Το βράδυ που οι Λόγος Τιμής έκαναν την Αθήνα Βαγδάτη
Σαΐτες και εκατοντάδες καπνογόνα έκαναν τους πάντες να μιλάνε για το απόλυτο live του καλοκαιριού. Οι μαυροφορεμένοι όμως έπραξαν απλά το χρέος τους.
- 20 ΙΟΥΝ 2022
Πρώτα, θα κάνουμε μια στάση κάπου μακριά. Τον μήνα Ιούνιο, χιλιάδες άνθρωποι έχουν το έθιμο να σχηματίζουν ορδές με καραβάνια, διασχίζοντας (για μέρες) τον δρόμο προς ένα χωριό στα νότια. Ξεκινούν από τα πέρατα όλης της χώρας, συγκεκριμένα της Ισπανίας, και ανταμώνουν για να ξεφαντώσουν, να συγκινηθούν και να ξεδώσουν.
Γεμίζουν χώματα μέσα στα δάση και στο τέλος καθαίρονται. Είναι η πίστη τους στην Παναγία που τους καθοδηγεί, αλλά μικρή σημασία έχει αυτό, εάν το δεις κοινωνικά: επιτελούν τον πιο χαρούμενο, περήφανο χορό τους, για να ελαφρύνουν τα βάρη τους.
Αυτό ακριβώς, δηλαδή, που έκαναν και οι Λόγος Τιμής το Σάββατο στην Τεχνόπολη. Ένα σωστό τελετουργικό για όσα στερηθήκαμε τα τρία τελευταία χρόνια. Πόσα μερόνυχτα υπομονής κάνει αυτό; Τόσα καπνογόνα πρέπει να άναψαν μέσα στη νύχτα. Δύο σημαίες πάλλονταν σαν λάβαρα και από κάτω οργίαζαν οι Ινδιάνοι των Πόλεων για τρεις ώρες. «Σαν τους μάο-μάο», που λέει και ο Θανάσης: μαυροφορεμένοι, τσιτωμένοι – και οι έξι χιλιάδες, αγόρια και κορίτσια.
Άτομα με το λάμδα-ταφ στο δέρμα, μπλουζάκια και ψαράδικα καπέλα, έτοιμοι να «γίνει η Αθήνα Βαγδάτη». Τόσο οργανωμένο οπαδικό κοινό έχουν καλλιεργήσει οι Λόγος Τιμής, τόσο που, για να συνεννοηθούμε, είναι μοναδικοί με διαφορά στο ελληνικό rap game.
Πώς συνέβη αυτό; Μεγάλη ιστορία, που πάει χρόνια πίσω (παρά το νεαρό του Λάμπρου και του Θανάση που κρατάνε το mic). Τα Περίεργα Παιδιά είχαν βγει στην επιφάνεια γύρω στο 2015 κι από τότε τραβούν σαν μαγνήτης τη νέα γενιά, όχι εκείνους που γουστάρουν να φλεξάρουν φράγκα και σκόνες, όλους τους υπόλοιπους.
Από τη Νέα Φιλαδέλφεια πήραν μαζί τους όλα τα πάρκα της Αθήνας. Μεγάλωσαν και θέριεψε το κοινό τους, με έναν κοινό κώδικα: να μιλάνε για ανθρωπιά, νυχτοπερπατήματα κι ηλιοβασιλέματα, φίλους και οικογένεια, επιμονή, ψυχολογικά και ελευθερία. Αυτά είναι τα Περίεργα Παιδιά που έβαλαν τη στάμπα του sold out στον ανοιχτό συναυλιακό χώρο της Τεχνόπολης.
Πόλεμος στο live των Λόγος Τιμής
Γιατί όλοι αυτοί, οι έξι χιλιάδες, είχαν δώσει μια υπόσχεση στον εαυτό τους: «δεκαοχτώ Ιουνίου του είκοσι δύο», που λέει με φωνή τέρμα μπάσα, «καίμε το κέντρο». Αυτό ήταν το κάλεσμα από τα νέα κομμάτια που κυκλοφόρησαν πριν το live στην Τεχνόπολη. Από Κύπρο, Λάρισα, Κρήτη, Θεσσαλονίκη, Αιγαίο και Ιόνιο έσκασε κόσμος, μονάχα για αυτό το βράδυ.
Εννιά νταν, όλοι μαζεμένοι και από πάνω πυροτεχνήματα και σαΐτες. Τα Σκυλιά βγήκαν στη σκηνή και ο ουρανός θόλωσε από το κόκκινο νέφος 40 καπνογόνων. Τόσα τουλάχιστον μέτρησα. «Η θάλασσα είχε πάρει φωτιά» και θα ακολουθούσαν τρεις ώρες πολέμου.
«Πες, μην παίζουνε με τα νεύρα μας, έχω μαζέψει τόσα που βράζω / Παρακατιανοί και αλλόκοτοι, γι’ αυτούς γράφω φτύνω και βγάζω / Μηχανάκια, τρένα γεμίζουνε, παν’ στο live σαν να ‘ναι πορεία / Θα γκρεμίσουν τα μπάσα την πόλη –πού;– στην επόμενη συναυλία». Συγκινητικό να γίνεται πράξη.
Το νεύρο, οι αγκαλιές, τα χαμόγελα. Από την τόσο κόκκινη λάμψη και την κάπνα στον αέρα, σε κάποια κομμάτια δεν έβλεπες τη σκηνή, έβλεπες τα πρόσωπα γύρω σου: πέρα από έφηβους, υπήρχαν άτομα πάνω από είκοσι, πάνω από τριάντα, πάνω από σαράντα, που το ζούσαν με τον ίδιο τρόπο.
Στην μπότα χοροπηδούσαν και όταν έμπαινε πιο groovy, άπλωναν χέρια και χόρευαν με την ψυχή τους. Φώναζαν, στρέφοντας το σώμα τους προς τον ουρανό: «Είπα στον αετό να έρθει να πάρει ψηλά τα όνειρα μου / να προσέχει τη φάρα, να φυλάει τη σκιά μου / του πα πως θα ακούσουν Βαμβακάρη τα παιδιά μου / και από καρδιά θα πάω γιατί είναι μεγάλη η καρδιά μου».
Όλοι περήφανοι για αυτό το γκρουπ πάνω απ’ το Ποτάμι και τον ήχο που εκπροσωπεί, «από το boom bap στο ραπ, από το Λάμδα στο Ταφ». Αυτή είναι η ετυμηγορία, αν είναι να τους κρίνει η Ιστορία που λένε σε ένα κομμάτι τους. Έχουν τη συνταγή για την καλύτερη ταχυπαλμία σε live. Έχουν τα πιο μάχιμα pit, όταν ανοίγει κύκλος. Αλλά και την τιμή να σταματήσουν τη συναυλία, όταν παίξει λιποθυμία. Αδερφός για αδερφό, ήταν πάντα το σύνθημα, από το εγώ στο εμείς.
Τρεις ώρες σημαίνει 180 λεπτά, με ένα μικρό διάλειμμα. Τόσο χτυπήθηκαν οι ζουλού πάνω και κάτω από το stage. Κάθε κομμάτι και καπνογόνο, μέχρι να αγκαλιαστούν όλοι μαζί για τη φωτογραφία στο τέλος. Είχαν τρία χρόνια να ανταμώσουν –οι Λόγος Τιμής δεν έκαναν συναυλία ατομική, κατά τη διάρκεια των περιορισμών–, οπότε αυτό που συνέβη ήταν απλώς ότι έκαναν το χρέος τους. Για να νιώσουν ξανά ζωντανοί, να γλεντήσουν και να αλαφρώσουν τα βάρη τους.
Κανονικό τελετουργικό, δεν είπαμε; Πάμε μαζί, σαν ινδιάνοι: Ου. Ου – ου!