Δεκαεφτά ατελείωτες μέρες ως επισκέπτης σε δημόσιο νοσοκομείο
Ένα δημόσιο σύστημα υγείας δεν μπορεί πια να στηρίζεται σε ηρωισμούς.
- 27 ΣΕΠ 2019
Όταν μπήκα στο ασανσέρ ένα από τα πολλά απογεύματα που πηγαινοήλθα στο νοσοκομείο, μια ηλικιωμένη και εμφανώς καταπονημένη από τη σωματική και τη συναισθηματική πίεση, προφανώς συνοδός κάποιου από τους ασθενείς, έδειχνε τα πόδια της που πρήστηκαν από την ορθοστασία σε μια άλλη κυρία -μάλλον λίγα χρόνια νεότερη- στο πλάι της. Όταν άνοιξε η πόρτα του ασανσέρ και βγήκε προς τα έξω μονολόγησε “όλοι οι άνθρωποι να γίνουν καλά, σε κανέναν δεν αξίζει το νοσοκομείο”.
Σε αυτά τα πολύ απλά λόγια της βγήκε όλο αυτό που σηματοδοτεί η παρατεταμένη διαμονή σε ένα νοσοκομείο: η ταλαιπωρία, η αλληλεγγύη, η ευχή και η προσμονή. Όταν περνάς τις πόρτες και εισέρχεσαι στον χώρο του νιώθεις ότι μπαίνεις σε έναν κόσμο μακριά από τον κανονικό, όχι όμως διαφορετικό. Το νοσοκομείο είναι πάντα μια προέκταση όλων όσα ζεις έξω από αυτό. Όταν μάλιστα μιλάμε για ένα δημόσιο νοσοκομείο, τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ανοίκεια. Τίποτα δεν σχετίζεται με την υπόλοιπη ζωή σου.
Σε αυτό τον χώρο όμως βλέπεις σαν σε μεγεθυντικό φακό πράγματα που βιώνεις καθόλη τη διάρκεια της ζωής σου και που ενδεχομένως άλλες φορές δεν τα πρόσεχες ή δεν τους έδινες παρά ελάχιστη σημασία. Εξάλλου, οι έκτακτες καταστάσεις -και το νοσοκομείο είναι κατεξοχήν μια τέτοια κατάσταση- φέρνουν πολύ πιο κοντά τους ανθρώπους, τους δένουν. Προχωρώντας στον όροφο των ιατρείων βλέπεις πρόσωπα ανήσυχα και ανυπόμονα να μάθουν τι συμβαίνει. Στους ορόφους με τα κρεβάτια βλέπεις πρόσωπα καταπονημένα και ανυπόμονα να επιστρέψουν στη ρουτίνα. Όσο και αν έχουμε μάθει κατά το κλισέ να μισούμε τη ρουτίνα, πάντα σε αυτή γυρίζουμε στις δύσκολες στιγμές.
Μέσα σε όλη αυτή την έκτακτη κατάσταση, λοιπόν, αναγκάζεσαι να αντεπεξέλθεις μέσα σε ένα πολύπλοκο και παντελώς αργοκίνητο σύστημα υγείας. Κι όμως αυτό που άκουγες που και που, φευγαλέα, χωρίς να του δίνεις σημασία το βλέπεις να ορθώνεται μπροστά σου: ένα ολόκληρο σύστημα, το πιο σημαντικό ίσως του κράτους, αυτό που σώζει ανθρώπινες ζωές, στηρίζεται σχεδόν κατ’αποκλειστικότητα σε εκείνο το βάρος της ευθύνης που νιώθουν γιατροί και νοσηλευτικό προσωπικό. Αυτό είναι τελείως κυριολεκτικό. Μοιάζουν όλα να αντέχουν, όπως αντέχουν τέλος πάντων, πάνω σε μια πολύ λεπτή γραμμή. Να είστε σίγουροι ότι χωρίς αυτό το αίσθημα ευθύνης συγκεκριμένων ανθρώπων, τα δημόσια νοσοκομεία θα είχαν καταρρεύσει με κρότο και πολύ συντομότερα από αυτό που νομίζετε. Η υγεία θα γινόταν ακόμα ένα προνόμιο για τους κατέχοντες, όπως ένα καλό αυτοκίνητο ή ένα λίγο μεγαλύτερο σπίτι.
Την πρώτη μέρα, στην εφημερία του νοσοκομείου, έβλεπες συνοδούς να τσακώνονται συνεχώς με τους τραυματιοφορείς, τους νοσηλευτές και τις νοσηλεύτριες. Το ζήτημα ήταν πάντα ίδιο: οι διάδρομοι. Ο χώρος, βλέπετε, ήταν στενός και οι συνοδοί τον έκλειναν συχνά περιμένοντας νέα για τους ανθρώπους τους που ήταν μέσα στα ιατρεία. Οι τραυματιοφορείς από την άλλη φώναζαν με μια επιτηδευμένη οργή αλλά χωρίς πραγματική αγανάκτηση. Αυτό πρέπει να το ζουν καθημερινά, το στάδιο της αγανάκτησης έχει προ πολλού περάσει.
Το μόνο που πραγματικά μπορεί να φέρει απελπισία εκείνη τη στιγμή είναι ότι και οι δύο έχετε δίκιο. Και ο συνοδός που αγωνιά και ο τραυματιοφορέας που προσπαθεί να κάνει τη δουλειά του. Και καμιά φορά το να μην έχεις σε ποιον να τα ρίξεις είναι πραγματικά απαίσιο. Τελικά, το ζήτημα λύθηκε πολύ σιωπήρα, όταν ένα βαρύ περιστατικό πέρασε πάνω σε ένα φορείο με γιατρούς, νοσηλευτές και τραυματιοφορείς να έχουν μια εντυπωσιακή αγωνία στο βλέμμα. Και όμως ακόμα αγωνιούσαν. Μετά από εκατοντάδες άλλες βάρδιες και χιλιάδες άλλα τέτοια περιστατικά.
Στο νοσοκομείο υπάρχουν δύο κύριοι ρόλοι. Οι νοσηλεύτριες που είναι η εικόνα του νοσοκομείου προς τους επισκέπτες του, εκείνες που περνούν πολύ περισσότερες ώρες με τους ασθενείς σε σχέση με τους γιατρούς. Οι δεύτεροι βέβαια έχουν μέσα στο νοσοκομείο τον ρόλο του ιερέα. Τα πάντα κινούνται με βάση τη βούλησή τους. Ο καθένας τους φέρεται με τον δικό του τρόπο. Άλλοι μπαίνουν από νωρίς στη διαδικασία να αποπροσωποιούν τους ασθενείς, μια διαδικασία που είναι ούτως ή άλλως σύμφυτη με την ιατρική επιστήμη. Μια ολόκληρη ζωή και όλα εκείνα τα βιώματα και τα χαρακτηριστικά που σε κάνουν αυτό που είσαι σταματούν να είναι προσωπικά, σταματούν να αφορούν εσένα. Ξαφνικά όλα γίνονται ιατρικό ιστορικό. Υπάρχουν όμως και κάποιοι άλλοι που καταφέρνουν ακόμα να δουν τον άνθρωπο πίσω από το ιστορικό.
Όταν πια η εισαγωγή γίνει, τα πράγματα μπαίνουν σε μια ροή. Η πρώτη μέρα είναι πάντα η πιο δύσκολη. Μετά το νοσοκομείο αρχίζει να γίνεται η ρουτίνα σου. Σε καταβάλλει με τρόπους που δεν καταλαβαίνεις. Τότε είναι που αρχίζεις να βλέπεις τα προβλήματα ένα-ένα. Οι νοσηλεύτριες είναι πολύ λίγες, το ίδιο και οι γιατροί. Η οργάνωση ανύπαρκτη. Πλάι στη λειτουργία του δημόσιου νοσοκομείου έχει στηθεί μια ολόκληρη βιομηχανία που προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τις τρύπες, να χωθεί ανάμεσά του και να κερδοσκοπήσει. Οι κεραίες από τις τηλεοράσεις -καινούργιες τηλεοράσεις- έχουν από καιρό σπάσει, προκειμένου οι ασθενείς και ο συνοδοί να νοικιάσουν νέες. Όταν χτυπάς το κουδούνι, η νοσηλεύτρια μπορεί να χρειαστεί τρία τέταρτα για να έρθει. Κάποιοι γιατροί δυσανασχετούν με οποιαδήποτε ερώτηση, παρότι επιστημολογικά είναι υποχρεωμένοι να ενημερώσουν τον ασθενή ακριβώς και με κάθε λεπτομέρεια τα στάδια και τους λόγους της παρέμβασής τους. Ένα άρρωστο σώμα ανήκει στον άνθρωπο ακριβώς όσο ανήκει και ένα υγιές.
Ο τρόπος που έχει δομηθεί το δημόσιο σύστημα υγείας στην Ελλάδα προφανώς και δεν κάνει τους εργαζόμενους μέσα σε αυτό καλύτερους, μάλλον τους τραβάει προς τα κάτω. Τα πάντα λειτουργούν σε μια λογική ηρωισμών χαμηλής έντασης -χωρίς τα φώτα της δημοσιότητας και χωρίς την ελπίδα ότι θα γραφτείς σε κάποιο βιβλίο ιστορίας-από ανθρώπους που ο ηρωισμός τους έγκειται απλά στο ότι αρνούνται να το βάλουν κάτω. Και ευτυχώς είναι αρκετοί αυτοί που αρνούνται να το βάλουν κάτω.
Τα δημόσια νοσοκομεία σε όλη την επικράτεια στενάζουν υπό το βάρος ελλείψεων και ασύλληπτης ανοργανωσιάς. Άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο. Δυστυχώς όμως οι ευθύνες δεν ανήκουν σε αυτούς που τα ζουν στην καθημερινότητά τους. Ένα δημόσιο σύστημα υγείας δεν είναι χώρος για ηρωισμούς. Και ας υπάρχουν ακόμα κάποιοι γιατροί και νοσηλευτές που, όταν λένε τη λέξη ‘ασθενής’, για ένα δευτερόλεπτο νιώθεις ότι έχουν μια συγκινισιακή φόρτιση. Ακόμα και μετά από 20 και 30 χρόνια υπηρεσίας πλάι τους. Ας τους βοηθήσουμε. Κανείς δεν θέλει να είναι ήρωας στην εποχή μας.
(Φωτογραφίες: Εurokinissi)