Από το Wire μέχρι το Show Me a Hero: Ο απαισιόδοξος ουμανισμός του David Simon
Με αφορμή τη νέα του σειρά We Own the City, εμβαθύνουμε στο συνολικό έργο του David Simon. Του πιο απαισιόδοξου ιδεαλιστή αφηγητή της αμερικανικής τηλεόρασης.
- 21 ΑΠΡ 2022
Ο David Simon είναι θρυλικά γκρινιάρης, οριακά επιθετικός στην εκφορά του λόγου του, αδιάφορος για να μην πω αλλεργικός στο κόνσεπτ του “likability”, τόσο για τον ίδιο όσο και για τους χαρακτήρες ή τις σειρές του. Είναι ο άνθρωπος που υποστήριξε ότι δεν έχουν κανένα νόημα τα εβδομαδιαία recaps σειρών γιατί δε μπορείς να κρίνεις ένα έργο πριν ολοκληρωθεί, ακόμη κι αν πρόκειται για σειριακή κυκλοφορία.
Ο David Simon όμως φτιάχνει σειρές που, αν έχουν ορισμένες κοινές ιδέες, είναι αυτές: 1. Oι καλές προθέσεις σπάνια επιβιώνουν στη σκληρή, βασανιστική διαδικασία της ανέλιξης, και αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι το σύστημα -και οι υποκείμενες δομές εξουσίας του- θα αμύνονται πάντα αγρίως ενάντια σε κάθε προσπάθεια ριζικής αλλαγής. Και 2., όλοι οι άνθρωποι δημιουργούνται ίσοι, προικισμένοι με ορισμένα αναφαίρετα δικαιώματα.
Η στάση του λοιπόν ενσωματώνει ένα από τα καθοριστικά τεκμήρια της δημοκρατίας και υπηρετείται από ένα πεισματάρικο, σοφό, αλλά θεμελιωδώς ιδεαλιστικό είδος αφήγησης. Δεν πρέπει να νοιαζόμαστε για τους άλλους ανθρώπους επειδή μοιάζουν με εμάς, ή μιλούν όπως εμείς, ή μοιράζονται τις αξίες μας, λέει το έργο του.
Αλλά γιατί είναι άνθρωποι, η ζωή είναι μικρή, και τελοσπάντων είμαστε όλοι μαζί στον παραλογισμό που βιώνουμε στον χρόνο μας πάνω στον πλανήτη.
Δεν αμφιβάλλω ότι η νέα του σειρά, το We Own This City που διασκευάζουν μαζί με τον George Pelecanos από το ομώνυμο βιβλίο του δημοσιογράφου της Baltimore Sun, Justin Fenton, θα έχει τα δύο παραπάνω βασικά συστατικά. Το We Own This City θα εξιστορήσει την άνοδο της Ομάδας Εργασίας για Εντοπισμό Όπλων (GTTF) του αστυνομικού τμήματος της Βαλτιμόρης (BPD) και την τελική της κατάρρευση λόγω αχαλίνωτης διαφθοράς.
Η υπόθεση είναι ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα διαφθοράς στην ιστορία της αστυνομίας της Βαλτιμόρης και, στην πορεία, ένα τεράστιο εθνικό σκάνδαλο.
Προς το παρόν, μία ολοκληρωμένη ματιά στο έργο του ως τώρα.
Homicide: Life on the Street (1993)
Το Homicide: Life on the Street ήταν η πρώτη δοκιμή του David Simon στην τηλεόραση. Θα ήταν και το πρώτο παράδειγμα αυτού που θα γινόταν τελικά ολόκληρη η φιλμογραφία του: Μία ακόμα Καλύτερη Σειρά που δεν έχεις δει.
Αφορούσε μία ομάδα από μαχόμενους ντετέκτιβ της πιάτσας στον πόλεμό τους ενάντια στη διακίνηση ναρκωτικών που λίγο-λίγο σκότωνε την αγαπημένη τους πόλη, τη Βαλτιμόρη. Είχε καθηλωτικές ανακρίσεις, αστυνομική διαφθορά, αδίστακτους αλλά γοητευτικούς ναρκοβαρόνους, σχολιασμό περί φυλετικής πολιτικής και ανθρώπους της εργατικής τάξης.
Θυμάσαι το φανταστικό άνοιγμα της 5ης σεζόν του The Wire και πιθανώς την πιο αστεία σκηνή του show, όπου ένας κρατούμενος είχε περάσει απ’το μηχάνημα των τεστ αλήθειας, μόνο που το μηχάνημα αυτό ήταν το φωτοτυπικό; Και αυτό θα το βρεις στο Homicide.
Ο Simon το είχε γράψει στο non-fiction βιβλίο του Homicide: A Year On The Killing Streets όπου βασίστηκε η σειρά, το εκπληκτικό του αρχείο από τη ζωή του ως ρεπόρτερ στη Βαλτιμόρη, και θέλησε να το χρησιμοποιήσει και στο The Wire.
Το Homicide μεταφέρθηκε στην οθόνη από τον Barry Levinson, ήδη οσκαρικό τότε για τη σκηνοθεσία του Rain Man, που έδωσε στη σειρά την πρωτοποριακή οπτική ταυτότητα (αρκετούς μήνες αργότερα στην ίδια χρονιά θα την υιοθετούσε και το NYPD Blue). Η παλέτα θα ήταν στραγγισμένη από χρώμα και οι κάμερες θα τραβούσαν εξ ολοκλήρου χεράτα τα πλάνα, χιμώντας στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών πριν απομακρυνθούν γρήγορα.
Δημιουργός του ήταν ο Paul Attanasio που αργότερα θα ήταν υποψήφιος για Όσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου με το Donnie Brasco, και βασικός παραγωγός/γραφιάς ήταν ο Tom Fontana του St Elsewhere που θα κέρδιζε Emmy για τη δουλειά του στο show και αργότερα θα δημιουργούσε το Oz. Ο ίδιος ο Simon θα έγραφε κάποια επεισόδια και θα έκανε την παραγωγή των δύο τελευταίων σεζόν.
Το Homicide ήταν δομημένο περίπου σα σύντομες ιστορίες, δεμένες απ’ το κοινό τους βασικό καστ, για αστυνομικούς τόσο περιτριγυρισμένους από τον θάνατο που ο θάνατος έχει πια γίνει η ζωή τους. Είχε μονάχα ένα καθαρόαιμο shoot-out – κατά το οποίο η τηλεθέαση πίκαρε – πριν τα νούμερα πάρουν ξανά την κατηφόρα και παρκαριστεί στο death slot της Παρασκευής.
Η σειρά ωστόσο άντεξε σύνολο επτά χρόνια, έγινε το πρώτο δράμα που κέρδισε τρία βραβεία Peabody, μας χάρισε τον σπουδαίο Andre Braugher που κέρδισε το πρώτο του Emmy για τον ρόλο του ως Frank Pembleton, και έγινε ο βασικός συνδετικός κρίκος που λείπει από τους φανατικούς του Wire. Και αν ειπωθεί πως το Homicide ήταν πιο ριζοσπαστικό από το The Wire, μην απορήσεις. Εκείνο δεν είχε φτιαχτεί από το καλωδιακό, πειραματικό HBO, αλλά από το NBC.
Essentials:
– Αστυνομικοί κάθονται γύρω από ένα τραπέζι και μιλάνε υπαρξιακά για την αγάπη, το σεξ και τον θάνατο, αλλά και για άλλα θέματα που τους απασχολούν όπως η εφεύρεση του πρώτου ψυγείου που έγινε στη Βαλτιμόρη ή για το ποσοστό των γλάρων που είναι λεσβίες («το 14%»).
– O Braugher γίνεται έξαλλος με κρατούμενο, σταγονίδια σάλιου εκτοξεύονται προς κάθε κατεύθυνση.
– Οι guest stars! Steve Buscemi, John Waters, Kathy Bates, James Earl Jones, Bruno Kirby, Edie Falco, Elijah Wood, Jake Gyllenhaal, Chris Rock. Τα σενάρια του Fontana είχαν έλξει και την Kathryn Bigelow που είχε γυρίσει 3 επεισόδια της σειράς.
– Τεταμένη σχέση πατέρα-γιου, και οι δύο αστυνομικοί, όπου γιος είναι ο Giancarlo Esposito πριν γίνει κουλ.
– John muthafuckin’ Munch! Έμαθες τον κυνικό, συνωμοσιολόγο χαρακτήρα από το Law & Order: Special Victims Unit (εμφανιζόταν για 15 χρόνια στη σειρά), αλλά πριν περάσει εκεί είχε γεννηθεί πρώτα για το Homicide. Ο Richard Jay Belzer τον υποδυόταν επί 23 έτη, μέχρι που αποσύρθηκε από την υποκριτική το 2016.
– Tim Bayliss: “You never say ‘please’ and ‘thank you’.”
Frank Pembleton: “PLEASE don’t be an idiot. Thank you.”
The Corner (2000)
Αφού έγραψε το βιβλίο που οδήγησε στο Homicide του NBC, ο David Simon πέρασε έναν χρόνο σε μία γωνιά διακίνησης ναρκωτικών στη Βαλτιμόρη παρέα με τον πρώην αστυνομικό του Ανθρωποκτονιών, Ed Burns. Μαζί θα έγραφαν το βιβλίο The Corner: A Year in the Life of an Inner-City Neighborhood και στη συνέχεια θα το διασκεύαζαν για την τηλεόραση με τη βοήθεια του σεναριογράφου David Mills, που ως τότε είχε γράψει για το Homicide και το NYPD Blue.
Ο Mills θα κέρδιζε δύο βραβεία Emmy για τη δουλειά του στο Corner και θα συνεργαζόταν με τον Simon ξανά στο Wire και το Treme (θα απεβίωνε από ανεύρυσμα κατά τη διάρκεια γυρισμάτων του 1ου κύκλου του δεύτερου).
Η έμφαση δίνεται σε μία οικογένεια όπου η μητέρα (Khandi Alexander), ο πατέρας (T.K. Carter) και ο γιος (Sean Nelson) είναι όλοι μπλεγμένοι με τα ναρκωτικά. Στα έξι επεισόδια του Corner, η ιστορία τους θα είναι άλλοτε καταστροφική και άλλοτε εμψυχωτική, αποτυπωμένη σε ημι-ντοκιμαντερίστικο στιλ που αντικατοπτρίζει την επιθυμία της δημιουργικής ομάδας να επανορθώσει τη μειωτική κουλτούρα των media απέναντι στους τοξικοεξαρτώμενους και στην εργατική τάξη κακόφημων περιοχών.
Ο στόχος της σειράς δεν είναι να πει τι πρέπει να αλλάξει στην παρούσα κατάσταση, αλλά να γεννήσει την επιθυμία για αλλαγή στους θεατές μέσα από την αγανάκτηση που μας προκαλεί. Είναι μία προσέγγιση ούτε κηρυγματική, ούτε απλοϊκή, που κοιτάει τους ανθρώπους πίσω από τις στατιστικές και τα κλισέ. Πριν το καταλάβεις οι χαρακτήρες θα σου φανούν οικείοι, γιατί θα σε δέσουν μαζί τους η ανθρώπινη αδυναμία και το σφάλμα.
Το Corner ήταν η πρώτη συνεργασία του Simon με το HBO, με πολλούς από τους ηθοποιούς που θα δεις εδώ να εμφανίζονται και στο Wire σε αντίθετους ρόλους. Ο δημιουργός δεν πίστευε πως υπήρχε χώρος στην τηλεόραση για μία τόσο ζοφερή μίνι σειρά μέχρι που είδε τα πρώτα 20’ του Oz.
Essentials:
– Η ελεύθερη χρήση των flashbacks στο Corner – μία από τις πιο αξιοσημείωτες στιλιστικές επιλογές της μίνι σειράς – αντικατοπτρίζει το παρόν ως συνέπεια εξελίξεων του παρελθόντος.
– Ο σκηνοθέτης Charles S. Dutton εισάγει κάθε επεισόδιο παίρνοντας εκτός κάμερας συνέντευξη από κάποιον εκ των χαρακτήρων. Στο τέλος της σειράς δίνουν συνέντευξη και οι πραγματικοί άνθρωποι που ενέπνευσαν αυτές τις ιστορίες.
– Κατά κανόνα οι σειρές του David Simon γυρίζονται με τέτοιο τρόπο που μετατρέπουν τον θεατή σε παρατηρητή μιας πραγματικότητας, χωρίς να τραβούν την προσοχή στην ίδια τους την κατασκευή. Πρόσεξε όμως το πιο ζωντανών χρωμάτων παρελθόν στα flashbacks ή την πιο ηλιόλουστη Βαλτιμόρη όπως παρουσιάζεται σε περιοχές έξω από το γκέτο.
The Wire (2002)
Σε πέντε αριστουργηματικές σεζόν ο David Simon και μία σειρά εξαιρετικών crime συγγραφέων παρουσίασαν ένα παιχνίδι γάτας και ποντικού μεταξύ των αρχών και των εμπόρων ναρκωτικών της Βαλτιμόρης, όμως όπως όλοι γνωρίζουμε πια, το Wire είναι στην πραγματικότητα μία τρομερά φιλόδοξη ανατομή των θεσμών της πόλης και του πώς απογοητεύουν τόσο τους αξιοπρεπείς ανθρώπους που εργάζονται γι’ αυτούς, όσο και τους πιο ευάλωτους πολίτες που επηρεάζουν.
Κάθε σεζόν επικεντρωνόταν σε ένα διαφορετικό περιβάλλον στο οικοσύστημα της πόλης, όλα τους αλληλοτροφοδοτούμενα, από τους «πύργους» των δημόσιων κατοικιών που κρατούνταν όμηροι από τις επιχειρήσεις ναρκωτικών, μέχρι μία καθημερινή εφημερίδα που έχανε όλες τις μεγάλες ιστορίες και ένα από τα τοπικά σχολεία που προσπαθούσε μάταια να απο-/υποκαταστήσει τις διαλυμένες οικογενειακές σχέσεις των ευάλωτων μαθητών.
Είναι μία αμερικανική αστική τραγωδία απαράμιλλης έκτασης που ευτυχώς δε χρειάζεται πλέον συστάσεις. Στις μία-δύο καλύτερες σειρές του αιώνα μας.
Essentials:
– “SHIIIIIIIEEEEEET”
– “You come at the king, you best not miss.”
– “A man gotta have a code.”
– “I got the shotgun, you got the briefcase. It’s all in the game though, right?”
– Ναι, και τα τρία παραπάνω είναι ατάκες του Omar, αλλά είναι πάνω-κάτω και όλο το Wire.
– “”What the fuck did I do?”
Generation Kill (2008)
Το Generation Kill ακολουθεί μια ομάδα πεζοναυτών σε μία αποστολή από το Κουβέιτ στη Βαγδάτη κατά τη διάρκεια της εισβολής στο Ιράκ το 2003. Η σειρά επτά επεισοδίων εμπνεύστηκε από τη δουλειά του δημοσιογράφου Evan Wright, που θα έγραφε την εμπειρία του σε βιβλίο και θα υπηρετούσε τη σειρά ως σύμβουλος και σεναριογράφος. Ήταν, επίσης, η πρώτη μεγάλη δουλειά του Alexander Skarsgård στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η σειρά κέρδισε 3 από τα 11 Emmys για τα οποία ήταν υποψήφια και είναι ακόμη παράδειγμα για την προσοχή της στην εξειδικευμένη λεπτομέρεια. Ο Simon όμως που στο Wire είχε το άγχος να μην κάνει μία «αστυνομική σειρά για αστυνομικούς», εδώ έπρεπε να κάνει ειρήνη με το γεγονός ότι μία αντι-πολεμική σειρά θα είναι πάντα μία πολεμική σειρά. Συγκεκριμένα αναφέρει:
«Το πραγματικό πρόβλημα με τη δημιουργία μίας πολεμικής ταινίας είναι πως, ανεξάρτητα από το πόσο πολιτικά ή με πάθος την προσεγγίσεις, τελικά θα αφορά πάλι νέους άνδρες σε καταστάσεις ζωής ή θανάτου και τη συντροφικότητα σε αυτό […]
Όταν το βάζεις αυτό στην ταινία, είσαι μαζί τους και παρασύρεσαι στο ταξίδι τους. Ακόμα και οι πιο παθιασμένες αντιπολεμικές ταινίες εξακολουθούν να γίνονται πολεμικές ταινίες. Δεν ξέρω αν μπορείς να το αποτρέψεις, εφόσον είσαι πιστός σε αυτά που συμβαίνουν. Το αίσθημα της συντροφικότητας στην κοινότητα των αναγνωριστικών αποστολών ήταν αρκετά βαθύ. Νομίζω ότι κάναμε καλή δουλειά, κάνοντάς σας να αναρωτιέστε για την αποστολή και για τι διακυβευόταν σε σχέση με τη χρήση βίας και στρατευμάτων στο Ιράκ».
Essentials:
– “Stay Frosty.”
– Οι πεζοναύτες αγαπούν τη λέξη «υποδομή» και γενικώς την ορολογία. Δεν είναι «αυτοκίνητα» ή «Humvees», είναι «οχήματα».
– Όπως μπορείς να φανταστείς για σειρά του David Simon, το Generation Kill δεν κρύβει το βρώμικο χάος: Ένα χωριό γεμάτο γυναίκες και παιδιά αποτεφρώνεται μέσα σε μία στιγμή. Ένα κοριτσάκι γεμίζει σφαίρες κοντά σε ένα οδόφραγμα. Αυτή είναι η φύση του πολέμου και θέλει στομάχι.
Treme (2010)
Δεν είναι δύσκολο να εξηγήσεις περί τίνος πρόκειται με το Treme. Η σειρά διαδραματίζεται στους μήνες και τα χρόνια που ακολουθούν του τυφώνα Κατρίνα, καλύπτοντας διάφορες πτυχές της Νέας Ορλεάνης μετά τον κατακλυσμό. Σεφ, μουσικοί, επιχειρηματίες, γραφειοκράτες, ακτιβιστές και αστυνομικοί διασταυρώνονται καθώς αγωνίζονται να ξαναρχίσουν δουλειές, σχέσεις και προσωπικές τους αποστολές, που σε ορισμένες περιπτώσεις ήταν σαθρές πριν καν σπάσουν τα φράγματα.
Υπήρξαν κάποιοι συναρπαστικοί ατομικοί αγώνες κατά τη διάρκεια της τετραετούς σειράς 38 επεισοδίων, και κάμποσοι μικροί θρίαμβοι παράλληλα με τον πόνο και την απώλεια. Αυτές όμως οι ιστορίες διαδραματίζονται ως επί το πλείστον στις περιστασιακές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των χαρακτήρων, σε σκηνές απρόσκοπτες και ανεπιτήδευτες. Το Treme παρουσίασε μία πόλη σε μεταβατικό στάδιο που έβγαινε από την τραγωδία της για να κατευθυνθεί προς ένα νέο μέλλον.
Κάποιοι το εκμεταλλεύτηκαν αυτό, κάποιους τους κατάπιε, αλλά συνολικά ήταν η ανθεκτικότητα της πόλης που καθόρισε τη σειρά. Η λεπτομέρεια και η ακρίβειά της σχετικά με τον κοινωνικό ιστό και τα βιώματα της Νέας Ορλεάνης δεν έκαναν εύκολη τη σύνδεση του κοινού – ο David Simon είχε πει ότι έτρεμε την κριτική από τους ντόπιους αλλά αδιαφορούσε για όλους τους υπόλοιπους – όμως αυτή ήταν ίσως η πιο υποτιμημένη πλευρά της.
Η σειρά γίνεται είναι ωμή κατά καιρούς σχετικά με τις φυλετικές και ταξικές διαιρέσεις, αλλά και για τους πολλαπλούς τρόπους με τους οποίους οι ίδιοι οι κάτοικοι μίας πόλης μπορούν να παρέχουν δημόσιες υπηρεσίες για την κοινότητά τους.
Και έτσι όμως, η ατμόσφαιρα και οι πολιτιστικές παραδόσεις της Νέας Ορλεάνης βρίσκονται στο προσκήνιο περισσότερο από τέτοιες θεματικές. Σε τελική ανάλυση το Treme είναι ένα στιγμιότυπο των ανθρώπων που βρέθηκαν στην αθόρυβα ηρωική πράξη του να είναι παρόντες, είτε μαγειρεύοντας ένα γεύμα, είτε παίζοντας μια μελωδία, είτε απλά μαλώνοντας στον δρόμο.
Essentials:
– To εκλεκτικό καστ που περιλάμβανε σπουδαίους ηθοποιούς όπως ο Wendell Pierce, η Melissa Leo, ο John Goodman και η Khandi Alexander.
– Μουσική, μουσική, μουσική! Κάθε, σχεδόν, επεισόδιο του Treme είναι εν μέρει μελόδραμα, εν μέρει πολιτικό θρίλερ, εν μέρει συναυλία. Στην αρχή, νόμιζα ότι η τόση έμφαση στη μουσική ήταν λίγο σνομπ, το πιο εμφατικό μέρος της περίπλοκης αναζήτησης της σειράς για αυθεντικότητα. Σύντομα όμως συνειδητοποίησα πως το ζήτημα ήταν απλούστερο: η συμβολή της Νέας Ορλεάνης στην αμερικανική μουσική δεν είναι τόσο ευρέως αναγνωρισμένη όσο, ας πούμε, του Νάσβιλ, του Ντιτρόιτ ή της Νέας Υόρκης, και η μουσική είναι ο τρόπος με τον οποίο πολλοί άνθρωποι επιβιώνουν από τη βία του καπιταλισμού και της πολιτείας. Η μουσική είναι στην καρδιά του Treme γιατί είναι η καρδιά της Νέας Ορλεάνης. Θα ακούσεις πολλή τζαζ και folk, θα ακούσεις όμως επίσης άφθονο rock, hip-hop, soul και R&B.
Show Me a Hero (2015)
Από όλες τις σειρές της λίστας, τούτο είναι η πιο υποτιμημένη. Αντιλαμβάνομαι πως, αναλόγως το κριτήριο μέτρησης, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να ειπωθεί για όλες τους, όμως το Homicide είναι βραβευμένο, το Corner είναι το αναγνωρισμένο πρίκουελ του Wire, το Generation Kill θα βρεθεί πάντα σε λίστες πολεμικών/αντι-πολεμικών προτάσεων, το Treme έχει επανεκτιμηθεί και το Wire είναι το Wire. Το Show Me a Hero απλά δεν υπάρχει.
Και αυτή η σειρά του David Simon έχει εντυπωσιακό καστ, αλλά επικεντρώνεται κυρίως σε έναν χαρακτήρα: τον Nick Wasicsko του Oscar Isaac. Εκλεγμένο δήμαρχο του Yonkers, της τρίτης πολυπληθέστερης πόλης της πολιτείας της Νέας Υόρκης, το 1987 σε ηλικία μόλις 28 ετών. Ο Wasicsko είχε εκλεγεί μετά από εκστρατεία για την καταπολέμηση της δημόσιας στέγασης που είχε διαταχθεί από το δικαστήριο, όμως αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πλατφόρμα του όταν συνειδητοποίησε ότι η αντίσταση στη συμμόρφωση με τη νομοθεσία θα μπορούσε να χρεοκοπήσει την πόλη.
Οι εξαγριωμένοι του ψηφοφόροι εξεγέρθηκαν γρήγορα, και ο Wasicsko πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της διετίας του λογομαχώντας με αυτούς και με το δημοτικό συμβούλιο, προσπαθώντας να τους κάνει να σκεφτούν πραγματιστικά.
Δεν υπήρχε αμφιβολία πια – η πόλη του είναι φυλετικά διαχωρισμένη, οι λευκοί του ψηφοφόροι της μεσαίας τάξης γίνονται όλο και πιο επίμονοι στην απαίτησή τους να μην έρθουν μαύροι από τις «κακόφημες» περιοχές στις γειτονιές τους, και αυτοί οι μαύροι ψηφοφόροι, εξαντλημένοι πλέον, έχουν γίνει κυνικοί μετά από μία σειρά κενών υποσχέσεων από οπορτουνιστές πολιτικούς.
Σε μία χαρακτηριστική σεκάνς του φινάλε, ο Wasicsko χτυπά τις πόρτες αυτών των δημόσιων κατοικιών με την ελπίδα να βρει κάποια μορφή σωτηρίας, πιστεύοντας πως αν μπορούσε να μιλήσει στους νέους κατοίκους τους και να τους εξηγήσει πως αυτός ήταν ο δήμαρχος που ολοκλήρωσε το πρότζεκτ, θα λάμβανε μια δόση από την αγάπη και τον θαυμασμό που τόσο απεγνωσμένα ποθούσε.
Αντ’ αυτού ένα άτομο τού χτυπά την πόρτα στο πρόσωπο, δύο άλλοι τον αντιμετωπίζουν με αγανάκτηση, και όταν τελικά συναντά μία γυναίκα που θυμόταν τους αγώνες του, δε λαμβάνει ευγνωμοσύνη. «Άξιζε τον κόπο;», τη ρωτά. «Θα μπορούσα να σε ρωτήσω το ίδιο», του απαντάει. Σε εκείνο πια το σημείο, ο δήμαρχος παραιτείται αποκαμωμένος μες στη νύχτα, έχοντας συμβιβαστεί με το γεγονός πως δε θα βρει κανένα ηρωικό καλωσόρισμα.
Το Show Me a Hero καταρρίπτει τότε την ιδέα του Λευκού Σωτήρα, δείχνοντας την αλήθεια στον Wasicsko που μαθαίνει ότι οι μαύροι κάτοικοι δε θα του αποδώσουν ποτέ την ιδιότητα του ήρωα επειδή το σύστημα – του οποίου εκείνος είναι ακόμα μέρος και ορατό σύμβολο — παραμένει στημένο εναντίον τους.
Ο Isaac – που μας είχε λείψει πολύ στα Emmys εκείνης της χρονιάς όπως και η σειρά συνολικά – ενσαρκώνει φανταστικά τις αντιφάσεις του χαρακτήρα του και της κατάστασής του. Υποδύεται τον Wasicsko ως έναν αρχικά αισιόδοξο τύπο, φιλόδοξο, με χιούμορ, ελαφρώς παραπλανητικό, που – όπως πολλοί άνθρωποι πεινασμένοι για εξουσία που δεν είναι απαραίτητα αφοσιωμένοι σε κάποιο ιδανικό – διαπιστώνει γρήγορα πως μπορεί να ξεσηκώσεις εύκολα έναν όχλο, αλλά όχι να τον ελέγξεις. Το πώς ανταποκρίνεται σε αυτό το χάος δικής του, εν μέρει, κατασκευής είναι αυτό που δίνει στο Show Me a Hero την ένταση και την καρδιά του.
Essentials:
– Καστ, καστ καστ! Winona Ryder, Alfred Molina, Kathryn Keener, James Belushi, John Bernthal, Clarke Peters, Bob Balaban.
– Προφέρεται Γιόνκερζ, ή όπως το λέει ο Isaac «Γιόνκαζ».
The Deuce (2017)
Μία προσεκτικά σχεδιασμένη, σχεδόν αυστηρά δημοσιογραφική αντιμετώπιση ενός ασταθούς περιβάλλοντος όπως είναι η βιομηχανία πορνό, κατοικημένη από γκρίζους χαρακτήρες, θυματοποιημένους συχνά από σάπιους θεσμούς.
Αυτό είναι το The Deuce των David Simon και George Pelecanos που αναδημιούργησε την Times Square της δεκαετίας του ’70, όπου κυριαρχούσαν οι εργαζόμενες του σεξ και οι αδίστακτοι γκάνγκστερ και μαστροποί που έλεγχαν τη μοίρα τους. Σε αντίθεση με άλλες ιστορίες για τη συγκεκριμένη βιομηχανία που την έχουν κάνει να μοιάζει χαριτωμένη ή εξωγήινη, το Deuce ήταν πάντα ξεκάθαρο για τη γοητεία που μπορεί να ασκήσει το παράνομο σεξ αλλά και για τα πολλά προβλήματα που μπορεί αυτό να προκαλέσει.
Μέχρι το τέλος των τριών σεζόν της που είχαν καλύψει 15 χρόνια, η σειρά είχε καταπιαστεί με την κατάχρηση ναρκωτικών, τη σεξουαλική βία, το AIDS, τον ρατσισμό, και τους αμέτρητους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι που έχουν τα χρήματα μπορούν να καταπιέζουν αυτούς που τους τα εξασφαλίζουν.
Αν και το show είχε πλασαριστεί στο κοινό το 2017 ως η ιστορία των μαφιόζων δίδυμων αδερφών που υποδυόταν ο James Franco, η πιο σταθερά αξιόπιστη ερμηνεία του Deuce ήταν αυτή της Maggie Gyllenhaal ως Eileen “Candy” Merrell.
Μία σεξεργάτρια που γίνεται αστέρι του πορνό, μετά σκηνοθέτρια πορνό, και στη συνέχεια επιθετικά φεμινίστρια και πειραματική σκηνοθέτρια, που αγωνίζεται να παραμείνει ανεξάρτητη και να μην απαρνηθεί την έλξη που της ασκεί η ανθρώπινη λαγνεία. Η Eileen δε θα μπορέσει ποτέ ωστόσο να διώξει τον φόβο της πως μέσω της μαζικής προώθησης της σεξουαλικότητας κατέληξε να κάνει τον κόσμο του σεξ χειρότερο για τις γυναίκες.
Essentials:
– Το σεξ, αλλιώς. Το Deuce είναι μία σειρά για την εκμετάλλευση και τις πολλές μορφές που παίρνει — εκμετάλλευση για χρήματα, εκμετάλλευση για σεξ, εκμετάλλευση για εξουσία, και τα τρία ταυτόχρονα. Οπότε ενώ σε άλλες σειρές το γυμνό μπορεί να γίνεται διεγερτικό, στο Deuce γίνεται βαρετό γιατί, για πολλούς από αυτούς τους ανθρώπους, είναι απλώς η δουλειά τους.
Αυτό δε σημαίνει πως η σειρά δεν έχει παθιασμένες σκηνές σεξ, απλά σχεδόν πάντα τείνουν να επικεντρώνονται σε χαρακτήρες που βρίσκονται σε συναινετικές σχέσεις και που ενδιαφέρονται για το πώς μπορεί να κάνει κανείς το σεξ ξεχωριστό για κάποιον που αγαπάει όταν η καθημερινή σου εργασία είναι κυριολεκτικά το να κάνεις σεξ. Το Deuce απεικονίζει τόσο ετεροφυλόφιλα όσο και ομόφυλα ζευγάρια και η απάντηση στο παραπάνω δίλημμα είναι διαφορετική για κάθε ένα από αυτά.
– Εδώ DP δε σημαίνει Director of Photography αλλά double penetration. Για σένα ίσως και να είναι προφανές, για κάποιους από τους χαρακτήρες όχι.
The Plot Against America (2020)
Στην εκδοχή των προεδρικών εκλογών του 1940 που έγραψε ο Philip Roth στο ομώνυμο βιβλίο του, οι Αμερικανοί είχαν επιλέξει τον αεροπόρο και φιλικά διακείμενο στους Ναζί Charles Lindbergh. Σε αυτή την πλοκή εναλλακτικής ιστορίας λοιπόν, ο Lindbergh θα συνεχίσει να εδραιώνει ύπουλα, αρχικά, και στη συνέχεια απροκάλυπτα προγράμματα αυταρχισμού και αντισημιτισμού, το έθνος θα διχαστεί και άνθρωποι θα δολοφονούνται.
Το ίδιο συμβαίνει και στη σειρά του David Simon και του Ed Burns που εδώ διασκευάζουν για πρώτη φορά προϊόν μυθοπλασίας, μόνο που σε αυτό το τηλεοπτικό φινάλε το τέλος του βιβλίου αλλάζει. Δε θα πω περισσότερα, αλλά εάν ξέρεις τη δουλειά του Simon ξέρεις και ότι δεν πρόκειται για τον πιο αισιόδοξο δημιουργό της γενιάς του.
Η πεποίθηση ότι τα διεφθαρμένα συστήματα έχουν πολύ πιο επικίνδυνη επιρροή από τα όποια μεμονωμένα κακά ή ηρωικά άτομα είναι μία θεματική που διατρέχει το έργο του Simon, από το Wire ως το Show Me a Hero, και ως ιδέα έχει επηρεάσει την απόδοση της αστυνομίας στα σενάριά του. Αυτό γίνεται ξανά έκδηλο στο Plot μέσα από τις διαμαρτυρίες των χαρακτήρων για την αστυνομική βία, κάνοντας μεταξύ άλλων τη σειρά μία ιστορία για την ισχύ της αστυνομίας ως εργαλείο του κράτους που μπορεί πολύ εύκολα να μετατραπεί σε απειλή.
Το Plot έκανε πρεμιέρα τον Μάρτιο του 2020 εν μέσω πανδημίας. Μπορεί να μην έλαβε την προσοχή που έχουν λάβει άλλες τέτοιες παραβολές (βλ. The Handmaid’s Tale) γιατί οι τηλεοπτικές δυστοπίες έχουν ενδεχομένως κουράσει, μπορεί επειδή η πραγματικότητα στην Αμερική του Trump να ήταν αρκετή, μπορεί επειδή τότε είχαμε άλλα προβλήματα όπως το να βρούμε μάσκες και χαρτί υγείας.
Το Plot όμως αξίζει μία ακόμη ευκαιρία, αν μη τι άλλο για την εξής παρατήρηση που κάνει (σε όλη του τη διάρκεια αλλά ειδικά στο φινάλε): Η δημοκρατία είναι απλώς μία επιλογή. Δεν είναι αναπόφευκτη. Η επιλογή αυτή, σύμφωνα με τον Simon, πρέπει να γίνεται πάντα και να επαναλαμβάνεται πάντα, ξανά και ξανά, γιατί δεν υπάρχει κανένας λόγος να υποθέτουμε πως σε άλλη περίπτωση η έκβαση θα είναι η ίδια.
Essentials:
– Morgan Spector, Winona Ryder, John Turturro, Zoe Kazan.
– Μην ξεχνάς: «Είτε κερδίσει, είτε χάσει, υπάρχει πολύ μίσος εκεί έξω. Και ξέρει πώς να το αξιοποιήσει».