Όπλα, αίμα, DNA: Μπήκαμε στα εργαστήρια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών
- 28 ΜΑΡ 2018
Η Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών είναι μία από τις πρώτες υπηρεσίες που συστάθηκαν και λειτούργησαν στο ελληνικό κράτος. Η επίσημη ημερομηνία ‘γέννησής’ της είναι το 1919, πατρίδα του ζωηρού ‘νεογνού’ η Αθήνα και το όνομα αυτού, ‘Κεντρικό γραφείο εγκληματολογικής σημάνσεως.
Πολύ σύντομα, το 1925, η υπηρεσία μετονομάστηκε σε σε ‘Γραφείο Εγκληματολογικών αναζητήσεων’ και ξανά πάλι, το 1929, σε ‘Διεύθυνση Εγκληματολογικών υπηρεσιών’. Την ίδια στιγμή ιδρύθηκαν τα πρώτα εγκληματολογικά εργαστήρια, ενώ έκαναν την εμφάνισή τους και τα Συνεργεία Σημάνσεως στις αίθουσες των Πρωτοδικείων αλλά και στις φυλακές. Κάπως έτσι ξεκίνησε μια τελετή ενηλικίωσης.
Ο χαρακτήρας και το πρόσωπο της έρευνας άλλαζε διαρκώς, με νέους τρόπους προσέγγισης, ανάλυσης , έρευνας και εξιχνίασης των υποθέσεων. Αυτό, φυσικά, ήταν κάτι αναπόφευκτο, αφού παράλληλα με την υπηρεσία μεταλασσότν και το σατανικό alter ego της, το έγκλημα. Ο αιώνιος εχθρός των Αρχών.
(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)
“Στην εποχή μας το έγκλημα έχει αλλάξει πάρα πολύ. Σήμερα δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε μόνο τον κλέφτη και τον δολοφόνο”, διευκρινίζει η υποστράτηγος Πηνελόπη Μηνιάτη, η Διευθύντρια του ελληνικού CSI. “Έχουμε αναλάβει και αναλαμβάνουμε πολλές υποθέσεις σε συνεργασία με την αστυνομία, το ναυτικό σώμα, την εισαγγελία διαφθοράς, την επιτροπή διευρεύνησης αεροπορικών ατυχημάτων αλλά και με το παλιό ΣΔΟΕ”. Τα παραποιημένα λογισμικά των ταμειακών μηχανών ή οι ‘πειραγμένες’ αντλίες στα βενζινάδικα αποδεικνύουν ότι οι εγκληματικές πράξεις δεν περιορίζονται στο αίμα, το σπέρμα και τη βία.
Το σύγχρονο κακό δεν πηγάζει -μόνο- από την ταραγμένη, ανθρώπινη, ψυχή αλλά και από το κοφτερό μυαλό ενός ευρηματικού παραβάτη. “Λέω ότι κάθε φορά η δουλειά μας είναι να παραδώσουμε ένα τελικό προϊόν. Θέλουμε, λοιπόν, να είναι ανταγωνιστικό και πολύ καλό. Αυτό που κάνουμε -στο τέλος της ημέρας- είναι να συντάσσουμε πραγματογνωμοσύνες προορισμένες να αποτελέσουν ένα αποδεικτικό μέσο αυξημένης βαρύτητας. Δεν καταδικάζουν, ούτε αθωώνουν. Αυτή είναι δουλειά του δικαστηρίου. Αποτελούν όμως ένα επιστημονικά τεκμηριωμένη εργαλείο στα χέρια των δικαστών, για καλύτερες αποφάσεις”, τονίζει η υποστράτηγος Πηνελόπη Μηνιάτη.
(H υποστράτηγος ε.κ. Δρ. Πηνελόπη Μηνιάτη Ph.D. Διευθύντρια της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών)
Αυτό, άλλωστε, που κάνει η Εθνική Εγκληματολογική υπηρεσία είναι να επενδύει χρόνο, έρευνα, τεχνολογικό εξοπλισμό και μυαλό, προκειμένου να διευκολύνει το έργο των δικαστικών και προανακριτικών Αρχών. Σε μία υπόθεση ανθρωποκτονίας, για παράδειγμα, ένα αποτύπωμα αποδεικνύεται μια εξαιρετική αρχή.
Εξαιρετικό είναι και το συνολικό έργο που γίνεται μέσα στο εντυπωσιακό κτίριο της Αθήνας όπου στεγάζεται η υπηρεσία από το 2010. Εκεί, το προσωπικό των 400 ατόμων δίνει ώρες από την ζωή του και δουλεύει σκληρά προκειμένου αυτό το πειστήριο (το αποτύπωμα συγκαταλέγεται στα βασικά και πιο αξιόπιστα πειστήρια για την επίλυση μιας υπόθεσης) βάση πάνω στην οποία θα χτιστεί η έρευνα που θα οδηγήσει σε ένα αίσιο τέλος, προς όφελος της δικαιοσύνης.
Τα πειστήρια
Κάθε σκηνή εγκλήματος ελέγχεται διεξοδικά και σε συνεργασία με την προανάκριση επιλέγονται τα πειστήρια που έχουν αξία, για να οδηγηθούν στα εργαστήρια προς ανάλυση. Το βιολογικό υλικό (DNA), ένα αποτύπωμα, τηλέφωνα, υπολογιστές, usb, αποτσίγαρα, όπλα, ένα χαρτάκι με μία σημείωση ή ακόμα κι ένα πορτοκάλι χαρακτηρίζονται αξιόπιστα ‘υλικά’ που ενδέχεται να οδηγήσουν σε επίλυση μιας υπόθεσης. Αρκεί, βέβαια, να βρίσκονται στην κατάλληλη επιφάνεια, στο σωστό σημείο του όπλου, εκεί όπου η επεξεργασία μπορεί να επιφέρει αξιόπιστα αποτελέσματα.
Και αν παλαιότερα υπήρχαν πειστήρια που η συλλογή τους δεν ήταν εφικτή, καθώς δεν υπήρχε η τεχνογνωσία για να εξεταστούν και να δώσουν απαντήσεις, σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει πολύ προς όφελος της δικαιοσύνης. Τώρα πια η επιστήμη και η τεχνική βελτιώνονται καθημερινώς, με θεαματικά αποτελέσματα.
Η σκηνή του εγκλήματος και οι ‘First Responders’
Στην ερώτηση αν έχουν γίνει λάθη στη συλλογή των πειστηρίων, η Υποστράτηγος Πηνελόπη Μανιάτη υπογραμμίζει τη σημασία της διασφάλισης της σκηνής του εγκλήματος. “Το ευαγγέλιό μας είναι μην αλλοιωθεί η σκηνή. Οι first responders, αυτοί που πηγαίνουν πρώτοι στη σκηνή του εγκλήματος -είτε πρόκειται για την Άμεση Δράση είτε η Ασφάλεια- έχουν εκπαιδευτεί και γνωρίζουν ακριβώς τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουν”.
Μαθαίνουμε, λοιπόν, ότι πριν κλείσει ο χώρος και ξεκινήσει ο εξονυχιστικός έλεγχος επιβάλλεται πρωτίστως να αναζητηθούν θύματα που χρειάζονται άμεση ιατρική φροντίδα. Αν, πχ, ένα στρώμα καλύπτει έναν άνθρωπο που έχει τραυματιστεί ή έχει δεχθεί επίθεση, πρέπει αυτό το στρώμα να μετακινηθεί. Αυτού του είδους οι ‘αλλοιώσεις’ είναι οι μόνες που επιτρέπονται – η ανθρώπινη ζωή είναι πάντα η απόλυτη προτεραιότητα. Κάθε αναγκαία ‘παρέμβαση’ στο σκηνικό αναφέρεται στον διοικητή σκηνής, αυτόν που είναι υπεύθυνος για την προανάκριση και αμέσως μετά ο χώρος κλείνει για να ξεκινήσει η καταγραφή δωματίου.
Στα άδυτα του CSI
Κάπως έτσι πιάνουμε την άκρη του νήματος ενός εγκλήματος. Η έρευνα ξεκινά στον τόπο του εγκλήματος, αλλά διαδραματίζεται κυρίως μέσα σε υπερσύγχρονα εργαστήρια, σε άρτιες υποδομές και με την πολύτιμη γνώση και εργασία των ειδικών.
Από τη στιγμή που το Φωτογραφικό και το Τμήμα της Εξερεύνησης επιστρέψουν από τη σκηνή του εγκλήματος, όλα τα πειστήρια ‘μοιράζονται’ στα κατάλληλα τμήματα. Η δική μας περιήγηση ξεκίνησε από το 4, το ‘Τμήμα Εργαστηρίων Πυροβόλων Όπλων και Ιχνών Εργαλείων’ όπου γίνονται οι συγκριτικές εξετάσεις στα ίχνη που αφήνουν τα όπλα πάνω στους κάλυκες και τις βολίδες αλλά και τα κοπτικά εργαλεία στις κάθε είδους επιφάνειες..
Τρομοκρατία, ληστείες και ανθρωποκτονίες
“Κάθε όπλο αφήνει κάποια μοναδικά ατομικά ίχνη που λειτουργούν όπως το ανθρώπινο αποτύπωμα”, εξηγεί ο Αστυνομικός Υποδιευθυντής Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος. “Δεν είναι ορατά με γυμνό μάτι. Αυτό που κάνουμε είναι να ταυτίζουμε δύο κάλυκες ή δύο βολίδες που έχουν βρεθεί στη σκηνή ενός εγκλήματος. Να ανακαλύπτουμε αν έχουν πυροδοτηθεί από το ίδιο όπλο, από ένα όπλο με το οποίο έχουν διαπραχθεί προηγούμενα εγκλήματα”.
Στους ειδικά διαμορφωμένους ‘Σταθμούς εισαγωγής και επεξεργασίας’ τοποθετούνται τα ευρήματα. Εκεί εργάζονται οι πραγματογνώμονες που καλούνται να δώσουν απαντήσεις. Το εγκατεστημένο αυτόματο σύστημα συγκριτικών εξετάσεων ιχνών καλύκων και βολίδων μπορεί να τους εμφανίσει αμέσως μία λίστα με τις πιο ταιριαστές υποθέσεις. Κάπως έτσι, πχ, μπορεί να αποδειχθεί ότι ένας κάλυκας, ένα όπλο και μία ληστεία τράπεζας, μία τρομοκρατική επίθεση ή μια ανθρωποκτονία έχουν τον ίδιο δράστη.
“Κάθε όπλο έχει τη δική του μοναδική ταυτότητα που το προδίδει. Η κάννη στα ραβδωτά όπλα (πιστόλια, περίστροφα, τυφέκια) έχει αυλακώσεις, συγκεκριμένες χαρακώσεις. Αυτές αφήνουν ίχνη πάνω στη βολίδα, με αποτέλεσμα να μας δείχνει αν δύο διαφορετικές βολίδες έχουν πυροδοτηθεί από το ίδιο όπλο”, εξηγεί ο ο Αστυνομικός Υποδιευθυντής Δημήτρης Κωνσταντακόπουλος. Την ίδια στιγμή εξετάζονται και τα ίχνη εργαλείων. Με δεδομένο ότι μία μεταλλοψαλίδα ή ένας κόφτης αλυσίδας αφήνουν γραμμωτά ίχνη πάνω στην επιφάνεια που κόβουν, είναι πολύ εύκολο να ερευνηθεί και να βρεθεί το ένοχο εργαλείο που μπορεί ενίοτε να οδηγήσει τις Αρχές σε αυτόν που σου έκοψε την αλυσίδα κι έκλεψε το ποδήλατο ή τη μηχανή σου.
Σημαντική δουλειά γίνεται και στο εργαστήριο εξέτασης και επανεμφάνισης αριθμών πλαισίων και κινητήρων αυτοκινήτων. Εκεί όπου εξετάζονται τα παραποιημένα αυτοκίνητα και με χημικές μεθόδους εμφανίζεται ο αυθεντικός, αρχικό αριθμός τον οποίο οι κλέφτες έχουν φροντίσει να εξαφανίσουν προκειμένου να μην ταυτοποιηθεί, ποτέ το αυτοκίνητο που έκανε φτερά.
Δολοφονικά κραγιόν και καλάσνικοφ
“Από διάφορες ποινικές υποθέσεις κρατάμε όπλα που παρουσιάζουν εργαστηριακό, εγκληματολογικό ή ιστορικό ενδιαφέρον”, εξηγεί ο Αστυνομικός Υποδιευθυντής Νικόλαος Τσιάτης. Βρισκόμαστε σε ένα μικρό ‘μουσείο’, σε έναν χώρο όπου υπάρχουν -μεταξύ άλλων- μακρύκαννα όπλα, πολεμικά τυφέκια κ υποπολυβόλα. Γνωστά και οικεία στα μάτια μας από τηλεοπτικές αστυνομικές σειρές, όπλα που έχουμε δει στον κινηματογράφο ή στον Στρατό.
Υπάρχουν όμως και κάποια άλλα, αναπάντεχα. Χαρακτηρίζονται όπλα συγκεκαλυμμένης μορφής (disguised guns) και στη θέα τους αισθάνεσαι τουλάχιστον ανέμπνευστος. Κάποια μυαλά σκέφτηκαν και δημιούργησαν στυλό – μαχαίρι, βιβλίο με κρύπτη όπλου, αναπτήρα – στιλέτο, πόρπη ζώνης που μπορεί να πυροβολήσει και να τραυματίσει, σταυρούς ή κινητά τηλέφωνα που μεταμορφώνονται σε αιχμηρά μαχαίρια. Υπάρχουν μπρελόκ και κλειδοθήκες με σκανδάλη – μικρής εμβέλειας μεν, αλλά αποτελεσματικές, στυλό που το πίσω μέρος τους είναι θαλάμη και διαθέτουν μηχανισμό πυροδότησης. Κραγιόν που γεμίζουν με μικρά φυσίγγια, μπαστούνια που αντί να βοηθούν στη μετακίνηση οπλίζουν και πυροβολούν. Αυτά, μάλιστα, δύσκολα αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία, γιατί οι κάλυκες μένουν μέσα τους, ενώ οι κάννες τους είναι λείες, με αποτέλεσμα να μην αφήνουν αυλακιές.
Στη θαυμαστή συλλογή βλέπουμε και πολλά όπλα παλιάς κατασκευής, όπως αυτό που είχε ο Αλ Καπόνε ή όπλα από τον Β Παγκόσμιο πόλεμο. Είναι μια γοητευτική έκθεση φρίκης και θανάτου – περιλαμβάνει κάθε όπλο που έχει διαπιστωμένα σκοτώσει άνθρωπο ή ανθρώπους από το 1900 μέχρι σήμερα.
Τα καμμένα δάχτυλα
Στο τμήμα δακτυλοσκοπίας πρωταγωνιστής είναι τα αποτυπώματα. Όχι αυτά που εντοπίζει το τμήμα εξερεύνησης σε μια σκηνή εγκλήματος, αλλά των σεσημασμένων, των υπόπτων και κάποιων ‘εθελοντών’. “Είναι το λεγόμενο δεκαδακτυλικό”, διευκρινίζει ο Αστυνόμος Α Ηλίας Αλεξόπουλος. Όσοι συλλαμβάνονται και είναι ύποπτοι για μία μία αξιόποινη πράξη ή απλώς έχουν βρεθεί μπλεγμένοι άθελά τους, αλλά με την υποψία της ενοχής να πλανάται πάνω από το κεφάλι τους, μεταφέρονται στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών. Εκεί δίνουν τα αποτυπώματά τους. Ο σύγχρονος τρόπος προβλέπει ηλεκτρονικά συστήματα και μία απλή διαδικασία, που ξεκινάει με μία καταγραφή προβλημάτων στα δάχτυλα. – αν, πχ, υπάρχουν τραυματισμοί, κομμένα δάχτυλα και κάθε είδους αλλοίωση που μπορεί να έχει κάποιος στα άκρα.
Αμέσως μετά καταχωρούνται στο σύστημα τα προσωπικά στοιχεία: ονοματεπώνυμο, ηλικία, όνομα πατρός και μητρός, αλλά και δημογραφικές πληροφορίες. Το πρώτο βήμα χρειάζεται τα τέσσερα σταθερά δάχτυλα του δεξιού χεριού, συνεχίζουμε με το αριστερό χέρι και μετά παίρνουν σειρά οι αντίχειρες. Το σύστημα αξιολογεί την καταχώρηση των αποτυπωμάτων με μία φωτεινή ένδειξη. Πράσινη αν είναι καλό, κίτρινη αν είναι μέτριο και κόκκινη αν είναι κακό. Αμέσως μετά γίνεται η ταύτιση, αν υπάρχει φάκελος του ΄’υπόπτου’ και είναι ήδη καταχωρημένα τα στοιχεία του στο σύστημα. Στην περίπτωση που δεν υπάρχουν στο ηλεκτρονικό αρχείο, ανοίγει φάκελος και τα αποτυπώματα παραμένουν ενεργά μέχρι τη δικαστική απόφαση. Αν ο ύποπτος αθωωθεί, τα αρχεία καταστρέφονται με εισαγγελική εντολή.
Η ίδια διαδικασία ακολουθείται και στις περιπτώσεις των αλλοδαπών που ζητούν άσυλο. Η καταχώρηση δεν έχει καμία σχέση με το έγκλημα και τις ποινικές υποθέσεις. Τα δακτυλικά αποτυπώματα εισάγονται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Βάση EURODAC, και σε περίπτωση που έχει υποβληθεί αίτηση διεθνούς προστασίας σε άλλο κράτος της Ευρώπης, που εφαρμόζει τον Κανονισμό ‘Δουβλίνο ΙΙΙ, ενδέχεται να μεταφερθεί και να εξετασθεί η αίτησή του εκεί. “Τον τελευταίο καιρό υπάρχει η δυνατότητα να έρθει κάποιος εθελοντικά προκειμένου να καταχωρήσει τα δακτυλικά του αποτυπώματα. Αυτό είναι σημαντικό και πολύ βοηθητικό σε περιπτώσεις ηλικιωμένων. Αν κάποιος άνθρωπος μεγάλης ηλικίας εξαφανιστεί, μπορεί σε οποιοδήποτε αστυνομικό τμήμα να γίνει ταυτοποίηση των δακτυλικών αποτυπωμάτων και η οικογένειά του να καταφέρει να τον βρει”, μας εξηγεί ο Υπαστυνόμος Β’ Βάϊος Τέγος.
Σε σχέση με τις εγκληματικές πράξεις, μαθαίνουμε ότι το πιο αξιόπιστο είναι το αποτύπωμα που προκύπτει από τη ρίζα των δαχτύλων, εκεί όπου η παλάμη ενώνεται με τα δάχτυλα. Αρκετοί δεν διστάζουν να κάψουν και να καταστρέψουν τα δάχτυλά τους προκειμένου να μην αφήσουν ίχνη και πειστήρια.
Το DNA
Περιμένοντας να δούμε μεγάλες οθόνες υπολογιστών με χρώματα, περιστρεφόμενους έλικες DNA και τρισδιάστατα αποτυπώματα που εισάγονται στο σύστημα και εμφανίζονται σε δευτερόλεπτα η φωτογραφία και όλα τα στοιχεία του υπόπτου, μπαίνουμε στο εργαστήριο DNA. Εκεί -σε αντίθεση με τις τηλεοπτικές σειρές- όλα είναι όλα άχρωμα. Τη μονοτονία σπάει μόνο το μωβ – η απόχρωση της μπατονέτας μετά την επεξεργασία του βιολογικού υλικού.
Το DNA είναι λευκό σαν άλας, δεν το βλέπεις. “Η διαδικασία είναι απλή: Αχικά γίνεται η δειγματοληψία, η επιλογή και η απομόνωση του DNA που πρόκειται να εξετάσουμε. Το επόμενο στάδιο είναι η ποσοτικοποίηση, ο πολλαπλασιασμός και η τελική ανάλυση”, εξηγεί η Αριστέα Μεθενίτη – Προϊστάμενη του τμήματος ανάλυσης βιολογικών υλικών και συνεχίζει: “Επιλέγονται μικρά κομμάτια από 17 συγκεκριμένες περιοχές του DNA. Δεν βλέπουμε προσωπικά δεδομένα, αφού οι επιλεγμένες περιοχές δεν κωδικοποιούν φαινοτυπικά χαρακτηριστικά όπως το χρώμα των μαλλιών ή των ματιών. Επίσης, σε καμία περίπτωση δεν είναι εφικτό να προκύψει από την εξέταση ενδεχόμενη εγκληματική προδιάθεση. Το μόνο που καταλαβαίνουμε είναι το φύλο. Έχουμε να κάνουμε με μία –μοναδική για κάθε άνθρωπο- σειρά αριθμών”.
Η ταυτοποίηση
“Εξετάζοντας τα πειστήρια από όλες τις υποθέσεις καταλήγουμε σε έναν γενετικό τύπο που συγκρίνουμε προκειμένου να γίνει ταύτιση. Αυτό σημαίνει να ταιριάξει το DNA που βρέθηκε στην σκηνή του εγκλήματος με τον πιθανό ύποπτο. Αν δεν ταυτιστεί πάει στo αρχείο, στη βάση του DNA”, εξηγεί ο Αστυνομικός Υποδιευθυντής Κωνταντίνος Μαζίστος.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το ότι στη βάση με τους αριθμούς και τα δείγματα υπάρχει η δυνατότητα κατασκευής φυλογενετικών δέντρων. Μπορεί να γίνει απεικόνιση συγγενικών σχέσεων. Σε περίπτωση δυστυχημάτων μπορεί μια οικογένεια να δώσει βιολογικό υλικό, να γίνει σύγκριση με το DNA μιας σωρού και να αποδειχθεί αν υπάρχει συγγένεια. Με αυτό τον τρόπο, ένα άγνωστο πτώμα αποκτά ταυτότητα. Το δείγμα DNA καταστρέφεται με εισαγγελική εντολή μετά από τελεσίδικη -αθωωτική- απόφαση για τον ύποπτο.
Συναισθηματική εμπλοκή
Οι πολλές ώρες μέσα σε πειστήρια, εγκλήματα, πτώματα, μαζικές καταστροφές και η αναζήτηση της αλήθειας είναι μια διαδικασία επίπονη. Μπορεί άραγε να προκαλέσει συναισθηματική εμπλοκή και να έχει αντίκτυπο στην ζωή των ειδικών;
“Οι άνθρωποι που εργάζονται εδώ έχουν αντιμετωπίσει τα πάντα. Είναι, όμως, ικανοί επαγγελματίες και συναποτελούν μια μεγάλη, ενωμένη ομάδα”, εκμυστηρεύεται η Υποστράτηγος Πηνελόπη Μηνιάτη. “Ο ένας βοηθάει και στηρίζει τον άλλο, χωρίς όμως να αποκλείεται περαιτέρω ψυχολογική υποστήριξη όταν κάποιος έρθει αντιμέτωπος με κάτι πολύ μεγάλο, κάτι που ξεπερνάει την ανθρώπινη αντοχή”.