ΝΕΑ ΑΦΙΞΗ

Blue Oyster: Όστρακα, σαμπάνιες και λαϊκά χωρίς ενοχές

Το νέο oyster bar, που βρήκε τη θέση του στην οδό Κολοκοτρώνη, είναι έτοιμο να γράψει τη δική του ιστορία στο κέντρο της Αθήνας.

Με ένα όνομα που κλείνει το μάτι στο κινηματογραφικό μπαρ του Police Academy, μιας ταινίας που μπαίνει στη λίστα των ένοχων απολαύσεων, και ένα concept που απενοχοποιεί τη διασκέδαση, το Blue Oyster βρήκε τη θέση του στην οδό Κολοκοτρώνη και παρά το μικρό του μέγεθος, κάνει ήδη μεγάλο ντόρο.

Μία πόρτα τεσσάρων μέτρων βαμμένη στο απόλυτο μπλε είναι το σήμα κατατεθέν. Όταν αυτή ανοίγει, σε καλωσορίζει η κουζίνα, εκεί όπου ουσιαστικά λαμβάνει χώρα όλη η δράση, μπροστά στα μάτια σου. Μαξιμαλισμός και πληθωρικότητα είναι τα χαρακτηριστικά που υπερτερούν στο σκηνικό, με τις αποχρώσεις του μπλε να μπλέκονται με στοιχεία της γερμανικής αναγέννησης στα πλακάκια που ντύνουν τους τοίχους.

Ανεβαίνοντας στον επάνω όροφο, κυριαρχεί το λευκό μαζί με σχέδια από ναυτικά τατουάζ. Το ζητούμενο άλλωστε στο Blue Oyster είναι να γραφτούν νέες ιστορίες από τους ανθρώπους που θα επιλέξουν να το κάνουν στέκι τους.

Τα όστρακα είναι οι πρωταγωνιστές

Τα όστρακα είναι οι πρωταγωνιστές – τα βλέπεις στην μπάρα που είναι στημένη με πλεξιγκλάς, μπροστά από την κουζίνα.

Το νέο oyster bar της πόλης είναι αποτέλεσμα μίας όμορφης φιλίας μεταξύ ετερόκλητων ανθρώπων. Αρκούσε ένα τραπέζι με καλό φαγητό και πολλά κρασιά για να δώσουν τελικά τα χέρια η Φανή Σπυριδάκη και ο Άρης Δούκας (Noel) με τους Θοδωρή Κασσαβέτη και Φώτη Φωτεινόγλου (ΦΙΤΑ) και να συμπράξουν όλοι μαζί σε ένα μαγαζί που έλειπε από το κέντρο της Αθήνας.

Εδώ, τα όστρακα είναι οι πρωταγωνιστές – τα βλέπεις (καθαρά και με διαφάνεια) στην μπάρα που είναι στημένη από με πλέξιγκλας, μπροστά από την κουζίνα, «μικρά, σέξι, παιχνιδιάρικα» όπως λέει η Φανή. Το ίδιο και οι σαμπάνιες, ένα ποτό που ταυτίστηκε για χρόνια με την ασυδοσία και την ανομία.

Μόνο που εδώ, οι εναλλακτικές, εκλεπτυσμένες γαλλικές σαμπάνιες (οι τιμές ξεκινούν από 65 ευρώ) δεν γίνονται οικονομικό τρόπαιο για όποιον μπορεί να την καταναλώσει, αλλά επιλογή για όσους θέλουν να γιορτάσουν τις όμορφες καθημερινές στιγμές τους.

Ακολουθούν τα κρασιά, από Αλσατία, Γαλλία, Χιλή, Νέα Ζηλανδία και Ελλάδα (λίγα και καλά) σε μία λίστα ευέλικτη που θα ανανεώνεται συνέχεια.

Μικρά πιάτα, στη λογική to share, όπως τα edamame που θυμίζουν πικάντικο κοκκινιστό φασολάκι, το sushi rice με μυρωδικά, sticky και νόστιμο, για να συνοδεύσει nigiri, carpaccio και ceviche. Υπάρχει ένας συνεχής διάλογος της κουζίνας με την εποχικότητα, αυτή είναι και η φιλοσοφία των μαγείρων Φώτη Φωτεινόγλου και Θοδωρή Κασσαβέτη.

Τα ψάρια είναι ημέρας, οι προμήθειες έρχονται φρέσκες μέχρι και τρεις φορές σε ένα εικοσιτετράωρο. Ακόμα και οι πιο δύσπιστοι, θα καταλάβουν ότι ελλείψει χώρου και με την κουζίνα να είναι σε πρώτο πλάνο, η διαφάνεια είναι σχεδόν επιβεβλημένη.

Oyster shot με gin, αγγούρι και φινόκιο
Oyster shot με gin, αγγούρι και φινόκιο

Tartare καραβίδας με σταμναγκάθι, ημίπαστο σκουμπρί με πίκλα παντζαριού και δροσερό ρολό ψαριού σε φύλλο ρυζιού είναι μερικά από τα ενδιαφέροντα πιάτα. Το Blue Oyster δεν είναι εστιατόριο. Είναι ένα oyster bar για να κάνεις το πέρασμά σου για ένα όστρακο – σφηνάκι, είτε για να κλείσεις την ημέρα σου με ένα πλατό στρειδιών, έσο έτοιμος όμως για ό,τι ακολουθεί όσο περνάει η ώρα.

Μουσική που δυναμώνει, impromptu DJ sets από την ίδια τη Φανή και τους φίλους του μαγαζιού. «Έχει παίξει Black Sabbath και μετά Σοφία Βέμπο, με μεγάλη επιτυχία» θα πει γελώντας.

Πριν τον καθωσπρεπισμό στα μουσικά μας ακούσματα και τις επιλογές στις εξόδους μας αναλόγως με αυτά, όσοι φλερτάρουν με τα δεύτερα -άντα ή τα έχουν ήδη πατήσει, θα θυμούνται ότι στα σπιτικά πάρτι, υπήρχαν πάντα οι κασέτες που έγραφαν Ξένα – Διάφορα.

Το ανεπιτήδευτο playlist είχε χιτάκια της εποχής, κλασικές επιτυχίες, «ακόμα και την Έμπνευση της Άννας Βίσση» λέει η Φανή Σπυριδάκη. Με αυτά τα βιώματα, λοιπόν, και με γνώμονα ότι ο κόσμος θέλει να διασκεδάσει και όχι να εκπαιδευτεί, το Blue Oyster παίζει μουσική χωρίς ταμπέλες.

Η Φανή Σπυριδάκη αναλαμβάνει συχνά ρόλο DJ.
Η Φανή Σπυριδάκη αναλαμβάνει συχνά ρόλο DJ.

«Όλοι έχουμε αυτό το τραύμα να πηγαίνουμε στον DJ, να ζητάμε να παίξει ένα κομμάτι, και τελικά μέχρι να το βρει να έχει χαθεί η στιγμή. Εδώ, σίγουρα δεν παίζω ό,τι μου ζητάνε, αλλά δεν υπάρχει αυτό το κενό».

Ένα μικρό νησί στο κέντρο της Αθήνας

Ακόμα και οι πιο δύσπιστοι, θα καταλάβουν ότι ελλείψει χώρου και με την κουζίνα να είναι σε πρώτο πλάνο, η διαφάνεια είναι σχεδόν επιβεβλημένη.

Όσο ζεσταίνει ο καιρός, το Blue Oyster μεταμορφώνεται ακόμα περισσότερο σε μία μικρή Αντίπαρο, Σίφνο ή Νάξο – ο καθένας έχει τις δικές του αναφορές. Οι ετικέτες καταργούνται, τα πράγματα άλλωστε είναι ξεκάθαρα από την αρχή, αφού οι άνθρωποι που έστησαν αυτό το μαγαζί, είναι εξωστρεφείς και με ταπεραμέντο.

«Φτιάχνω μαγαζιά για εκείνους που άκουγαν τα Ξένα – Διάφορα και που η μαμά τους στόλιζε υπερβολικά το χριστουγεννιάτικο δέντρο. Η χαρά είναι συνυφασμένη με το κιτς. Νομίζω ότι οι άνθρωποι οι οποίοι στήνουμε μαγαζιά και επιμελούμαστε το σκηνικό των διαφόρων ιστοριών που θα γεννηθούν μέσα σε αυτά, πρέπει να έχουμε υπόψη μας πώς κάποιος θέλει να χαλαρώσει και να περάσει καλά». Κάπως έτσι, ο πάνω όροφος λειτουργεί ιδανικά για πρώτα ραντεβού αλλά και ως καταφύγιο όσων θέλουν να απομονωθούν.

«Αυτό που συμβαίνει στο κέντρο μιας πόλης δεν μπορεί να είναι σκηνοθετημένο. Θέλουμε κι εμείς να ζήσουμε την ιστορία που θα γράψουμε και δεν το βλέπουμε αμιγώς επιχειρηματικά». Ένα oyster bar χωρίς ετικέτες, που φέρνει αναμνήσεις από Sea Satin και Caprice στην πιο urban και ανεπιτήδευτη εκδοχή του. Αυτό είναι το Blue Oyster.

Το OneCity είναι ο νέος οδηγός της Αθήνας. Γειτονιές, πρόσωπα, εστιατόρια και street food, τάσεις και αφίξεις σε διασκέδαση και πολιτισμό. Ό,τι συμβαίνει στην πόλη βρίσκεται στο OneCity by OneMan!