ΣΤΑ ΓΡΗΓΟΡΑ

Η Νεφέλη Μαϊστράλη έγραψε ένα έργο για τον Φώντα που ήθελε να ξεπεράσει τον Κοσκωτά

Μιλήσαμε με τη συγγραφέα και ηθοποιό για τη νέα παράσταση της ομάδας 4frontal, Πόθεν Έσχες, που ανεβαίνει προσεχώς στο Θέατρο Βεάκη.
Μετράει σχεδόν μία 15ετία ζωής και είναι από τις πιο ανήσυχες, παραγωγικές και ραγδαία ανερχόμενες ομάδες του ελληνικού θεάτρου. 

Μόνο τα τελευταία τέσσερα χρόνια, η 4frontal έχει παρουσιάσει δύο από τις πιο πολυσυζητημένες και sold out παραστάσεις που έχουμε δει στην αθηναϊκή σκηνή: τους Αριστερόχειρες που έτρεξαν φέτος για 3η χρονιά στο Θέατρο Μπέλλοςκαι τις Σπυριδούλες το περασμένο καλοκαίρι στην Πειραιώς 260, που σηματοδότησε την παρθενική εμφάνιση της ομάδας στο Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου.

Παράλληλα, δύο από τα μέλη της ομάδας, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Θανάσης Ζερίτης και η ηθοποιός και συγγραφέας Νεφέλη Μαϊστράλη παρουσίασαν τη φετινή σεζόν στο Θέατρο Πόρτα και σε παραγωγή του Θεάτρου Νέου Κόσμου, την Κακούργα Πεθερά, σε κείμενο της δεύτερης και σκηνοθεσία του πρώτου.

Και τα προαναφερθέντα δύο θεατρικά έργα φέρουν τη συγγραφική υπογραφή της Μαϊστράλη. Και τα τρία βασίζονται σε αληθινά ιστορικά γεγονότα, σε αληθινά εγκλήματα, σε αληθινές ιστορίες εκμετάλλευσης, σεξουαλικής κακοποίησης και πατριαρχικής συμπεριφοράς. 

Στο νέο έργο που υπογράφει με τίτλο Πόθεν Έσχες και θα ανεβάσει η ομάδα από τις 11 Μαΐου στο Θέατρο Βεάκη, σε σκηνοθεσία των Γιώτα Σερεμέτη και Κώστα Φιλίππογλου, παρουσιάζει κάτι λίγο διαφορετικό. Έγραψε μία πολιτική κωμωδία, που αφηγείται την κωμικοτραγική ιστορία ενός απατεώνα που εκμεταλλεύτηκε τις παθογένειες της μεταπολιτευτικής Ελλάδας και έγινε το σύμβολο μια ολόκληρης εποχής, η οποία συναντιέται με το σήμερα.


Νεφέλη, κάνε μας μία σύντομη εισαγωγή στην υπόθεση του Πόθεν Έσχες

Ο Φώντας Κουτελάνος, γεννημένος το 1959 στο χωριό Ξινό Νερό Φλωρίνης, είναι οδηγός νταλίκας και εργάζεται στο ομώνυμο εργοστάσιο, μεταφέροντας ανθρακούχα νερά στην πρωτεύουσα. Πλήρως από-πολιτικοποιημένος και γεμάτος όνειρα για εύκολο και γρήγορο πλουτισμό, όπως ορίζει η «πράσινη» εποχή, αρχίζει να διακινεί παράνομη βότκα από την τότε Γιουγκοσλαβία και να τη διοχετεύει στο μεγάλο νυχτερινό κέντρο των Αθηνών, «Προσκύνημα».

Εκεί, θα συνδεθεί με τον κομπιναδόρο Σάκη Μπούκουρα, τον λογιστή και μετέπειτα υπουργό Φίλιππα Γενναδίου και τη λουλουδού Κατρίνα από το Τσέρνομπιλ και μαζί, θα εμπλακούν σε μερικά από τα πιο πομπώδη οικονομικά και πολιτικά σκάνδαλα των τελευταίων τριάντα ετών. Ο Φώντας θα καταφέρει να γίνει μεγιστάνας, μέχρι που δίνεται εντολή άνωθεν για τη σύλληψή του και ξεκινά η αποκαθήλωση μιας ολόκληρης εποχής που φτάνει μέχρι τις μέρες μας.

Με λίγα λόγια, ποιος είναι ο Φώντας; 

Ο Φώντας είναι εκείνος που πήρε απόσταση από τις ιδεολογικές-πολιτικές συγκρούσεις των προηγούμενων γενιών και αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την «αλλαγή» στο έπακρο, όπως την ευαγγελίζονταν οι πολιτικοί των μεταπολιτευτικών χρόνων. Έχοντας στόχο το γρήγορο κέρδος και την αξιοποίηση των ευκαιριών που προσφέρονταν, χωρίς καμία ηθική αναστολή, έγινε το επιτυχημένο πρότυπο μιας ολόκληρης εποχής. Σε ηλικία μόλις 30 ετών, είδε στην τηλεόραση τον Γιώργο Κοσκωτά, τον λάτρεψε και θέλησε να τον ξεπεράσει.

Άρα πηγή έμπνευσης για τον ήρωα ήταν ένα υπαρκτό πρόσωπο; 

Δεν ήταν μονάχα ένα πρόσωπο, αλλά η νοοτροπία και οι παθογένειες μιας ολόκληρης χώρας. Τα οικονομικά και πολιτικά σκάνδαλα των τελευταίων ετών και οι πρωταγωνιστές τους.

Πώς γεννήθηκε στο μυαλό σου η ιδέα να γράψεις τη συγκεκριμένη ιστορία;

Ήθελα καιρό να γράψω μια ιστορία που να ξεκινά από τα 80s -ως δεκαετία-σταθμό- και να φτάνει μέχρι σήμερα, με σκοπό να διαχειριστώ ερωτήματα όπως: πώς φτάσαμε άραγε εδώ που φτάσαμε; Γιατί ανατρέχουμε συνεχώς σε αυτό το κοντινό παρελθόν, ως την αρχή του κακού; Σε τι συνίστανται οι εποχές που συνηθίζουμε να λέμε ότι εκεί διαμορφώθηκε η ταυτότητα του σύγχρονου Έλληνα;

Κάπως έτσι λοιπόν, πριν ενάμιση χρόνο περίπου -κι αφού είχαν δει την παράσταση Αριστερόχειρες– με προσέγγισαν ο Κώστας Φιλίππογλου και η Γιώτα Σερεμέτη. Με παρότρυναν να συνεργαστούμε σε μια νέα πολιτική κωμωδία. Συζητήσαμε για τα μεταπολιτευτικά χρόνια και το πλούσιο υλικό που μπορούμε να αντλήσουμε από εκεί, το ανοίξαμε στην ομάδα μου, τους 4frontal και ξεκίνησα να γράφω.


Γιατί Πόθεν Έσχες;

Η επιλογή του τίτλου έχει διττή σημασία. Αφενός, η παράσταση αφορά στο πώς ο Φώντας έκανε τα λεφτά που έκανε, οπότε εδώ η φράση αποδίδεται με τη συνηθισμένη, κυριολεκτική της σημασία. Δηλαδή, παραπέμπει στις περιουσίες επιφανών προσώπων και πώς τις απέκτησαν.

Αφετέρου, υπάρχει και μια μεταφορική λειτουργία ως προς τη συνολική κατάσταση της χώρας και από πού προήλθαν τελικά οι παθογένειες του σήμερα.

Ποια είναι η σχέση του τελευταίου σου έργου με τα προηγούμενα τρία: Αριστερόχειρες, Σπυριδούλες, Κακούργα Πεθερά;

Το σημείο σύμπτωσης των έργων είναι η έμπνευση τους από αληθινές ιστορίες και γεγονότα, με πρόταγμα το πολιτικό και κοινωνικό τους αποτύπωμα. Το Πόθεν Έσχες συνομιλεί περισσότερο με τους Αριστερόχειρες ως μια συνέχεια έρευνας και διαπραγμάτευσης περιόδων της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας που διαμόρφωσαν το παρόν μας. 

Στους Αριστερόχειρες, πυρήνας του έργου είναι ο Εμφύλιος και ο αντίκτυπός του στις επόμενες γενιές. Στο Πόθεν Έσχες, γίνεται ένα μεγάλο χρονικό άλμα -το οποίο κάποτε θέλω να το διαχειριστώ- και εκκινώ απ’ τη Μεταπολίτευση και έπειτα. 

Σε κάθε περίπτωση, ο τρόπος γραφής στο Πόθεν Έσχες είναι διαφορετικός σε σχέση με ό,τι έχω γράψει μέχρι στιγμής. 

Δηλαδή;

Η σκέψη ήταν να παραχθεί ένα υλικό με κινηματογραφική αισθητική, γρήγορες εναλλαγές τοπίων και κωμικά στοιχεία. Η διαδικασία για μένα ήταν απολαυστικότατη· όσον αφορά το αποτέλεσμα, μακάρι να το πετύχαμε.

Πώς θα έλεγες ότι το Πόθεν Έσχες επικοινωνεί με το σήμερα;

Ξεκινάμε από τα 80s και την ιδιαιτερότητά τους και φτάνουμε ευθέως σε γεγονότα του σήμερα. Διερευνούμε ανοιχτά τη σχέση των όσων συνέβησαν τότε με αυτά που συμβαίνουν τώρα. Είναι τρομακτικές οι ομοιότητες, αλλά διαφέρει ο τρόπος που επικοινωνούνται στον κόσμο. Δεν είναι αρχαία η ιστορία που λέμε· αντιθέτως, είναι πολύ κοντά μας, πολύ περισσότερο απ’ όσο θα θέλαμε. 

Εξάλλου, η σύλληψη του Φώντα και η αρχή της αφήγησης συμβαίνει σε ένα κοντινό παρόν, οπότε όλα τα στοιχεία επικοινωνούν με το τώρα.


Το πρόσημο των παραστάσεών σας είναι πολιτικό και ιστορικό. Τι άλλο σας χαρακτηρίζει ως 4Frontal;

Συνήθως τα έργα που επιλέγουμε ανήκουν στη νεοελληνική δραματουργία ή λογοτεχνία. Μας κινητοποιεί και μας εμπνέει η σύγχρονη παραγωγή νεοελληνικών έργων και προσπαθούμε να επενδύσουμε σ’ αυτήν. Επίσης, έχουμε ιδιαίτερη αγάπη για τη λογοτεχνία στο θέατρο. Μας αφορά η ιστορία και τα αληθινά γεγονότα, ενώ ψάχνουμε να κάνουμε κάτι που μας καίει και αναφέρετε ευθέως στο παρόν μας.

Και τι σας συνδέει ως ομάδα;

Έχουμε φτιάξει έναν κώδικα επικοινωνίας δεκατρία χρόνια τώρα, που στηρίζεται σε μια κοινή βιογραφία Όλοι μαζί ξεκινήσαμε να κάνουμε θέατρο και βήμα-βήμα, διαμορφώθηκαν οι δυναμικές της ομάδας και ο χαρακτήρας της. Βλέπουμε όλοι κομμάτι του εαυτού μας σ’ αυτήν.

Πώς έγινε η γνωριμία και η δημιουργία της ομάδας;

Ήμασταν όλοι συμμαθητές από το Ωδείο Αθηνών και όταν αποφοιτήσαμε το 2011, θελήσαμε να κάνουμε κάτι δικό μας. Έτσι, δημιουργήθηκε η 4frontal κι έκτοτε, προσπαθούμε κάθε χρόνο να κάνουμε παραστάσεις και να μεγαλώνουμε μαζί. Έχουμε περάσει πολλά, γνωριζόμαστε καλά, μοιραζόμαστε κοινούς προβληματισμούς, όνειρα και στόχους. Αυτά μας συνδέουν και συνεχίζουμε να υπάρχουμε.

Τι σου έχει αποκαλυφθεί μέσα από τη συλλογικότητα, από το να ανήκεις και να εργάζεσαι σε μία θεατρική ομάδα;

Το θέατρο είναι ομαδικό σπορ και το να μπορείς να το κάνεις με ανθρώπους που αγαπάς και είναι φίλοι σου, είναι μεγάλο προνόμιο. Εννοείται ότι έχει πολλές δυσκολίες, κυρίως οργανωτικού-παραγωγικού και βιοποριστικού χαρακτήρα, διότι η συνεχής λειτουργία μιας ομάδας έχει πολύ τρέξιμο και λίγες απολαβές. Όμως, η χαρά και η ικανοποίηση που αποκομίζεις, επικοινωνώντας αυτά που σε αφορούν με ανθρώπους που εκτιμάς είναι βασικός λόγος για να κάνεις αυτή τη δουλειά.

Επίσης, στη δική μου περίπτωση, το να ανήκω στη 4frontal ήταν τεράστιο δώρο, διότι μπόρεσαν να παιχτούν έργα μου. Με εμπιστεύτηκαν τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας (και ειδικά, ο Θανάσης Ζερίτης ως σκηνοθέτης) κι αυτό δεν το θεωρώ καθόλου αυτονόητο. 

Υπάρχουν πολλοί νέοι δραματουργοί, με σπουδαία υλικά, που δεν θα τους μάθουμε ποτέ, διότι δεν έχουν τον τρόπο να ανεβάσουν τα έργα τους. Μεγάλο κρίμα. Μακάρι να υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες για να γράφεται και ανεβαίνει όλο και συχνότερα, νεοελληνική δραματουργία. Να δίνονταν κίνητρα σε παραγωγούς, σκηνοθέτες, θιάσους, ν’ ανεβάζουν νέα έργα.

Είσαι πολυγραφότατη. Δηλαδή σχεδόν κάθε σεζόν τα τελευταία χρόνια έχεις και ένα καινούργιο θεατρικό έργο να παρουσιάσεις. Τι σε τροφοδοτεί δημιουργικά;

Είναι διαφορετικός ο τρόπος που κινητοποιούμε κάθε φορά. Έχω διάφορες σκέψεις στο κεφάλι μου για θέματα που θέλω να θίξω αλλά ο τρόπος που φτάνουν να γίνουν έργα διαφέρει. Συνήθως, ξεκινώ από μια ιστορία που διάβασα, μια κουβέντα που άκουσα, μια σκέψη που είχα και κάπως, ήρθε στην επιφάνεια λόγω της επικαιρότητας, μια χρόνια κατάσταση που αισθάνομαι ότι έχει έρθει η ώρα να διαχειριστώ. 

Πάντως, πέραν της έμπνευσης, η γραφή έχει να κάνει και με την τριβή, με την κατάκτηση μιας μεθόδου. Όσο συχνότερα εμπλέκομαι σε αυτό, ανακαλύπτω όλο και περισσότερα στοιχεία. Γι’ αυτό και επιδιώκω να μένω σε επαφή και να γράφω όσο περισσότερο μπορώ.

Λύσε μου μία απορία-κλισέ: ισχύει ότι οι συγγραφείς γράφουν τελικά καλύτερα όταν δεν βρίσκονται στην καλύτερη συναισθηματική, προσωπική, ψυχολογική κατάσταση;

Στη δική μου περίπτωση, δεν έχει λειτουργήσει ή έτσι, ή αλλιώς. Προτιμώ να γράφω σε περιόδους που έχω χρόνο και κέφι να κάνω έρευνα, να δοκιμάσω, να κουβεντιάσω, να αφιερωθώ. Έχει τύχει όμως, να πρέπει να γράψω και σε δυσκολότερες φάσεις, λόγω προθεσμιών που πρέπει να προλάβω και έχω πιεστεί, αλλά δεν μου βγήκε σε κακό. 

Σε κάθε περίπτωση πάντως, ακόμα και τις σκοτεινές μέρες, το γράψιμο με κάνει να αισθάνομαι καλύτερα, με παρηγορεί, μου δίνει κουράγιο. 


***

Πόθεν Έσχες

Κείμενο: Νεφέλη Μαϊστράλη

Σκηνοθεσία: Γιώτα Σερεμέτη – Κώστας Φιλίππογλου

Παίζουν (αλφαβητικά): Αλέξης Βιδαλάκης, Τάσος Δημητρόπουλος, Θανάσης Ζερίτης, Νεφέλη Μαϊστράλη, Κατερίνα Πατσιάνη, Τατιάνα-Άννα Πίττα, Πάνος Τοψίδης

Σκηνικά-Κοστούμια: Γεωργία Μπούρδα

Video Art-Trailer: Αποστόλης Κουτσιανικούλης

Μουσική σύνθεση και επιμέλεια: Σταύρος Γιαννουλάδης

Σχεδιασμός Φωτισμών: Νίκος Βλασόπουλος

Βοηθός Σκηνοθέτη: Αιμιλία Κεφαλά

Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή

Επιμέλεια κομμώσεων: Κωνσταντίνος Κολιούσης

Μακιγιάζ: Κατερίνα Μιχαλούτσου

Παραγωγή: 4Frontal & Artinfo

Εκτέλεση παραγωγής: Χρυσαντίνα Κούλουμπου

Οργάνωση γραφείου παραγωγής: Βικτώρια Λώλη, Χαρά Λώλη

Επικοινωνία: Ελένη Λιλή

Info: από 11 Μαΐου έως 9 Ιουνίου στο Θέατρο Βεάκη (Στουρνάρη 32, Αθήνα, 210-5223522). Τετάρτη & Κυριακή 19:00, Πέμπτη, Παρασκεύη & Σάββατο 21:00. Προπώληση εδώ.

Exit mobile version