20 λεπτά μέσα στη βασιλική σουίτα της Μεγάλης Βρετανίας
- 15 ΜΑΙ 2024
«Μετά τον Παρθενώνα, το περισσότερον γνωστόν κτίριον εις τας Αθήνας για τους ξένους είναι, ασφαλώς, το ξενοδοχείον της Μεγάλης Βρετανίας», έγραφε στις αρχές του 20ού αιώνα ο Γάλλος δημοσιογράφος και διάσημος για τα φιλελληνικά του αισθήματα Rene Puaux. Δεν έχουν αλλάξει και πολύ τα πράγματα μέχρι σήμερα όσον αφορά το μέγεθος της αναγνωρισιμότητας του ξενοδοχείου που στεγάζεται στο επιβλητικό νεοκλασικό γίγαντα απέναντι απ’ την πλατεία Συντάγματος, προσδίδοντας μια αρχοντιά παλιάς Αθήνας στη βιτρίνα του κέντρου, όποτε το παρατηρείς.
Με τη μόνη διαφορά ότι το κτίριο αυτό το οποίο σήμερα βλέπουμε δεν ανήκει στην παλιά Αθήνα, ούτε είναι ίδιο με εκείνο που περιέγραφε στις σημειώσεις του ο Γάλλος φιλέλληνας. Παρά την κλασικότητα της αισθητικής του που παραπέμπει ευθέως σε 19ο αιώνα, το κτίριο είναι έργο της μεταπολεμικής εποχής, για την ακρίβεια του έτους 1957, όταν αντικατέστησε εκ βάθρων τον κατεδαφισθέντα προκάτοχό του.
Το αρχικό κτίριο το οποίο ανεγέρθηκε στην προνομιακή αυτή θέση, απέναντι απ’ τα βασιλικά ανάκτορα τότε, ήταν το Μέγαρο Δημητρίου. Όπως εισέρχεσαι σήμερα στη σάλα υποδοχής του πολυτελούς ξενοδοχείου, αποκτάς αυτομάτως την επιθυμία να διατρέξεις με το βλέμμα σου, σημείο προς σημείο, όλη αυτή την πολυτέλεια που ξεδιπλώνεται τριγύρω, πάνω στα μαρμάρινα δάπεδα, αλλά για χάρη της κουβέντας αρκεί να δεις επάνω από τον γκισέ, την οροφογραφία με τα χρυσά γεωμετρικά σχέδια σε γαλάζιο φόντο.
«Είναι το μόνο στοιχείο εσωτερικά που παραπέμπει σήμερα στο πρωταρχικό μέγαρο», όπως επισημαίνει τεντώνοντας το δάχτυλό της η ξεναγός από το Open House, το οποίο στη φετινή διοργάνωση προσέφερε τη σπάνια ευκαιρία στο κοινό του να ανακαλύψει από μέσα την έδρα της Μεγάλης Βρετανίας, έως και την ακριβοθώρητη βασιλική σουίτα στον πέμπτο όροφο – μια πρωτοβουλία που διοργανώθηκε στο πλαίσιο της γενικότερης εξωστρέφειας του ξενοδοχείου στο πλαίσιο εορτασμού 150 χρόνων από την εγκατάστασή του απέναντι από την πλατεία Συντάγματος.
Όπως μάθαμε, η ντελικάτη οροφογραφία αποτελεί προσθήκη μεταγενέστερης ανακαίνισης, εκείνης του 2003, της τελευταίας στο μακρύ χρονολόγιο των αναβαθμίσεων που χρειάστηκε να προβεί στην ιστορία της η Μεγάλη Βρετανία, συγχρονίζοντας κάθε φορά τις παροχές της ξενοδοχειακής μονάδας με τις ανάγκες της εποχής σε επίπεδο πολυτελών υπηρεσιών φιλοξενίας.
Από το Μέγαρο Δημητρίου στη Μεγάλη Βρετανία
Σκόπιμα επιμένουμε να πιάνουμε το νήμα από το Μέγαρο Δημητρίου, αφού αισθητικά, ειδικά στις εξωτερικές όψεις, το τωρινό αρχιτεκτόνημα στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και Βασιλέως Γεωργίου αντανακλά τις νεοκλασικές γραμμές που είχε σχεδιάσει ο κορυφαίος Χάνσεν στον (αντάξια μεγαλοπρεπή αλλά μικρότερο σε μέγεθος) προκάτοχό του. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η σειρά απ’ τις επάλληλες λότζες (αψιδωτές στοές) που παρατηρούμε στο ισόγειο και στον πρώτο όροφο σήμερα.
Το Μέγαρο Δημητρίου ήταν το πρώτο κτίριο το οποίο ανεγέρθηκε στην πλατεία Συντάγματος, όπως και το πρώτο –και για πολλούς το καλύτερο– κτίριο διά χειρός Θεόφιλου Χάνσεν, του Δανού αρχιτέκτονα που προσέδωσε την κλασική αίγλη στη νεοσύστατη πρωτεύουσα με δημόσια κτίρια όπως της Αθηναϊκής Τριλογίας. Καταλαβαίνουμε ότι δεν ήταν μια τυχαία ανάθεση.
Λέγεται ότι τα σχέδια ενέκρινε ο ίδιος ο βασιλιάς, ενώ ξένοι επισκέπτες είχαν γράψει πως το αποτέλεσμα ξεπερνούσε σε πολυτέλεια τα βασιλικά ανάκτορα απέναντι, με τα οποία ολοκληρώθηκε περίπου ταυτόχρονα, το έτος 1842.
Ήταν ένα συμμετρικό στις όψεις, με κλασικά στοιχεία όπως κίονες και περίστυλο, τριώροφο κτίριο ορθογωνικής κάτοψης, το οποίο είχε οικοδομηθεί για να αποτελέσει οικογενειακή κατοικία και έδρα της επιχείρησης του Έλληνα εμπόρου από την Τεργέστη Αντώνη Δημητρίου, πράγμα το οποίο βέβαια δεν συνέβη ποτέ. Μετά την ανέγερσή του, το περικαλλές μέγαρο χρησιμοποιήθηκε ως χώρος φιλοξενίας για άτομα της βασιλικής αυλής, έπειτα στέγασε τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή και όταν εκείνη βρήκε τη δική της έδρα, το 1874, στο μέγαρο εγκαταστάθηκε το ιδρυθέν από το 1866 ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία, που ως τότε στεγαζόταν σε άλλο κοντινό μέγαρο.
Εξού και η φετινή επέτειος.
Λίγο αργότερα, ο αρχικός ιδιοκτήτης Σάββας Κέντρος επισυνάπτει συμφωνία συνδιαχείρισης με τον Ευστάθιο Λάμψα, πρώην σεφ του παλατιού, με γνώση στην τέχνη της φιλοξενίας από τη Γαλλία, και μετά τον θάνατο του πρώτου, αναλαμβάνει το ξενοδοχείο εξ ολοκλήρου ο Λάμψας, με όραμα να κομίσει στην πρωτεύουσα τα ευρωπαϊκά πρότυπα φιλοξενίας. Οργανώνει πολυτελές εστιατόριο, οργανώνει τα περίφημα diners-dansants (χορευτικά δείπνα), καθιστώντας το ξενοδοχείο κέντρο της αθηναϊκής κοσμικής ζωής.
Το επισκέπτονται λαμπροί ξένοι επισκέπτες (ανάμεσα στα πρώτα μεγάλα ονόματα, ο Coubertin), και έτσι αρχίζει η Μεγάλη Βρετανία να γράφει με χρυσά γράμματα την πορεία του ως το πολυτελέστερο και αριστοκρατικότερο ξενοδοχείο της πρωτεύουσας.
Σήμερα, αποτελεί ένα απ’ τα λίγα ξενοδοχεία διεθνώς με τέτοια αντοχή στο χρόνο και σταθερά υψηλή παροχή υπηρεσιών, όπως φρόντιζαν οι διοικήσεις να διατηρήσουν μέσα στα χρόνια. Κομβικό στάθηκε το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, όταν το ξενοδοχείο προχώρησε σε μια σειρά γενναίων επεκτάσεων, πρώτα με ένα νέο πενταώροφο κτίριο επί της οδού Βουκουρεστίου (δυναμικότητας 100 κλινών), έπειτα με την κατεδάφιση της πτέρυγας επί της Πανεπιστημίου για την ανέγερση νέου συγκροτήματος, όπως και με την τελικά κατεδάφιση αργότερα του Μεγάρου Δημητρίου για τον ψηλότερο διάδοχό του που υπέγραψε σε σχέδια ο αρχιτέκτονας Κώστας Βουτσινάς.
Σε όλες αυτές τις διαδοχικές φάσεις, υπήρχε σταθερά η συναίσθηση ότι δεν επρόκειτο για μια τυπική ξενοδοχειακή μονάδα, αλλά για ένα άτυπο κέντρο της πολιτικής σφαίρας, συνυφασμένο με την πολυτάραχη ιστορία της χώρας. Απ’ το εσωτερικό μεταδόθηκε το πρώτο πολεμικό ανακοινωθέν το 1940, πολλές φορές επιτάχθηκε, πολιορκήθηκε και έγινε απόπειρα να ανατιναχθεί. Είναι ένα από τα ελάχιστα κτίρια που κατείχαν αντιαεροπορικό καταφύγιο στην πόλη από τη δεκαετία του 1930, όπως τόνισε η ξεναγός του Open House.
Μέσα στη βασιλική σουίτα
Σήμερα, το ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία απασχολεί παραπάνω από 600 εργαζομένους σε επιμέρους πόστα (ενδεικτικό στοιχείο των πληθωρικών παροχών, οι 1050 συνθέσεις λουλουδιών που επιμελείται κάθε εβδομάδα το τμήμα ανθοδέτησης) και διαθέτει περίπου 250 υπερπολυτελείς κλίνες, 35 μεγάλες σουίτες, με την προεδρική και πολύ περισσότερο τη βασιλική σουίτα στον αριθμό 516 να είναι το πλέον ακριβοθώρητο και πλούσιο σε επίπεδο πολυτελείας κομμάτι του ξενοδοχείου. Όπως πληροφορηθήκαμε, για να διαμείνει κάποιος συγκεκριμένα στη βασιλική σουίτα δεν αρκεί να διαθέσει το ανάλογο budget – πρέπει πρώτα να περάσει από σχετική επιτροπή για έγκριση.
Στο βάθος του διαδρόμου φαίνεται η πόρτα εισόδου στη σουίτα. Όσο προχωράς με προσοχή επάνω στη μοκέτα, παράλληλα σε κρεμασμένα έργα τέχνης με έμπνευση την αρχαιοελληνική τέχνη, εκπλήσσεσαι από το μήκος της διαδρομής που υποδηλώνει και το μέγεθος της σουίτας. «Είναι ένα αρκετά μεγάλο διαμέρισμα, βασικά». Καλύπτει περίπου 400 τ.μ., ενώ υπάρχει δυνατότητα σύνδεσης με δύο γειτονικές grand σουίτες σε περίπτωση που υπάρχει αίτημα για φιλοξενία περισσότερων ατόμων. Διότι, τα τετραγωνικά που αναφέραμε απευθύνονται σε δύο άτομα.
Αναρωτιέσαι πόσο αυξημένες μπορεί να είναι οι ανάγκες δύο μόνο ατόμων για να αξιοποιήσουν ένα τέτοιο μεγαλείο. Αναρωτιέσαι αν είναι πράγματι εφικτό να προλάβει να χρησιμοποιήσει κατά τη διαμονή του αυτή την πληθώρα που προσφέρεται απλόχερα, όπως ανακαλύπτεις προχωρώντας από το ένα δωμάτιο στο επόμενο, από το τριπλό καθιστικό με το τζάκι στην μπαρόκ τραπεζαρία χωρητικότητας 14 συνδαιτυμόνων και το διπλανό press room μέχρι το απίστευτο μπάνιο με τη μαρμάρινη lapis lazuli επένδυση, τον χώρο γυμναστηρίου και το κύριο υπνοδωμάτιο ακριβώς στη γωνία του κτιρίου. Τραβώντας τις κουρτίνες, ατενίζεις αμέσως τη Βουλή.
«Προσέξτε μόνο τις τσάντες σας για να μην έχουμε κάποιο ατύχημα», φροντίζει να θυμίζει συχνά η ξεναγός. «Τα έπιπλα χρονολογούνται στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα, και, όπως μας τόνισαν από το ξενοδοχείο, είναι μοναδικά, συλλεκτικά, αναντικατάστατα».
Οι ταπετσαρίες είναι ραμμένες με μετάξι, ενώ τα πιο πολλά αντικείμενα διακόσμησης είναι κομμάτια των οίκων Christie’s και Sotheby’s. Σε πρωταγωνιστική θέση στο κεντρικό σαλόνι της σουίτας στέκει το πιάνο-κειμήλιο, όπου «έκανε κάποτε πρόβα η Μαρία Κάλλας», ενώ από τον τοίχο επιβλέπει τους επισκέπτες η μορφή του Ελευθέριου Βενιζέλου. Γενικά, οι τόνοι είναι γήινοι με χρυσές λεπτομέρειες, όσο η πολυτέλεια αναδύεται στην πιο κλασική της έκφανση.
Διαχρονικά, στον χώρο αυτό έχουν υπάρξει συναντήσεις κομβικού χαρακτήρα ανάμεσα σε εκπροσώπους κρατών, πρωθυπουργούς ή προέδρους, διπλωμάτες και ισχυρούς επιχειρηματίες, το περιεχόμενο των οποίων παραμένει φυσικά απόρρητο. Ανάμεσα στους επιβεβαιωμένους ενοίκους της πολυτελούς βασιλικής σουίτας περιλαμβάνονται οι Αριστοτέλης Ωνάσης, John F. Kennedy και Winston Churchill. Σε σχετική ερώτηση κατά τη διάρκεια της ξενάγησης, υπάλληλος από το τμήμα ασφάλειας του ξενοδοχείου απάντησε πως «ψυχή της βασιλικής σουίτας είναι ο George», αναφερόμενη στον μικρό πρίγκιπα της Αγγλίας.