις για κάποιες σκέψεις σου ή πράξεις εκείνων των ημερών;

Α.Ν.: Όχι ρε, ούτε καν. Πολύ έντονες και ισχυρές εμπειρίες για να μετανιώσω για οτιδήποτε, παρότι υπήρξαν και άσχημες στιγμές δεν σου κρύβω. Αλλά ρε φίλε, πώς να σου πω. Τα βάλαμε μόνοι μας με τα πάντα. Δεν κάναμε κατάληψη για την Μακεδονία και μαλακίες.

Στέφανος Μπατσής: Υπήρξα φειδωλός, ώστε να μην χρειαστεί να μετανιώνω αργότερα.

Μαρία Βασιλάκου: Όχι δε μετανιώνω. Δεν ήμουν επιπόλαιο παιδί, σκεφτόμουν πολύ πριν κάνω ή πω κάτι. Δεν ήμουν έτοιμη να εξηγήσω ακόμα πολλά από τα πράγματα που ένιωθα ή έκανα αλλά ενστικτωδώς ήξερα τι ήταν σωστό για μένα. Οι γονείς μου κρατούσαν τότε ουδέτερη στάση, καταδίκαζαν το γεγονός αλλά νομίζω ότι είχαν τρομάξει, δε με άφηναν να πηγαίνω Εξάρχεια και μπορώ να καταλάβω γιατί. Εγώ πήγαινα αλλά δεν τους το έλεγα και μου φαίνεται λογικό. Πρέπει να είναι δύσκολο να μπαίνεις στη θέση των γονιών του Αλέξη. Το ενδεχόμενο άλλωστε να επαναλαμβανόταν ένα αντίστοιχο συμβάν δεν ήταν και απίθανο εκείνες τις μέρες.

Ο αντίκτυπος της δολοφονίας μέσα σου

Η αστυνομία προβαίνει σε προσαγωγές και συλλήψεις ανηλίκων, προκαλώντας την παρέμβαση αλληλέγγυων, καθηγητών και συλλόγων γονέων και κηδεμόνων για να αποφευχθεί ο σχηματισμός δικογραφίας εις βάρος τους. Στη Λάρισα μάλιστα, 19 άτομα, ανάμεσα στα οποία και πολλά ανήλικα παιδιά, ήρθαν αντιμέτωπα με πολύ βαριές κατηγορίες, εξαιτίας του αντιτρομοκρατικού νόμου. Η συζήτηση στην κοινωνία και στα σχολεία για το κράτος δικαίου και την καταστολή έχει φουντώσει.

Τότε έβλεπες τη φωτογραφία του Αλέξη και έβλεπες έναν συνομήλικο. Τώρα την κοιτάς και βλέπεις, τι; Ένα παιδάκι; Ένα σύμβολο; Έναν ήρωα που δεν γερνά ποτέ;

Α.Ν.: “No testimoni No eroe”, λέγανε οι Ιταλοί αναρχικοί στο θάνατο του Τζουλιάνι από μπάτσο στη Γένοβα. Οπότε όταν βλέπω την φωτογραφία βλέπω ένα παιδί που χάθηκε από την βία του φιλελεύθερου “Κράτους Δικαίου”.

Στέφανος Μπατσής: Δεν σκέφτηκα ποτέ τον Αλέξη ως ήρωα ούτε ως σύμβολο. Αλλά όντως, δέκα χρόνια μετά, δυσκολεύομαι πια να δω έναν συνομήλικο, όπως δυσκολεύομαι να δω και τον εαυτό μου με τη ματιά του 2008, της εφηβείας.

Μαρία Βασιλάκου: Στο μυαλό μου εγώ και ο Αλέξης θα είμαστε κατά κάποιον τρόπο συνομήλικοι για πάντα. Θα μπορούσαμε να είχαμε αράξει μαζί σε κοινή παρέα, να πίναμε μαζί σε κάποιο πάρτι, να τον είχα πετύχει 2-3 φορές στη σχολή, να είχαμε διαφωνήσει σε κάποια συνέλευση ή να μη μάθαινα ποτέ το όνομά του. Θα έπρεπε να μην έχει σταματήσει ο χρόνος γι’ αυτόν στα 15 του. Θα έπρεπε να μην εξοργίζομαι όταν σκέφτομαι τις 6 του Δεκέμβρη. Δε θεωρώ τον Αλέξη ήρωα, αλλά θεωρώ ότι η δολοφονία του συμβολίζει κάτι σημαντικό και ευρύτερο. Συμβολίζει τη δολοφονία αμέτρητων εφηβικών ονείρων που διαπεράστηκαν μέσα σε μια στιγμή από τη σφαίρα ενός άρρωστου ατόμου που σαν κοινωνία επιλέξαμε ότι είναι υπεύθυνος για την ασφάλεια των πολιτών αυτής της χώρας. Και αυτό ανακυκλώνεται καθημερινά με διαφορετικούς τρόπους και άτομα σε διαφορετικούς ρόλους με αντίστοιχη ευθύνη και θέση.

 

 

Νιώθεις ότι συνέβη κάτι μέσα σου εκείνες τις μέρες; Ότι πήρες μία στροφή στο πώς βλέπεις την πολιτική, τα κοινωνικά ζητήματα;

Α.Ν.: Εννοείται. Σε όλη την κοινωνία νομίζω ο Δεκέμβρης έβαλε ένα ερώτημα ολιστικής φύσεως.

Δεν έγινε στροφή ή κάτι τέτοιο. Δεν πέρασα φάση και άλλαξα. Η πολιτική είναι μια δυναμική διαδικασία ενασχόλησης με τα κοινά. Ε, εγώ το Δεκέμβρη κατάλαβα ότι αφού το Κράτος δολοφονεί σε βάρος της κοινωνίας, είναι χρέος μου να παλεύω συλλογικά και ατομικά με κάθε μέσο ενάντια σε αυτό.

Στέφανος Μπατσής: Ο Δεκέμβρης υπήρξε σημαντικότατο μέρος μιας στροφής που αμφιβάλλω αν έχει ολοκληρωθεί, αλλά που πάντως χαρακτηρίζεται από μία θετική στάση απέναντι στο πολιτικό και στα κοινωνικά ζητήματα. Με αυτό εννοώ κυρίως την πραγματική δυνατότητα του ατόμου να παρέμβει και να αλλάξει το πολιτικό του περιβάλλον, τα πράγματα που τον ενοχλούν, με βίαια ή μη μέσα. Πιστεύω βαθιά στη δυνατότητα αλλαγής, στην ύπαρξη διακυβευμάτων, στο ότι όλα παίζονται διαρκώς. Κι αυτό είναι και κληρονομιά του Δεκέμβρη.

Μαρία Βασιλάκου: Η δολοφονία του Αλέξη και οι μέρες που ακολούθησαν πιστεύω ότι διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό τις σκέψεις μου για πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα. Βέβαια, έχουν αλλάξει πολλά από τότε αλλά νομίζω ότι εκείνη την εποχή ήταν που άρχισα συνειδητά “να ψάχνομαι”. Και τα χρόνια που ακολούθησαν προσπάθησα να ενημερωθώ πολύ καλά για το συμβάν, ήθελα να είμαι σίγουρη για τα συναισθήματα και τις απόψεις μου. Είδα ντοκιμαντέρ, διάβασα, άρχισα να ακούω άλλου είδους μουσική. Ήταν η περίοδος που άρχισα να διαβάζω Γώγου και Άσιμο. Διάβασα το ‘The Strawberry Statement’ του James Simon Kunen, είδα και την ομώνυμη ταινία του Stuart Hagmann και έκλαψα πολύ στην τελευταία σκηνή (https://www.youtube.com/watch?v=j-74aUK_jbc), έκλαιγα για καιρό κάθε φορά που άκουγα το ‘Give peace a chance’.

Μιλούσα στο τηλέφωνο με τον 6 χρόνια μεγαλύτερο αδελφό μου, που ήταν φοιτητής τότε σε άλλη πόλη και του έλεγα τις σκέψεις μου, τον ρωτούσα για πολιτική, προσπαθούσα να βγάλω ένα νόημα, ήμουν ανήσυχη. Τότε άκουγα συνέχεια ‘La Rage’, ‘Killing in the name of’, ‘Φυσάει Κόντρα’, είχα γεμίσει το κινητό μου με Χάσμα, Μεθυσμένα Ξωτικά, Σιδηρόπουλο, Dead Kennedys, Ramones, Pink Floyd και Beatles. Άρχισα να αμφισβητώ τα πάντα και να νιώθω ότι με αφορούν πολύ περισσότερα πράγματα, ήθελα να έχω άποψη για πολιτικά και κοινωνικά θέματα, ήθελα να μάθω.

Το μαθητικό κίνημα

Πραγματοποιούνται καταλήψεις σε πολλά γυμνάσια και λύκεια της Αθήνας και άλλων μεγάλων αστικών κέντρων. Κλειστό παραμένει και το σχολείο στη Σταμάτα όπου φοιτούσε ο Γρηγορόπουλος. Μαθητές προβαίνουν σε συμβολικές εκδηλώσεις, προσφέροντας λουλούδια σε αστυνομικούς και ξαπλώνοντας γυμνοί στα σκαλοπάτια της ΓΑΔΑ, παριστάνοντας τα πτώματα.

Το ότι ήρθατε τότε κοντά, τόσοι άγνωστοι από τόσες πόλεις, για ένα κοινό σκοπό, αυτή η αλληλεγγύη, σου έδωσε κάποιο μάθημα; Τη ξανασυνάντησες στη ζωή σου;

Α.Ν.: Βάζεις ένα καλούπι, μια νόρμα σε αυτόν τον β΄πληθυντικό που δεν μου αρέσει. Δεν έχει ταυτότητα ο Δεκέμβρης, δεν τον κάναμε κάποιοι, δεν ανήκει σε κανέναν. Δεν είχε σκοπό, δεν ήταν Πολυτεχνείο. Κοινωνική εξέγερση ενάντια στην εξουσία ήταν. Οπότε, δεν νομίζω ότι συγκρίνεται με οποιοδήποτε κίνημα αλληλεγγύης ή πολιτειακού ανταγωνισμού.

Το μόνο που άφησε είναι η ολιστική ερώτηση που σου ‘πα πιο πάνω. Αν είμαστε δηλαδή ικανοποιημένοι με την οργάνωση της κοινωνικής ζωής μας ή αν απλά ζούμε στον αυτόματο, αποχαυνωμένοι από άρτο και θέαμα.

Στέφανος Μπατσής: Ειλικρινά, δεν σκέφτηκα ποτέ ότι όλες αυτές τις κινητοποιήσεις τις συνείχε ένας κοινός σκοπός. Σίγουρα πολλά κοινά συναισθήματα και πολλές ιδέες στο κέντρο αλλά και το περιθώριο των γεγονότων. Η αλληλεγγύη έκανε μια δημόσια εμφάνιση εκείνες τις ημέρες κι έχει ξανακάνει αρκετές έκτοτε, αλλά δεν έπαψε ποτέ να υπάρχει σε μυριάδες, ίσως όχι τόσο γνωστά, εγχειρήματα ανά την Ελλάδα. Νομίζω όποιος την αναζητήσει, δεν θα δυσκολευτεί να την βρει.

Μαρία Βασιλάκου: Πολλές φορές το σκέφτομαι και μου λείπει η αλληλεγγύη εκείνη, το σφίξιμο των χεριών της αλυσίδας στις πορείες, οι συζητήσεις για τα συνθήματα των πανό μας και τα αιτήματα των σχολικών καταλήψεων, οι τυπωμένες αφίσες, τα τραγούδια και τα βίντεο που φτιάξαμε για τις εκδηλώσεις που οργανώναμε τότε, η ελπίδα και η πεποίθηση ότι όλα αυτά αρκούσαν για να μην ξανασυμβεί αυτό σε κανένα άλλο παιδί, για να μην χαθεί καμία αθώα ανθρώπινη ψυχή με τη βία. Ήταν όλα τόσο αγνά, χωρίς σκοπιμότητες, χωρίς προσωπικά οφέλη.

Το ότι τα έζησα όλα αυτά από τα 13 μου με έκαναν να τα απομυθοποιήσω εξίσου γρήγορα. Τελειώνοντας το σχολείο μου φαίνονταν όλα ήδη υπερβολικά ρομαντικά και ουτοπικά, ώστε να μην μπορώ να ταιριάξω απόλυτα με καμία συλλογικότητα. Όταν μπήκα στο πανεπιστήμιο με το ζόρι πήγα σε καμιά συνέλευση και δεν έδωσα ψήφο ποτέ σε κανέναν, δεν πήρα καμία σημείωση, δεν άραξα σε κανένα ‘τραπεζάκι’. Αλλά πιστεύω σε αυτό που βίωσα εκείνες τις μέρες, ξέρω ότι είναι ζωντανό, πιστεύω στην αλληλεγγύη και προσπαθώ να αντιδρώ κάθε μέρα στη ζωή μου από το πιο μικρό μέχρι το πιο μεγάλο που αισθάνομαι ότι μας διασπά σαν κοινωνία και μας κάνει λιγότερο ‘ανθρώπους’.

 

Τα τελευταία 10 χρόνια συνέβη κάποιο περιστατικό που να σου θύμισε εκείνες τις μέρες;

Α.Ν.: Στην ολότητά του σίγουρα όχι.

Στέφανος Μπατσής: Όχι, δεν νομίζω ότι υπάρχει ευθεία αναλογία με μετέπειτα γεγονότα. Ίσως, λιγάκι μόνο, με μια Κυριακή του Φλεβάρη του 2012.

Μαρία Βασιλάκου: Η δολοφονία του Φύσσα μου θύμισε όντως εκείνες τις μέρες και είχα αντιδράσει αναλόγως. Πήγαινα ακόμα σχολείο και μας είχε ταράξει πολύ το συμβάν, το συζητούσαμε πολύ, είχαμε πάει και τότε αρκετοί σε πορείες. Δυστυχώς, είχαμε συμμαθητές φιλικούς προς Χρυσή Αυγή και είχαν γίνει τσακωμοί. Αλλά ήταν και αρκετά διαφορετικό και σαν συμβάν αλλά και εγώ είχα συνειδητοποιήσει πλέον τη μάστιγα του εθνικισμού και το πως λειτουργεί αυτό.

Επίσης, δεν μπορώ να μη βρίσκω αντιστοιχίες και με τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου. Πλέον έχει εξακριβωθεί ότι ο θάνατος προκλήθηκε από τις κλωτσιές των δύο ανδρών εκ των οποίον ο ένας ήταν ο καταστηματάρχης που ένιωσε ότι απειλείται η περιουσία του (ούτε καν η ζωή του). Παράλληλα, ο απόλυτα λάθος χειρισμός των αστυνομικών δυνάμεων ήταν κάθε άλλο παρά βοηθητικός. Αυτή τη φορά, όμως, όσο και αν με εξόργισε το συμβάν δεν πήγα στις πορείες. Έχω να κατέβω χρόνια άλλωστε, αλλά το συζητάω πολύ. Πλέον βρίσκω περισσότερο νόημα στο να πείσω μέσω της συζήτησης έστω και έναν με αντίθετη άποψη ότι η βία δεν ήταν η λύση και προφανώς καμία δολοφονία δεν είναι ποτέ δικαιολογημένη. Εύχομαι μόνο να μη σταματήσω να οργίζομαι με τέτοια περιστατικά. Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να τα συνηθίσουμε, συνολικότερα σαν κοινωνία.

Το σήμερα

10 χρόνια μετά η αποτίμηση του συμβάντος δεν έχει ολοκληρωθεί. Κάποιοι το θεωρούν μεμονωμένο περιστατικό, άλλοι εξέγερση και κάποιοι άλλοι προάγγελο της κρίσης.

Όσο περνούν τα χρόνια φαίνεται να καταγράφονται στην ιστορία εκείνες οι ημέρες ως ‘ημέρες μπάχαλων’ και να χάνεται το πραγματικό νόημα. Σε ενοχλεί να λένε “για τον Δεκέμβρη του 08 που κάψανε την Αθήνα”, αντί να μιλάνε για μία μαζική αντίδραση εξαιτίας της δολοφονίας ενός αθώου;

Α.Ν.: Ποιο είναι δηλαδή το πραγματικό νόημα και ποιoς το ξέρει για να πούμε ότι χάνεται.

Κοίτα δεν την γράφει την ιστορία η δημοσιογραφία. Η συλλογική μνήμη την γράφει. Όλοι ξέρουμε ότι δεν ήταν ο Δεκέμβρης μπάχαλα σαν ένα ΣΚ στο Πολυτεχνείο.

Ο Δεκέμβρης  ήταν μια ακαθόριστη έκφραση οργής στην πιο ακανθώδη μορφή της, που η θύμισή του προκαλεί τρόμο στα λόμπι εξουσίας. Αυτός ο τρόμος είναι η αιτία και της προπαγάνδας υποτίμησής του από τα ΜΜΕ.

Εμένα δεν με ενοχλεί, γιατί πέρα από τα παραμύθια, η κοινωνία θυμάται και όσο και αν αναβαθμιστεί η καταστολή και ο έλεγχος,  θα θυμάται ότι το 2008 μια μεγάλη ιαχή παρέλυσε τον κρατικό μηχανισμό.

Στέφανος Μπατσής: Ξέρω ότι είναι προβληματικό, ότι συσκοτίζει τα πράγματα και μας δυσκολεύει να συζητήσουμε και να στοχαστούμε πάνω στα γεγονότα της εξέγερσης. Αλλά δεν με ενοχλεί ακριβώς, διότι το θεωρούσα και το θεωρώ απολύτως αναμενόμενο. Το κράτος και η εξουσία αποδέχεται μόνο εκείνες τις εξεγέρσεις που μπορεί να στήσει σε θρόνους ή να τοποθετήσει στα μουσεία. Τις υπόλοιπες τις υποκρύπτει, τις διαστρεβλώνει και τις πολεμά. Και είναι απολύτως κατανοητό, εφόσον το κράτος, όπως λέει ο Νίτσε, είναι το πιο ψυχρό απ’ όλα τα ψυχρά τέρατα.

Μαρία Βασιλάκου: Αυτό είναι κάτι που με ενοχλεί πάρα πολύ και με θυμώνει. Το είχα εντοπίσει από τότε, θυμάμαι να συζητάω για το πόσο αδιανόητο μου φαίνεται να χάνει ένα παιδί τη ζωή του με αυτόν τον τρόπο και κάποιοι να μου απαντάνε “Ναι αλλά και να καίγεται η Αθήνα από τους αλήτες τους φίλους του είναι ωραίο πράγμα;”. Η απάντησή μου τότε ήταν “Ας καεί η Αθήνα ολόκληρη!”, αλλά αυτό ήταν απλά μια θυμωμένη αντίδραση. Δεν ήμουν ποτέ παιδί που πίστευε ότι οι πέτρες προς τα ΜΑΤ ή οι καμμένοι κάδοι έχουν κάποιο νόημα. Ωστόσο πιστεύω πως είναι πολύ πιο εύκολο για τον μέσο Έλληνα να γκρινιάζει για όλα αυτά απ’ τον καναπέ του, αντί να κοιτάξει κατάματα την πραγματικότητα, που είναι ότι ένας αστυνομικός, που κατά τα άλλα του προσφέρει την ψευδαίσθηση της ασφάλειας, πυροβόλησε κατάστηθα έναν έφηβο.

 

 

Υπάρχει τελικά αυτή η ‘γενιά Γρηγορόπουλου’; Αν σου ζητούσαν να την ορίσεις, τι χαρακτηριστικά θα της έδινες;

Α.Ν.: Δεν νομίζω ότι υπάρχει γενιά Γρηγορόπουλου. Είναι ένας όρος του παλιού για μια σύγχρονη εξέγερση, δεν ταιριάζει.

Στέφανος Μπατσής: Κατ’ αρχάς υπάρχει μία δυσκολία στον ορισμό της γενιάς του Δεκέμβρη. Αποτελείται από όλους του ομηλίκους μου; Σίγουρα όχι. Από όσους και όσες συμμετείχαν τότε στις διαδηλώσεις, τις κινητοποιήσεις και τις συγκρούσεις με την αστυνομία; Ενδεχομένως. Αλλά και πάλι τα γίνεται με όσους δεν συμμετείχαν αλλά από την άλλη επηρεάστηκαν σημαντικά από τα γεγονότα; Μιλώντας για χαρακτηριστικά νομίζω αυτή η γενιά έχει μια ικανότητα να συνεννοείται, να οργανώνει και να οργανώνεται εκτός παραδοσιακών δομών, με πιο δικτυακούς τρόπους. Είναι η γενιά που πασχίζει να ανακαλύψει πώς θα αποκοπεί από το παραδοσιακό, πώς θα συμμετέχει στη γέννηση κάτι νέου, διαφορετικού, πιο ελεύθερου σε κάθε επίπεδο. Είναι μια γενιά που ενηλικιώθηκε τα χρόνια της κρίσης, έζησε αρκετούς χειμώνες της δυσαρέσκειας αλλά της μένει μια συνένοχη ανάμνηση για κάποιες χειμωνιάτικες νύχτες δέκα χρόνια πριν που έδειχναν πως η ζωή μπορεί να είναι μαγική.

Μαρία Βασιλάκου: Πιστεύω ότι είμαστε μια τρομαγμένη γενιά, εμάς κανείς δεν μπορούσε να μας βεβαιώσει ότι “όλα θα πάνε καλά” ή να μας πει “έχει ο Θεός μωρέ”. Το 2009 ήταν μια δύσκολη χρονιά για την Ελλάδα γενικά, κοινωνικοπολιτικά ήμασταν πολύ ευάλωτοι και οι γονείς μας ήταν τρομοκρατημένοι. Βέβαια δεν αντιδρούν όλοι το ίδιο στον τρόμο. Άλλοι παγώνουν, άλλοι τρέχουν, άλλοι τον διακωμωδούν, άλλοι τον αντιμετωπίζουν, άλλοι αρνούνται, άλλοι μένουν μόνοι, άλλοι συσπειρώνονται.

Νομίζω ότι όλα αυτά είναι χαρακτηριστικά της γενιάς μου, αλλά είμαι αισιόδοξη. Πιστεύω ότι όσο σκούρα και αν τα βρήκαμε, παλεύουμε ακόμα να διεκδικήσουμε ένα πιο ασφαλές, από κάθε άποψη, μέλλον, και ελπίζω να πάρουμε καλύτερες αποφάσεις απ’ τη γενιά των γονιών μας και να μην επιτρέψουμε σε κανένα όπλο να απειλήσει τα όνειρα και τις ζωές των παιδιών μας.