Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφιδας
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Εύα Κοτανίδη, σε ποιον θα έστελνες «αγαπητέ μου, μήπως είσαι μ@λάκας;»

Η Eλληνογαλλίδα ηθοποιός και τραγουδίστρια, κόρη του αείμνηστου Γιώργου Κοτανίδη, ανεβάζει την παράσταση με τον πιο ιντριγκαδόρικο τίτλο της χρονιάς: τη θεατρική μεταφορά του ανατρεπτικού, φεμινιστικού έργου της Virginie Despentes, Αγαπητέ Μ@λάκα στο Μικρό Γκλόρια.

Μπορεί τα κλασικά κείμενα που κατατάσσονται στα αριστουργήματα του θεάτρου και της λογοτεχνίας να χαίρουν δημοφιλίας σε κάθε εποχή, ωστόσο η γνωριμία με νέα έργα είναι πάντα ενδιαφέρουσα και γοητευτική. Σε αυτά που παρουσιάζονται φέτος για πρώτη φορά στην αθηναϊκή σκηνή ανήκει και εκείνο με τον πιο ιντριγκαδόρικο τίτλο της θεατρικής σεζόν: το Αγαπητέ Μ@λάκα της Virginie Despentes. Για να ακριβολογούμε, ανεβαίνει για πρώτη φορά στη σκηνή γενικά. Είναι η παγκόσμια θεατρική του πρεμιέρα και λαμβάνει χώρα στη σκηνή του Μικρού Γκλόρια.

Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα, που γράφτηκε μόλις το 2022, έγινε μπεστ σέλερ (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Στερέωμα) και φέρει την υπογραφή της συγγραφέως, που έχει χαρακτηριστεί ως το απόλυτο φαινόμενο της σύγχρονης αντισυμβατικής γαλλικής λογοτεχνίας. Ανατρεπτική, προκλητική, παθιασμένη, τρυφερή και απολύτως μη πολιτικά ορθή, η 55χρονη Virginie Despentes έγραψε το 1993 το βιβλίο Rape Me, όπου αποκάλυψε και μίλησε για τον βιασμό της. Επτά χρόνια μετά, γύρισε την ταινία Baise-moi, την κινηματογραφική μεταφορά του βιβλίου που λογοκρίθηκε στα σινεμά της Γαλλίας.

Το να συστηθεί το αθηναϊκό κοινό με τη Γαλλίδα συγγραφέα ήταν ιδέα της Εύας Κοτανίδη, που κρατά τον έναν από τους τρεις ρόλους. Μαζί με τον Σωτήρη Καραμεσίνη, ο οποίος ανέλαβε τη σκηνοθεσία, έκαναν τη δραματουργία και τη θεατρική διασκευή του Αγαπητέ Μ@λάκα, βασισμένοι στη μετάφραση του Γιώργου Καράμπελα.

«Το βιβλίο της Despentes μιλάει για όλα όσα έχουμε περάσει και μας έχουν απασχολήσει και προβληματίσει τα τελευταία χρόνια ανεξαρτήτως φύλου. Για να μας πει τελικά ότι μόνο μέσα από το διάλογο και την επικοινωνία, θα μπορέσουμε να βρούμε την ισορροπία και να καταλάβουμε καλύτερα ο ένας τον άλλο», υπογραμμίζει η Eλληνογαλλίδα ηθοποιός -και τραγουδίστρια από το 2006- με σπουδές στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και μεταπτυχιακές στο Παρίσι, με μία μακρά πορεία στο θέατρο, στην τηλεόραση και στο σινεμά, με δεκάδες μεταφράσεις θεατρικών έργων από τα γαλλικά και τα αγγλικά στα ελληνικά, με voice over σε πολλές διαφημίσεις, αφηγήσεις και ντοκιμαντέρ. 


Η Εύα Κοτανίδη, όπως προδίδει το επώνυμό της, είναι η κόρη του αείμνηστου και αγαπημένου ηθοποιού, σκηνοθέτη και συγγραφέα Γιώργου Κοτανίδη (1945-2020). Όταν κάποια στιγμή τη ρώτησα για τον πατέρα της και όλα εκείνα τα μικρά και μεγάλα πράγματα που της έμαθε για το θέατρο και την υποκριτική, κάπως έχασε τα λόγια της. «Με έμαθε να κάνω δικές μου δουλειές, που να έχουν να προτείνουν πράγματα στον κόσμο. Να μη χάνω ποτέ την αίσθηση της ομαδικότητας στη δουλειά μας, γιατί το θέατρο είναι ομαδικό σπορ. Τέλος, με έμαθε ότι όταν μια παράσταση είναι καλή και τη φτιάχνεις με σεβασμό και συνέπεια δεν μπορεί παρά να βρει το κοινό της και να αγκαλιαστεί από τον κόσμο».

Αυτό ευελπιστεί να συμβεί και με το Αγαπητέ Μ@λάκα.


Πότε ήρθες για πρώτη φορά σε επαφή με την Virginie Despentes; 

Όταν ζούσα ακόμα στο Παρίσι και έπιασα στα χέρια μου το King Kong Theory που ήταν το δεύτερο βιβλίο της. Κόλλησα. Το σκεφτόμουν συνέχεια. Είναι ένα φεμινιστικό μανιφέστο που με βοήθησε να καταλάβω πολλά πράγματα γύρω από το γυναικείο ζήτημα ευρύτερα αλλά κυρίως με έκανε να σκεφτώ τι γυναίκα θέλω να είμαι και πόσα χρειάζεται να αλλάξουν στον κόσμο μας για να μπορούμε να μιλάμε για ουσιαστική ισότητα των φύλων.

Τι σε γοήτευσε σε εκείνη; 

Η Despentes μιλάει άμεσα, ωμά, όπως σκέφτεται. Θίγει θέματα που όλοι μας σκεφτόμαστε και δεν τολμάμε να «βάλουμε στο τραπέζι». Εκείνη τα βάζει, χωρίς καμία πολιτική ορθότητα. Μας μιλάει όπως θα μιλούσε στους φίλους της. Μας απευθύνεται χωρίς να κρύβεται πίσω από την πένα της ή το ρόλο της συγγραφέως. Επινοεί ιστορίες μέσα από την καθημερινότητα για να μιλήσει για όλα όσα μας απασχολούν, για όλα όσα πιστεύει ότι πρέπει να ειπωθούν.

Γιατί επέλεξες λοιπόν το Αγαπητέ Μ@λάκα; Για ποια πράγματα μιλάει τα οποία θέλησες να φέρεις στη σκηνή;

Σε αυτό το μυθιστόρημά της μιλάει σχεδόν για τα πάντα. Κυρίως όμως αναπτύσσει, μέσα από την αλληλογραφία δυο ανθρώπων, τις κοινωνικές τάσεις της εποχής μας: εθισμοί, Internet, social media, MeToo, φεμινισμός, πατριαρχικό σύστημα, παρενόχληση, θηλυκότητα, αρρενωπότητα, κακοποίηση, κορονοϊός, καραντίνες, φιλία. 

Δύο άνθρωποι που νιώθουν μόνοι αρχίζουν να μιλούν μεταξύ τους, για όλα. Τολμούν να αποκαλυφθούν ο ένας στον άλλο, τολμούν την εγγύτητα και κερδίζουν μια φιλία που τους αλλάζει τη ζωή. Επηρεάζουν ο ένας τον άλλον σε βαθμό που καταφέρνουν να εξελιχθούν και οι δυο προς το καλύτερο. 

Το βιβλίο της Despentes μιλάει για όλα όσα έχουμε περάσει και μας έχουν απασχολήσει και προβληματίσει τα τελευταία χρόνια ανεξαρτήτως φύλου. Για να μας πει τελικά ότι μόνο μέσα από το διάλογο και την επικοινωνία, θα μπορέσουμε να βρούμε την ισορροπία και να καταλάβουμε καλύτερα ο ένας τον άλλο.

«Οι Επικίνδυνες σχέσεις στη μεταμοντέρνα τους εκδοχή, κόντρα σε κάθε πολιτική ορθότητα». Έτσι διάβασα ότι χαρακτηρίζουν το Αγαπητέ Μ@λάκα. Ποια η σχέση του με το κλασικό αριστούργημα του Choderlos de Laclos, που έγινε ταινία το 1988 από τον Stephen Frears;

Η σχέση των ηρώων μας είναι επιστολική. Για την ακρίβεια, είναι ιντερνετική. Ένας άντρας και μια γυναίκα, με αφορμή μία τρίτη νεότερη γυναίκα, όπως συμβαίνει και στις Επικίνδυνες σχέσεις, συζητούν για τον έρωτα, τα δυο φύλα και την κοινωνία της εποχής. 


Το περιεχόμενο της επικοινωνίας είναι διαφορετικό μιας και στην περίπτωση της Despentes οι ήρωες βοηθούν ο ένας τον άλλον να βγουν από τις θεματικές που τους εγκλωβίζουν, ενώ στην περίπτωση του de Laclos η σχέση της Μαρκησίας De Merteuil και του Valmont είναι απολύτως καταστροφική.

Το χαρακτηρίζουν επίσης και ως ένα «μετα-φεμινιστικό πανκ μυθιστόρημα». Δηλαδή; 

Πανκ είναι η ίδια η Despentes. H μουσική που διατρέχει τα βιβλία της είναι η πανκ και η ροκ. Έχει μια ροκ-πανκ γεύση η ατμόσφαιρα που δημιουργεί το soundtrack της, ο λόγος της. 

Μετα-φεμινιστικό, γιατί ενώ είναι η ίδια φεμινίστρια αμφισβητεί το κίνημα και την ακρότητα στην οποία έχει φτάσει σήμερα, ειδικά μετά το MeToo. Το αμφισβητεί και φτάνει στο συμπέρασμα ότι είμαστε το ίδιο «πολεμοχαρείς» με τους άντρες τελικά, γιατί ακόμα και μέσα στο φεμινιστικό κίνημα «σκοτώνονται» οι γυναίκες μεταξύ τους και διψούν να κυριαρχήσουν η μία πάνω στην άλλη. Λέει χαρακτηριστικά ότι «τα πολλά φεμινιστικά κινήματα σκοτώνουν το φεμινιστικό κίνημα» και άλλα πολλά που θα δείτε και θα ακούσετε στην παράσταση. 

Ουσιαστικά γι’ αυτό μου αρέσει η Despentes. Γιατί αμφισβητεί τον εαυτό της και όλα όσα πίστευε ως τώρα – και μιλά γι’ αυτό απροκάλυπτα.

Θα έλεγες ότι στο τέλος της ημέρας είναι ένα φωτεινό ή ένα σκοτεινό έργο; 

Ένα απολύτως φωτεινό έργο που μιλάει για τη δύναμη της φιλίας, της ανθρώπινης σύνδεσης και επικοινωνίας και ότι μόνο έτσι μπορούμε να βρούμε τη μέση ανάμεσα στα άκρα, την ισορροπία ανάμεσα στις ακραίες τάσεις της εποχής μας. Μέσα από τη συζήτηση, την κατανόηση και την αποδοχή. Όλοι έχουμε δίκιο, ο καθένας από την πλευρά του. Μόνο αν ακούσουμε και καταλάβουμε ο ένας τον άλλο «θα τη βγάλουμε καθαρή».


Ποια είναι η υπόθεση; 

Ένας γνωστός συγγραφέας έχει μόλις κατηγορηθεί για παρενόχληση, με αφορμή το κίνημα του ΜeToo. Μια πασίγνωστη ηθοποιός και πρώην sex symbol τρώει πέσιμο στο ίντερνετ επειδή έχει μεγαλώσει, έχει παχύνει κι έχει αφεθεί. Μια νεαρή βρίσκει «φωνή» μέσα από το ΜeToo και τα social media και κάνει φεμινιστικό ακτιβισμό με αφορμή την παρενόχληση που υπέστη κάποτε. Ο ιντερνετικός-γραπτός λόγος αυτών των τριών ανθρώπων θα τους φέρει κοντά και θα τους αλλάξει για τα καλά. 

Και η δική σου ηρωίδα; 

Εγώ παίζω την ηθοποιό και πρώην σύμβολο του σεξ, που είναι εθισμένη σε ουσίες, πενηνταρίζει, έχει μπει στην κλιμακτήριο, έχει αλλάξει εμφανισιακά και ξαφνικά δεν της προτείνει κανένας δουλειά. Δεν ασχολείται κανείς μαζί της, ενώ είχε μάθει να είναι όλη της τη ζωή στο επίκεντρο της προσοχής. Είναι η Ρεμπέκα Λατέ, που τα βρήκε όλα εύκολα στα επαγγελματικά της. Έκανε παγκόσμια καριέρα από 18 χρονών. Είναι κακομαθημένη. Είχε μάθει να ασχολούνται οι πάντες μαζί της και πάντα έκανε ό,τι ήθελε. Μέχρι που ο ηλικιακός ρατσισμός και η σκληρότητα της show business απέναντι στη γυναίκα που μεγαλώνει και γερνάει, θα την κάνουν να δει τη ζωή αλλιώς και να συνειδητοποιήσει πράγματα που δεν είχε σκεφτεί ποτέ.

Τι ενώνει αυτούς τους τρεις διαφορετικούς ανθρώπους και τι τους χωρίζει; 

Είναι και οι τρεις απελπιστικά μόνοι τους, είναι και οι τρεις εθισμένοι -με διαφορετικό τρόπο- και είναι και οι τρεις θύματα του συστήματος στο οποίο ζούμε.

Στο τέλος αποκαλύπτεται ποιος από τους τρεις είναι τελικά ο Αγαπητός Μ@λάκας; Ή αυτό δεν έχει τόση σημασία;

Δεν έχει καμία σημασία. Αγαπητοί Μ@λάκες μπορούμε να είμαστε -και είμαστε, γινόμαστε- όλοι, χωρίς να το θέλουμε. Ζούμε σε ένα σύστημα που μας ωθεί προς τα εκεί και αργά ή γρήγορα πέφτουμε όλοι στην παγίδα.

Πού θα έστελνες τη φράση «Αγαπητέ Μ@λάκα»;

Παντού και πουθενά. Είναι αρκετές οι περιπτώσεις ανθρώπων που θέλω να τους πω: Αγαπητ@ μου, μήπως είσαι λίγο μ@λάκας;


Τι μας κάνει λιγότερο μαλάκες στην καθημερινότητά μας, στη ζωή μας;

Το να σκεφτόμαστε λίγο περισσότερο το bigger picture κι όχι μόνο την πάρτη μας. Να συναισθανόμαστε, να προσπαθούμε να καταλάβουμε κάτι περισσότερο από τα προφανή, να είμαστε κάθε μέρα και λίγο καλύτεροι με τους άλλους, για τους άλλους, το να μην κοιτάζουμε μόνο τον εαυτό μας.

Και τι πολύ μαλάκες;

Το λέει η λέξη από μόνη της. Το να «αυνανιζόμαστε» και να ασχολούμαστε διαρκώς και μόνο με τον «αυνανισμό» μας (μεταφορικά μιλώντας), χωρίς να συνειδητοποιούμε τι επίδραση μπορεί να έχει αυτό στους άλλους.

Πιστεύεις ότι θα έρθει να σας δει και κόσμος που δεν έχει ιδέα για το έργο και απλά του έκανε κλικ ο τίτλος; 

Εννοείται. Πολλές φορές και μόνο που λέω τον τίτλο μου λένε «το αγοράζω» ή «θα έρθω οπωσδήποτε» ή «μιλάει ήδη στην καρδιά μου». Έχει πλάκα όμως το πώς μια λέξη που χρησιμοποιούμε αμέτρητες φορές όλοι μας, καθημερινά, όταν γίνεται τίτλος έργου λειτουργεί διαφορετικά. Δεν μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε στο ίντερνετ χωρίς να βάλουμε το παπάκι (@) για παράδειγμα γιατί μας περνάει ο παγκόσμιος ιστός από «λογοκρισία» και μας κόβει. Από την άλλη, μπορεί να λειτουργήσει και αποτρεπτικά για κάποιους θεατές, ακριβώς επειδή είναι μία λέξη-βρισιά.

Να τονίσω όμως ότι η Despentes χρησιμοποιεί τον τίτλο πολύ πιο τρυφερά απ’ ό,τι φαίνεται. Αναφέρεται σε όλους εμάς που, ζώντας σε μια κοινωνία, παίζουμε διάφορους ρόλους χωρίς να το θέλουμε και γινόμαστε Μ@λάκες, χωρίς να είναι η πρόθεση μας.


***

Αγαπητέ μ@λάκα

Μετάφραση: Γιώργος Καράμπελας 

Δραματουργία – Θεατρική διασκευή: Σωτήρης Καραμεσίνης-Εύα Κοτανίδη 

Βασισμένο σε μια ιδέα της Εύας Κοτανίδη 

Σκηνοθεσία: Σωτήρης Καραμεσίνης 

Σκηνογραφία: Σωτήρης Καραμεσίνης 

Κοστούμια: Κατερίνα Μαργαρίτη 

Μουσική επιμέλεια: Νίκος Ασημάκης-Music Art Lab Art Direction: Γιάννης Λώλης 

Φωτογραφίες: Πάτροκλος Σκαφιδας 

Επικοινωνία: Άρης Ασπρούλης 

Εκτέλεση παραγωγής: Αναστασία Παπαγεωργίου-Τέχνης Πολιτεία

Παραγωγή: Musarte & Σαλτιμπάγκoι 

Ερμηνεύουν (αλφαβητικά): Μυρτώ Γκονη, Εύα Κοτανίδη, Ορέστης Τζιόβας

Η παράσταση πραγματοποιείται υπό την αιγίδα του Γαλλικού Ινστιτούτου Ελλάδος. 

Η παράσταση είναι ακατάλληλη για θεατές κάτω των 16 ετών.

Info: Θέατρο Μικρό Γκλόρια (Ιπποκράτους 7, Αθήνα). Τετάρτη 18:00 & 21:00 Πέμπτη 21:00Προπώληση εδώ.

Exit mobile version