Από την κωμωδία στον ακτιβισμό: Η ιστορία της τούρτας στη μούρη του άλλου
Πώς το slapstick γέννησε έναν τρόπο διαμαρτυρίας.
- 12 ΙΑΝ 2019
O Tσέχοφ είχε πει ότι, αν δεις ένα όπλο πάνω στη σκηνή, ξέρεις ότι σε μια από τις επόμενες πράξεις το όπλο αυτό θα χρησιμοποιηθεί με κάποιον τρόπο. Κατά έναν παρόμοιο τρόπο, αν σε μια κωμωδία δεις ένα εργάτη να περνάει κρατώντας μια σανίδα, ξέρεις ότι κάποιος θα κουτουλήσει πάνω της, αν δεις μια μπανανόφλουδα κάποιος θα γλιστρήσει, αν δεις μια τούρτα κάποιος θα τη φάει στη μούρη.
Το χιούμορ συνδέεται με το ασύμβατο. Το πρώτο μέρος ενός χιουμοριστικού κειμένου δημιουργεί στο μυαλό μια κατάσταση, ένα γνωστικό σχήμα. Η ερμηνεία αυτή παραμένει ενεργοποιημένη μέχρι που συναντά την τελική χιουμοριστική ατάκα η οποία λειτουργεί ως σημασιολογικό εμπόδιο στην μέχρι τώρα ερμηνεία. Αυτό δημιουργεί το γέλιο με μια -φαντάζομαι!- ανακούφιση του εγκεφάλου που βρίσκει στο χιούμορ τον λόγο της ασυμβατότητας.
Ένα από τα πιο κλασικά κωμικά μοτίβα του 20ου αιώνα είναι το να πετάς τούρτα στη μούρη κάποιου, στα αγγλικά ‘pie in the face’ ή απλά ‘pieing’. Μαζί με το πάτημα της μπανανόφλουδας είναι τόσο πολύ μέσα στο μυαλό μας, ώστε πολλές φορές να είναι αδύνατο να θεωρήσουμε ότι δημιουργήθηκαν από κάποιον, ότι δεν υπήρχαν πάντα ως αστείο. Και όμως κάθε κωμικό μοτίβο έχει το πολιτισμικό context που το γέννησε.
Η συγκεκριμένη κωμική πρακτική, λοιπόν, γεννήθηκε μέσα στο πλαίσιο του slapstick, της κωμωδίας δηλαδή που βασίζεται στη σωματική και τη φυσική γελοιοποίηση κάποιου. Πρώτη φορά εμφανίζεται στη σκηνή από τον διάσημο κωμικό Fred Karno. Το 1909 το βλέπουμε για πρώτη φορά στον κινηματογράφο, στην ταινία ‘Mr. Flip’ του Gilbert Anderson, με την υπόθεση να αφορά έναν άντρα που τριγυρνάει σε μια πόλη και παρενοχλεί γυναίκες, ώστε να δέχεται την εκδίκηση τους. Δίκαιο.
Έκτοτε, το μοτίβο αρχίζει να εμφανίζεται όλο και συχνότερα, με την κυριαρχία του slapstick στις αρχές του αιώνα. H Keystone Studios εταιρεία παραγωγής που θεωρείται μητέρα του κινηματογραφικού slapstick βάσισε πολλά στο πέταγμα τούρτας. Το κοινό ενθουσιάζεται συχνά με το αποτέλεσμα, όσο απίστευτο και αν ακούγεται αυτό σε εμάς, τους ανθρώπους του 2019. Το πέταγμα μιας πίτας στη μούρη κάποιου έγινε ένας εύκολος και συνηθισμένος τρόπος για έναν δημιουργό, ώστε να τελειώσει την κωμωδία του. Η επιτυχία προφανώς έγκειται και στο γεγονός ότι πρόκειται για έναν εύκολο τρόπο να εξευτελίσεις κάποιον με έναν τελείως ακίνδυνο τρόπο. Οι άνθρωποι έβλεπαν κάποιον να υφίσταται μια επίθεση (το χιούμορ συνδέεται με το αίσθημα ανωτερότητας αυτού που το παράγει ή του δέκτη) χωρίς όμως να σοκάρεται λόγω ενός βίαιου περιστατικού.
Η πρακτική του pieing έγινε τόσο διαδεδομένη, ώστε οι κωμικοί να νιώθουν σχεδόν αναγκασμένοι να κάνουν ολόκληρα φιλμ σχετικά με αυτή. Για παράδειγμα, οι Three Stooges γυρνάνε δύο σχετικές ταινίες: ‘In the Sweet Pie and Pie’ (1941) και ‘Pies and Guys’ (1958). Το 2015 βρέθηκε το χαμένο φιλμ της ταινίας ‘The Battle of the Century’ (1927), μιας ταινίας του Luarel and Hardy που ήταν γνωστή για μια επικών διαστάσεων μάχη πετάγματος τούρτας (με τον αριθμό να φτάνει τις 3000). Το Star Wars του slapstick.
Το αστείο έχει γίνει ήδη ένα κλασικό, ώστε στο τραγούδι-σκετσάκι ‘Make ’em Laugh’ του πασίγνωστου μιούζικαλ ‘Singin’In The Rain’ (1952) που αποτελεί και έναν meta σχολιασμό, κάνοντας δηλαδή κωμωδία ενώ ταυτόχρονα μιλάει για κωμωδία. Οι τελευταίοι στίχοι του κομματιού είναι:
And then you get a great big custard pie in the face,
Make ’em laugh, make ’em laugh, make ’em laugh!
Το πέταγμα τούρτας δεν είναι απλά κωμικό μοτίβο αλλά πλέον αναγνωρίζεται και ως τέτοιο. Και πολλές φορές η αναγνώρισή ενός αστείου ως αναμενόμενου, κατά παράδοξο τρόπο, μπορεί να του δώσει νέα ζωή.
Το slapstick, όσο παλιός και φτηνός τρόπος χιούμορ και αν φαίνεται σήμερα, έχει πολύ βαθιές ρίζες ίσως και πολύ παλαιότερες από την commedia dell’arte του 16ου αιώνα. Με βάση όσα είπαμε στην αρχή, η τούρτα στο πρόσωπο κάποιου, εκτός από μια μορφή εξευτελισμού, έχει μια ασυμβατότητα, πράγμα που αποτελεί και τη βάση του χιούμορ γενικότερα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι συνήθως αυτός που την τρώει είναι ντυμένος επίσημα, είναι κάποιος πλούσιος, ελιτιστής, μορφωμένος. Εξάλλου, η τούρτα ή τα γλυκά την εποχή που μεσουρανούσε το slapstick ήταν από εκείνα τα είδη πολυτελείας που συνήθως αφορούσαν επίσημες περιστάσεις.
Οι στόχοι της λαϊκής φάρσας δίνουν και έναν χαρακτήρα πιο πολιτικό. Σκεφτείτε το και αλλίως. Πόσο αστείο θα ήταν να έτρωγε την τόυρτα μια αδύναμια γιαγιά ή ένα πεντάχρονο παιδάκι; Υπάρχει μια ιστορία από το βιβλίο ‘Pie Any Means Necessary’, σύμφωνα με την οποία, το πρώτο πέταγμα πίτας γίνεται στα μέσα του 17ου αιώνα ως τρόπος διαμαρτυρίας, όταν μερικοί φουρνάρηδες πέταξαν πίτες στον Αψβούργο μονάρχη, προκειμένου να διαμαρτυρηθούν για την υψηλή φορολογία.
Όταν άρχισε να κουράζει ως κωμικό μοτίβο, το πέταγμα της τούρτας μετασχηματίστηκε σε έναν τρόπο διαμαρτυρίας. Η λογική και εδώ είναι παρεμφερής: η ασυμβατότητα. Ένας ισχυρός πολιτικός δέχεται μια τούρτα στο πρόσωπο και εξευτελίζεται. Την ίδια στιγμή, μιλάμε για ένα μοτίβο που κούρασε και άρχισε να αντιμετωπίζεται ως ένδειξη κακής ή εύκολης κωμωδίας. Με τον τρόπο αυτό, το θύμα της επίθεσης γίνεται μέρος ενός κακόγουστου σκηνικού, μιας λαϊκής φάρσας και αυτό είναι ίσως ένα κομμάτι που διακρίνει το πέταγμα τούρτας ως μορφή διαμαρτυρίας, σε σχέση με το πέταγμα αυγών και ντοματών που έχουν παραδοσιακά την ετικέτα του τρόπου διαμαρτυρίας.
Τις τελευταίες δεκαετίες, το ‘pastry uprising’ κίνημα έχει στοχεύσει κάθε είδους μέλος της πολιτικής και της επιχειρηματική ελίτ, για παράδειγμα το πέταγμα τούρτας από τον Βέλγο αναρχικό Noel Godin στον Bill Gates το 1998. Πρόκειται για την πιο απλή εκδοχή πολιτικού ακτιβισμού. Η πρακτική υιοθετείται από την PETA (ακτιβιστές για τα δικαιώματα των ζώων), ώστε φτάνει στο σημείο, την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα να εντάσσεται στο λόγο για την τρομοκρατική απειλή και ακραίες φωνές αρθρογράφων να τονίζουν την ομοιότητα της πρακτικής με εκείνες της Al Qaeda!
Σε κάθε περίπτωση, όλη αυτή η πορεία από τη λαϊκή φάρσα σε μια μορφή πολιτικού ακτιβισμού δείχνει και τον τρόπο που σταθερά κωμικά μοτίβα γίνονται κομμάτια μιας κοινής πολιτισμικής γνώσης σε τέτοιο σημείο, ώστε όχι μόνο γίνονται φίλτρα ανάγνωσης της πραγματικότητας αλλά γίνονται και τρόποι παρέμβασης σε αυτή. Και εδώ δεν χρειάζεται καν να κλείσω λέγοντας ότι ‘την επόμενη φορά που θα δούμε μια μπανανόφλουδα πρέπει να σκεφτούμε τους πατέρες του slapstick’. Θα το κάνουμε ούτως ή άλλως.
(Φωτογραφίες: AP Photo)