ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Η Κατερίνα Πατσιάνη παίζει σε ένα σκοτεινό παραμύθι με πικρό happy end

Η ηθοποιός είναι από τους πρωταγωνιστές της παράστασης Το Σχολείο των Γυναικών του Μολιέρου, που παρουσιάζεται στο Εθνικό Θέατρο. 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ

Σε μία παλαιότερη συνέντευξή μας, το 2019 με αφορμή την παράσταση Ο αγνός εραστής σε σκηνοθεσία Άρη Λάσκου στο Θέατρο Νέου Κόσμου, η Κατερίνα Πατσιάνη μου είχε συστηθεί ως εξής: «Γεννήθηκα στη Βοστόνη της Μασαχουσέτης. Ζω εδώ και πολλά χρόνια στην Αθήνα. Είμαι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου και του τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας (γλωσσολογία) του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. 

Μικρή ήθελα να γίνω διάφορα, ανάλογα την ηλικία και τις ανάγκες μου. Δασκάλα, μπασκετμπολίστρια, πράκτορας του FBI, πιλότος αεροσκαφών, ναύτης, μουσικολόγος. Όλα αυτά τα φαντασιωνόμουν. Ήταν μέσα στο κεφάλι μου. Πάνω από όλα όμως ηθοποιός».

Και τότε και τώρα, στη δεύτερη συνάντησή μας, υπογράμμισε κατά τη διάρκεια της κουβέντας μας το ίδιο πράγμα: το να γίνει ηθοποιός ήταν θέμα ανάγκης και διαφυγής. «Υπήρξε μια ανάγκη να ξεφύγω από ένα δύσκολο κομμάτι της ζωής μου και η υποκριτική και το θέατρο ήρθαν σαν σωτηρία».

Με συνεργασίες με το Εθνικό Θέατρο, το Τέχνης, το Πορεία, το Πόρτα, μεταξύ άλλων και με σκηνοθέτες όπως οι Βασίλης Παπαβασιλείου, Γιωργής Τσουρής, Γιάννης Μόσχος, Λυδία Κονιόρδου, η Κατερίνα Πατσιάνη μετράει μία σημαντική διαδρομή στο σανίδι. Από τις τελευταίες της παραστάσεις ήταν το Πόθεν Έσχες της ομάδας 4Frontal και το βραβευμένο πρόσφατα από την Ελληνική Ένωση Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών (ΕΛ.Ε.Κ.ΘΕ.Π.ΤΕ) Tank/Όλη νύχτα εδώ της ομάδα RMS MATAROA που ανέβηκε την περασμένη άνοιξη για την 50η επέτειο του Πολυτεχνείου και επαναλήφθηκε για μία μόνο φορά, την Κυριακή, ανήμερα της 17ης Νοεμβρίου. 


Τη φετινή σεζόν, η Κατερίνα ανήκει στο θίασο της παράστασης Το Σχολείο των Γυναικών του Μολιέρου, που παρουσιάζεται από το Εθνικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία του Αλέξανδρου Μυλωνά.

Η Κατερίνα Πατσιάνη μαζί με τον Γιάννη Μπέζο και τον Στέλιο Ιακωβίδη στους ρόλους της Ζωρζέτ, του Αρνόλφου και του Αλαίν, αντιστοίχως.

«Η ιστορία μας είναι με έναν τρόπο αρχετυπική», αναφέρει και συνεχίζει: «Ένας ισχυρός άντρας, ο Αρνόλφος, μεγαλώνει και “εκπαιδεύει σύμφωνα με την πολιτική του” μία νεαρή κοπέλα, την Αγνή, από την ηλικία των 4 ετών με σκοπό να την κάνει σύζυγό του. Να πλάσει ο ίδιος την ιδανική εικόνα της συζύγου, που θα είναι υπάκουη, ενάρετη, πιστή στα συζυγικά της καθήκοντα. Δεν θα κοιτάζει αλλού, δεν θα καλλωπίζεται όταν βγαίνει έξω για να μην στοχοποιείται και γενικώς θα ανταποκρίνεται πλήρως στο μοντέλο της υποταγμένης γυναίκας.

Φυσικά, όλα θα ανατραπούν και η κοπέλα θα αναζητήσει την ελευθερία της. Θα ερωτευτεί έναν νεαρό, με αποτέλεσμα ο κεντρικός ήρωας να γελοιοποιηθεί, αφού αυτό που φοβόταν το βρίσκει τελικά μπροστά του. Η φύση, αδάμαστη, θα κάνει τη δουλειά της. Γύρω τους οι υπόλοιποι ήρωες συντελούν στο ξεδίπλωμα της αφήγησης και βάζουν το λιθαράκι τους στην κριτική των ηθών και στη γελοιοποίηση του πατριάρχη Αρνόλφου».

Με αυτό το έργο, πού ασκούσε κριτική ο Μολιέρος εκείνη την εποχή; 

Ο Μολιέρος έζησε στα μέσα του 17ου αιώνα στη Γαλλία, όπου δέσποζε η μορφή του Λουδοβίκου IV, του οποίου υπήρξε από ένα σημείο και μετά ευνοούμενος, εφόσον του παραχωρήθηκε το Palais Royal για το ανέβασμα των έργων του. Σαφώς απευθυνόταν τότε σε ευγενείς και αυλικούς, οι οποίοι θα έβλεπαν να αντικατοπτρίζονται στους ήρωές του. Ωστόσο, δεν ήταν και μακριά από τον λαό της Γαλλίας, αφού έζησε κοντά τους περιοδεύοντας σε νεαρότερη ηλικία για 13 χρόνια. Δεν ήταν αποκομμένος δηλαδή από την καθημερινότητα των ανθρώπων του μόχθου. Γνώρισε και επηρεάστηκε από τους κωμωδούς της κομέντια ντελ άρτε. 

Η απολυτότητα, η εξουσιομανία, η θρησκοληψία, η υποκρισία είναι λίγα από τα χαρακτηριστικά με τα οποία ασχολείται στα έργα του. Στο Σχολείο των Γυναικών άσκησε κριτική στον τρόπο διαπαιδαγώγησης της γυναίκας. Κυκλοφορούσε μάλιστα και ένα βιβλίο την εποχή εκείνη, το οποίο περιείχε συμβουλές περί των καθηκόντων της ενάρετης γυναίκας. Δεν πέρασε απαρατήρητο από τη ματιά του. Επίσης, η ανάγκη του να γελοιοποιήσει τον Αρνόλφο, έναν άνδρα που εξουσιάζει εγκλωβίζοντας ένα παιδί, είναι άξιο συζήτησης ακόμα και σήμερα, όχι μόνο για τη θέση της γυναίκας, της ελευθερίας των θηλυκοτήτων, αλλά εν γένει για την προσπάθεια χειραγώγησης της κοινωνίας.

Τρεισήμισι αιώνες μετά και ακόμα μιλάμε για όλα αυτά: για πατριαρχικά καθεστώτα, για τις γυναίκες που προσπαθούν να βρουν τη φωνή τους, για την αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος, γινόμαστε μάρτυρες γυναικοκτονιών.

Είμαστε θεωρώ σε ένα μεταίχμιο, που το αντιλαμβανόμαστε ως ένα περιβάλλον εχθρικό, σκοτεινό και είναι. Έρχονται στην επιφάνεια συμπεριφορές και πράξεις απάνθρωπες, φασιστικές, ρατσιστικές, σεξιστικές, προερχόμενες από ένα πατριαρχικό-καπιταλιστικό μοντέλο δόμησης της κοινωνίας με καμία ανοχή για το διαφορετικό. 

Υπάρχει μια ιδιώτευση που δεν βοηθάει, απομακρυνόμαστε από την κοινότητα και κοιτάμε το σπίτι μας. Είμαστε μάρτυρες γενοκτονίας. Είμαστε αυτή η γενιά κι αυτό δεν ξεγράφει, το κουβαλάμε.

Στο ερώτημα «θα αλλάξει ποτέ αυτός ο κόσμος;», βλέπεις το ποτήρι μισοάδειο ή μισογεμάτο; 

Φύσει το βλέπω μισοάδειο, θέσει μισογεμάτο και συνεχίζω.

Επιστρέφοντας στον Μολιέρο, Το Σχολείο των Γυναικών είναι κωμωδία. Παρουσιάζει όλα αυτά τα μεγάλα, σημαντικά ζητήματα με κωμικό τρόπο. 

Στον Μολιέρο άρεσε να «αρέσει». Θεωρούσε πολύ σημαντικό να γελάσει το κοινό. Αναπόφευκτα, όμως δημιούργησε πολέμιους, που του ασκούσαν έντονη κριτική για το έργο και τον βίο του. 

Το Σχολείο των Γυναικών μπορείς να το διαβάσεις μονοεπίπεδα και να μείνεις στο παραμύθι. Είναι όμως ένα αρκετά σκοτεινό παραμύθι και εμείς στην παράσταση το αναδεικνύουμε αυτό. Έχει ένα πικρό happy end – πικρό όχι μόνο για τον έκπτωτο ήρωα, τελικά.

Η δική μας παρουσίαση είναι μια παράσταση του Εθνικού Θεάτρου που θέλει να απευθυνθεί στο ευρύ κοινό, με την ουσιαστική έννοια. Ζητούμενο όλων ήταν πιστεύω να περάσουν οι θεματικές του έργου με τρόπο ανάλαφρα πικρό. Με σαφήνεια και φυσικά με οδηγό την έμμετρη μετάφραση της Χρύσα Προκοπάκη, που θέτει από μόνη της μια αισθητική κατεύθυνση.

Μέσα σε αυτή την αισθητική είναι και η μουσική που εκτελείται ζωντανά. Ποιος ο ρόλος της; 

Έχουμε επί σκηνής τους πέντε μουσικούς μας, οι οποίοι στη διάρκεια της παράστασης συνομιλούν οπτικά και ηχητικά μαζί μας. Παίζουν και αυτοί. Η μουσική ανιχνεύει τα ψυχικά τοπία των ηρώων και άλλοτε υπογραμμίζει, άλλοτε συνομιλεί με τη δράση, άλλοτε έχει ρόλο κωμικού προσδιορισμού της κίνησης των ηρώων. Ένα χαστούκι, ένα μύχιο αίσθημα του «κατ’ ιδίαν» που εκφράζει ο ήρωας, ένα τραγούδι, η ανάλαφρη κίνηση κάποιου ήρωα, όλα υποστηρίζονται από τη μουσική.

«Παίζω τη Ζωρζέτ, που δεν είναι ποτέ μόνη. Βρίσκεται στη διάρκεια του έργου πάντα σε δυαδική σχέση με τον Αλαίν, τον έτερο υπηρέτη του Αρνόλφου».

Και ο δικός σου ρόλος; 

Παίζω τη Ζωρζέτ, που δεν είναι ποτέ μόνη. Βρίσκεται στη διάρκεια του έργου πάντα σε δυαδική σχέση με τον Αλαίν, τον έτερο υπηρέτη του Αρνόλφου. Είναι όπως λέει ο Αρνόλφος «άνθρωποι απλοϊκοί», τους οποίους έχει βάλει κοντά στην Αγνή για να την προσέχουν. Είναι χαμηλής κοινωνικής τάξης όμως τους διακρίνει μία θαρραλέα αντιμετώπιση της ζωής, όπως συνηθίζουν οι λαϊκοί άνθρωποι, που δεν έχουν να χάσουν πολλά. 

Είμαι ουσιαστικά η έτερη γυναίκα του έργου. Η Αγνή είναι η νεαρή εκπαιδευόμενη του Αρνόλφου, εγκλωβισμένη, απαίδευτη με όμορφη ψυχή. Συνδέομαι μαζί της, παρόλο που δεν κατανοώ τον λόγο του εγκλωβισμού της. Ο Αρνόλφος είναι ο αφέντης, τον οποίο υπονομεύω με τον τρόπο μου. Μου φαίνεται παράλογη η συμπεριφορά του. Ο Αλαίν είναι η αδελφή ψυχή μου. 

Το Σχολείο των Γυναικών είναι και μία ερωτική ιστορία, μία ιστορία για την αγάπη που θριαμβεύει. Ο έρωτας νικάει πάντα ή αυτά συμβαίνουν μόνο στο θέατρο, στο σινεμά;

Θα πω ότι νικάει πάντα. Αυτό πιστεύω και θέλω να πιστεύω. Με ανακουφίζει η σκέψη ότι το καλό και αυτό που είναι να συμβεί θα συμβεί.

«Ο Αρνόλφος είναι ο αφέντης, τον οποίο υπονομεύω με τον τρόπο μου, καθώς μου φαίνεται παράλογη η συμπεριφορά του. Ο Αλαίν είναι η αδελφή ψυχή μου.».

***

Το Σχολείο των Γυναικών

Μετάφραση: Χρύσα Προκοπάκη

Σκηνοθεσία: Αλέξανδρος Μυλωνάς

Συνεργάτις σκηνοθέτρια-Κίνηση: Κατερίνα Φωτιάδη

Σκηνικά: Λουκάς Μπάκας, Φιλάνθη Μπουγάτσου

Κοστούμια: Άγγελος Μέντης

Μουσική: Θοδωρής Οικονόμου

Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου

Φωτισμοί: Βαλεντίνα Ταμιωλάκη

Στίχοι τραγουδιών: Φωτεινή Λαμπρίδη

Δραματολόγος παράστασης: Εύα Σαραγά

Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου

Βοηθός σκηνοθέτη: Εύη Νάκου

Β’ Βοηθός σκηνοθέτη: Μάγδα Καφκούλα

Βοηθός ενδυματολόγου: Αλεξάνδρα-Αναστασία Φτούλη

Παίζουν (με αλφαβητική σειρά): Στέλιος Ιακωβίδης, Μάγδα Καφκούλα, Λαέρτης Μαλκότσης, Γιάννης Μπέζος, Κατερίνα Πατσιάνη, Ελίνα Ρίζου, Δρόσος Σκώτης, Γιώργος Τζαβάρας, Αινείας Τσαμάτης

Μουσικοί επί σκηνής: Γιάννης Αγγελόπουλος, Μένιος Γούναρης, Παρασκευάς Κίτσος, Βαγγέλης Παρασκευαΐδης, Δημήτρης Χουντής

Info: Εθνικό Θέατρο Σκηνή Κοτοπούλη-ΡΕΞ (Πανεπιστημίου 48, Αθήνα). Τετάρτη στις 19.00, Πέμπτη και Παρασκευή στις 20.30, Σάββατο στις 17.30 και στις 20.3, Κυριακή στις 19.00. Προπώληση εδώ.