© Eurokinissi
ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

6 από τα πιο σημαντικά αρχιτεκτονικά τοπόσημα της Αθήνας σήμερα

Κτίρια εμβληματικά λόγω μεγέθους, αισθητικής αλλά και ιστορίας, τα οποία ξεπέρασαν σε εκτόπισμα το εμβαδόν τους και σήμαναν αυτό που ονομάζουμε σήμερα «Αθήνα».

Τοπόσημα ή αλλιώς σημεία αναφοράς για μία συνοικία, έναν τόπο, μία πόλη. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι πρόκειται απλά κτίρια, για όγκους από τσιμέντο και δοκάρια που στεγάζουν ανθρώπους και γραφεία. Στην πραγματικότητα όμως αποτελούν κάτι πολύ περισσότερο: είναι ένα ζωντανό κομμάτι από την καρδιά της σύγχρονης Αθήνας, σημεία που δίνουν τον τόνο στην αισθητική της, μέρη που τραβούν το βλέμμα θέλοντας και μη.

Ποια είναι, όμως, εκείνα τα κτίρια που χτίστηκαν μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και λειτουργούν ως τοπόσημα για τη σύγχρονη αρχιτεκτονική της πόλης; Ακολουθεί μία ψηφιακή βόλτα σε έξι κτίρια βαριά σαν (σύγχρονη) ιστορία.

Προσφυγικά στην Αλεξάνδρας


© Αντώνης Νικολόπουλος / Eurokinissi

Κρεμασμένα πανό αλληλεγγύης, παράθυρα με σπασμένες γρίλιες και τρύπες από τις σφαίρες των «Δεκεμβριανών». Αυτά είναι όσα κρατάει πιθανότατα το βλέμμα του περαστικού που κινείται οδικώς στην Αλεξάνδρας απ’ τα Προσφυγικά, αγνοώντας ενδεχομένως το γεγονός ότι δεν πρόκειται για μία αλλά για οκτώ ολόιδιες πολυκατοικίες, παράλληλα παραταγμένες στη λεωφόρο.

Τόσο ξεχασμένες και παραμελημένες που είναι πλέον, με όλες τις υποσχέσεις ανάπλασης/αναστήλωσης να έχουν καταλήξει άδοξα στα σκουπίδια (μάλιστα, κάποτε λίγο έλειψε απ’ το να γκρεμιστούν), δυσκολεύεται κάποιος να διαβάσει πόσο πρωτοποριακές ήταν για τον σκοπό και την εποχή τους: χτίστηκαν τη δεκαετία του ’30 με τη μέριμνα του ελληνικού κράτους (έργο των Λάσκαρη και Κυριακού), ως μία από τις κύριες λύσεις στο στεγαστικό πρόβλημα των προσφύγων.

Το κέρδος από το φαινομενικά ανιαρό κτιριακό σύμπλεγμα ήταν 228 διαμερίσματα, όλα έκτασης 55 τ.μ. με ένα ή δύο υπνοδωμάτια, κουζίνα και λουτρό. Με άλλα λόγια, επετεύχθη η επιτομή της λιτότητας και της πρακτικότητας, σε μια εποχή που ο μοντερνισμός ήταν άγνωστος στη χώρα: ένα συγκρότημα, το οποίο εφάρμοζε τις αρχές του Bauhaus, ενώ έως σήμερα παραμένει υποδειγματικό παράδειγμα «καλλιέργειας» δημόσιας δράσης μεταξύ κατοικιών, όπως έχει αναπτύξει στα βιβλία του ο Σταύρος Σταυρίδης.

Ωδείο Αθηνών

Το 1959 ο πρωτοπόρος αρχιτέκτονας Ιωάννης Δεσποτόπουλος είχε ολοκληρώσει το μεγάλο του όραμα: ένα ολόκληρο σύμπλεγμα Πνευματικού Κέντρου Αθηνών, ένα οικοδομικό τετράγωνο στο κέντρο της πρωτεύουσας, όπου θα συνυπήρχε η Λυρική, η Πινακοθήκη, το Βυζαντινό Μουσείο καθώς και το Ωδείο. Μια δεκαετία αργότερα, το μόνο που θα προχωρήσει στην υλοποίηση είναι τελικά το Ωδείο Αθηνών, χωρίς ωστόσο να φτάσει ποτέ στην πολυπόθητη ολοκλήρωση.

Οι εργασίες σταμάτησαν το 1976 (ο κήπος και το κατώτερο επίπεδο του κτιρίου έμειναν ημιτελή), ενώ ήταν πριν ένα χρόνο που ανακοινώθηκε ότι οι μηχανές έχουν μπει ξανά σε λειτουργία για να εκσυγχρονιστούν και να αποπερατωθούν οι κτιριακές εγκαταστάσεις, σύμφωνα με το όραμα του αρχικού εμπνευστή τους.

Λίγο πριν, το 2017, το κτίριο είχε χαρακτηριστεί νεότερο μνημείο. Το μεγάλο αινιγματικό λευκό κτίριο στη γωνία Βασιλέως Γεωργίου Β΄και Ρηγίλλης αποτελεί επιτομή του μοντερνισμού με λιτές όψεις, μεγάλες στοές και αίθρια. Ας μην ξεχνάμε ότι ο Δεσποτόπουλος υπήρξε μαθητής του Walter Gropius, θεμελιωτή του Bauhaus.

Μπλε Πολυκατοικία

Πρέπει να αντικαταστήσουμε το αποκαρδιωτικό ξέβαμμα που πλέον αντικρίζουμε στις προσόψεις της με ένα έντονο, ζωντανό μπλε του κοβαλτίου, όπως το είχε επιλέξει για την εξωτερική διακόσμηση ο ζωγράφος Σπύρος Παπαλουκάς, προκειμένου να προσεγγίσουμε τις ένδοξες εποχές που έζησε αυτό το κτίριο με τους διάσημους ενοίκους, επάνω στην πλατεία Εξαρχείων.

Πρέπει επίσης να φανταστούμε ότι το εκτόπισμα κι ο πρωτότυπος σχεδιασμός της δέσποζαν ανάμεσα στις μονοκατοικίες και τους χωματόδρομους της περιοχής κατά τη δεκαετία του ’30 που χτίστηκε, παίρνοντας τα εύσημα από διεθνείς αρχιτέκτονες, μεταξύ των οποίων και ο Λε Κορμπυζιέ. Το πιο εμβληματικό έργο του Κούλη Παναγιωτάκου ήταν και παραμένει το σημαντικότερο δείγμα του αθηναϊκού μοντερνισμού.

Στην αρχιτεκτονική ταυτότητά του περιέχει στοιχεία από τη γλώσσα των πλοίων, όπως τα τόξα πάνω απ’ τις πόρτες και τα κυκλικά παράθυρα, πέρα απ’ τους πέντε ορόφους και το ισόγειο κρύβει καταφύγια (το οποίο κατά τον πόλεμο χρησιμοποιήθηκαν από τους αντιστασιακούς), ενώ είναι αξιοσημείωτο το ότι παραδόθηκε με εντευκτήριο στο δώμα για να συναντιούνται οι ένοικοι, αλλά δυστυχώς μετέπειτα αντικαταστάθηκε με διαμερίσματα.

Ξενοδοχείο Hilton


© Aris Oikonomou / SOOC

Μπορεί πλέον να δοξάζουμε αυτό το υπέροχο καμπυλωτό αρχιτεκτόνημα επί της Βασιλίσσης Σοφίας, αλλά –όπως κάθε πρωτοπορία και δη στον αστικό χώρο– το Hilton της Αθήνας σήκωσε θύελλα αντιδράσεων όταν παραδόθηκε. Καταρχάς, για να προσεγγίσουμε καλύτερα το περιρρέον αίσθημα εκείνης της εποχής, πρέπει να σκεφτούμε το ξενοδοχείο σε διάλογο με το δορυφόρο του: τον Δρομέα του Κώστα Βαρώτσου.

Εάν σήμερα είναι οι μεγάλοι πρωταγωνιστές σε εκείνη τη συμβολή των λεωφόρων, φανταστείτε τη δεκαετία του ’60. Από τη μία ένα γυάλινο γλυπτό που έσκιζε τον αέρα, κι από την άλλη ένα αρχιτεκτονικό τόλμημα, τόσο λόγω μεγέθους (το ξενοδοχείο των 14 ορόφων παρέμεινε ψηλότερο κτίριο της πόλης για μια δεκαετία), όσο και αισθητικής: ένα μοντέρνο κομψοτέχνημα που εξοβέλιζε με χάρη τις νεοκλασικές εμμονές της Αθήνας. Και κάπως έτσι έγινε το σύμβολο της κοσμοπολίτικης Αθήνας, μιας πόλης εξωστρεφούς και μοντέρνας.

«Είναι το πιο όμορφο Hilton στο κόσμο» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά ο Conrad Hilton, ιδιοκτήτης της αλυσίδας, για το αρχιτεκτονικό παιδί μιας τριάδας επιφανών αρχιτεκτόνων της εποχής, των Εμμανουήλ Βουρέκα, Προκόπη Βασιλειάδη και Σπύρου Στάικου. Μοναδική παρέμβαση που έγινε έκτοτε ήταν η προσθήκη μιας εξαόροφης πτέρυγας στην πλευρά την οδό Βεντήρη. Μετά την ανακοίνωση για το τέλος εποχής του ξενοδοχειακού παραρτήματος, η ιστορία περνάει σε επόμενο κεφάλαιο, μαζί πιθανότατα με το κτίριο.

Πύργος Αθηνών

Καταρχάς να διευκρινίσουμε ότι δεν είναι ένας αλλά δύο οι «αδελφοί» Πύργοι που ανεγέρθηκαν τέλη της δεκαετίας του ’60 στη διασταύρωση των λεωφ. Μεσογείων και Βασιλίσσης Σοφίας, διά χειρός του νεαρού τότε αρχιτέκτονα Ιωάννη Βικέλα και του Ιωάννη Κυμπρίτη.

Αλλά για ευνόητους λόγους ο μεγάλος κλέβει τη δόξα: με 103 μέτρα ύψος και 28 ορόφους, ξεχωρίζει από χιλιόμετρα μακριά (παραμένει το ψηλότερο κτίριο της πόλης), ενώ αποτέλεσε σήμα κατατεθέν για τα «γυάλινα» κτίρια που κατασκευάστηκαν έκτοτε με υαλοπετάσματα.

Ήταν και παραμένει ένα μοναδικό τόλμημα καθ’ ύψος για τα ελληνικά δεδομένα. Λίγο πριν ή λίγο μετά δε θα ήταν καν εφικτό να κατασκευαστεί: μέχρι το 1967, ένας κατασκευαστικός νόμος που είχε θεσπιστεί επί Χούντας έθετε το όριο δόμησης στα 35 μέτρα, ενώ απ’ το 1985 κι έπειτα το μέγιστο επιτρεπόμενο ύψος κατέβηκε ξανά προς τα κάτω, στα 32 μέτρα.

Κάπως έτσι ξεγλίστρησε ένα φουτουριστικό αρχιτεκτονικό έργο-σύμβολο της πρωτεύουσας, το οποίο αποδεικνύει πόσο αβάσιμη είναι η αποστροφή που έχουμε καλλιεργήσει διαχρονικά απέναντι στους ουρανοξύστες. Καιρός να ξεπεράσουμε τους φόβους μας για την αντισεισμικότητα των πολυώροφων κτιρίων, καθώς και το άγχος μας μην κάτι «ψηλώσει» πολύ και κρύψει την Ακρόπολη.

Κέντρο Πολιτισμού (Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος)


© Nick Paleologos / SOOC

Στο αίτημα του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος για την κατασκευή ενός μοναδικού συγκροτήματος, στο οποίο θα υπήρχε μια αίθουσα μουσικής-όπερας, μια βιβλιοθήκη αλλά και ένα υποδειγματικό πάρκο σε θέση πρωταγωνιστή, ο κορυφαίος σταρ της αρχιτεκτονικής Renzo Piano απάντησε με μια ευφυέστατη ιδέα με περιβαλλοντικά οφέλη: να σηκώσει έναν τεχνητό λόφο ήπιας κλίσης στη νότια πλευρά του οικοπέδου, κάτω απ’ τον οποίο θα τοποθετούνταν υπόσκαφα τα δύο βασικά κτίρια – η Εθνική Λυρική Σκηνή και η Εθνική Βιβλιοθήκη Ελλάδας.

Έτσι, η έκταση πρασίνου συνεχίστηκε απρόσκοπτα πάνω στα δώματα, φτάνοντας τα 170 στρέμματα στο τελικό κοντέρ. Ωστόσο, δεν ήταν τόσο το μέγεθος πρασίνου που κατέστησε το νέο αρχιτεκτόνημα της Καλλιθέας τόσο αγαπητό στον κόσμο, όσο η τόλμη του να δείξει ότι ο δημόσιος χώρος είναι σοβαρή υπόθεση, ζωτικής σημασίας για την ψυχολογία μας και όχι μόνο.

Πώς αλλιώς να εξηγήσεις το γεμάτο αίσθημα που νιώθεις στην Αγορά, βλέποντας τα «εντοιχισμένα» βιβλία της ΕΒΕ από τη μία και το Κανάλι από την άλλη; Είτε το ξάφνιασμα που σου προκαλείται, όταν ανεβαίνοντας το λόφο, αντικρίζεις το μπλε της θάλασσας κι από πίσω όλο το χαλί της πρωτεύουσας; Τότε συνειδητοποιείς ότι ανέβηκες τριάντα μέτρα πάνω από τη γη, χωρίς να κουραστείς (διότι η κλίση εσκεμμένα δεν ξεπερνάει το 5-6%).

Το OneCity είναι ο νέος οδηγός της Αθήνας. Γειτονιές, πρόσωπα, εστιατόρια και street food, τάσεις και αφίξεις σε διασκέδαση και πολιτισμό. Ό,τι συμβαίνει στην πόλη βρίσκεται στο OneCity by OneMan!

Exit mobile version