Σπύρος Χαμάλης
LONGREADS

Μια ατέλειωτη νύχτα σε ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ

Ένας σπασμένος καρπός, ένα τροχαίο, δύο καφέδες και μπόλικα τσιγάρα: όσα ζήσαμε σε μια βραδινή βάρδια με ένα πλήρωμα του ΕΚΑΒ.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΣΠΥΡΟΣ ΧΑΜΑΛΗΣ
Τρίτη, 23:00 Ο ασύρματος έχει δώσει σήμα για τροχαίο στην Κυψέλη με μία τραυματία. Φτάνοντας στο σημείο, το θέαμα του αυτοκινήτου που έχει πλακώσει με το βάρος του μια μηχανή δεν είναι ευχάριστο, αλλά για τον Νίκο Σταύρου και την Αθηνά Πήττα, οι οποίοι γνωρίστηκαν στη σχολή πριν 20 χρόνια και αποτελούν μαζί πλήρωμα στο ασθενοφόρο από το 2002, ένας απλός τραυματισμός στο χέρι είναι ένα από τα πιο λάιτ σενάρια που μπορούν να αντικρίσουν.

Η νεαρή κοπέλα που τραυματίστηκε μπαίνει στο ασθενοφόρο, η Αθηνά της φοράει προληπτικά κολάρο και της παίρνει την πίεση και στη διαδρομή προς τον Ερυθρό Σταυρό της πιάνει την κουβέντα για να χαλαρώσει. Ο πατέρας της κοπέλας ακολουθεί από πίσω με το δικό του αυτοκίνητο και σε λίγα λεπτά φτάνουμε στο νοσοκομείο. Ο ασύρματος ειδοποιεί για ένα νέο τροχαίο κι ένα από τα υπόλοιπα ασθενοφόρα που έχει βάρδια το αναλαμβάνει.

Ο Νίκος και η Αθηνά οδηγούν την κοπέλα στο εσωτερικό του Ερυθρού Σταυρού. Ο κόσμος έξω, με το βλέμμα κενό και μουδιασμένο, κατεβάζει την προστατευτική μάσκα που φοράει για να κλέψει μια τζούρα τσιγάρο. Σημασία γι’ αυτούς έχει μόνο ο δικός τους άνθρωπος, μέσα.

Η Αθηνά βγαίνει, ο Νίκος περιμένει να ολοκληρωθούν τα διαδικαστικά με τους γιατρούς. “Έχει σπάσει τον καρπό της, δεν είναι κάτι φοβερό”, θα πει ανακουφισμένος. Όταν κάθε μέρα βλέπεις το θάνατο μπροστά σου, ένα σπάσιμο στον καρπό όντως δεν είναι κάτι φοβερό. Περνάει, αυτό έχει σημασία.

Ο Νίκος και η Αθηνά δίνουν σήμα για τέλος στον ασύρματο και περιμένουν το επόμενο περιστατικό. Η βάρδια έχει μόλις ξεκινήσει. Μέχρι τις 6 το πρωί, κανείς δεν ξέρει τι άλλο τους περιμένει.

Αθηνά: Όταν πας σε κάτι πολύ επείγον, όπως ένας ακρωτηριασμός, όλα συμβαίνουν πολύ γρήγορα, τα κάνεις μηχανικά. Κοιτάς να παραλάβεις γρήγορα, να φύγεις, να μην κάνεις καμιά βλακεία. Το δύσκολο είναι όταν πας σπίτι σου και αρχίζεις να τα σκέφτεσαι. Έχω πάρει τρία καμένα παιδάκια από την Κυψέλη, δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό.

Νίκος: Το συνηθίζεις, με τον καιρό, δεν μπορείς να κάνεις κι αλλιώς, αν δεν αντέχεις δεν μπορείς να την κάνεις αυτή τη δουλειά.

23:50

Για να αναλάβουν το επόμενο περιστατικό περνάνε μόλις δύο λεπτά. Το σήμα ενημερώνει για μια κυρία 82 χρονών στα Εξάρχεια, η οποία υποφέρει από δύσπνοια. Αν ήταν πρωί, η διαδρομή από την Κυψέλη μέχρι τα Εξάρχεια ίσως κρατούσε αρκετή ώρα, όσο κι αν τα αυτοκίνητα προσπαθούν να ανοίξουν δρόμο σε ένα ασθενοφόρο. Βράδυ καθημερινής όμως, όλα είναι πιο γρήγορα και πιο εύκολα.

Ο Νίκος οδηγεί, η Αθηνά κι εγώ καθόμαστε δίπλα του και στο ραδιόφωνο η φωνή της Νατάσας Θεοδωρίδου μας συνοδεύει. Το ραδιόφωνο δεν κλείνει ποτέ, ειδικά τις νύχτες είναι μια καλή παρέα όσο το πλήρωμα του ασθενοφόρου τρέχει από τη μία διαδρομή προς την άλλη.

Το συγκεκριμένο ασθενοφόρο, το Α1, καλύπτει τον τομέα Καισαριανή, Ιλίσια, Ζωγράφου και το μοιράζονται τέσσερα πληρώματα κατά τη διάρκεια της ημέρας.

Επειδή τα 30 οχήματα που καλύπτουν ολόκληρη την Αττική δεν είναι προφανώς αρκετά, εξυπηρετεί και άλλες περιοχές, ειδικά στο κέντρο της Αθήνας.

Κάπως έτσι λοιπόν, καταλήξαμε στα Εξάρχεια να ψάχνουμε τη σωστή διεύθυνση πάνω στην Ιπποκράτους. Μετά από έναν μικρό κύκλο, το σωστό νούμερο βρέθηκε και ο Νίκος με την Κατερίνα χτύπησαν το κουδούνι. Μερικά λεπτά αργότερα, κατέβηκαν περπατώντας μαζί με την κυρία Κωνσταντίνα και ξεκινήσαμε για το Ιπποκράτειο, το οποίο εφημερεύει όποτε εφημερεύει κι ο Ερυθρός Σταυρός, το Θριάσιο, το Ασκληπιείο και το Αμαλία Φλέμινγκ, όμως δεν δέχεται τροχαία, τα οποία καταλήγουν συνήθως στον Ερυθρό.

Η διαδικασία εκεί, ίδια. Το σκηνικό, όπως σε κάθε νοσοκομείο, γκρίζο και ακαθόριστο. Στο χώρο στάθμευσης του Ιπποκρατείου, περιμένοντας τον Νίκο και την Αθηνά να επιστρέψουν, θυμάμαι πως τα δημόσια νοσοκομεία έχουν κάτι απόκοσμο.

Κτίρια παλιά, ασύμμετρα, κτίρια που βγάζουν παράξενους θορύβους, κτίρια που βγάζουν θλίψη, κτίρια από τα οποία απλά θέλεις να φύγεις. Όταν είσαι εκεί σαν ασθενής ή σαν συνοδός, το τελευταίο που σε νοιάζει είναι η ομορφιά και η συμμετρία. Σαν παρατηρητής όμως, σκέφτεσαι ότι ακόμα και τα κτίρια ενός νοσοκομείου είναι έτσι φτιαγμένα ώστε να προκαλούν μελαγχολία.

Περιμένοντας, ο οδηγός διπλανού ασθενοφόρου βρίσκει την ευκαιρία να ξεσπάσει μόλις ακούει ότι είμαι δημοσιογράφος. “Η δουλειά μας δεν είναι φυσιολογική. Δεν το συνηθίζεις αυτό που βλέπεις ποτέ, θα έπρεπε όλοι να έχουμε υποχρεωτική στήριξη από ψυχολόγο. Κλείνω τα μάτια και βλέπω αίματα”.

Ο Νίκος και η Αθηνά επιστρέφουν, μπαίνουμε ξανά στο ασθενοφόρο και δίνουν το τέλος του περιστατικού. Ο ασύρματος φωνάζει για ένα νέο, αυτή τη φορά σοβαρό τροχαίο, το οποίο θα πάει στο Θριάσιο. Η φωνή από το κέντρο δίνει τα ονόματα και τις ηλικίες, κι εσύ εύχεσαι να μην χρειαστεί ποτέ το όνομά σου να περάσει από αυτές τις συχνότητες.

Α: Μια μεγάλη δυσκολία είναι ο όγκος της δουλειάς, μέσα σε 8 ώρες μπορείς να κάνεις και 10 και 12 περιστατικά. Φυσικά, δεν είναι όλα για να πάνε στο νοσοκομείο, ούτε χρειάζονται όλα ασθενοφόρο. Γίνεται κατάχρηση του ασθενοφόρου και όταν συμβαίνει κάτι πραγματικά επείγον, δεν υπάρχει όχημα για να πάει. Το κάνουν για να μην υπάρχει αναμονή στα επείγοντα, επειδή όταν σε φέρνει ασθενοφόρο βλέπεις κατευθείαν γιατρό. Μερικές ασφαλιστικές προτείνουν σε τρακάρισμα ο πελάτης τους να καλέσει ασθενοφόρο ακόμα κι αν δεν χρειάζεται.

Ν: Μεγάλη δυσκολία δημιουργεί και η κίνηση μέσα στη μέρα, γι’ αυτό προτιμώ τα βράδια που οι δρόμοι είναι άδειοι. Πρέπει να βρεις πώς θα πας κάπου, να δεις πού έχει κίνηση, αν έχει λαϊκή αγορά. Ευτυχώς εμείς δεν έχουμε τρακάρει ποτέ, αν τρακάρεις όσο πηγαίνεις επείγον περιστατικό δεν σταματάς για κανένα λόγο, ενημερώνεις το κέντρο και το καταγράφει.

00:50

Η νυχτερινή βάρδια είναι η δεύτερη που κάνουν η Αθηνά κι ο Νίκος εκείνη την ημέρα, αφού δούλευαν και την πρωινή βάρδια, από τις 6 το πρωί μέχρι τις 2 το μεσημέρι. Ο Νίκος κοιμήθηκε 2 ώρες, η Αθηνά δεν πρόλαβε, αφού έπρεπε να φροντίσει τα παιδιά της. Ο σύζυγος της Αθηνάς είναι επίσης διασώστης στο ίδιο ασθενοφόρο, δουλεύει όμως άλλες ώρες για να μοιράζουν την φροντίδα των παιδιών τους. Μετά από αυτή τη βάρδια, ακολουθούν δύο ρεπό και μετά πέντε μέρες με βάρδιες, πότε πρωί, πότε απόγευμα και πότε βράδυ.

Η επόμενη κλήση έρχεται αμέσως: πτώση ηλικιωμένου στην Καισαριανή. Η άδεια Αθήνα επιτρέπει να είμαστε εκεί πολύ γρήγορα, ο Νίκος ξέρει τους δρόμους της περιοχής απ’ έξω κι έτσι πολύ σύντομα, κατεβαίνουν μαζί με την Αθηνά και τον 65αρη ασπρομάλλη κύριο. Παρά το αίμα στο κεφάλι, δείχνει σε καλή κατάσταση. Η Αθηνά του περιποιείται το τραύμα με betadine και του βάζει γάζα, όσο ο Νίκος οδηγεί.

Την οδήγηση ένα πλήρωμα την μοιράζονται, ωστόσο τον τελευταίο καιρό το μεγαλύτερο κομμάτι της το έχει αναλάβει ο Νίκος. Το να είσαι στο πίσω μέρος του οχήματος όσο αυτό πηγαίνει με μεγάλη ταχύτητα και να προσπαθείς να διατηρήσεις την ισορροπία σου για να κρατήσεις κάποιον στη ζωή, μόνο εύκολο δεν είναι.

“Έχει πάρκινσον και έχασε την ισορροπία του κατεβαίνοντας τις σκάλες” θα μου πει ο Νίκος όσο κατευθυνόμαστε προς τον Ερυθρό Σταυρό. Από τον ασύρματο ενημερώνουν για περιστατικό στο Μενίδι και το πλήρωμα του ασθενοφόρου που απαντάει την κλήση ζητάει παρουσία περιπολικού. “Πριν λίγο καιρό κάλεσαν ασθενοφόρο από τον καταυλισμό και κράτησαν ομήρους τα παιδιά για ώρες μέσα σε ένα σπίτι” εξηγεί ο Νίκος.

Στα 40 του χρόνια, ο Νίκος μοιάζει αεικίνητος. Κάνει πλάκες, μιλάει στο τηλέφωνο, πειράζει την Αθηνά, η οποία μοιάζει να είναι η ήρεμη δύναμη του διδύμου. Έπειτα από τόσα χρόνια, συνεννοούνται με τα μάτια πια και αποφεύγουν τις εντάσεις. Και σε αυτή τη δουλειά, καλό θα είναι να μην υπάρχουν νεύρα και διαφωνίες. Ούτε όταν ένας άνθρωπος χαροπαλεύει στα χέρια σου, ούτε όταν συγγενείς μπορεί να κατηγορούν εσένα για την καθυστέρηση του ασθενοφόρου και φωνάζουν με την πίεση να φτάνει στο κόκκινο.

Επιστρέφουμε για δεύτερη φορά στον Ερυθρό Σταυρό, το ασθενοφόρο παρκάρει πίσω από τα υπόλοιπα ασθενοφόρα που έχουν παραδώσει τα περιστατικά τους και τα πληρώματα έχουν δημιουργήσει τα δικά τους πηγαδάκια μέχρι την επόμενη κλήση, η οποία δεν αργεί παρά μόνο ελάχιστα λεπτά. Ο κόσμος έξω αισθητά λιγότερος, αισθητά πιο κουρασμένος. Η νύχτα προχωράει και όσο πιο βαθιά φτάνουμε σε αυτήν, τόσο πιο άγρια είναι η αίσθηση του να περιμένεις έξω από ένα κρύο νοσοκομείο, έχοντας το τσιγάρο και τον καφέ σαν μοναδική σου απόδραση. Το νοσοκομείο σε βραδιά εφημερίας, είναι το τελευταίο μέρος στον κόσμο που θα ήθελες να είσαι.

Η ώρα έχει πάει πια 2 παρά. Οι δρόμοι έχουν αδειάσει για τα καλά. Ο λιγοστός κόσμος που είναι έξω, συζητάει στις μπάρες των μπαρ για γκομενικά, για τα λεφτά που λείπουν, για τον μαλάκα στη δουλειά, για την πιθανή τιμωρία του ΠΑΟΚ.

Στα δημόσια νοσοκομεία, όλα αυτά τα προβλήματα δεν μπορούν να χωρέσουν. Οι συγγενείς και φίλοι των ασθενών σκέφτονται μέρα με την μέρα, ώρα με την ώρα, δευτερόλεπτο με το δευτερόλεπτο, τζούρα με τη τζούρα.

Είναι παράξενο το πώς μόλις βρεθείς σε μια καρέκλα αναμονής στο νοσοκομείο, το μυαλό σου αδειάζει από οτιδήποτε άλλο, αλλά παίρνει μαζί και την ψυχή σου σε αυτό το άδειασμα. Για τους περισσότερους ανθρώπους, αναλογούν συγκεκριμένα τέτοια απαίσια βράδια σε νοσοκομεία. Για τους διασώστες, το μέτρημα τέτοιων βραδιών είναι απλά αδύνατο.

01:58

Περιμένοντας την επόμενη κλήση, ο Νίκος ξεκλέβει λίγο χρόνο για να πεταχτούμε στην αγαπημένη του ψησταριά, λίγο πριν κλείσει. Παίρνει μια σακούλα, την τοποθετεί πάνω από το τιμόνι και πριν προλάβει να φάει μια μπουκιά, έρχεται η επόμενη ανάθεση. Ολόκληρη η βάρδια και για τον Νίκο και την Αθηνά βγαίνει μόνο με έναν καφέ, ο οργανισμός έχει συνηθίσει πια να αντέχει, έτσι κι αλλιώς δεν προλαβαίνεις να νυστάξεις.

Προορισμός, ακόμα ένα ‘εύκολο’ περιστατικό. Ηλικιωμένος κύριος με πόνο στο γόνατο, πόνο εβδομάδας, που απλά καθυστέρησε την επίσκεψη στο νοσοκομείο λόγω του φόβου του H1N1. Μην πας για ορθοπαιδικό και καταλήξεις με πνευμονία.

Στη διαδρομή πετυχαίνουμε κι άλλα ασθενοφόρα, ο Νίκος και η Αθηνά χαιρετάνε, κάνουν πλάκα, γνωρίζονται όλοι μεταξύ τους, ποιος είναι ‘ζευγάρι’ σαν πλήρωμα με ποιον, ποιος θα πάει σύντομα ‘μέσα’ σε θέση γραφείου, ποιος δεν πάει ποιον. Από τους 1500 διασώστες, περίπου το ⅓ μόνο εργάζεται μέσα σε ασθενοφόρο, με τους υπόλοιπους να μπαίνουν σε θέσεις γραφείου, όπως στο τηλεφωνικό κέντρο.

“Τα βαριά περιστατικά πάντα ρωτάμε να δούμε αν τα κατάφεραν”

Φτάνουμε στη διεύθυνση, ο Νίκος και η Αθηνά επιστρατεύουν το ειδικό καρεκλάκι για να κατεβάσουν τον κύριο από τις σκάλες και η σύζυγός του, μαζί με τον γαμπρό τους τον συνοδεύουν. Η κόρη μένει πίσω για να προσέχει τα παιδιά. Ο γαμπρός κρατάει μια τσάντα με τα ρούχα που θα χρειαστούν για τη διανυκτέρευση στο νοσοκομεία, μικρά πρακτικά θέματα που τα μαθαίνεις με τον καιρό. Προορισμός μας, ο Ερυθρός Σταυρός ξανά, για τρίτη φορά μέσα σε λίγες ώρες.

Τολμάω να πω στην Αθηνά ότι είμαι γουρλής, αφού όλα τα περιστατικά είναι ελαφριά. “Ποτέ δεν ξέρεις πότε θα σου σκάσει το βαρύ, μας έσκασε πρόσφατα νεκρός από τροχαίο στη λήξη της βάρδιας”, με προσγειώνει.

Τη ρωτάω, όσο περιμένουμε τον Νίκο να ολοκληρώσει τα γραφειοκρατικά της παράδοσης του κυρίου με το πονεμένο γόνατο, αν μαθαίνει τι απέγιναν οι ασθενείς που παρέδωσαν στο νοσοκομείο. “Φυσικά, τα βαριά περιστατικά πάντα ρωτάμε να δούμε αν τα κατάφεραν”.

Λίγο μετά τις 3, αποφασίζω να μην πιέσω την τύχη μου και αφήνω την Αθηνά και τον Νίκο να συνεχίσουν μόνοι τους, όπως κάνουν κάθε βράδυ τα τελευταία 18 χρόνια. Όσο η ζωή βιώνεται, όσο οι ρυθμοί της τρέχουν, όσο το τελευταίο πράγμα που σκέφτεσαι είναι μια βραδιά σε νοσοκομείο, αυτοί θα είναι εκεί, για να φτάσουν πρώτοι στο συμβάν και να κάνουν απλά τη δουλειά τους. Δύσκολη δουλειά, αλλά κάποιος την κάνει.