Κάμερες σε κάθε γειτονιά: Γιατί είναι πρακτικά και νομικά αδύνατο μέτρο
Μιλήσαμε με τον νομικό Βασίλης Σωτηρόπουλος, που έχει εμπειρία σε ζητήματα Προστασίας Προσωπικών Δικαιωμάτων. Ποια προβλήματα θα προκύψουν εάν πράγματι αποπειραθεί ο Δήμος Αθηναίων να εγκαταστήσει κάμερες ασφαλείας σε επίπεδο γειτονιάς;
- 12 ΟΚΤ 2023
«Δεν υπάρχει αριστερή και δεξιά ασφάλεια, μία είναι η ασφάλεια», ακούσαμε από τους τηλεοπτικούς δέκτες, κατά τη διάρκεια του χθεσινοβραδινού debate μεταξύ των δύο υποψηφίων για τη δημαρχία του Δήμου Αθηναίων, πράγμα το οποίο είχε ήδη διαψευστεί απ’ τις αντικρουόμενες θέσεις που είχαν εκφράσει για τον τρόπο με τον οποίον σκοπεύουν να πετύχουν μεγαλύτερο αίσθημα ασφάλειας στους δημότες. Μήλο της έριδος μεταξύ των δύο υποψηφίων αποτέλεσε το πλάνο εγκατάστασης καμερών ασφαλείας στον δημόσιο χώρο:
Επικαλούμενος περιπτώσεις όπως του Λονδίνου και της Νέας Υόρκης, ο Κώστας Μπακογιάννης ανέφερε ότι –σε συνεννόηση με τον υπουργό Γ. Οικονόμου– σκοπεύει να τοποθετήσει «κάμερες σε 750 σημεία της πόλης για την ασφάλεια», ενώ από πλευράς του ο Χάρης Δούκας επέμεινε ότι «οι κάμερες δεν είναι προτεραιότητά μου». Να επισημάνουμε ότι η συζήτηση αυτή έρχεται σε συνέχεια της ανακοίνωσης του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη (που έγινε αρχές του Οκτωβρίου) για τις επτά νέες προτεραιότητες σχετικά με την ασφάλεια των πολιτών, ανάμεσα στις οποίες ήταν και η τοποθέτηση (ισόποσων) καμερών σε όλη την Περιφέρεια Αττικής για «τροχαία ζητήματα όσο και την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας».
Υπάρχει μια κομβική αναντιστοιχία ανάμεσα στις δύο ανακοινώσεις: από το υπουργείο ΠΡΟ.ΠΟ δίνεται η εικόνα για νέες κάμερες τροχαίας, συνεπικουρικές στις υπάρχουσες, ενώ από τον υποψήφιο δήμαρχο λογίζονται ως κάμερες σε επίπεδο γειτονιάς. Ότι οι κάμερες αυτές θα τοποθετηθούν σε σημεία και περιοχές για τη μείωση της παραβατικότητας, και μάλιστα με εμπλοκή του Δήμου Αθηναίων.
«Δεν είναι αρμοδιότητα του δήμου οι κάμερες στις γειτονιές»
«Αυτό είναι από κάθε άποψη ανέφικτο», απαντά με βεβαιότητα ο νομικός Βασίλης Σωτηρόπουλος. «Δεν έχει αρμοδιότητα ο δήμος να εγκαταστήσει κάμερες σε δημόσιους και κοινόχρηστους χώρους». Από τη διάκριση των εξουσιών –η οποία συνταγματικά ορίζεται με το άρθρο 26– γνωρίζουμε ότι «η εκτελεστική λειτουργία ασκείται από την κυβέρνηση και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, όχι τους δήμους». Η δυνατότητα επιτήρησης ενός οποιουδήποτε δήμου αρχίζει και τελειώνει στις υποδομές που έχει υπό την αρμοδιότητά του, όπως μου εξηγεί: το δημαρχείο, τα δημοτικά ιατρεία, τα δημοτικά γυμναστήρια κοκ. Στα δημοτικά ακίνητα, δηλαδή.
Και αυτό γιατί ο δήμος φέρει αρμοδιότητα μόνο για την προστασία της δικής του περιουσίας, της ασφάλειας του ανθρώπινου δυναμικού που απασχολεί, όπως και των πολιτών που χρησιμοποιούν τις συγκεκριμένες υποδομές. Οποιαδήποτε παραπάνω πρωτοβουλία είναι καταχρηστική και είναι βέβαιο ότι θα οδηγηθεί σε νομικό αδιέξοδο.
Ένα παράδειγμα από την ιστορία της Αθήνας;
«Το 1998, η δημαρχία Αβραμόπουλου σκόπευε να προχωρήσει σε εφαρμογή συστήματος ηλεκτρονικά ελεγχόμενης στάθμευσης (προτού ακόμη περάσει η αρμοδιότητα αυτή στη δημοτική αστυνομία) και τελικά ακυρώθηκε το σχέδιο από 1943/1998το ΣτΕ ως αντισυνταγματικό (1943/1998)». Το ίδιο προβλέπει ο δικηγόρος να συμβεί σε περίπτωση που η δημαρχία Μπακογιάννη προχωρήσει στο σχέδιο εγκατάστασης καμερών στον δημόσιο χώρο αυτοβούλως, ζημιώνοντας τα δημόσια ταμεία με τα κόστη των εποπτικών συστημάτων.
«Θα ακυρωθεί από το ΣτΕ λόγω GDPR»
Ο Βασίλης Σωτηρόπουλος είναι ο δικηγόρος στον οποίον είχε ανατεθεί –κατόπιν διαγωνισμού– το 2018 όλη η διαδικασία συμμόρφωσης του Δ. Αθηναίων στις νέες διατάξεις του GDPR. «Σύμφωνα με τη νομοθεσία για τα Προσωπικά Δικαιώματα, δεν έχεις το δικαίωμα να λάβεις μέτρα συλλογής προσωπικών δεδομένων, εάν πρότερα δεν έχει εκπονηθεί εκτίμηση αντικτύπου (άρθρο 35 παρ. 1 του ΓΚΠΔ). Προτού τοποθετήσεις τις κάμερες, δηλαδή, πρέπει πρώτα να εξεταστούν διεξοδικά τα δικαιώματα και οι ελευθερίες των φυσικών προσώπων που βάλλονται, τον βαθμό αναγκαιότητας κοκ».
Η γενική αρχή είναι ότι «εάν δεν υπάρχει ηπιότερο μέτρο, κάτι το οποίο να μην περιλαμβάνει συλλογή προσωπικών δεδομένων, τότε μόνο δικαιολογείται η εγκατάσταση συστήματος καταγραφής». Με άλλα λόγια, οι κάμερες είναι η ύστατη λύση, εφόσον έχουν εξαντληθεί όλες οι υπόλοιπες. Και σε περίπτωση που αποβεί άκαρπη ή αβέβαιη η εκτίμηση αντικτύπου, «είσαι υποχρεωμένος να προχωρήσεις σε διαβούλευση για το ζήτημα της προστασίας προσωπικών δεδομένων».
Να επιστρέψουμε σε παράδειγμα από την ιστορία της Αθήνας;
Το 2009, η δημαρχία Κακλαμάνη, με τον ίδιο ακριβώς στόχο και το ίδιο επιχείρημα –την πρόβλεψη της παραβατικότητας μέσω συστημάτων καταγραφής–, αποφασίζει να εφαρμόσει πιλοτικά ένα πρόγραμμα επιτήρησης σε παιδικές χαρές («σκοπός είναι η προστασία των εγκαταστάσεων και των παιδιών»). Πρόκειται για ακίνητα που βρίσκονται στην αρμοδιότητα του δήμου, οπότε εκ πρώτης όψεως έχει το νόμιμο δικαίωμα, στο όνομα της προστασίας της περιουσίας του και των πολιτών που τη χρησιμοποιούν.
Ωστόσο, η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων αποφάνθηκε ότι «η λειτουργία κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης στις παιδικές χαρές του Δήμου Αθηναίων όταν αυτές λειτουργούν και είναι προσβάσιμες στο κοινό δεν επιτρέπεται». Το μέτρο επετράπη τελικά πιλοτικά, σε δέκα παιδικές χαρές και για έναν χρόνο, αποκλειστικά εκτός ωραρίου. Και έπειτα, δεν ανανεώθηκε, καθότι υπήρχε η δέσμευση εκ μέρους του δήμου «να υποβάλει στην Αρχή συγκριτική μελέτη για την αποτελεσματικότητα και την αναλογικότητα του συστήματος μετά την πάροδο της δοκιμαστικής λειτουργίας».
Ανάλογα άδοξο τέλος μπήκε πρόσφατα σε πρωτοβουλία του Δήμου Παλλήνης να εγκαταστήσει συστήματα βιντεοεπιτήρησης στις σχολικές μονάδες και στις παιδικές χαρές του. η Αρχή εξέτασε αυτεπάγγελτα την απόφαση και την έκρινε παράνομη.
Πόσο μάλλον σήμερα, που έχουμε περάσει στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης και εγείρονται διεθνώς ερωτήματα για τα δεδομένα που συλλέγονται απ’ τα εργαλεία επιτήρησης.
«Σε κάθε περίπτωση, είναι κομβικό το λογισμικό με το οποίο θα είναι εξοπλισμένες οι (οποιεσδήποτε) κάμερες επιτήρησης σε δημόσιο χώρο: υπάρχει, ας πούμε, το ενδεχόμενο κατάρτισης προφίλ στις μέρες μας, μέσω του οποίου συλλέγονται big data από το πλήθος και με τη βοήθεια της ΤΝ δημιουργείται αυτοματοποιημένα φάκελος αρχείου για κάθε άτομο ξεχωριστά».