Μπάμπης Βωβός: Το όνομα που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή
- 22 ΙΟΥΛ 2024
Κόκκινο πανί για τους μάχιμους αρχιτέκτονες των δεκαετιών του 1980 και του 1990, αλλά ταυτόχρονα και το ίσως πιο χαρακτηριστικό ορόσημο για την κερδοσκοπική ανάπτυξη κατά μήκος της λεωφόρου Κηφισίας που χιλιάδες Αθηναίοι είναι καταδικασμένοι να παρατηρούν καθημερινά, κολλημένοι στην κίνηση, τα γυάλινα μεγαθήρια που έχουν απομείνει σήμερα με την υπογραφή “babis vovos” στην κορυφή, ξυπνούν τις μνήμες απ’ τη θρυλική ιστορία της ακμής και της ισοπεδωτικής παρακμής του γνωστότερου developer της χώρας, που απεβίωσε πριν μερικές μέρες.
Πέθανε πλήρης ημερών, σε ηλικία 91 ετών, έχοντας βιώσει τα τελευταία χρόνια την απόλυτη οικονομική κατάρρευση, με χρέη εκατομμυρίων, κατηγορίες διαπλοκής, συνεχόμενους πλειστηριασμούς και μια σειρά από συλλήψεις να έχουν αμαυρώσει το όνομα της κατασκευαστικής αυτοκρατορίας που ο ίδιος έχτισε από το μηδέν, ξεκινώντας από τα Φιλιατρά και μια αγροτική οικογένεια της βιοπάλης, στα χρόνια του Μεσοπολέμου.
Ήταν το όγδοο και τελευταίο παιδί της οικογένειας που προοριζόταν (από τους γονείς του) να γίνει χωροφύλακας, προτού εγκαταλείψει την κωμόπολη της Μεσσηνίας και ακολουθήσει το δικό του όραμα, σπουδάζοντας στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών του ΕΜΠ. Η κυριότερη φιλοδοξία του νεότερου γόνου της οικογενείας ήταν να αφήσει το στίγμα του, να γίνει κάπως μεγάλος και τρανός.
Η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς, όπως λένε, και στην περίπτωση του Μπάμπη Βωβού επιβεβαιώνεται πολύ γρήγορα, όταν στο δεύτερο χρόνο φοίτησης και ενώ δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα ζητώντας δανεικά από τα αδέρφια του, προσλαμβάνεται ως ασκούμενος στο γραφείο «Νικολαΐδης & Καλφόπουλος» και γνωρίζει τους δύο πολύ έμπειρους εργολάβους Γιάννη Ζουγανέλη και Παναγιώτη Φαμέλη – δύο κομβικές γνωριμίες για την εξέλιξη της καριέρας του.
Βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του 1950, η πρωτεύουσα βρίσκεται σε οικοδομικό οργασμό και ο –μόλις 24χρονος– Μπάμπης Βωβός ιδρύει με τους δύο παραπάνω συνεργάτες την πρώτη του εταιρεία, μπαίνοντας απευθείας στα βαθιά. Οι διασυνδέσεις των δύο εργολάβων και τα πρότζεκτ στο νησί τους, τη Μύκονο (πολύ πριν βιώσει την υπερπολυτελή άνθιση το νησί των ανέμων), του αποφέρουν γρήγορα μεγάλα κέρδη. Απόγειο εκείνης της εποχής ήταν η κατασκευή του Υπουργείου Δημοσίων Έργων το 1968, όπως και η ανακαίνιση του Προεδρικού Μεγάρου μερικά χρόνια αργότερα.
Όταν αργότερα οι τρεις τους θα τραβήξουν ξεχωριστό επιχειρηματικό δρόμο, ο Μπάμπης Βωβός θα διαθέτει το αναγκαίο κεφάλαιο για να ιδρύσει το προσωπικό του κατασκευαστικό άρμα για να κινηθεί στην αγορά του real estate, με επωνυμία «Μπάμπης Βωβός Ελληνική Τουριστική Α.Ε.» (αργότερα «Μπάμπης Βωβός – Διεθνής Τεχνική Α.Ε.»), μια εταιρεία που επρόκειτο να τον καθιερώσει τις επόμενες δεκαετίες ως «βασιλιά των γυάλινων πύργων».
Οι αμφιλεγόμενοι γυάλινοι «ουρανοξύστες»
Τα χρόνια της χρυσής εποχής του μεγαλοκατασκευαστή Μπάμπη Βωβού, σε ερώτηση δημοσιογράφου για το πότε ξεκουράζεται, ο ίδιος είχε απαντήσει «όταν μπορώ να κάνω ταξίδια σε πόλεις που έχουν ενδιαφέροντα κτίρια». Αναφερόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες και πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, απ’ όπου ήταν εμφανές πως αντλούσε τις επιρροές του. Οραματίστηκε να φέρει την ανάπτυξη βορειοαμερικανικού τύπου στα δεδομένα της Αθήνας, μια περίοδο που η ίδια έμπαινε σε τροχιά ανάπτυξης
Μάλιστα, παρατηρώντας τη δομή της ελληνικής πρωτεύουσας και τις αυξανόμενες ανάγκες δόμησης, εστιάζει στον άξονα της Κηφισίας και διαπιστώνει πως είναι η νέα εναλλακτική για τις έδρες των επιχειρήσεων, μετά τη Συγγρού. Οραματίζεται τη «δημιουργία ενός υπόκεντρου εκτός του κέντρου της Αθήνας», όπως έχει δηλώσει σε συνέντευξη.
Το από κάθε άποψη πιο εμβληματικό οικοδόμημα από εκείνο το όραμα (που ταυτίζεται με το απόγειο του ονόματος και της κατασκευαστικής εταιρίας του Μπάμπη Βωβού) ήταν ο περιβόητος Πύργος Ατρίνα: ο πρώτος γυάλινος ουρανοξύστης που υψώθηκε εκτός κέντρου το 1978 (σε σχέδια του Ιωάννη Βικέλα, αρχιτέκτονα του Πύργου Αθηνών) και εντυπώθηκε στη συνείδηση εκατομμύρια κόσμου μέσα από τα καθημερινά επεισόδια της Λάμψης, ως έδρα του πρωταγωνιστή Γιάγκου Δράκου.
Είναι η εποχή που ο νόμος περί συντελεστή δόμησης έχει αλλάξει και οι φιλοδοξίες του έχουν κάθε περιθώριο να γίνουν πραγματικότητα. Συνεχίζοντας να ψάχνει τρόπους για περισσότερα κέρδη, υιοθετεί τότε το μοντέλο sale and lease back και εξασφαλίζει πρωτοφανή ρευστότητα.
Μέσα στα επόμενα χρόνια, σε ανάλογο ύφος με το 18 ορόφων κτίριο της τηλεοπτικής Τζάιαντ στη λεωφόρο Κηφισίας που ήδη εγείρει αντικρουόμενες γνώμες, εμφανίζονται τα εμπορικά συγκροτήματα του “Agora” (1987) και του “Polis” (1995), όπως και το πολυτελές “Monumental Plaza” (1999), με τις αντιδράσεις βεβαίως να πυκνώνουν ανησυχητικά από αρχιτέκτονες και κατοίκους.
Εξόργιζε δε το συνήθειο της κατασκευαστικής εταιρίας να τοποθετεί το όνομα “babis vovos” σε περίοπτο σημείο (πράγμα πρωτοφανές στα οικοδομικά χρονικά της χώρας), κάτι που ο Βωβός έχει δηλώσει πως εφάρμοσε απ’ όταν αισθάνθηκε ότι δεν ήταν αποδεκτός. «Ένιωσα την ανάγκη της αμύνης».
Οι αντιδράσεις και η άγαρμπη πτώση
Το μεγάλο εμπορικό κέντρο στον Βοτανικό που έμεινε στη μέση
Εκτός από το αισθητικό κομμάτι των μεγάλων κτιρίων από γυαλί που ξένιζαν στην όψη, σφοδρή κριτική δέχθηκε ο Βωβός για το προνομιακό καθεστώς που απολαμβάνει από την τοπική αυτοδιοίκηση του Αμαρουσίου, δεδομένου ότι εκεί εντοπίζονταν τα περισσότερα απ’ τα πρότζεκτ της εταιρίας του τη δεκαετία του 1990, αλλοιώνοντας τη φυσιογνωμία της περιοχής. Μία από τις νομότυπες πρακτικές που είχε χρησιμοποιήσει κατά κόρον, συγκεκριμένα, ήταν η αξιοποίηση του νόμου περί μεταφοράς του συντελεστή δόμησης, πράγμα που του επέτρεψε την ανέγερση ψηλότερων κτιρίων στην περιοχή.
Μερικά από τα καταγγελτικά προσωνύμια που έμειναν στην ιστορία για τη δράση του Βωβού στο Μαρούσι ήταν «Βωβούπολη» και «Βωβοκιστάν».
Βλέποντας την περιοχή τους να αλλοιώνεται, ομάδες κατοίκων οργανώθηκαν και πάλεψαν με ένδικα μέσα. Και τελικά έφτασαν μέχρι την ανατροπή του θρυλικού success story, καταφέρνοντας το καίριο πλήγμα με την περίπτωση της διπλής ανάπλασης στον Βοτανικό και το μεγαλόπνοο πρότζεκτ του mall όπου ο Βωβός είχε ποντάρει –πάνω κάτω– τα πάντα.
Όταν λοιπόν είχε ανακοινωθεί η κατασκευή του νέου γηπέδου τη δεκαετία των 00s, ο Μπάμπης Βωβός αγόρασε οικόπεδο 100 στρεμ. εντός της έκτασης στον Ελαιώνα με στόχο να ανεγείρει ένα τεράστιο εμπορικό κέντρο. Και ενώ το έργο ήταν σε πλήρη εξέλιξη, με την εταιρεία του να έχει προχωρήσει σε υπέρογκους δανεισμούς για να καλύψει τα έσοδα, η προσφυγή κατοίκων στο ΣτΕ για περιβαλλοντικούς λόγους οδήγησε σε παύση και τελικά ακύρωση των εργασιών. Το μεγάλο επιχειρηματικό άλμα πέφτει στο κενό και η συνέχεια της πτώσης έρχεται σαν ντόμινο.
Στο παγκόσμιο στερέωμα συμβαίνει η κατάρρευση των Lehman Brothers. Τα περιθώρια ανάκαμψης εκμηδενίζονται στη δίνη της οικονομικής κρίσης που ξεσπά. Οι εργαζόμενοι διεκδικούν τα δεδουλευμένα τους και η εταιρία υποχρεώνεται να προχωρήσει σε πλειστηριασμούς, ξεπουλώντας τους τίτλους της. Ο κάποτε μεγαλοκατασκευαστής και βασιλιάς των γυάλινων πύργων βιώνει την πτώση με τον πιο άγαρμπο τρόπο, βυθισμένος στα χρέη και έχοντας χάσει την υπόληψή του.
Συλλαμβάνεται συνολικά τέσσερις φορές, μένοντας δυστυχώς με αυτή την εικόνα στο μυαλό των περισσότερων.