Η εγκυκλοπαίδεια του ουίσκι
Το ουίσκι είναι τόσο πολύπλευρο που σε κάθε γουλιά του σε καλεί να το ανακαλύψεις, σε προκαλεί να το γνωρίσεις καλύτερα και να αποκαλύψεις όλες του τις πτυχές.
- 15 ΜΑΙ 2021
Εκεί όπου με λίγο πάγο ή και καθόλου γεύεσαι μια παλέτα γεύσεων που δε μοιάζει απλά μεθυστική αλλά κυρίως μαγική. Όλο αυτό δε θα μπορούσε να πάρει σάρκα και οστά αν δεν υπήρχε η βοήθεια από bartenders που λατρεύουν αυτό το απόσταγμα. Ο Κωνσταντίνος Θεοδωρακόπουλος, ο Αλέξανδρος Σουρμπάτης, ο Θοδωρής Αναγνώστου αλλά και ο Τεό Σπυρόπουλος μας ταξίδεψαν στα μαγευτικά μονοπάτια του.
Η ιστορία του ουίσκι
Το ουίσκι είναι ο βασιλιάς των αποσταγμάτων. Όμως δεν είναι και το πρώτο απόσταγμα που φτιάχτηκε. Ίσα-ίσα. Τα μυστικά της απόσταξης προέρχονται από έναν λαό που δε θα το περίμενες ποτέ. Συγκεκριμένα, από τους Μουσουλμάνους, οι οποίοι τελειοποίησαν τις μεθόδους απόσταξης και τις μετέφεραν στη Δύση. Ο Abu Musa Jabir ibn Hayyan, έζησε τον 8ο αιώνα μ.Χ. -είναι γνωστός και ως Geber- και θεωρείται ο πατέρας της απόσταξης. Χώρος δράσης του είναι εκεί που βρίσκεται το σημερινό Ιράκ. Ακούγεται κάπως ειρωνικό η θρησκεία που απαγορεύει στους πιστούς της να πίνουν αλκοόλ, να είναι εκείνη που οπαδοί της εξέλιξαν την απόσταξη. Ο Geber είναι ο πρώτος που εφηύρε τον στύλο απόσταξης που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα στην πιο εξελιγμένη του μορφή. Αυτό που έκανε και ήταν πρωτοπόρο, ήταν ότι αντί να χρησιμοποιεί τρίχωμα από πρόβατα για να μαζεύει το προϊόν της απόσταξης, αυτός έβαλε μία σωλήνα και έφτιαξε τον στύλο απόσταξης όπως τον ξέρουμε σήμερα. Λέγεται ότι η ιδέα ήρθε στον Geber μελετώντας γραπτά του Ζώσιμου του Πανοπολίτη, ο οποίος είχε φτιάξει κάτι παρόμοιο, όχι όμως για ποτά αλλά για μέταλλα. Μέσω του εμπορίου και των συναλλαγών, αυτή η εφεύρεση έφτασε στη Δύση και συγκεκριμένα στους μοναχούς της εποχής εκείνης, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν την καυτή βροχή για φαρμακευτικούς σκοπούς. Όμως η ιδέα της απόσταξης ανήκει στον Geber.
Η πρώτη γραπτή αναφορά στο ουίσκι έλαβε χώρα το 1405, όπου στα ιρλανδέζικα χρονικά του μοναστηριού του Clonmacnoise γράφεται ότι ένας άστεγος πέθανε από υπερβολική κατανάλωση Uisge beatha τα Χριστούγεννα. Το Uisge beatha (ούσκε μπα) ήταν η κελτική έκφραση για το «νερό της ζωής» και η πρώτη επίσημη καταγραφή σε βασιλικά έγγραφα ανάγεται στο 1494, όταν ο βασιλιάς James ΙV ζητάει «οκτώ δοχεία βύνης για την παρασκευή uisge beatha». Σήμερα έχει επιζήσει σε αρκετά ποτά σαν όρος όπως το eau de vie (Γαλλία), acquavita (Ιταλία), akvavit (Σκανδιναβία) και okowita (Πολωνία).
Οι μοναχοί, εξαίρετοι στη διαδικασία απόσταξης εκείνα τα χρόνια, αποστάζουν με συνέπεια, για λόγους, φυσικά, ιατρικούς. Γιατί, όπως έγραψε ο Σκωτσέζος ποιητής James Hogg, «Αν κάποιος ήξερε πόσο ακριβώς έπρεπε να πίνει κάθε μέρα και το ακολουθούσε με ευλάβεια, είναι σίγουρο πως ούτε θα αρρώσταινε ούτε θα πέθαινε ποτέ». Το 1536-1541 o βασιλιάς Henry VIII της Αγγλίας διαλύει μοναστήρια και δίνει τη δυνατότητα στους αγρότες να αποστάξουν. Αν το καλοσκεφτείς είχαν τα δίκια τους, εκείνοι καλλιεργούσαν τα δημητριακά και ήθελαν μερίδιο της απόλαυσης.
Το 1600 ξεκινάνε πολλοί Σκωτσέζοι αλλά και Ιρλανδοί από το μεγάλο νησί τις αναζητήσεις για τη Νέα Γη και φτάνουν στην Αμερική έχοντας φυσικά στα αμπάρια τους ουίσκι. Εκεί γνώρισαν νέα είδη δημητριακών, κάτι που εξέλιξε τη διαδικασία αρκετά. Η ιστορία λέει ότι το πλοίο Mayflower έδεσε στο Plymouth και όχι στην περιοχή που έλεγαν οι βασιλικές διαταγές, επειδή άρχισαν να ξεμένουν από αλκοόλ. Αργότερα το αλκοόλ και ειδικότερα το ουίσκι έπαιξε τεράστιο ρόλο στην αποικία αλλά και στην εξόντωση των αυτοχθόνων. Οι νέοι κάτοικοι το χρησιμοποιούσαν στις διαπραγματεύσεις τους με τους ντόπιους οι οποίοι είχαν κατά κάποιο τρόπο εθιστεί σε αυτό.
Την ίδια περίοδο και συγκεκριμένα το 1608, στη Βόρεια Ιρλανδία δίνεται η πρώτη επίσημη άδεια για να ανοίξει αποστακτήριο. Το όνομά του, The Old Bushmills Distillery, το οποίο και παραμένει μέχρι και σήμερα το παλαιότερο αποστακτήριο στον κόσμο. Έναν αιώνα αργότερα δημιουργείται η Μεγάλη Βρετανία με την ένωση του Βασιλείου της Αγγλίας και εκείνου της Σκωτίας. Αυτό όμως είχε σαν αποτέλεσμα τη ραγδαία αύξηση των φόρων και συγκεκριμένα στο ουίσκι. Ο λεγόμενος English Malt Tax του 1725, ανάγκασε πολλούς από τους ιδιοκτήτες αποστακτήριων να λειτουργούν τη νύχτα με αποτέλεσμα να αποκαλούν συνθηματικά το ουίσκι, σεληνόφως. Έτσι απέκτησε και η λέξη moonshine τη σημασία του λαθραίου ποτού.
Κατά τη διάρκεια του αμερικανικού πολέμου το 1775-1783, το ουίσκι χρησιμοποιήθηκε πολύ και σαν συνάλλαγμα, ενώ όταν ο πόλεμος τελείωσε άφησε πίσω του ένα τεράστιο χρέος. Το 1791 τέθηκε σε εφαρμογή ο φόρος για το ουίσκι από τη νέα εθνική κυβέρνηση του George Washington, κάτι που απογοήτευσε πολλούς από τους βετεράνους του εμφυλίου και τους αγρότες σιτηρών. Οι αντιδράσεις γίνονταν όλο και πιο έντονες και τελικά ξεκίνησε η «επανάσταση του ουίσκι», όταν οι αγρότες ξεσηκώθηκαν, αρνούμενοι να πληρώσουν τον φόρο. Οι συγκρούσεις ήταν αρκετές με αποκορύφωμα τον Ιούλιο του 1794, όταν είχαμε ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ πολιτών και στρατού. Μέχρι το 1801 ο φόρος συνέχισε να υπάρχει, ενώ σταμάτησε η εφαρμογή του όταν κέρδισε τις εκλογές ο Thomas Jefferson υποσχόμενος ότι θα τον καταργήσει, όπως και έκανε.
Τότε είναι που ο πρόεδρος της Αμερικής μοίρασε εκτάσεις σε μετανάστες Σκωτσέζους και Ιρλανδούς στην περιοχή του Kentucky. Εκείνοι άρχισαν να καλλιεργούν καλαμπόκι και το περίσσευμα της παραγωγής το απόσταζαν και το έφτιαχναν ουίσκι. Ο θρύλος λέει ότι ο καπνιστός ρόλος του Bourbon που πηγάζει από τα «καμμένα» επιφανειακά βαρέλια, οφείλεται στον αποσταγματοποιό Elijah Craig. Όταν κάποια στιγμή κατά λάθος έφτιαξε βαρέλι από σχεδόν καμμένα ξύλα και έβαλε μέσα ουίσκι, δεν ήξερε ότι δημιουργούσε ένα καινούργιο είδος. Το νέο αυτό ουίσκι είχε έντονο χρώμα, γλυκιά επίγευση και νότες βανίλιας και καπνού. Κάποια στιγμή έστειλε τα βαρέλια στη Νέα Ορλεάνη για πώληση με σφραγίδα Mayville της επαρχίας Bourbon και εκείνα έγιναν ανάρπαστα, βοηθώντας έτσι στη διάδοση του νέου είδους ουίσκι. Τότε είναι που πήρε και το όνομά του.
Από εκείνη την περίοδο μέχρι το 1920, οι εξαγωγές από Ιρλανδία και Σκωτία στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν τεράστιες, ενώ κάπως έτσι άρχισαν στη Νέα Γη να φτιάχνουν και δικό τους ουίσκι. Η μεγάλη κατανάλωση όμως οδήγησε στις πρώτες αντιδράσεις. Η κορύφωσή τους ήταν το ψήφισμα του 1920 για ποταπαγόρευση, η οποία κράτησε 13 ολόκληρα χρόνια. Παράλληλα, η Ευρώπη προερχόταν από τον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο, όπου αρκετά αποστακτήρια, είχαν κλείσει λόγω του ότι τα δημητριακά, επαρκούσαν οριακά για να καλύψουν τις ανάγκες του λαού για σίτιση. Μέχρι το 1924, ο αριθμός των αποστακτήριων έχει μειωθεί δραστικά όπως και η κατανάλωση. Αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, το νεοεκλεγέν Εργατικό Κόμμα στη Μεγάλη Βρετανία βροντοφωνάζει «Πρώτα φαγητό και ύστερα ουίσκι» ρίχνοντας ακόμα περισσότερο την κατανάλωση. Η αναγέννηση του βασιλικού αποστάγματος αρχίζει μόλις το 1960 με μαζική παραγωγή σε Σκωτία, Ιρλανδία και Αμερική.
Frank Sinatra
Ηθοποιός, τραγουδιστής και μέλος του Rat Pack
«To αλκοόλ μπορεί να είναι ο χειρότερος εχθρός του ανθρώπου. Αλλά η Βίβλος μας λέει να αγαπάς τον εχθρό σου»
Πώς φτιάχνεται το ουίσκι
Ο υγρός χρυσός εκτός από μοναδικές γεύσεις έχει και μια μαγευτική διαδικασία δημιουργίας. Σε αυτό το δύσκολο ταξίδι, οδηγός μας είναι ο Κωνσταντίνος Θεοδωρακόπουλος, συνιδιοκτήτης της εταιρείας Bart και portfolio ambassador της Granikal. Μας πήρε από το χεράκι και μας μίλησε για όλα όσα πρέπει να ξέρουμε για το πρώτο και ίσως σημαντικότερο στάδιο της παραγωγής του ουίσκι. Για τις πρώτες ύλες και τα στεγνωτήρια, μέχρι τη μαγιά και το νερό που χρησιμοποιείται στα αποστακτήρια.
«Τα βασικά συστατικά για να έχουμε ουίσκι είναι βυνοποιημένα (εκτός από την περίπτωση του single pot Irish) δημητριακά, νερό και μαγιά. Ανάλογα με το βυνοποιημένο προϊόν έχουμε διαφορετικές κατηγορίες ουίσκι. Αλλά αυτά θα τα δούμε αργότερα όταν και θα αναλύσουμε κάθε μια κατηγορία ξεχωριστά».
Για να αναλύσουμε τα στάδια παραγωγής του ουίσκι, ας πάρουμε ως δεδομένο πως μιλάνε για single malt, άρα έχουμε μόνο κριθάρι. «Πρώτος στόχος είναι να βυνοποιήσουμε το κριθάρι για να πετύχουμε μεγαλύτερη συγκέντρωση σακχάρων, τα οποία θα είναι η τροφή της μαγιάς μας. Αρχικά βρέχουμε το κριθάρι και περιμένουμε το germination, δηλαδή να φυτρώσει ένας σπόρος στο κριθάρι γεγονός που δείχνει πώς το άμυλο μετατρέπεται σε σάκχαρα».
«Έπειτα πρέπει να στεγνώσουμε το βυνοποιημένο κριθάρι ώστε να σταματήσει η βλάστηση. Αυτό γίνεται στα malting floors. Είναι διάτρητες επιφάνειες στις οποίες απλώνουμε το κριθάρι και το ξεραίνουμε με τη βοήθεια κλιβάνων (kilns). Το κριθάρι πρέπει να ανακατεύεται τουλάχιστον 2 φορές τη μέρα για να δέχεται ομοιόμορφα τη θερμότητα. Παλαιότερα αυτό έκαναν οι malt men κάτι που τραυμάτιζε τους ώμους τους. Αυτός ο τραυματισμός λοιπόν ονομάζεται monkey shoulder, πάθηση που έδωσε το όνομά της και σε ένα blended malt. Πλέον το ανακάτεμα γίνεται και με τεχνητούς τρόπους. Επίσης, τα malting floors σε όλη τη Σκωτία είναι μετρημένα στα δάχτυλα και ακόμα και αποστακτήρια που έχουν malting floors παίρνουν και έτοιμο βυνοποιημένο κριθάρι».
«Έπειτα η βύνη αλεθεται σε μύλους (malt mills).Το αποτέλεσμα της άλεσης ονομάζεται “grist” και κοσκινίζεται σε 3 μέρη, τα husks, δηλαδή τα μεγαλύτερα κομμάτια με μικρή περιεκτικότητα σε σάκχαρα, τα grits, τα μεσαίου μεγέθους με μέτρια περιεκτικότητα και το flour, το πιο ψιλό τριμμένο flour με τη μεγαλύτερη αναλογία σε σάκχαρα. Εδώ η συνταγή του κάθε αποστακτήριου διαφέρει αλλά τα περισσότερα χρησιμοποιούν και τα 3 μέρη».
«Στη συνέχεια το grist μπαίνει σε μεγάλες δεξαμενές που ονομάζονται mash tan και σε 3-4 διαφορετικά στάδια προσθέτουμε νερό. Αρχικά 60, έπειτα 77-82 και τελικά περίπου 90 βαθμούς Κελσίου. Σε ελάχιστες περιπτώσεις (όπως είναι για παράδειγμα το Macallan) έχουμε και ένα ψέκασμα στους 95. Κάθε φορά αφήνουμε για κάποιες ώρες το νερό να αλληλεπιδράσει με τα σάκχαρα και τα ένζυμα και έπειτα το στραγγίζουμε.
Ξεκινάμε με τη χαμηλότερη θερμοκρασία που είναι και το πιο αποδοτικό “wort” όπως ονομάζεται το υγρό αυτό. Έπειτα, ακολουθεί το επόμενο ψέκασμα λόγω της υψηλότερής του θερμοκρασίας αλληλεπιδρά με επιπλέον σάκχαρα και προστίθεται στο πρώτο wort. Τα 2 τελευταία περάσματα μαζεύουν κάποια σάκχαρα αλλά το wort δεν είναι κατάλληλο για ζύμωση οπότε χρησιμοποιείται ως πρώτο νερό στο επόμενο mash tan».
«Έπειτα τα 2 πρώτα wort συλλέγονται σε μεγάλες δεξαμενές που τις λέμε “washbacks” για να πάρουν μέρος στη διαδικασία της ζύμωσης “fermentation” με την προσθήκη μαγιάς. Τα είδη της μαγιάς διαφέρουν σε κάθε αποστακτήριο ενώ υπάρχουν και αποστακτήρια που έχουν δώσει τα ονόματά τους σε είδη μαγιάς. Αυτή η διαδικασία κρατά συνήθως 48-96 ώρες.
Ernest Hemingway
Αμερικανός συγγραφέας των Ο ήλιος ανατέλλει ξανά και Ο γέρος και η θάλασσα
«Ποτέ να μην καθυστερείς να φιλήσεις ένα όμορφο κορίτσι ή να ανοίξεις ένα μπουκάλι ουίσκι»
Η παλαίωση και τα βαρέλια
Ένα άλλο πολύ σημαντικό στάδιο στη δημιουργία του ουίσκι είναι η παλαίωση. «Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα στη Σκωτία έπιναν το ουίσκι χωρίς να έχει περάσει παλαίωση», κάποιος θα έλεγε ότι δεν έπιναν ουίσκι, έπιναν κάτι άλλο. Τόσο σημαντικό είναι αυτό το στάδιο στο χτίσιμο του χαρακτήρα της κάθε φιάλης. Ο Κωνσταντίνος Θεοδωρακόπουλος μας μίλησε για όλες τις μικρές ή μεγάλες λεπτομέρειες της παλαίωσης.
Οι πρώτες αναμνήσεις των περισσότερων που έχουν να κάνουν με το ουίσκι είναι αυτό το απόσταγμα σε ένα ποτήρι που σε αντίθεση με τα υπόλοιπα δεν έχει διάφανο χρώμα και έχει πιο γεμάτες μυρωδιές. Αυτό έχει να κάνει με την παλαίωση σε βαρέλια, διαδικασία που σύμφωνα με τους ειδικούς συμβάλλει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στην τελική γεύση του ουίσκι (Οι περισσότερες αναφορές κάνουν λόγο για ευθύνη 70% στο τελικό αποτέλεσμα)».
Η ιστορία της παλαίωσης
Κάπου εκεί αποφάσισα να τα πάρω από την αρχή τα πράγματα. Να μιλήσουμε για το τι ορίζεται παλαίωση και να βρούμε τις ρίζες της. Πώς οδηγηθήκαμε στη χρήση της για ραφινάρισμα και γευστική εξέλιξη του αποστάγματος; «Μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα στη Σκωτία έπιναν το ουίσκι χωρίς να έχει περάσει παλαίωση και όταν έμπαινε σε βαρέλια αυτό συνέβαινε για να αποθηκεύσουν απλά τις μεγάλες ποσότητες. Φυσικά, αυτή η παλαίωση δε βοηθούσε πάντα στη γεύση αφού στα βαρέλια αυτά μπορεί πριν να υπήρχαν μέσα ψάρια. Κάπου εκεί ήρθε το ισπανικό Sherry να βοηθήσει τα πράγματα. Οι παραγωγοί Sherry μετέφεραν το προϊόν τους μέσα σε βαρέλια στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το Sherry ήταν πολύ διαδεδομένο εκεί. Η πρώτη αναφορά για Sherry στο Ηνωμένο Βασίλειο χρονολογείται το 1597 και ακόμα και ο θρυλικός Shakespeare το αναφέρει 40 φορές στα έργα του όντας και ο ίδιος μεγάλος φαν».
Τι γινόταν με τα άδεια βαρέλια Sherry όμως; «Οι παραγωγοί malt ανακάλυψαν πως η αποθήκευση του ουίσκι τους σε αυτά άλλαζε το χρώμα αλλά και τη γεύση του ουίσκι προς το καλύτερο. Έτσι τα πρώην βαρέλια Sherry εκθρόνισαν τα βαρέλια ρώσικης δρυός που με τη σειρά τους είχαν πάρει τη θέση των βαρελιών από βρετανική δρυ.
Έτσι, τα βαρέλια Sherry καθιερώθηκαν και έγιναν συνώνυμο του ουίσκι. Όλα αυτά μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Η λήξη της ποτοαπαγόρευσης το 1933 και η πολύ χαμηλότερη τιμή του βαρελιού που προηγουμένως είχε παλαιώσει bourbon, κάνουν τα ex-bourbon βαρέλια (Q. Alba oak) πρωταγωνιστές στη βιομηχανία του ουίσκι καθώς οι distillers της εποχής ενδιαφέρονταν κυρίως να μειώσουν τα κόστη παραγωγής χωρίς να καταλαβαίνουν ακριβώς τον ρόλο των βαρελιών στη γεύση του ουίσκι. Σήμερα το 90% (!!!) των βαρελιών που χρησιμοποιούνται για παλαίωση Σκωτσέζικου ουίσκι είναι πρώην βαρέλια bourbon και το υπόλοιπο ποσοστό ποικίλει σε άλλες κατηγορίες (ex Sherry, rum, Port ακόμα και βαρέλια που έχει παλαιώσει μπύρα ή ακόμα και cognac (Q. Robur)».
Το μερίδιο των αγγέλων
«Φυσικά πέρα από το είδος του βαρελιού και άλλοι παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στην παλαίωση. Αρχικά το μικροκλίμα (terroir). Η παλαίωση σε τροπικό κλίμα δεν είναι ίδια με την παλαίωση στη Σκωτία. Έτσι βλέπουμε το kavalan στην Ταϊβάν να χάνει 10-12% κάθε χρόνο από το συνολικό απόσταγμα που παλαιώνει στο βαρέλι ενώ στη Σκωτία κατά μ.ο. το μερίδιο των αγγέλων (ονομάστηκε έτσι αφού λέγεται πως οι άγγελοι πίνουν το ουίσκι που λείπει) είναι 2%. Αντίστοιχα βλέπουμε το πολυβραβευμένο αποστακτήριο Michter’s να έχει 9% angel share (γενικά στο bourbon το angel share είναι περίπου 4%). Σε αυτό συμβάλουν πράγματα όπως το πόσο ψηλά αλκοολικά αποστάζει ένα αποστακτήριο, η θέση του βαρελιού στο warehouse ακόμα και η τεχνητή αλλαγή θερμότητας μέσα στην αποθήκη».
«Εδώ πρέπει να τονίσουμε πως το angel share δεν έχει την ίδια μορφή παντού. Στη Σκωτία βλέπουμε πάντα με την παλαίωση μια μείωση του Abv καθώς λόγω της υψηλής υγρασίας και της χαμηλής θερμοκρασίας εξατμίζεται περισσότερο αλκοόλ σε σχέση με νερό. Αλλά σε περιοχές με υψηλή θερμοκρασία και ξηρότερο κλίμα η παλαίωση δίνει και μεγαλύτερη εξάτμιση νερού άρα συνολικά αύξηση του Abv στο βαρέλι. Αυτό έχει να κάνει με το μέγεθος των μορίων αλλά ας μην μπούμε τόσο βαθιά ακόμα».
Το terroir και τι σημαίνουν τα έτη παλαίωσης
«Στη Σκωτία το θέμα terroir χάνεται όλο και περισσότερο αφού πέρα από το κυρίως εισαγόμενο κριθάρι πολλά αποστακτήρια παλαιώνουν σε τεράστιες αποθήκες μακριά από το φυσικό τους χώρο. Κάποτε επικρατούσε η άποψη πως όσο παλαιότερο το ουίσκι τόσο καλύτερο και το αποτέλεσμα. Τα τελευταία χρόνια η μεγάλη ζήτηση του ουίσκι οδήγησε τη βιομηχανία σε πολλές N.Α.S.(no age statement) εμφιαλώσεις».
Πάμε όμως να μιλήσουμε γι’ αυτό που όλοι ψάχνουν, λίγοι καταλαβαίνουν και πολλοί λιγότεροι ξέρουν τι ισχύει. Τι σημαίνουν τα έτη που γράφει πάνω ένα μπουκάλι; «Όπως ξέρουμε, όταν έχουμε ένα ουίσκι 10 ετών το νεαρότερο ουίσκι του blend πρέπει να είναι 10 ετών. Η μεγάλη ζήτηση βέβαια ανάγκασε πολλές εταιρίες να βγάλουν Nas εμφιαλώσεις στη θέση συνήθως των αντίστοιχων 10 και 12 years που είχαν πριν. Αν και συνήθως τα μεγαλύτερα ουίσκι θεωρούνται καλύτερα, υπάρχουν NAS εκδόσεις που πραγματικά δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα όπως το Wolfburn ένα αποστακτήριο που επανιδρύθηκε πρόσφατα και κάθε εμφιάλωση του δείχνει πως και νεαρότερα ουίσκι έχουν θέση ανάμεσα στα κορυφαία παγκοσμίως».
«Τέλος, έχουμε πολλές κατηγορίες βαρελιών ανάλογα με την παλαίωση. Τα single barrels όπου το ουίσκι έχει παλιώσει σε έναν μόνο τύπο βαρελιού. Μπορούμε επίσης να δούμε Double, triple etc wood ή cask για ουίσκι που έχει παλιώσει σε δύο τύπους βαρελιού. Έπειτα, υπάρχουν τα finish που δείχνουν ένα τελείωμα μικρότερης χρονικής διάρκειας σε βαρέλια συγκεκριμένου τύπου. Τέλος, τα αγαπημένα των μυημένων cask strength τα οποία δεν αραιώνουν με νερό και έρχονται κατευθείαν στους αλκοολικούς βαθμούς που βγήκαν από το βαρέλι».
Οι ερωτήσεις που πάντα ήθελες να κάνεις για το ουίσκι
Μπορεί όλα αυτά να σου φαίνονται πληροφορίες που δε σε βοηθούν να βρεις το αγαπημένο σου ουίσκι. Για τον λόγο αυτό μαζί με τον Θοδωρή Αναγνώστου, λάτρη του ουίσκι κάτσαμε και μιλήσαμε για όλες εκείνες τις μικρές ή μεγάλες απορίες που έχεις γύρω από το απόσταγμα. Ποια είναι τα είδη και ποιες οι διαφορές τους, από τι εξαρτάται η γεύση του κάθε μπουκαλιού, πως θα αποκωδικοποιήσεις όλες τις πληροφορίες που αναφέρονται στην ταμπέλα ενός μπουκαλιού αλλά και πως πρέπει να πίνεις σωστά ένα ουίσκι είναι όσα αναλύσαμε στη συζήτηση που θα βρεις παρακάτω.
Αυτή η συζήτηση έκλεισε με ένα υπέροχο quote.
Θοδωρής Αναγνώστου
Bartender & ουίσκι lover
«Δεν υπάρχουν άνθρωποι που δεν τους αρέσει το ουίσκι. Υπάρχουν άνθρωποι που απλώς δεν έχουν δοκιμάσει το κατάλληλο ουίσκι για αυτούς»
Οι κατηγορίες ουίσκι
Τα blended
Πρόκειται για την πιο ευρέως γνωστή και διαδεδομένη κατηγορία ουίσκι παγκοσμίως μιας και σε αυτήν βρίσκουμε αποστάγματα από τις περισσότερες χώρες του κόσμου που παράγουν ουίσκι. Συγκεκριμένα σε ό,τι αφορά στη Σκωτία η οποία έχει και την πιο αυστηρή νομοθεσία γύρω από το ουίσκι, πρόκειται για ουίσκι που δημιουργήθηκαν μετά από ανάμειξη (blend) από περισσότερα από ένα αποστακτήρια και που χρησιμοποιούν ως πρώτη ύλη το κριθάρι ή και άλλα δημητριακά. Για να ανήκει ένα ουίσκι σε αυτή την κατηγορία θα πρέπει νομοθετικά, να έχουμε ένα απόσταγμα το οποίο θα έχει μείνει τουλάχιστον 3 χρόνια σε δρύινο βαρέλι πριν βγει στην αγορά. Σημαντικό στοιχείο που αξίζει να γνωρίζετε για τη συγκεκριμένη κατηγορία είναι πως όταν υπάρχει αναγραφόμενο έτος πάνω σε μία φιάλη, αυτό σημαίνει πως τόσα χρόνια αντιστοιχούν στο μικρότερο blend από ουίσκι που αυτή περιέχει.
Τα Single Malt
Σε αυτή την περίπτωση μιλάμε για ένα σκωτσέζικο ουίσκι το οποίο όχι μόνο παράγεται από ένα μόνο αποστακτήριο αλλά έχει και ως πρώτη ύλη του αποκλειστικά το κριθάρι. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε αυτή την κατηγορία αποτελούν και οι Vintage εκδόσεις οι οποίες αποτελούνται από malt ουίσκι που επιλέγεται από ένα βαρέλι μίας συγκεκριμένης χρονιάς του αποστακτηρίου.
Τα ιρλανδέζικα
Το ιρλανδέζικο ουίσκι κρύβει μέσα του όλη την ιστορία της Ιρλανδίας. Τα κύματα που πέρασε η χώρα βρίσκονται ένα προς ένα και στην πορεία του irish ουίσκι στο σήμερα. Δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχει ένας μύθος στις Ηνωμένες Πολιτείες ο οποίος επιμένει ότι οι Καθολικοί πίνουν Jameson επειδή παράγεται στον Nότο και οι Προτεστάντες πρέπει να πίνουν Bushmills επειδή παράγεται στον Bορρά. Στην Ιρλανδία κατά πως φαίνεται τίποτα από τα δύο δεν ισχύει και μάλιστα ο John Jameson ήταν προτεστάντης και με καταγωγή από τη Σκωτία.
«Το ιρλανδέζικο ουίσκι ήταν ένα από τα πρώτα αποσταγμένα ποτά στην Ευρώπη και προέκυψε περίπου τον 12ο αιώνα. Πιστεύεται ότι οι Ιρλανδοί μοναχοί έφεραν την τέχνη της απόσταξης των αρωμάτων στην Ιρλανδία από τα ταξίδια τους στη νότια Ευρώπη και τη Βόρεια Αφρική γύρω στα 1000 μ.Χ. Στη συνέχεια, οι Ιρλανδοί τροποποίησαν αυτήν την τεχνική για να αποκτήσουν ένα ποτό. Αν και ονομαζόταν ‘ουίσκι ’, το απόσταγμα που παραγόταν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου σίγουρα θα διέφερε από αυτό που σήμερα αναγνωρίζεται ως ουίσκι καθώς δε θα ήταν παλαιωμένο και συχνά αρωματιζόταν με βότανα όπως μέντα, θυμάρι ή γλυκάνισο».
Τα αμερικάνικα
Μια μεγάλη κατηγορία ουίσκι και μάλιστα ιδιαίτερα αγαπητή είναι και εκείνη των αμερικάνικων ουίσκι, η οποία επίσης έχει κάτω από την ομπρέλα της ορισμένα παρακλάδια. Τα Bourbon ουίσκι είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα και η βασική τους διαφορά με τα σκοτσέζικα είναι πως νομοθετικά θα πρέπει να αποτελούνται από 51% καλαμπόκι και να έχουν παλαιώσει σε καινούρια δρύινα βαρέλια. Μια από τις γνωστότερες κατηγορίες αμερικάνικου ουίσκι είναι επίσης και εκείνη των Rye, των αποσταγμάτων δηλαδή που αποτελούνται τουλάχιστον κατά 51% από σίκαλη.
Τα ιαπωνικά
Οι Ιάπωνες κατάφεραν να παράγουν μερικά από τα καλύτερα ουίσκι στον κόσμο. Τα ιαπωνικά ουίσκι είναι γνωστά σε όλο τον κόσμο για τη χαρακτηριστική τους γεύση και την υψηλή τους ποιότητα. Κερδίζουν βραβεία το ένα μετά το άλλο και έχουν ήπια υφή και ευχάριστο άρωμα, κάτι που τα κάνει να ανταγωνίζονται τα καλύτερα ουίσκι που μπορεί να προσφέρει η Σκωτία, με αρκετές φωνές να λένε ότι οι Ιάπωνες ξεπερνούν ακόμη και τους Σκωτσέζους. Πώς όμως φτάσαμε στο να παράγει η Ιαπωνία τα καλύτερα ίσως ουίσκι στον κόσμο;
Ένας από τους λόγους είναι ότι οι αρχικοί παραγωγοί ιαπωνικών ουίσκι αποφάσισαν να δημιουργήσουν ό,τι καλύτερο μπορούσαν. Μοντελοποίησαν την παραγωγή τους με σκωτσέζικα μοτίβα και μάλιστα πήγαν στη Σκωτία για να μελετήσουν με μεγάλη λεπτομέρεια την παραγωγή ουίσκι.
Ένας άλλος λόγος μπορεί να βρεθεί στον τρόπο που εργάζονται οι Ιάπωνες. Όταν η νεωτερικότητα ήρθε στην Ιαπωνία, οι Ιάπωνες υιοθέτησαν μια στρατηγική για την αντιμετώπισή της: Wakon Yosai, που σημαίνει «Δυτική τεχνολογία, ιαπωνικό πνεύμα». Αυτό σήμαινε ότι η Ιαπωνία θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις καλύτερες τεχνικές που είναι διαθέσιμες στον κόσμο με σκοπό όμως να τις βελτιώσει και να τις κάνει κατάλληλες για τις ιαπωνικές συνθήκες. Το Wakon Yosai έγινε κάτι σαν εθνικό σύνθημα. Δεν εφαρμόζεται μόνο στην πολιτική, αλλά και στο εμπόριο και στην παραγωγή. Και το κατάφεραν σίγουρα με το ουίσκι.
Haruki Murakami
Ιάπωνας συγγραφέας
«Το ουίσκι, είναι σαν τις όμορφες γυναίκες, απαιτούν εκτίμηση. Πρώτα χαζεύεις, μετά δοκιμάζεις»
Τα καπνιστά
Καθίσαμε νοητά γύρω από ένα τραπέζι μαζί με τον Αλέξανδρο Σουρμπάτη, Bar manager του Casablanca social club στη Θεσσαλονίκη και whisky brand ambassador της Tsaknakis premium brands, και τον Κωνσταντίνο Θεοδωρακόπουλο, συνιδιοκτήτη της εταιρείας Bart, portfolio ambassador της Granikal και bar manager στο Beef Bar Athens. Αφού βάλανε σε χαμηλό χωρίς πάγο, ο καθένας το αγαπημένο του καπνιστό, άρχισα τις ερωτήσεις, με απώτερο σκοπό να μας λύσουν όλες τις απορίες γύρω από τα καπνιστά ουίσκι .
Τα καπνιστά ουίσκι έχουν ένα ξεχωριστό άρωμα, μία μοναδική επίγευση που σε κάνει να νομίζεις ότι βρίσκεσαι μέσα σε ένα ευωδιαστό BBQ. Γιατί όμως βγάζουν αυτόν τον καπνιστό χαρακτήρα; Σε τι οφείλεται; Ο Αλέξανδρος μας εξηγεί: «Ο καπνικός χαρακτήρας αυτός δημιουργείται κατά το στάδιο της βυνοποίησης. Εκεί, αφού το κριθάρι έχει “ξεγελαστεί” και έχει ξεκινήσει να μετατρέπει το άμυλο σε σάκχαρα, πρέπει να τερματιστεί η διαδικασία αλλιώς τα σάκχαρα θα αρχίσουν να αποτελούν τροφή για την ανάπτυξη του κριθαριού. Η διακοπή αυτή πραγματοποιείται με στέγνωμα του κριθαριού με θερμότητα. Κάποτε σχεδόν όλα τα αποστακτήρια, τώρα πολύ λίγα, χρησιμοποιούσαν τύρφη κατά τη διάρκεια του στεγνώματος. Η τύρφη είναι ένας ποάνθρακας, που έχει σχηματιστεί στο υπέδαφος με την αργή αποσύνθεση φερτών υλικών, κυρίως φυτικών και αποτελεί καύσιμη ύλη. Με τη χρήση της μέσα στη φωτιά που άναβαν για να στεγνώσουν το κριθάρι απελευθερωνόταν τεράστια ποσότητα καπνού. Οι φαινολικές ενώσεις του καπνού δεσμεύονταν από το κριθάρι και παρέμεναν καθ’όλη τη διάρκεια της περαιτέρω επεξεργασίας του. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι η αίσθηση αυτή του καπνού περνάει από το στεγνωμένο κριθάρι στο τελικό προϊόν».
Σε αυτό συμφωνεί και ο Κωνσταντίνος ο οποίος μας είπε: «Ο καπνιστός χαρακτήρας που εντοπίζουμε στα ουίσκι είναι αποτέλεσμα της χρήσης τύρφης κατά τη διάρκεια του στεγνώματος τους στα malting floors. Η τύρφη είναι ουσιαστικά αποτέλεσμα της αποσύνθεσης φυτών από διάφορους υγρότοπους. Χρησιμοποιείται στην Ελλάδα από κηπουρούς καθώς βοηθάει το χώμα να συγκρατεί νερό, αέρα και θρεπτικά συστατικά που σε άλλη περίπτωση θα χανόντουσαν στο έδαφος. Τα αποστακτήρια τη χρησιμοποιούσαν λόγω του ότι ήταν αρκετά εύφλεκτη και βοηθούσε στη φωτιά με την οποία στεγνώνει το κριθάρι στα malting floors (θα μιλήσουμε άλλη φορά για αυτό). Καθώς λοιπόν η τύρφη καίγεται στον κλίβανο απελευθερώνει τα καπνιστά αρώματα της και αρωματίζει έτσι το κριθάρι μας».
Το πρώτο ελληνικό βιβλίο για το ουίσκι
Αν δεν το γνωρίζεις να τρέξεις να το αγοράσεις και να το διαβάσεις. Ο Τεό Σπυρόπουλος έπειτα από αναζήτηση ετών έγραψε το πρώτο ελληνικό βιβλίο για το ουίσκι. Μίλησε για την παλαίωση των single malts για τις διαφορετικές επιγεύσεις τους και μας μίλησε για όλα αυτά σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη.
Al Capone
Στην απολογία του κατά τη διάρκεια της δίκης του
«Το μόνο που έκανα είναι να πουλάω whiskey στους καλύτερους μας ανθρώπους. Κάλυψα μια ζήτηση που ήταν αρκετά μεγάλη. Δεν καταλαβαίνω γιατί τα καλά παιδιά που έλεγαν ότι το εμπόριο μου κάνει καλό τώρα με κατηγορούν»
Ποτοαπαγόρευση και ουίσκι
Στις 17 Ιανουαρίου του 1920 ψηφίζεται νόμος στις Ηνωμένες πολιτείες ο οποίος απαγόρευε την παραγωγή, πώληση και μεταφορά τοξικών ποτών. Ήταν η έναρξη της ποτοαπαγόρευσης.
Ο νόμος δεν απαγόρευε την κατοχή ή την κατανάλωση αλκοολούχων ποτών, το πρόβλημα όμως ήταν ότι δεν μπορούσες να τα φτιάξεις, να τα πουλήσεις και να τα αγοράσεις πουθενά. Αυτό οδήγησε σε ένα ολοκληρωτικό χάος την εποχή εκείνη, με τους bootleggers να βγάζουν υπέρογκα ποσά κάνοντας λαθρεμπόριο, τα speakeasy να κάνουν την εμφάνισή τους και τη μαφία να κάνει πραγματικό πάρτι. Όσο περίεργο και αν ακούγεται, κατά τη διάρκεια της ποτοαπαγόρευσης επιτρεπόταν η παραγωγή και η κατανάλωση αλκοόλ μόνο για ιατροφαρμακευτικούς σκοπούς μετά από συνταγή γιατρού. Ο «ασθενής» μπορούσε να πίνει ένα ποτήρι κάθε δέκα μέρες. Αυτή η εξαίρεση οδήγησε στη ραγδαία αύξηση των φαρμακείων που πουλούσαν ουίσκι αλλά και στην επανεμφάνιση του όρου moonshine, όπως ονομαζόταν το λαθραίο αλκοόλ που κυκλοφορούσε στην αγορά.
Ένας από τους βασικούς λόγους που οδήγησε στον νόμο της ποτοαπαγόρευσης ήταν ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Όταν τον Απρίλιο του 1917 οι Ηνωμένες Πολιτείες μπήκαν στον πόλεμο, εφάρμοσαν έλεγχο για τα τρόφιμα και τα ποτά, ώστε να υπάρχουν προμήθειες για τον στρατό. Τότε είναι που πολλά αποστακτήρια σταμάτησαν να παράγουν αλκοολούχα ποτά. Ένας δεύτερος λόγος ήταν η δαιμονοποίηση του αλκοόλ, αφού οι συντηρητικοί πολίτες το κατηγορούσαν για οποιοδήποτε πρόβλημα της κοινωνίας. Τελικά το 1920 εφαρμόστηκε ο νόμος και μερικά από τα ιστορικότερα αποστακτήρια στις Ηνωμένες Πολιτείες έβαλαν λουκέτο.
Τότε είναι που οι λαθρέμποροι έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στη Σκωτία και στην Ιρλανδία, εισάγοντας μεγάλες ποσότητες ουίσκι στη Νέα Γη. Στο Σικάγο αναδείχθηκαν δύο μεγάλες συμμορίες, αυτή του Al Capone και εκείνη του George “Bugs” Moran. Η διαφθορά έφτασε σε δυσθεώρητα μεγέθη, με την αστυνομία να συνεργάζεται με τη μαφία για να διακινείται ελεύθερα το αλκοόλ και να πωλείται στα speakeasy που έφτασαν τον απίστευτο αριθμό των 30000 καταστημάτων που λειτουργούσαν παράνομα. Διπλάσιος αριθμός από τα νόμιμα καταστήματα που πουλούσαν αλκοόλ. Οι μάχες μεταξύ των συμμοριών και οι γκανγκστερικές επιθέσεις εκείνης της περιόδου έχουν μείνει στην ιστορία και έχουν αποτελέσει θέμα για πολλές ταινίες του Hollywood.
Τελικά, στις 5 Δεκεμβρίου του 1933, μετά από δημόσια ψήφο, έγινε άρση του νόμου και το ουίσκι ξεκίνησε ξανά να κυκλοφορεί στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το ουίσκι έχει παίξει έναν τεράστιο ρόλο στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών από την αποίκισή τους μέχρι και τη νεότερη ιστορία τους.
James Joyce
Ιρλανδός συγγραφέας των Dubliners και Ulysses
«Η ελαφριά μουσική που ακούγεται όταν το ουίσκι πέφτει στο ποτήρι είναι μια ευχάριστη μελωδία»
Το ουίσκι στην ποπ κουλτούρα
Όπως καταλαβαίνεις το ουίσκι έχει παίξει έναν τεράστιο ρόλο στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών από την αποίκισή τους μέχρι και τη νεότερη ιστορία τους. Το ουίσκι όμως έχει παίξει σημαντικό ρόλο και στις τέχνες αλλά και στην pop κουλτούρα όχι μόνο της Ιρλανδίας και της Σκωτίας αλλά ολόκληρου του κόσμου.
Ένας από τους φανατικότερους υποστηρικτές του ουίσκι ήταν ο Mark Twain ο οποίος έχει δηλώσει «Το υπερβολικό είναι κακό στο οτιδήποτε, αλλά το υπερβολικό ουίσκι είναι σχεδόν αρκετό». Παρόμοιες δηλώσεις για το ουίσκι θα βρεις από τον Ernest Hemingway, τον Raymond Chandler, τον F. Scott Fitzgerald και τον James Joyce. Οι δύο τελευταίοι μάλιστα έχουν υμνήσει το Bushmills μέσα σε βιβλία τους. O F. Scott Fitzgerald στο On Booze και ο James Joyce στον Οδυσσέα.
Το ουίσκι όμως έχει πρωταγωνιστήσει και σε πολλές ταινίες αλλά και σειρές. Από το James Bond μέχρι το Χαμένοι στη Μετάφραση, και από το Mad Men μέχρι το Peaky Blinders. Ειδικά στην τελευταία σειρά θα δεις τα μέλη της συμμορίας να πίνει σε κάθε στιγμή τους Bushmills και να γιορτάζουν κάθε μικρή τους νίκη τσουγκρώντας τα ποτήρια γεμάτα με ουίσκι.
Είναι τέτοια η δυναμική του που το προτιμούσαν σαν αγαπημένο τους ποτό προσωπικότητες όπως ο Winston Churchill, o Abraham Lincoln, o Frank Sinatra, η Hillary Clinton και η Ava Gardner ενώ φράσεις τους για το ουίσκι μπορείς να δεις σε όλη την πορεία του κειμένου.
Mark Twain
Αμερικανός συγγραφέας των Οι περιπέτειες του Tom Sawyer και Οι περιπέτειες του Huckleberry Finn
«Το υπερβολικό είναι κακό στο οτιδήποτε, αλλά το υπερβολικό ουίσκι είναι σχεδόν αρκετό»
Ουίσκι και φαγητό
Το καλό φαγητό και το καλό ουίσκι ήταν πάντα ένας μοναδικός συνδυασμός. Κάθε μια γεύσης που φτάνει στον ουρανίσκο σου, μπορεί να απελευθερώσει και διαφορετικές νότες από το ουίσκι με το οποίο το συνοδεύεις. Παλαιότερα μπορεί να θεωρούνταν το ποτό των φτωχών και το κατανάλωναν οι χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις αφού οι ανώτερες προτιμούσαν το κρασί και το cognac. Όμως από τότε το ουίσκι άλλαξε χαρακτήρα, έπαψε να είναι λευκό απόσταγμα και η παλαίωση του έδωσε επιγεύσεις που δε φανταζόταν κανένα απόσταγμα, με αποτέλεσμα να αποκτήσει μια πολυπλοκότητα που του επιτρέπει να συνδυάζεται με πολλά και διαφορετικά φαγητών.
Είναι από μόνο του το ουίσκι τόσο ιδιαίτερο και υπάρχουν τόσες επιλογές διαφοροποίησης που μπορεί κάθε μπουκάλι να ταιριάζει και με διαφορετικό γεύμα. Ας πούμε τα ελαφριά, γλυκά ουίσκι που έχουν ωριμάσει σε bourbon βαρέλια ταιριάζουν με κρεμώδη τυριά, σούπες, θαλασσινά αλλά και με καπνιστό σολομό. Ο καπνιστός σολομός βέβαια ταιριάζει περισσότερο με ουίσκι που έχουν έντονο καπνιστό χαρακτήρα από τη διαδικασία της ξήρανσης τους αφού αυτό το κοινό τους χαρακτηριστικό δένει τέλεια και απογειώνει και τα δύο. Αυτά τα ουίσκι πηγαίνουν τέλεια με οτιδήποτε καπνιστό αλλά και με πάπια, μανιτάρια αλλά και ψητά στον φούρνο.
Τα ουίσκι που έχουν ωριμάσει σε ευρωπαϊκά sherry βαρέλια και έχουν πιο γεμάτο σώμα ταιριάζουν με ότι κρεατικό ποθεί η ψυχούλα σου. Σίγουρα θα έχεις δει αμερικάνους να κάνουν bbq και να έχουν στα χέρια τους ουίσκι όσο περιμένουν να ψηθεί η μπριζόλα. Επίσης, ο φρουτώδης χαρακτήρας αυτών των ουίσκι τους δίνει τη δυνατότητα να συνοδεύσουν γλυκά με μαύρη σοκολάτα αλλά και εκείνα στα οποία κυριαρχεί η γεύση του πορτοκαλιού. Γενικότερα η σοκολάτα ταιριάζει τέλεια με τη γευστική παλέτα αρκετών ετικετών και απογειώνει τις νότες βανίλιας και κακάο που βγάζει κάθε ουίσκι. Αυτός είναι ο λόγος που θα δεις σε μαγαζιά να σου φέρνουν ένα κομμάτι σοκολάτας μαζί με το ποτήρι ουίσκι αφού αποτελούν μαζί ονειρικό συνδυασμό. Τέλος, τα δυνατά ουίσκι που είναι επιθετικά στη γεύση θα συνοδεύσουν τέλεια ένα ψητό στον φούρνο αλλά και ιδιαίτερα τυριά όπως το roquefort.