Τελικά, μας νοιάζει να τρώμε σε ένα καινούργιο ή σε ένα καλό εστιατόριο;
Χρεαζόμαστε τη φρεσκάδα, την ανανέωση και την καινούργια ματιά, είναι σίγουρο. Όμως νομίζω ότι ρωτάμε πιο συχνά «τι είναι καινούργιο», από το «τι είναι καλό».
- 20 ΦΕΒ 2025
Φέρνω στο μυαλό μου την Παλιά Αθήνα στη Θεσσαλονίκη όταν σκέφτομαι τι σημαίνει ένα καλό εστιατόριο. Βρίσκεται για περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες σε έναν ήσυχο δρόμο της Κάτω Τούμπας και ταϊζει νόστιμα και με συνέπεια τους επισκέπτες του.
Με την ίδια αγάπη φέρνω στο μυαλό μου και το Τοστ Σπέσιαλ, το ιστορικό τοστάδικο της πόλης απέναντι από το Ράδιο Σίτι που συμπληρώνει πενήντα χρόνια. Την αγαπώ τη Θεσσαλονίκη για το φαγητό της, νιώθω ότι υπάρχει ακόμα μία αυθεντικότητα που στην Αθήνα μοιάζει τόσο δύσκολο να τη βρεις. Ειδικά όταν κάθε εβδομάδα προστίθεται και μία καινούργια άφιξη.
Χρεαζόμαστε τη φρεσκάδα, την ανανέωση και την καινούργια ματιά, είναι σίγουρο. Όμως νομίζω ότι ρωτάμε πιο συχνά «τι είναι καινούργιο», από το «τι είναι καλό». Το χαρακτηριστικό «νέα άφιξη» έγινε πρότυπο: περιγραφές για τα νέα καυτά εστιατόρια που δείχνουν τον χώρο, μιλούν για το concept και το design, λένε πώς μοιάζει το φαγητό, αλλά όχι αν είναι καλό στην πραγματικότητα. Και η βιομηχανία προσαρμόστηκε στην επιφανειακότητά μας. Νέα εστιατόρια δημιουργούνται για να πουλήσουν στο Instagram και τα μίντια και όχι για να σερβίρουν ουσιαστικό φαγητό.
Πιάτα που έχουν σχεδιαστεί για να φωτογραφηθούν παρά να φαγωθούν, άνθρωποι που δεν έχουν ιδέα από τον χώρο της εστίασης αλλά έχουν κοινό στα social media και φίλους με επιρροή, ιδέες που δεν πληρούν τις νόμιμες προϋποθέσεις μιας επιχείρησης και πατούν στην ανάγκη μας να πηδήξουμε στο bandwagon της επόμενης τάσης.
Δεν τρώγαμε καλύτερα 15 χρόνια πριν, ίσα-ίσα έχουν γίνει εξαιρετικά βήματα. Απλώς ας είμαστε ειλικρινείς, έχει ξεκινήσει ένας αγώνας νέων αφίξεων που ο μέσος κάτοικος αυτής της πόλης δεν μπορεί να ακολουθήσει.
Προφανώς αυτά τα μαγαζιά απευθύνονται σε μεγάλο βαθμό σε τουρίστες και digital nomads που βρίσκουν ακόμα την Αθήνα τη Γη της Επαγγελίας. Για όλους τους υπόλοιπους όμως είναι αδιανόητο να τρώμε έξω 3 και 4 φορές την εβδομάδα και να πληρώνουμε το λιγότερο 30 ευρώ το άτομο. Αφού λοιπόν αυτά τα εστιατόρια απευθύνονται σε ένα άλλο κοινό, ίσως θα πρέπει να σκεφτούμε τι θέλουμε να κρατήσουμε τελικά για εμάς.
Χρειαζόμαστε εστιατόρια που εκτιμούν την ουσία, που βάζουν την ποιότητα του προϊόντος τους πάνω από την προώθησή του και δεν εξαργυρώνουν απλώς τη φήμη ενός σταρ – σεφ. Που είναι αξιόπιστα και η εξυπηρέτηση βασίζεται στην εκπαίδευση και τα πρωτόκολλα, όχι απλώς στην πρόσληψη ελκυστικών ανθρώπων που έρχονται και φεύγουν. Μια καλύτερη ερώτηση για να ξεκινήσουμε είναι: «Μας ενδιαφέρει να πάμε σε ένα νέο εστιατόριο ή ένα καλό εστιατόριο;».
Ναι, τα νέα εστιατόρια χρειάζονται την υποστήριξη του κοινού για να ευδοκιμήσουν. Αλλά αν προσεγγίζεις το φαγητό ως κάτι αξιόλογο, είναι κρίμα να ξοδέψεις τα χρήματά σου απλώς και μόνο για να ακολουθήσεις την τάση. Και αν πρόκειται για αυτές τις όχι και τόσο συχνές περιπτώσεις που ένα νέο εστιατόριο είναι πραγματικά καλό, θα υπάρχει ακόμα σε έξι μήνες. Και θα είναι καλύτερο.