ΞΕΝΑΓΗΣΗ

Στο Σύνταγμα με τον Άρη Σκλαβενίτη

Επτά στάσεις στα πέριξ του Συντάγματος με έναν από τους καλύτερους Έλληνες σομελιέ της γενιάς του.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΑ ΓΙΑΪΤΖΟΓΛΟΥ WATKINSON

ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΣΗ: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΑΒΔΙΚΟΥ

«Αγάπη» είναι η απάντηση που δίνει αβίαστα ο Άρης Σκλαβενίτης όταν τον ρωτάω για τα συναισθήματα που του προκαλεί το κρασί. Πέρασαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια μέχρι να πάρει τη μεγάλη απόφαση και να πάει στη σχολή που είχε περάσει, στο τμήμα Οινολογίας και Τεχνολογίας Ποτών. Τελικά, χρειάστηκε μόλις ένα εξάμηνο για να αντιληφθεί ότι ο συγκεκριμένος κλάδος είναι κάτι που του αρέσει και ήθελε να ασχοληθεί.

Έτσι, από το 2005 τον κέρδισε το κρασί και σήμερα, στα 34 του χρόνια, στο βιογραφικό του περιλαμβάνονται πληθώρα σεμιναρίων τόσο στην Ελλάδα όσο και το εξωτερικό, σημαντικές συνεργασίες, μεγάλες διακρίσεις και, φυσικά, η ιδιότητα του συνιδιοκτήτη του Oinoscent, του πρώτου wine bar που άνοιξε στην Αθήνα.

Ο Άρης Σκλαβενίτης έχει αναδειχθεί δύο φορές ως ο Καλύτερος Έλληνας Οινοχόος (2016, 2019), έχει εκπροσωπήσει την Ελλάδα το 2019 σε παγκόσμιο διαγωνισμό στην Αμβέρσα (όπου βγήκε 27ος στον κόσμο) και ετοιμάζεται για αντίστοιχο διαγωνισμό στο Παρίσι τον Φεβρουάριο του 2023.


 

«Θα έλεγα ότι σίγουρα χρειάζεται εκπαίδευση για τη γευσιγνωσία. Μπορεί κάποιος να διαθέτει ταλέντο αλλά αν έχει θεωρητικό background δεν μπορεί να πάει στο επόμενο επίπεδο. Όπως και το ανάποδο. Τίποτα από τα δύο δεν μπορεί να σταθεί μόνο του. Πρέπει να τα συνδυάσεις για να μπορέσεις να εξελιχθείς» εξηγεί.

Το Σύνταγμα είναι η γειτονιά που μένει και εργάζεται. Στους πολύχρωμους και πάντα ζωντανούς δρόμους το,υ ο Άρης αφουγκράζεται τον ρυθμό της πόλης και αντίστοιχα απολαμβάνει την ησυχία τα κυριακάτικα πρωινά και τους καλοκαιρινούς μήνες, όταν οι κάτοικοι φεύγουν για εκδρομές και παραλίες.

«Είναι ένα σημείο συνάντησης για τους Αθηναίους, για τους Έλληνες που μένουν στην επαρχία, για τους τουρίστες. Πραγματικά, αν περπατήσεις λίγο καταλαβαίνεις τι συμβαίνει στην κοινωνία. Το κέντρο είναι κάτι πάρα πολύ ωραίο. Τουλάχιστον στην ηλικία που είμαι εγώ τώρα δεν θα το άλλαζα με τίποτα. Είναι κάτι πολύ ζωντανό. Θα έλεγα ότι ίσως νιώθεις και τον ρυθμό όλης της χώρας, όταν το 60% αυτής κατοικεί στην Αθήνα και εσύ μένεις στο κέντρο της Ελλάδας».

Ο κόσμος του κρασιού στο Oinoscent

«Για μένα το Oinoscent δεν είναι μαγαζί, θα το χαρακτηρίσω εκπαιδευτικό ίδρυμα»

Η ιστορία του Oinoscent ξεκίνησε το 2008 από τον Δάνη Αγαπητό και τον αδερφό του, Άγη. Το 2012 μεταφέρθηκε στην τοποθεσία που το βρίσκουμε σήμερα και το 2018 μεγάλωσε, αφού προστέθηκε και ο χώρος δίπλα. Ο Άρης ξεκίνησε να εργάζεται ως υπάλληλος και στην πορεία έγινε κι αυτός μέλος του μαγαζιού, μαζί με τον Δάνη, καθώς ο αδερφός του δεν βρίσκεται πλέον στη ζωή.

«Ο Άγης ήταν ο εμπνευστής και ο καθοδηγητής όλου αυτού. Για μένα δεν είναι μαγαζί, θα το χαρακτηρίσω εκπαιδευτικό ίδρυμα. Νομίζω ότι όλοι οι άνθρωποι του κρασιού, ανεξαρτήτως της γνώσης που έχουν κι αν τους αρέσει ή όχι το ύφος του Oinoscent, σίγουρα έχουν περάσει από εδώ έστω και μία φορά κι έχουν πάρει μια μικρή ανάμνηση, εμπειρία, γνώση που δεν είχαν».

Στο Oinoscent μπορεί κάποιος να προμηθευτεί κρασί για το σπίτι (είτε με μία επίσκεψη δια ζώσης είτε μέσω παραγγελίας με αποστολή του καταστήματος), να απολαύσει ένα ποτήρι στο μπαρ και φυσικά να κάνει κράτηση για φαγητό. Το τελευταίο κομμάτι έχει αναβαθμιστεί σε μεγάλο βαθμό από το 2021, με τον Γιάννη Τσικουδάκη να βρίσκεται στην κουζίνα.

«Είναι ένας νέος, πολύ ταλαντούχος chef, ο οποίος αγαπάει πολύ το κρασί και αυτός ήταν ένας από τους πολύ βασικούς λόγους που συνεργαστήκαμε πέρα από τον χαρακτήρα και το ταλέντο του φυσικά. Τα προϊόντα που προσφέρουμε είναι αρκετές φορές εναλλακτικά όποτε υπάρχει καθοδήγηση από τα εξειδικευμένα άτομα που βρίσκονται εδώ και ποντάρουμε σε αυτό».

«Στην Ελλάδα, έχουμε μια κατάρα. Κρίνουμε πάντα. Πάρα πολλοί άνθρωποι που μας ξέρουν από το 2008, μας έχουν πει το μαγαζί απέναντι είχε άλλο χαρακτήρα και τώρα δεν είναι πια το ίδιο» αναφέρει χαρακτηριστικά, πριν συνεχίσει: «Όταν πήραμε και τον δίπλα χώρο, το είπαν ξανά. Ναι, προφανώς το μαγαζί δεν είναι το ίδιο, αλλά τίποτα δεν είναι το ίδιο, ούτε εμείς, ούτε αυτός που το λέει δεν είναι ο ίδιος σε σχέση με το 2008. Λησμονούμε πράγματα που δεν υπήρχαν στο παρελθόν, όπως τη ζωή χωρίς κινητό. Αν όμως πεις σε αυτόν που επιμένει ότι έχει αλλάξει η ζωή μας, να το πετάξει, δε θα το κάνει».

Ποια είναι όμως η στάση του απέναντι σε αυτήν την όχι και τόσο καλή τάση του ελληνικού κοινού; «Αν είχαμε μείνει απέναντι, αρκετοί από όσους λένε τώρα ότι έχει αλλάξει το στυλ του μαγαζιού -ότι έχει αλλοιωθεί η ταυτότητα ή έχει γίνει πιο εμπορικό- θα έλεγαν ότι δεν έρχονται ακριβώς επειδή “θα είχαμε μείνει στάσιμοι, δε θα είχαμε εξελιχθεί”».

Τελικά, ποια είναι η λύση; «Ό,τι κι αν κάνεις, ο κόσμος θα σε κρίνει αρνητικά. Οπότε, το θέμα είναι να προχωράς όπως πιστεύεις πώς είναι καλύτερα για σένα και το μαγαζί σου. Από εκεί και πέρα, θα ακολουθήσουν αυτοί που θέλουν να νιώσουν την εμπειρία που προσφέρεις. Όσοι δεν το επιθυμούν πια, τους ευχαριστούμε που μας αγαπούσαν».

Τέλεια δώρα στο September

Στο κέντρο της Αθήνας υπάρχουν άπειρα μαγαζιά για shopping, εστιατόρια και μπαρ. Βρίσκεις καταστήματα με λουλούδια, υφάσματα και ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς. Μέσα σε αυτή την πληθώρα όμως, ανάμεσα στα mainstream και τουριστικά μαγαζιά, υπάρχουν και κάποια πολύ ιδιαίτερα, που δε συναντάς συχνά στην Αθήνα.

Ένα από αυτά είναι και το September της Ελισάβετ Μαύρου. Η δημιουργός αυτού του funky καταστήματος, φοίτησε στο τμήμα Εσωτερικής Αρχιτεκτονικής, Διακόσμησης και Σχεδιασμού Αντικειμένων και το 2016 ξεκίνησε το δικό της blog μόδας: το MAVRU. Και είναι τόσο πολύχρωμη όσο το μαγαζί της.

«Είναι στη γειτονιά και το επισκέπτομαι για να διαλέξω δώρα για αγαπημένους μου (συνήθως αγαπημένες μου) για γενέθλια. Συνδυάζει αρκετά διαφορετικά στυλ και μπορείς να βρεις κάτι χρωματιστό και fancy αλλά και κάτι πιο απλό. Και ταιριάζει σε κάθε budget».

Καφές στο Third Place

«Όταν το είδα, μου θύμισε ένα ταξίδι στο Βερολίνο. Το ξεχώρισα για το πιο ιδιαίτερο, μίνιμαλ στυλ και τον εξαιρετικό καφέ» αναφέρει ο κορυφαίος Έλληνας σομελιέ για το μαγαζί με το design και την αύρα που παραπέμπει στη γερμανική πρωτεύουσα.

«Μπορώ να φανταστώ πολλούς να έρχονται εδώ να δουλέψουν με το laptop τους, να κάνουν μια επαγγελματική συνάντηση ή να συναντήσουν φίλους. Το Third Place με ταξιδεύει. Είμαι στο κέντρο της Αθήνας αλλά την ίδια στιγμή θα μπορούσα να βρίσκομαι στην πρωτεύουσα μίας άλλης ευρωπαϊκής χώρας».

Lunch break στο Sushimou

«Είναι πολύ καλός φίλος ο Αντώνης Δρακουλαράκος. Πέραν αυτού όμως θεωρώ ότι έχει μακράν το καλύτερο sushi στην Ελλάδα: είτε αν πας στο εστιατόριο Sushimou και δοκιμάσεις το omakase του είτε αν θέλεις κάτι πιο ελαφρύ και επιλέξεις το Sushi Lunchi» είναι τα λόγια του Άρη Σκλαβενίτη για το πλέον ιαπωνικό μαγαζί της Αθήνας.

Γιατί το ξεχωρίζει; «Τα μπολάκια του είναι ιδανικά για μεσημεριανό, βρίσκεις πολλά διαφορετικά και όσο περνάει ο καιρός το εξελίσσει. Δεν είναι μόνο νόστιμο, αλλά προσωπικά πιστεύω ότι έχει πραγματικά απίθανες τιμές ειδικά στο takeout. Η ποιότητα, η ποσότητα και η τιμή το κατατάσσουν σε κάτι ασυναγώνιστο, δε νομίζω ότι υπάρχει κάτι πιο value for money»

Γλυκό στο Sweet Nolan

Αν και καινούργιο στη γειτονιά, το Sweet Nolan έχει ήδη αγαπηθεί και ο Άρης έχει ξεχωρίσει ήδη τα αγαπημένα του γλυκά από το νέο εγχείρημα του φίλου του, Σωτήρη Κοντιζά. Μπορεί να μην τρελαίνεται, όπως λέει, για cheesecake, αλλά στη βάσκικη εκδοχή έχει βρει αυτό που του ταιριάζει. «Επίσης, είναι πολύ ωραίο το ψωμί με σοκολάτα και γενικά είναι ένα μαγαζί που αν και άνοιξε πρόσφατα, έχει ήδη κάποια αγαπημένα signature γλυκά».

Βιολογικά στο 4 Seasons

Μπορεί το 4 Seasons να μην αποτελεί την καρδιά για τα ψώνια του σπιτιού αλλά είναι σίγουρα το αλατοπίπερο, όπως το θέτει ο Άρης. Στο bio market της περιοχής, τα αδέρφια Βασίλης και Γιώργος Σουβατζόγλου έχουν δημιουργήσει έναν πυρήνα για τα περίεργα, εξωτικά, υγιεινά, ψαγμένα προϊόντα που δύσκολα βρίσκεις σε άλλα markets.

«Είναι μια πολύ προσεγμένη δουλειά, την οποία εκτιμώ. Κι επειδή τους ζω τόσα χρόνια, βλέπω ότι έχουν δώσει έμφαση στην ποιότητα κι έχουν επενδύσει σε αυτή, καθώς επίσης στο ελληνικό κομμάτι και την πρώτη ύλη».

Paloma στο Barro Negro

«Είναι ένα από τα αγαπημένα μου για μετά τη δουλειά, ειδικά αν έχω στο μυαλό μου να πιω μια Paloma»

Το Barro Negro βρήκε τον δρόμο προς τα 100 κορυφαία μπαρ του πλανήτη και κατάφερε να κάνει ακόμα και τους πιο δύσπιστους να δουν την τεκίλα με άλλο μάτι. «Εξαιρετικά παιδιά ο Γιώργος Καβακλής και ο Στέλιος Παπαδόπουλος, έφτιαξαν ένα πολύ ωραίο μαγαζί δίνοντας βάση στις τεκίλες. Είναι ένα από τα αγαπημένα μου για μετά τη δουλειά, ειδικά αν έχω στο μυαλό μου να πιω μια Paloma. Πώς λες “σήμερα θέλω να φάω ψάρι” και σου έρχονται στο νου συγκεκριμένα εστιατόρια, έτσι είναι και με το Barro Negro όταν λες “σήμερα θέλω να πιω μια ωραία Μαργαρίτα, μία Paloma ή μια τεκίλα”. Είναι fun, έχει ζωή κι έτσι το επιλέγω όταν είμαι σε αυτό το mood».

Στα μαγαζιά που προτιμά ο Άρης, τον πρώτο λόγο φαίνεται να τον έχουν οι άνθρωποί τους. Σε κάθε στάση, δεν παραλείπει να αναφέρει τα ονόματα των δημιουργών· άλλωστε είναι ωραίο να ξεχωρίζουν οι ανθρωποκεντρικές επιχειρήσεις στις γειτονιές και το Σύνταγμα δεν αποτελεί εξαίρεση.

«Ένα μαγαζί είναι το προϊόν και οι άνθρωποι. Μερικές φορές, αυτό το προϊόν μπορείς να το βρεις παντού, οπότε ο άνθρωπος έχει μεγαλύτερη σημασία. Ύστερα, είναι το κομμάτι που κάποιος μεταποιεί ένα προϊόν που δεν μπορείς να το βρεις αλλού» αναφέρει ο Έλληνας σομελιέ.

Για να εξηγήσει ακριβώς τι πιστεύει λίγο παρακάτω: «Στη φάση που είμαστε λίγο πολύ όλοι τώρα, με το fine eating και drinking και το green living, εστιάζουμε στο να τρώμε καλύτερα και να πίνουμε καλύτερα. Και όταν διαθέτεις συγκεκριμένες ώρες για να περάσεις καλά, πρέπει να διαλέξεις πολύ προσεκτικά που θα πας, σε ποιους ανθρώπους και ποιες επιχειρήσεις θα υποστηρίξεις».

Το OneCity είναι ο νέος οδηγός της Αθήνας. Γειτονιές, πρόσωπα, εστιατόρια και street food, τάσεις και αφίξεις σε διασκέδαση και πολιτισμό. Ό,τι συμβαίνει στην πόλη βρίσκεται στο OneCity by OneMan!