Το σκοτεινό παρελθόν της πόλης που φιλοξενεί την Εθνική
Η σφαγή της Nanjing είναι μια από τις μεγαλύτερες φρικαλεότητες του 20ού αιώνα.
- 4 ΣΕΠ 2019
Ο Β’ Σινοϊαπωνικός Πόλεμος ήταν ένας πόλεμος, από τους σκληρότερους του 20ού αιώνα, μεταξύ Κίνας και Ιαπωνίας, ο οποίος ξεκίνησε το 1937 και τελείωσε το 1945, μετά και την ανάμειξη της Ιαπωνίας στον Β’Παγκόσμιο Πόλεμο και τον βομβαρδισμό του Pearl Harbor. Τις πιο φρικιαστικές στιγμές αυτού του πολέμου τις έζησε η πόλη Nanjing, η πόλη δηλαδή εκείνη που φιλοξενεί την εθνική Ελλάδος σε αυτή την πρώτη φάση του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Μπάσκετ. Η Nanjing ήταν η τότε πρωτεύουσα του κινεζικού κράτους.
Οι σχέσεις μεταξύ Ιαπωνίας και Κίνας ήταν παραδοσιακά πολύ κακές ποτίζοντας με μίσος και προκαταλήψεις και τους δύο λαούς, μίσος που είχε ήδη επικυρωθεί μέσα από μια διαδικασία εκδυτικισμού της Ιαπωνίας ταυτισμένη ε με μια ταυτόχρονη προσπάθεια αποδέσμευσης από την Κίνα αλλά και με μια ιμπεριαλιστική και μιλιταριστική πολιτική που υιοθέτησε η Αυτοκρατορία.
Στις 13 Δεκεμβρίου του 1937, στο πλαίσιο ενός τόσο πολύ σκληρού πολέμου, οι ιαπωνικές δυνάμεις καταλαμβάνουν την πρωτεύουσα Nanjing. Αυτό που ακολούθησε τις επόμενες 6 βδομάδες ονομάστηκε η “Σφαγή του Nανσίνγκ”, μια από τις πιο μαζικές σφαγές ανθρώπων που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα και για το ακριβές μέγεθος της οποίας δεν έχουμε επαρκή στοιχεία, αφού στρατιωτικά αρχεία καταστράφηκαν αμέσως μετά την παράδοση της Ιαπωνίας στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο ιαπωνικός στρατός προέλασε στην Κίνα με σκοπό να καταστρέψει την πρωτεύουσα της Κίνας η οποία τότε σε καμία περίπτωση δεν ήταν η υπερδύναμη που είναι σήμερα όντας εξάλλου και σε έναν πολυετή εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των εθνικιστών του Chiang Kai-shek και των κομμουνιστών του Mao. Όταν κατάφερε να εισέλθει στην πόλη, λεηλάτησε και κατέστρεψε περισσότερο από το ένα τρίτο της. Ο τότε ηγέτης της Κίνας Chiang Kai-shek μιλούσε για αντίσταση μέχρι τέλους αλλά ήξερε ότι οι δυνάμεις του δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν σε μια μάχη με τον ιαπωνικό στρατό ο οποίος καταλάμβανε τη μια πόλη μετά την άλλη.
(AP Photo/Oded Balilty)
Πριν τη σφαγή του Nanjing οι κάτοικοι της πόλης είχαν ήδη ακούσει τις φήμες για τις αγριότητες του επερχόμενου ιαπωνικού στρατού στην κινεζική ενδοχώρα. Η ίδια η κατάκτηση της πρωτεύουσας αποδείχτηκε μια σχετικά εύκολη διαδικασία για τον ιαπωνικό στρατό, ιδίως από τη στιγμή που ο Chiang απέσυρε τα στρατεύματά του από την πόλη, υπολογίζοντας μέσα στον κυνισμό που διακρίνει κάθε πόλεμο ότι η ήττα θα ήταν βέβαιη και θα έχανε σημαντικό μέρος των δυνάμεών του. Η Nanjing ήταν πια στο έλεος του αντίπαλου στρατού.
Χιλιάδες άμαχοι και αφοπλισμένοι στρατιώτες δολοφονήθηκαν, γυναίκες βιάστηκαν, περιουσίες λεηλατήθηκαν. Ιδίως για τους στρατιώτες, μια στρατιωτική ταυτότητα, ένα κομμάτι της παραλλαγής, ακόμα και ένα στρατιωτικό κούρεμα σήμαινε σίγουρα θάνατο. Η εντολή ήταν να σκοτωθούν όλοι όσοι υπήρχε πιθανότητα να ήταν στρατιώτες. Τελικά ακολούθησε ένα ντελίριο μαζικών εκτελέσεων, χιλιάδων βιασμών και καταλεηλάτησης περιουσιών. Από τη σφαγή φυσικά και δεν γλύτωσαν τα παιδιά, ακόμα και τα βρέφη.
Ακόμα και σήμερα, οι εκτιμήσεις για τον αριθμό των νεκρών ποικίλλουν. Η επίσημη εκτίμηση του κινεζικού κράτους είναι 300.000 νεκροί, τη στιγμή που κάποιοι Ιάπωνες ιστορικοί υπολογίζουν τους νεκρούς σε κάποιες δεκάδες χιλιάδες. Στην πλειοψηφία τους ήταν άντρες σε νεαρή ηλικία που υπηρετούσαν ως στρατιώτες ή που ήταν σε στρατεύσιμη ηλικία.
Η σφαγή του Nanjing δεν είχε απασχολήσει ιδιαίτερα τη Δύση μέχρι την έκδοση του βιβλίου της Αμερικανίδας με ρίζες από την Ταϊβάν δημοσιογράφου Iris Chang το 1997. Η ίδια η σφαγή πάντως γίνεται πεδίο έντασης για τις σχέσεις μεταξύ Ιαπωνίας και Κίνας. Πολύ εθνικιστές Ιάπωνες ιστορικοί απορρίπτουν τη σφαγή ή έστω θεωρούν ότι αυτή υπερπροβλήθηκε από την κινεζική προπαγάνδα.
Πάνω σε αυτή την πολύ σκοτεινή ιστορία η πόλη Nanjing βρίσκεται τα τελευταία χρόνια σε έναν οικοδομικό οργασμό που πολύ πιθανόν, αν τα πράγματα πάνε σύμφωνα με το πρόγραμμα του καθεστώτος, θα την μεγαλώσει ακόμα περισσότερο. Στον πυρήνα της, ωστόσο, θα συνεχίσει να υπάρχει αυτή η ανελέητη σφαγή σαν αιώνιο δείγμα του πού μπορεί να φτάσει η φρίκη του πολέμου.
(Κεντρική Φωτογραφία:AP Photo/Oded Balilty)